Θέατρο: "Η Μεγάλη Χίμαιρα", Μ. Καραγάτση* - Κριτική Νίκου Μπατσικανή
Διασκευή: Στρατής Πασχάλης. Σκηνοθεσία: Δημήτρης Τάρλοου
Βοηθοί σκηνοθέτη: Άννα Πασπαράκη, Δήμητρα Κουτσοκώστα
Σκηνικά - κοστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου. Βοηθός: Τίνα Τζόκα
Μουσική: Κατερίνα Πολέμη. Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου
Κίνηση - Χορογραφία: Ζωή Χατζηαντωνίου. Βοηθός: Κορίνα Κόκκαλη
Ζωγραφική σκηνικού: Νίκος Καρράς. Κατασκευή: Lazaridis Scenic Studio
Σκηνοθεσία κινηματογραφικού μέρους: Χρήστος Δήμας
Διανομή: Αλεξάνδρα Αϊδίνη (Μαρίνα). Μάξιμος Μουμούρης (σύζυγος). Σμαράγδα Σμυρναίου (πεθερά). Δημήτρης Μοθωναίος (κουνιάδος).
Καίτη Μανωλιδάκη (Αννεζιώ). Μανιώ Τάρλοου (κόρη).
Ειρήνη Φαναριώτη (Λιλή, Καλλιόπη, πόρνη). Δημήτρης Τάρλοου (περαστικός).
Κινηματογραφική διανομή: Esther Andre Gonzalez (μητέρα Μαρίνας).
Andre Maia (γιατρός). Gilles Touchais (συμβολαιογράφος).
Κωνσταντίνος Μιζαράς (άγνωστος). Γιάννης Αναστασάκης (νομάρχης).
Αλέξανδρος Μυλωνάς (εισαγγελέας). Νίκος Χαρίσης (ναύτης).
Θεατρική μεταφορά, από το ομώνυμο μυθιστόρημα, με θέμα τη γνωριμία και τον έρωτα μιας νεαρής γαλλίδας, με έναν έλληνα καπετάνιο και καραβοκύρη, σε κάποιο ταξίδι του. Οι δυο νέοι, αφού παντρεύονται, εγκαθίστανται στην Επισκοπή της Σύρου. Στην κλειστή επαρχία του νησιού, η καθημερινότητά της ξένης αλλάζει παντελώς, καθώς ο σύζυγός της συνεχίζει να ταξιδεύει, κι εκείνη ζει μόνη με την πεθερά της και την κόρη που αποκτά το ζευγάρι. Αν κι έχει ψυχικά τραύματα κι έχοντας «πάρει μαθήματα», στη νεανική της ηλικία, βιώνοντας την «ελευθεριάζουσα» ζωή που έκανε η χήρα μάνα της, εξακολουθεί να «παίζει» με τη φωτιά. Όταν η οικογένεια βρίσκεται αντιμέτωπη με οικονομική και οικογενειακή «θύελλα», το προσωπικό «ναυάγιο» της ίδιας είναι αναπόφευκτο, παρασέρνοντας στον βυθό και στα παγωμένα κύματα κι άλλους. Μια σύγχρονη τραγωδία, όπου η ηρωίδα -παρότι αναθρεμμένη με ελληνική παιδεία, μα γνωρίζοντας τα ελληνικά δεδομένα εκ του μακρόθεν κι εξωραϊσμένα- δεν αποφεύγει το δραματικό τέλος. Στο έργο του αυτό, μέρος της τριλογίας «Συνταγματάρχης Λιάπκιν - Χίμαιρα - Γιούγκερμαν», ο Καραγάτσης καταπιάνεται και πάλι με το θέμα της αδυναμίας των ξένων να προσαρμοστούν στα εδώ -άλλα- ήθη αλλά και στις επιφυλάξεις των ελλήνων σε κάθε τι ξενόφερτο. Έτσι, ο παρορμητικός έρωτας της Μαρίνας, που νομίζει πως θα αγγίξει την ευτυχία, κάτω από το ελληνικό φως, αποδεικνύεται μια μεγάλη χίμαιρα, καθώς «καίγεται» από αυτό, σαν πεταλούδα. Μια ξένη -και ανυποψίαστη για τους κινδύνους- γυναίκα θα κυνηγήσει το ανέφικτο όνειρο που, όμως, της ξέφυγε σαν λεύτερο πουλί. Σπουδαίο ψυχογράφημα όπου, με ωμό τρόπο, μέσα από νοσηρές καταστάσεις, ο συγγραφέας «σκοτώνει» κάθε ελπίδα, με σκοπό να φωτίσει τις διαφορές Ανατολής (Ελλάδα, Σύρος και ισοπεδωμένη από τους Τούρκους Κάσος, απ’ όπου κατάγεται η οικογένεια του άντρα) και Δύσης (φιλελεύθερη πατρίδα της συζύγου), όπου επικρατούν διαφορετικές αντιλήψεις, τρόποι και συμπεριφορές.
Εξαιρετική απόδοση του βιβλίου, που ευτύχησε στα χέρια του σκηνοθέτη Δημήτρη Τάρλοου (εγγονού του Καραγάτση), με την κυρία Αϊδίνη σε έναν ρόλο που λες και γράφτηκε πάνω της (αέρινη, εντυπωσιακή και τραγική, συνάμα). Σπουδαίες υπήρξαν όλες οι κυρίες: η Σμαράγδα Σμυρναίου με το στέρεο ταλέντο που διαθέτει, η ταλαντούχα Ειρήνη Φαναριώτη στους πολλαπλούς ρόλους που υποδύθηκε, ακόμα και η μικρή Μανιώ Τάρλοου. Θα κάνω ξεχωριστή μνεία στην Καίτη Μανωλιδάκη, στον αβανταδόρικο -αλλά και απαιτητικό- ρόλο της «κεραυνοβολημένης» Αννεζιώς. Οι τρεις άντρες ηθοποιοί: Μάξιμος Μουμούρης, Δημήτρης Μοθωναίος και ο Δημήτρης Τάρλοου -στο σύντομο πέρασμά του- υπηρέτησαν άψογα τους δικούς τους ρόλους.
Απαραίτητα και πετυχημένα τα κινηματογραφικά πλάνα, κάλυψαν ανάγκες κατανόησης και ανάδειξης του επικού, ερωτικού δράματος. Εξαίσια τα: κοστούμια εποχής (Μεσοπόλεμος) και τα σκηνικά της κυρίας Ελένης Μανωλοπούλου. Στην υποβολή και την ατμόσφαιρα που δημιουργήθηκε συνέβαλαν, επίσης, τόσο η μουσική της ταλαντούχας Κατερίνα Πολέμη, όσο και η αποτελεσματικότητα των ειδικών φωτισμών από τον γνώστη Αλέκο Αναστασίου.
Μια παράσταση σταθμός στα ελληνικά χρονικά του Θεάτρου, γεγονός το οποίο οφείλεται -πρωτίστως- στο υλικό του πολυδιαβασμένου μυθιστορήματος, γραμμένο από τον δεξιοτέχνη του είδους Μ. Καραγάτση. Οι θεατές την απόλαυσαν, πράγματι, γεγονός που επιβεβαίωσε το παρατεταμένο χειροκρότημα, στο τέλος. Άλλωστε, λίγες μέρες αργότερα αφ’ ότου την παρακολούθησα (παίζεται για 2η χρονιά), αυτή απέσπασε τις πιο κάτω διακρίσεις, στα Θεατρικά Βραβεία Κοινού 2015, του περιοδικού «Αθηνόραμα»:
1o καλύτερης παράστασης. 1ο καλύτερης σκηνοθεσίας στον Δημήτρη Τάρλοου. 1ο γυναικείου ρόλου στην Αλεξάνδρα Αϊδίνη. 1ο μουσικής στην Κατερίνα Πολέμη. 1ο φωτισμών στον Αλέκο Αναστασίου. 2ο κουστουμιών στην Ελένη Μανωλοπούλου.
*Μ. Καραγάτσης (πραγματικό όνομα Δημήτρης Pοδόπουλος): Γεννήθηκε το 1908 στην Aθήνα. Tο αινιγματικό «M» λέγεται πως προέρχεται από τον ήρωα Mίτια (Ρωσικά: Δημήτρης) έκφραση της αγάπης του για τον Nτοστογιέφσκι και ιδίως για το «Aδελφοί Kαραμαζώφ», ενώ το Kαραγάτσης οφείλεται στο «καραγάτσι» (δέντρο φτελιά) κάτω από το οποίο καθόταν μικρός και διάβαζε. Η κόρη του, όμως, έχει δηλώσει πως το «Μ» προέρχεται από το Μιχάλης (όνομα αγαπημένων ηρώων του). Τελειώνοντας το Γυμνάσιο, μετέβη στην Γκρενόμπλ για σπουδές Νομικών, τα οποία συνέχισε στο Πανεπιστήμιο Aθηνών. Η λογοτεχνική σταδιοδρομία του και η μακρά συνεργασία του με τη «Nέα Eστία» ξεκίνησε στα 1927-29, με το βραβευμένο του διήγημα «Κυρία Νίτσα». Πολυγραφότατος και πετυχημένος πεζογράφος της «Γενιάς του ’30», με γνωστότερα έργα του: «Ο συνταγματάρχης Λιάπκιν, 1933. Χίμαιρα, 1936. Γιούγκερμαν, 1938. To χαμένο νησί, 1943. Ο μεγάλος ύπνος, 1946. Το μεγάλο συναξάρι, 1951. Η μεγάλη λιτανεία, 1956. Το Μυθιστόρημα των Τεσσάρων» (μαζί με τους: Ηλία.Βενέζη, Άγγελο. Τερζάκη και Στρατή Μυριβήλη) 1958 κ.ά.
Πέθανε το 1960, μόλις 52 ετών, αφήνοντας ανολοκλήρωτο μυθιστόρημα «Tο 10». Πάνω στον τάφο του χαράχτηκε επίγραμμα από το έργο του «Το μεγάλο συναξάρι»: «Οι μοναδικές ομορφιές είναι προνόμιο του θανάτου».
«Πορεία» Τρικόρφων 3-5, Πλατεία Βικτωρίας
Οκτώβριος 2015
Νίκος Μπατσικανής
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα