Η έξοδος από την ακινησία - Του Αθανασίου Παπανδρόπουλου
Σε όλους τους τόνους, πρώην υπουργοί της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που παραμένουν πιστά στον παραιτηθέντα πρωθυπουργό κ. Αλέξη Τσίπρα τονίζουν ότι η ελληνική οικονομία χρειάζεται επανεκκίνηση και αναδιάρθρωση, φέρουν δε την επαναδιαπραγμάτευση του χρέους ως προϋπόθεση. Για τον λόγο αυτόν, ζητούν από τον ελληνικό λαό να δώσει αυτοδυναμία στην πολιτική τους παράταξη η οποία, όπως λένε, μπορεί να διαπραγματευθεί καλύτερα και εγκυρότερα το θέμα της αναδιαρθρώσεως του χρέους.
Όσες ποσότητες καλής θελήσεως και αν διαθέτουμε, ας μάς επιτραπεί όχι μόνον να επιδείξουμε σκεπτικισμό με τις παραπάνω τοποθετήσεις, αλλά να δηλώσουμε απερίφραστα ότι είναι και εντελώς παραπλανητικές.
Κατά πρώτον, η επανεκκίνηση και η αναδιάρθρωση της ελληνικής οικονομίας στις σημερινές συνθήκες είναι αδύνατη, για τον πολύ απλό λόγο ότι δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο. Μία οικονομία που καλείται να λειτουργήσει κάτω από συγκεκριμένους όρους και υπό συνθήκες ανταγωνισμού και υψηλής εσωστρέφειας, δεν είναι δυνατόν να ανταποκριθεί στις προκλήσεις υπό την διακυβέρνηση ανθρώπων που δεν πιστεύουν και είναι καθέτως εχθρικοί σε αυτά που πρέπει να κάνουν. Με διαφορετικά λόγια, μία οικονομία που έχει επείγουσα και ζωτική ανάγκη πλήρους απελευθερώσεώς της, δεν είναι δυνατόν να μεταρρυθμιστεί από τους εχθρούς της ελευθερίας. Και βέβαια, αυτό επίσης δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί σε μία κοινωνία που, με κάποιες εξαιρέσεις, απορρίπτει την φιλοσοφία της ελευθερίας, είναι αδιάβροχη στον ορθό λόγο και έχει επιλέξει την ακινησία ως πραγματικότητά της.
Μία χώρα της οποίας το εθνικό νόμισμα –δηλαδή η δραχμή– από το 1981 έως το 2002 υποτιμήθηκε επισήμως 100%, αλλά οι εξαγωγές της αυξήθηκαν μόνον 10%, σημαίνει ότι έχει πολύ σοβαρά προβλήματα εξωστρέφειας, παραγωγικότητος, ανθρώπινου κεφαλαίου και βέβαια ανταγωνιστικότητος. Τα μεγέθη αυτά υποδηλώνουν επίσης ότι η χώρα αυτή έχει και σοβαρό πρόβλημα καταναλώσεως με δανεικά, εφ’ όσον την ίδια περίοδο τα ελλείμματα του ισοζυγίου πληρωμών της έφθασαν να αντιπροσωπεύουν έως και 14% του Ακαθάριστου Εγχωρίου Προϊόντος της, ποσοστό που αποτελούσε και παγκόσμιο ρεκόρ.
«Το πρότυπο της αναπτύξεως που υιοθετήσαμε μεταπολεμικά», υποστηρίζει ο καθηγητής κ. Γιώργος Μπήτρος στο βιβλίο του Ποτέ Πια Πτώχευση (εκδ. Επίκεντρο), «εξέθρεψε μία κλειστοφοβική επιχειρηματικότητα, με αμυντικό προσανατολισμό και με βαθειές εξαρτήσεις από το πολιτικό σύστημα, μέσω του κρατικοποιημένου τραπεζικού συστήματος». Έτσι, η ελληνική επιχειρηματικότητα στηρίχθηκε στην εσωτερική αγορά και τις διαπλοκές με το πολιτικό σύστημα, με αποτέλεσμα σήμερα η Ελλάδα να υφίσταται μία δραματική «διαρθρωτική οικονομική κατάρρευση», η οποία απέχει πολύ από τα αίτια που τής αποδίδουν γνωστοί κρατιστές οικονομολόγοι, φανατικά αντιφιλελεύθεροι.
Στην χώρα μας, όπου ο δανεισμός δημιούργησε μία απίθανη κεφαλαιακή φούσκα, ήτοι εισόδημα με αέρα κοπανιστό, παρατηρείται εδώ και πέντε χρόνια μία σταδιακή καταστροφή του κεφαλαίου αυτού, η οποία, όπως τονίζει ο έγκριτος οικονομολόγος κ. Δημήτρης Α. Ιωάννου, «παίρνει την μορφή βίαιης συρρικνώσεως ολόκληρων κλάδων της οικονομίας, με συνέπεια να συμβαίνει μία εισοδηματική καθίζηση η οποία σε μεγάλο βαθμό είναι ανεξάρτητη από την ακολουθούμενη συσταλτική δημοσιονομική πολιτική». Στο πλαίσιο αυτό, πολύ εύστοχα ο κ Δ.Α.Ιωάννου επισημαίνει ότι, όπως δεν μπορείς να διαγνώσεις ένα κάταγμα κνήμης χρησιμοποιώντας ένα πιεσόμετρο, έτσι δεν μπορούν και να εκτιμηθούν οι διαστάσεις μίας «διαρθρωτικής οικονομικής καταρρεύσεως» χρησιμοποιώντας τα αναλυτικά εργαλεία της κεϋνσιανής θεωρίας. Δηλαδή, μίας θεωρίας που έχει διαμορφωθεί για να αναλύει τον «επιχειρηματικό κύκλο», ο οποίος είναι ένα φαινόμενο που εξελίσσεται και εκδηλώνεται σε συνθήκες δομικής και κλαδικής σταθερότητος της οικονομίας.
Σαφώς λοιπόν οι διάφοροι, νομπελίστες και μη, αμερικανοτραφείς οικονομολόγοι στις διαγνώσεις τους για την ελληνική οικονομία θεωρούν ότι στην χώρα λειτουργούν αιτιακές σχέσεις μεταξύ μεταβλητών που δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα. Στην βάση αυτής της λογικής, εξάλλου, οι κρατιστές οικονομολόγοι δεν επιδιώκουν να θεραπεύσουν τις πραγματικές αιτίες της κρίσης, αλλά να αποτρέψουν την λύση της οικονομικής απελευθερώσεως.
Το πρόβλημά τους δεν είναι η αφύπνιση μίας ακίνητης κοινωνίας και η κινητοποίησή της, αλλά η υποταγή της σε νέες μορφές ανελευθερίας και κρατισμού, στο όνομα της «πάλης ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό» – με τον τελευταίον, τουλάχιστον στην Ελλάδα, να είναι μία λέξη κενή περιεχομένου, καθ’ όσον ανύπαρκτη από πρακτικής πλευράς.
Δεν θα κουραστούμε να γράφουμε από τις στήλες αυτές ότι το ελλαδικό πρόβλημα είναι ένα μετα-πρόβλημα που μάς διαφοροποιεί καθοριστικά και δραματικά από την αναπτυγμένη Ευρώπη. Ως φαίνεται δε, ύστερα από 34 χρόνια συμμετοχής στην κοινοτική οντότητα, ο τρόπος που αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα της προσαρμογής είναι και το πραγματικό πρόβλημα μίας ακίνητης κοινωνίας, που ήδη παρουσιάζει σοβαρά προβλήματα (εξ ακινησίας) γάγγραινας.
Κατά συνέπεια, όσα μνημόνια και να υπογράψει η Ελλάδα, θα αποδειχθούν μάταια αν τα μυαλά και οι αντιλήψεις δεν αλλάξουν. Έξοδος από την ακινησία θα υπάρξει μόνον με την αποδοχή της πραγματικότητος. Με ωριμότητα και με την συναφή ευθύνη.
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΕΣΤΙΑ στις 4/9/15
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα