Για τη Σμύρνη... - Της Γιόλας Αργυροπούλου - Παπαδοπούλου*
Για τη Σμύρνη
του έρωτα του γλεντιού και της ζωής
του τότε.
Και του τώρα
έτσι όπως ακόμα ζει μέσα μας
αόρατη
Σμύρνη του μυστηρίου
της ρίζας
της ιστορίας μας
γράφει ο μουσικοσυνθέτης Δημήτρης Παπαδημητρίου, ο οποίος συνέθεσε τη μουσική για την περίφημη τηλεοπτική σειρά «Οι Μάγισσες της Σμύρνης», βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Μάρας Μεϊμαρίδη, και σκηνοθετημένη από τον Κώστα Κουτσομύτη, τον σκηνοθέτη των αλησμόνητων τηλεοπτικών παραγωγών «Κίτρινος φάκελος», «Βαμμένα κόκκινα μαλλιά», «Η Εκτέλεση», «Η αγάπη άργησε μια μέρα», «Η πρόβα του νυφικού», «Τα παιδιά της Νιόβης» «Ματωμένα χώματα» κ.ά.
Ένα από τα πιο όμορφα τραγούδια της σειράς είναι το «Στάλσιμο», σε θαυμάσιους στίχους του Διονύση Καψάλη, το οποίο ερμήνευσε εκπληκτικά η Φωτεινή Δάρρα.
Ποιο τραγούδι, πικρός αδελφός,
στη μικρή θα σε φέρει πατρίδα;
Γαλανή μου ελπίδα και φως,
πάνε χρόνια και ακόμη δε σ’ είδα.
Ποιο πουλί, ποιο καλό περιστέρι,
ποια λευκά με το κύμα φτερά,
ποιο να στείλω της νύχτας αστέρι
να χωρίσει τα μαύρα νερά;
Ήσουν φως, στο κορμί μου πορφύρα,
ήσουν άνεμος κι έγινες μοίρα.
Ποιος σκοπός θα σε φέρει κρυφός,
ποιο τραγούδι, νεκρός αδελφός;
Ποιο καράβι και μαύρος καπνός
κι ανοιχτές του βυθού ανεμώνες,
ποιος σε κλείνει βαρύς ουρανός
και ποιοι μάγοι σε πήραν χειμώνες;
Και ποια χρώματα, ποιο σιντριβάνι,
την παλιά μού ανοίγουν πληγή;
Ποια πηγή, όταν θα ’χω πεθάνει,
θα σου δώσει νερό σ’ άλλη γη;
Ήσουν φως, στο κορμί μου πορφύρα,
ήσουν άνεμος κι έγινες μοίρα.
Ποια φωνή θα με βγάλει στο φως,
ποιο τραγούδι, νεκρός αδελφός;
Πόσα στ’ αλήθεια έχουν γραφεί για τη Σμύρνη, το «ελληνικό κόσμημα της Ανατολής»! Πόσα βιβλία, πόσα ποιήματα, πόσα τραγούδια! Πηγή έμπνευσης αυτή η λατρεμένη πόλη, η γενέτειρα του ποιητή Γιώργου Σεφέρη, του συγγραφέα Ηλία Βενέζη, του μουσικοσυνθέτη Μανόλη Καλομοίρη, του Ακαδημαϊκού Τάσου Αθανασιάδη, του αρχαιολόγου Μανόλη Ανδρόνικου και τόσων άλλων προσωπικοτήτων των γραμμάτων και των τεχνών… Μια αέναη πηγή έμπνευσης για πεζογράφους, ποιητές, μουσικοσυνθέτες και ζωγράφους, πριν και μετά την Μικρασιατική Καταστροφή του 1922…
To 2008, κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Καστανιώτη το βιβλίο του Θεόδωρου Ι. Δεύτου «Σμύρνη, συγγνώμη». Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα, στο οποίο καταγράφονται «οι πιο έντονες, οι πιο ελπιδοφόρες, αλλά και οι πιο ζοφερές στιγμές μιας πόλης που αγαπήθηκε, υμνήθηκε, και εξακολουθεί να μας πονάει ακόμα». Η περίληψη αυτού του μυθιστορήματος έχει ως εξής: «Από τα αρώματα της Ανατολής έως τους προσφυγικούς καταυλισμούς της Κοκκινιάς, και από τα τέλη του 19ου αιώνα έως τη Μικρασιατική καταστροφή. Ένα ταξίδι σε χρόνους και τόπους μεγάλων ανατροπών. Μια ιστορία μέσα στην Ιστορία. Mια διαδρομή στο άγνωστο που ξεκινά, όταν δύο αδέλφια από το Κορδελιό παίρνουν τη ζωή στα χέρια τους: ο Πέτρος κυνηγά το όνειρο στη θάλασσα, ενώ η αδελφή του, Ευτέρπη, το αναζητά στη Σμύρνη, στην πόλη του πλούτου και του έρωτα, του πολιτισμού και της υψηλής αισθητικής. Στη γοητεία της αρχοντικής πολιτείας με τα ιδιαίτερα χρώματα και τις γεύσεις, με τους ήχους και τις μυρωδιές της. Στον ίδιο τόπο, όμως, όπου και η μοίρα οργανώνει το δικό της σχέδιο, που θα κλονίσει για πάντα τη ζωή τους, αλλά και τη ζωή χιλιάδων Ελλήνων της Μικράς Ασίας».
Ο ποιητής και ζωγράφος Βασίλης Χρυσανθακόπουλος, εμπνευσμένος κι αυτός από την Περίοδο της Μικρασιατικής Καταστροφής, γράφει στίχους και ζωγραφίζει ελαιογραφίες.
Ένα από τα πιο γνωστά, παραδοσιακά τραγούδια της Σμύρνης είναι αναμφισβήτητα το «Δε σε θέλω πια», ένα υπέροχο τραγούδι που όλοι έχουμε αγαπήσει και τραγουδήσει…
Από τα πολλά που μου ’χεις καμωμένα
δε σε θέλω πια, δε σε θέλω πια,
τα σωθικά μου τα ’χεις μαυρισμένα
δε σε θέλω πια, δε σε θέλω πια.
Δε μ’ αρέσουν πλέον τα γινάτια,
δεν ποθώ τα δυο γλυκά σου μάτια,
παίζω και γελώ, άλλην αγαπώ,
μάθε κι άλλη μια πως δε σε θέλω πια.
Τι μου το λες πως δεν μπορείς να ζήσεις,
δε σε θέλω πια, δε σε θέλω πια,
με φοβερίζεις πως θ’ αυτοκτονήσεις
δε σε θέλω πια, δε σε θέλω πια.
Δε μ’ αρέσουν πλέον τα γινάτια,
δεν ποθώ τα δυο γλυκά σου μάτια,
παίζω και γελώ, άλλην αγαπώ,
μάθε κι άλλη μια πως δε σε θέλω πια.
Αλλού να βρεις τα νάζια σου να κάνεις,
δε σε θέλω πια, δες σε θέλω πια,
το ίδιο το ’χω κι αν ζήσεις κι αν πεθάνεις
δε σε θέλω πια, δε σε θέλω πια.
Δε μ’ αρέσουν πλέον τα γινάτια,
δεν ποθώ τα δυο γλυκά σου μάτια,
παίζω και γελώ, άλλην αγαπώ,
μάθε κι άλλη μια πως δε σε θέλω πια.
Επίσης, ποιος από μας δεν γνωρίζει και δεν έχει αγαπήσει, τραγουδήσει και συγκινηθεί από τα «Σμυρναίικα τραγούδια»;
Το καθρεφτάκι σου παλιό
και πίσω απ’ τη θαμπάδα
η Σμύρνη με το Κορδελιό
και η παλιά Ελλάδα.
Μουτζουρωμένο το γυαλί
μα πίσω απ’ τους καπνούς του
βλέπει ο Θεός το Αϊβαλί
και σταματάει ο νους του.
Τα σμυρναίικα τραγούδια
ποιος σου τα ’μαθε
να τα λες και να δακρύζεις,
της καρδιάς μου ανθέ;
Το καθρεφτάκι σου παλιό
και το μυαλό χαμένο,
σε ποιο τα ήπιες καπηλειό
και βγήκες μεθυσμένο;
Μουτζουρωμένο το γυαλί
μα πίσω απ’ τους καπνούς του
βλέπει ο Θεός το Αϊβαλί
και σταματάει ο νους του.
Τα σμυρναίικα τραγούδια
ποιος σου τα ’μαθε
να τα λες και να δακρύζεις,
της καρδιάς μου ανθέ;
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η Μικρασιατική Καταστροφή αποτελεί μία από τις πιο από τις πιο «τραγικές» σελίδες στην ιστορία του Ελληνισμού. Γράφτηκε με αίμα, διαβάζεται με δάκρυα και προκαλεί την οδύνη σε κάθε ελληνική ψυχή… Όταν οι μνήμες ξυπνούν, και οι τουρκικές θηριωδίες, τα ολοκαυτώματα, οι σφαγιασμοί και ο ξεριζωμός του Ελληνισμού από την Ιωνία στροβιλίζονται βασανιστικά στη σκέψη μας, ο πόνος και η οργή κατακλύζουν την ψυχή μας… Κι όμως, η σκέψη πως τελικά δεν υπάρχουν «χαμένες πατρίδες», αλλά «αλησμόνητες», καταφέρνει – σαν βάλσαμο γλυκό – να επουλώσει έστω για λίγο την πληγή που δεν θα πάψει ποτέ να αιμορραγεί…
Σμύρνη, πατρίδα μου γλυκιά, χαριτωμένη χώρα,
για να σε βγάλω από το νου ποτέ δεν θα ’ρθει ώρα…
Οι στίχοι αυτοί από το ποίημα «Ανάμνηση Σμύρνης», γραμμένο από έναν άγνωστο ποιητή, γράφονται με γραφή ανεξίτηλη στη μνήμη και κυρίως στην ψυχή όλων μας, και παραμένουν ανέγγιχτοι… Παντοτινά!
* Η κυρία Γιόλα Αργυροπούλου – Παπαδοπούλου είναι ποήτρια και επ. καθηγήτρια της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών.
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα