Φταίει το Μνημόνιο; - Του Τάκη Μίχα
Η κρατούσα άποψη στην Ελλάδα διατείνεται ότι η λιτότητα την οποία επέφερε το πρώτο μνημόνιο έπαιξε και συνεχίζει να παίζει σημαντικό ρόλο στην ύφεση την οποία βιώνει η χώρα. Σύμφωνα πάντοτε με αυτή την αποψη η χώρα έπρεπε να είχε ακολουθήσει αναπτυξιακή πολιτική (ό,τι κι αν σημαίνει αυτό) κάτι που θα οδηγούσε σταδιακά στην μείωση του χρέους και του δημοσιονομικού ελλείμματος.
Ένα πολύ σημαντικό παράγοντα τον οποίο δεν λαμβάνουν υπ' όψη τους οι υπερασπιστές της προαναφερθείσας αποψης είναι η κατάσταση στην οποία βρισκόνταν πρίν από δύο έτη (και συνεχίζουν να βρίσκονται) όλοι οι ποιοτικοί οικονομικοί και κοινωνικοί δείκτες που προσδιορίζουν τις αναπτυξιακές δυνατότητες μιας χώρας: η ευκολία δημιουργίας και λειτουργίας επιχειρήσεων, το επίπεδο των θεσμών, η ισχύς των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων, η προστασία των επενδυτών, η διαφθορά του δημόσιου τομέα, το επίπεδο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, η ασφάλεια των πολιτών, η παραγωγή και η εφαρμογή καινοτομιών, το μάνατζμεντ, ο βαθμός οικονομικής ελευθερίας, η ικανότητα της χώρας να παράγει νέες ιδέες (όπως εκφράζεται από τα διπλώματα ευρασιτεχνίας) η ανταγωνιστικότητα, το επίπεδο των ξένων επενδύσεων, το κόστος της κρατικής γραφειοκρατίας κλπ.
Μπορεί οι αναλυτές να διαφωνούν σχετικά με την ιεράρχηση του ρόλου που παίζουν οι προαναφερθέντες παράγοντες στην οικονομική απογείωση όμως όλοι συμφωνούν ότι είναι σημαντικοί.
Πού λοιπόν βρισκόταν η Ελλάδα σε σχέση με όλους αυτούς τους δείκτες; Πιο σημαντικό: Πού βρισκόταν σε σχέση με τις άλλες χώρες της ευρωζώνης; Διότι προκειμένου να κατανοήσει κανείς τις αναπτυξιακές προοπτικές μιάς χώρας δεν αρκεί κανείς να εξετάσει τους διάφορους παράγοντες που επηρεάζουν την οικονομική ανάκαμψη αλλά να τους εξετάσει σε συγκριτικά πλαίσια. Λόγου χάρη το αν στην Ελλάδα το κόστος της κρατικής γραφειοκρατίας στις επιχειρήσεις είναι 5% αυτό από μόνο του δεν λέει τίποτα -αποκτά όμως εντελώς διαφορετική σημασία αν το συγκρίνει κανείς με το αντίστοιχο κόστος σε χώρες με τις οποίες ανταγωνίζεται η Ελλάδα.
Τα αποτελέσματα της ερευνας μου που περιέχονται στο πρόσφατως εκδοθέν βιβλίο μου («Μάυρη Βίβλος της Ελληνικής Οικονομίας» (εκδόσεις Οξύ)) δείχνουν ότι η κατάσταση ήταν κάτι παραπάνω από τραγική. Σε όλους σχεδόν τους προαναφερθέντες δείκτες η Ελλάδα καταλαμβάνει μία από τις χειρότερες θέσεις όχι απλά μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης αλλά και μεταξύ των χωρών της ΕΕ-27.
Αυτό που παρουσιάζει επίσης μεγάλο ενδιαφέρον είναι ότι οι επιδόσεις της Ελλάδας είναι χειρότερες ακόμα και σε σχέση με τα άλλα «γουρουνάκια» (Ιταλία, Πορτογαλία, Ισπανία, Ιρλανδία). Σε όλους τους προαναφερθέντες δείκτες η Ελλάδα καταλαμβάνει την τελευταία θέση μεταξύ των χωρών αυτών.
Στους μόνους δείκτες στους οποίους η Ελλάδα καταλάμβανε την πρώτη θέση μεταξύ των χωρών της ΕΕ-27 ήταν στην διαφθορά του δημόσιου τομέα, στις αμυντικές δαπάνες, στον αριθμό των πολιτών που υπηρετούσαν στις ένοπλες δυνάμεις (ως ποσοστό του πληθυσμού) και στον αριθμό των τρομοκρατικών επιθέσεων (από ιθαγενείς τρομοκρατικές ομάδες-2010).
Ούτως λοιπόν εχόντων των πραγμάτων είναι απίστευτα εξωπραγματικό να υποστηρίζει κανείς ότι η Ελλάδα είχε όταν ξεκινούσε η κρίση αναπτυξιακές δυνατότητες τις οποίες τάχα «στραγγάλισε» το Μνημόνιο. Αντίθετα, είναι τέτοια η απόσταση που χωρίζει την Ελλάδα όσον αφορά τους αναπττυξιακούς δείκτες από τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης ώστε το μόνο ερώτημα που έχει νόημα είναι όχι αν υπήρχε ελπίδα για ανάπτυξη, αλλά μάλλον πώς βρέθηκε να είναι η Ελλάδα όχι απλά μέλος της ΕΕ αλλα και της ΟΝΕ!
Δυστυχώς τόσο οι επικριτές οσο και οι υποστηρικτές του Μνημονίου επικεντρώνουν την επιχειρηματολογία τους σε καθαρά χρηματοοικονομικά μεγέθη (χρέος, PSI, ελλείμματα) και ποσοτικούς δείκτες χωρίς να λαμβάνουν υπ' οψη τους τους ποιοτικούς δείκτες που σε τελική ανάλυση προσδιορίζουν τις αναπτυξιακές προοπτικές της οικονομίας. Αν αντιθέτως επικεντρωθούμε στους ποιοτικούς παράγοντες εύκολα καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι αν δεν υπήρχε η φτηνή δανειοδότηση μέσω δανείων της Ελλάδας από την ΕΕ το βιοτικό επίπεδο στην Ελλάδα θα βρισκόταν κάπου στα επίπεδα μιάς χώρας της Μέσης Ανατολής (μη πετρελαιοπαραγωγικής). Επειδή δε η ουσιαστική βελτίωση αυτών των δεικτών -ιδιαίτερα σε χώρες «χαμηλής εμπιστοσύνης» όπως η Ελλάδα- παίρνει δεκαετίες πιστεύω ότι θα πρέπει να ξεχάσουμε κάθε σκέψη περί επανόδου στο πλαστό βιοτικό επίπεδο που μας προκάλεσε το LSD της ΟΝΕ.
Το μόνο στο οποίο πρέπει να στοχεύουμε και να ελπίζουμε είναι η μείωση του επιπέδου ανεργίας έστω και αν αυτή δεν θα μπορέσει να επιτευχθεί -λόγω τους καταστροφικού επιπέδου της παιδείας της χώρας- μέσω της δημιουργίας θέσεων εργασίας σε τομείς τεχνολογιών αιχμής αλλά μέσω είτε της ουσιαστικής απελευθέρωσης της αγοράς εργασίας είτε μέσω της (δυστυχώς αναπόφευκτης μεσοπρόθεσμα) εξόδου από την ΟΝΕ και της δραματικής υποτίμησης του νέου εθνικού νομίσματος.
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα