Το Κυπριακό εισήλθε στην πιο κρίσιμη φάση του - Του Ντίνου Αυγουστή
Ο «ενδοκοινοτικός» διάλογος στην Κύπρο πήρε ήδη τον δρόμο του. Προηγήθηκαν οι γνωστοί παλληκαρισμοί της δικής μας πλευράς, αλλά όπως συμβαίνει κατ΄ εξακολούθηση για τέσσερις δεκαετίες τώρα, στο τέλος μπήκαμε στον διάλογο. Και για άλλη μια φορά πανηγυρίζουμε! Τουλάχιστον τα δύο μεγάλα κόμματα Α.Κ.Ε.Λ. και ΔΗ.ΣΥ., (τα δύο άκρα όπως τα αποκαλούν μερικοί), αφού όλοι οι άλλοι εξέφρασαν τις μικρές ή τις μεγάλες επιφυλάξεις τους. Από το 1974 και εντεύθεν κάθε φορά που πάμε σε συνομιλίες πάντα πανηγυρίζει η κυβέρνηση και επικρίνει η αντιπολίτευση. Πλην Χριστόφια και Αναστασιάδη που παρά τις υποτιθέμενες μεγάλες ιδεολογικές τους διαφορές, στο εθνικό θέμα οι απόψεις τους σχεδόν είναι ταυτόσημες.
Ωστόσο τώρα πια δεν έχει κανένα νόημα να συζητούμε αν έπρεπε ή αν δεν έπρεπε να πάμε στον διάλογο, στον οποίο το μόνο σίγουρο είναι πως η τουρκική πλευρά θα παρουσιασθεί και πάλιν σκληρή και αδιάλλακτη. Ο πρόεδρος Αναστασιάδης έστω κι αν φέρει στους ώμους του τα βαρίδια του «ΝΑΙ» του 2004, δεν μπορεί από μόνος του να φέρει ούτε την καταστροφή ούτε φυσικά και την ανάσταση. Κατά συνέπεια οφείλουμε όλοι να κατανοήσουμε ότι και στις τραγικές συνθήκες οικονομικής και κυρίως ηθικής χρεοκοπίας που βιώνει ο Ελληνισμός υπάρχουν περιθώρια ελιγμών, αρκεί η ηγεσία ή έστω τμήμα της να επιδείξει την απαιτούμενη ευελιξία και ακόμα περισσότερο το απαιτούμενο σθένος και πατριωτισμό. Ας μην ξεχνάμε ποτέ πως, και τότε, όταν ήλθε το σχέδιο Ανάν, οι συνθήκες ήταν εξίσου ασφυκτικές, και όμως, κατορθώσαμε να αποτρέψουμε την καταστροφή. Οφείλουμε λοιπόν να είμαστε όλοι επί των επάλξεων υπενθυμίζοντας διαρκώς στον πρόεδρο ότι δεν είμαστε διατιθέμενοι θα δεχθούμε ποτέ λύση που θα νομιμοποιεί τον «Αττίλα» και τα εγκλήματα του: της εθνοκάθαρσης, του εποικισμού και του ψευδοκράτους.
Δικαίως αναρωτιούνται πολλοί: Γιατί αλήθεια τώρα όλα αυτά και το κυριότερο γιατί τόσο βιαστικά; Δεδομένου μάλιστα ότι ο πρόεδρος Αναστασιάδης με την ανάληψη των καθηκόντων του είχε ξεκαθαρίσει πως δεν μπορούμε να μπούμε σε διάλογο για την επίλυση του Κυπριακού εν μέσω οικονομικής κρίσεως. Φαίνεται λοιπόν πως η ξαφνική ανυπομονησία των Η.Π.Α. να κλείσουν το Κυπριακό συμβαδίζει με την εξίσου βιαστική απομάκρυνσή τους από τεκταινόμενα στην Μέση Ανατολή. Οι Η.Π.Α. είναι απούσες ακόμη και από το Ιρακινό Κουρδιστάν όπου το Ιράν (!) διαμεσολάβησε μεταξύ των τριών μεγάλων φατριών της Πατριωτικής Ένωσης Κουρδιστάν. Να σημειώσουμε επίσης ότι ο ρωσικός κολοσσός «Gazprom» έχει ήδη λάβει μεγάλο ενεργειακό μερίδιο τόσο στο Ιρακινό Κουρδιστάν όσο και στην ΑΟΖ του Ισραήλ. Η Συρία αποδείχθηκε πως δεν είναι Λιβύη και ο Πούτην απέδειξε πως δεν αστειεύεται. Η Τουρκία από την άλλη είναι ενεργειακά εξαρτώμενη της Ρωσίας και του ΙΡΑΝ κάτι που δεν αρέσει στην Αμερική. Εάν μάλιστα η Τουρκία συνεχίσει να αποτελεί «ενεργειακό όμηρο» της Ρωσίας και του Ιράν, και με τον συνεχώς αυξανόμενο πληθυσμό της (πάνω από 100 εκατομμύρια θα είναι πολύ σύντομα) να ενισχύει οικονομικά τους δύο αυτούς αντιπάλους των Η.Π.Α., τα πράγματα θα είναι εξαιρετικά δύσκολα για τους υπερατλαντικούς σερίφηδες. Ως ένα βαθμό αυτές οι σκέψεις εξηγούν και τα αιματηρά γεγονότα της Ουκρανίας, αν και εκεί πρόκειται μάλλον για αντιπερισπασμό των Η.Π.Α. απέναντι στον Πούτιν, καθώς η Ρωσία είναι αδύνατο να εγκαταλείψει την Ουκρανία.
Σε αυτό το πλαίσιο ξεκαθαρίζει κάπως το τοπίο και στο Κυπριακό. Τι εξυπηρετεί λοιπόν η «διττή κυριαρχία» που επαγγέλλονται; Σε συνδυασμό με την στημένη χρεοκοπία της Κυπριακής Δημοκρατίας δημιουργεί τις προϋποθέσεις «πολυεθνικού» ελέγχου του τεράστιου ενεργειακού πλούτου που κρύβεται στην Κυπριακή ΑΟΖ. Εάν στην Κύπρο δημιουργηθεί μια χαλαρή συνομοσπονδιακή κυβέρνηση στην οποία θα έχουν ουσιαστικό λόγο όλοι, πλην των άμεσα ενδιαφερομένων, τότε καμία απόφαση δεν θα λαμβάνεται χωρίς την σύμφωνη γνώμη του ισχυρότερου, δηλαδή των Η.Π.Α., άρα και η μοιρασιά του ενεργειακού πλούτου της περιοχής θα γίνει με τρόπο που να εξυπηρετεί τα αμερικανικά συμφέροντα. Κατά συνέπεια δεν θα υπάρξει ποτέ θέμα παραχώρησης μονιμότερων στρατιωτικών διευκολύνσεων στη Ρωσία.
Από την άλλη, ένα μεγάλο μέρος των ενεργειακών αποθεμάτων θα καλύψει τις ανάγκες της διψασμένης για ενέργεια Τουρκίας, θέτοντας ταυτοχρόνως εκτός νυμφώνα Ρωσία και Ιράν. Και φυσικά μέσω της Τουρκίας θα ανοίξει «οικονομική» οδός τροφοδοσίας των Ευρωπαϊκών αγορών, οπότε και πάλι η Ρωσία θα είναι χαμένη της υπόθεσης. Αν σε αυτά προσθέσουμε τον διακαή πόθο της Τουρκίας για μελλοντικό έλεγχο όλης της Κύπρου και σε συνδυασμό με την παντελή απουσία της Ελλάδας η οποία προς το παρόν ασχολείται μόνο με το πρωτογενές πλεόνασμα, αντιλαμβανόμαστε πιστεύω πόσο δύσκολα είναι τα πράγματα.
Γεννάται λοιπόν το ερώτημα: Με όλη αυτή την πολυπλοκότητα δεδομένης και της απουσίας της Ελληνικής Εξωτερικής πολιτικής από τα κέντρα λήψεως αποφάσεων, τί στ΄ αλήθεια μπορούμε να περιμένουμε; Σε συνθήκες μάλιστα απόλυτου και ασφυκτικού ελέγχου που ασκεί η Τουρκία στην τουρκοκυπριακή κοινότητα, με την Τουρκία να προαλείφεται εγγυήτρια των δύο «συνιστώντων κρατών» και με την Μάνα Ελλάδα απούσα, μπορούμε να εμπιστευθούμε την Τουρκία να εγγυηθεί την ασφάλεια της Κύπρου; Μπορούμε δηλαδή να συνεταιρισθούμε με ένα κράτος που εποφθαλμιά την ολοκληρωτική κατάληψη του τόπου μας; Γιατί να δεχτούμε την τουρκική συγκυριαρχία σε όλη την Κύπρο, η οποία εκτός των άλλων, θα οδηγήσει με απόλυτη βεβαιότητα στην εξαφάνιση του Ελληνισμού της μαρτυρικής Μεγαλονήσου; Μήπως δηλαδή, αφού δεν έχουμε κότσια και διάθεση να αγωνισθούμε για πραγματική απελευθέρωση, είναι προτιμότερο να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε κάτι διαφορετικό από αυτό που σκεφτόμασταν μέχρι σήμερα.... Και γιατί δηλαδή, σώνει και καλά πρέπει να βάλουμε συνεταίρο μας ένα κράτος δολοφονικό και καθ΄ όλα αναξιόπιστο;
Ντίνος Αυγουστή
Εκπαιδευτικός στο ΤΕΙ Λάρισα
Από το Μονάγρι Λεμεσού
a.avgoustis@hotmail.com
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα