Αγαπητοί φίλοι, Μπορείτε να στέλνετε τα κείμενά σας στο palmografos@gmail.com - Δωρεάν δημοσίευση Αγγελιών στο palmografos@gmail.com

Πρώτες ύλες - Του Απόστολου Βεργή*

Αρχική | Τέχνες - Επιστήμες | Ποίηση | Πρώτες ύλες - Του Απόστολου Βεργή*

Από το μυθιστόρημα “Felix Silvestris Catus” ποιητικό απόσπασμα.

 

 

《Πώς ο τροχός τής ατυχίας λειτουργεί; Πώς φτιάχνονται σημαίες με μπαλώματα; Οι πιο γερές, εκείνες που αντέχουν, οι ταπεινές, αυτές που δεν τις δίνεις σημασία. Πες μου το πώς, πες μου εσύ το πώς, αγάπη μου των πρώτων χρόνων, παντοτινή μου συνοδέ. Αγάπη χειμωνιάτικη, πραγματική, θύματα λιγοστής πραγματικότητας, εσύ κι εγώ, σε ξένους τόπους, με ξένες λέξεις, περιγράφοντας νοσταλγικά πολλά από τα ροζ τα δειλινά Δεκέμβρη και Φλεβάρη, έργα ζωγραφιστά συμμαθητών, επίσης έργα αφελών κατηχητών, μικρόβια που δεν αντέχουν να περνούν νύχτες ατέλειωτες, ακούγοντας να βρέχει σιγανά• τώρα κάθε που βρέχει νευριάζω, τώρα και κάθε τώρα που επώδυνα, μας οδηγεί στο αύριο και γίνεται: απόσταση, τερματισμός και ήττα.

》Μετά εσύ μου λες ότι σου λείπω. Το επαναλαμβάνεις ως υπεκφυγή - κι εγώ κάνω πως δεν σ' ακούω, επαναλαμβάνοντας με τη σειρά μου σιωπή. Αργότερα θα καταλάβεις. Θα καταλάβεις το τι θέλουν να σου πουν τόσες επαναλήψεις σιωπής: Τη μοίρα μας, το πεπρωμένο, ένα σχολείο και μια γειτονιά. Όχι, δεν θα ξεχάσουνε τα γαλανά σου μάτια εκείνα τα γενέθλια, κείνο το ξεχασμένο μπλουζ, κείνο το μπλουζ το άτεχνο, τη λευτεριά που ήταν και σκλαβιά, τις εκδρομές, τα μονοπάτια π' οδηγούσανε στης πόλης μας τα πέριξ. Στης πόλης μας. Της πόλης μας. Μιας πόλης (χατζηδακικά) μαγικής, δικιάς μας, ιδιοκτησίας μας. Μνήμες: Τα τελευταία καταφύγιά μας ή, εμείς που γίνεται να είμαστε και όνειρα αγνά: Εμείς τα όνειρα, τα όνειρα, τα όνειρά μας... Τα πρώτα όνειρα, οι αρχικές δεσμεύσεις, εκείνο το χαστούκι που μου το 'χες δώσει φυσικά κι αυθόρμητα, κάποτε που σε πείραζα, πετώντας στα μαλλιά σου λίγες από εκείνες τις εαρινές, τις πρόστυχες κολλιτσίδες. Ή το φιλί  (πρώτο φιλί και για τούς δυο) ή το φεγγάρι που μου το 'χες δείξει μια ξάστερη βραδιά, λίγο πριν κάποια παλιά Χριστούγεννα όταν, κουκουλωμένοι και οι δυο, γυρίζαμε από τα Αγγλικά στα σπίτια μας. Και μου 'χες πει - τι μου 'χες πει; Κοίτα να δεις που να το θυμηθώ δεν θέλω• και  τι δε θα 'δινα να φέρω πίσω κείνες τις στιγμές, εμάς ως άτακτους Αποσπερίτες, ως ήχους από κάρα που περνούσαν (να τα θυμάσαι άραγε;), ως ατολμία και ως ένταση, ως κύμα το οποίο εναλλάσσεται, ως “θέλω να σε δω ξανά”  - και να 'σαι όπως τότε.

》Όμως για τότε, για τότε συγκεκριμένα, τύψη καμιά ποτέ δεν θα αγγίξει τις ψυχές μας. Καμιά, αλλά, πώς γίνεται να παράγει τύψεις η αγνότητα; - Γίνεται; - Παράγει νοσταλγία - ναι. - Μα τύψεις; - Όχι, όχι... - Μόνο μία γλυκιά αιχμαλωσία που μας επαναλαμβάνει διαρκώς ως παπαγάλος: “Αυτός είσαι... Αυτή είσαι...”  - περάσαμε και μεις, περάσαμε, πουλήσαμε και ταυτοχρόνως πουληθήκαμε, φιλήσαμε βρεγμένη γη, με γάτες παίξαμε, σ' αυτές εξομολογηθήκαμε - κι εκείνες μας ακούγαν: Ιέρειες, γάτες-ιέρειες, γάτες-ιέρειες τής κατανόησης. Τής  κατανόησης του πώς θεριεύει η αγάπη σε αγρούς που είναι λεύτεροι, χωρίς ζιζάνια, χωρίς αυτοσκοπούς, χωρίς “μεγάλες εποχές” μα, τίγκα στις μεγάλες παρενθέσεις. Στις μεγάλες παρενθέσεις που επεξηγούν, που λειτουργούν σαν τις πολύχρωμες ομπρέλες: Αξεσουάρ που προσθέτουν ομορφιά την ώρα που μας προστατεύουν.

》 Όμως εγώ υπάρχω;  - Υπάρχω και δεν περιμένω τίποτα. Και δεν σε περιμένω. Απλώς υπάρχω. Υπάρχω εγώ. - Εγώ;  - Ναι εγώ. Εγώ που δεν τις μάδησα ποτέ τις μαργαρίτες. Μόνο συχνά τις φωτογράφιζα, προσπαθώντας με τα ταπεινά  μου “κλικ” να τις προσφέρω την αθανασία. Εγώ αγάπη μου έχω την ικανότητα τού να μοιρολογώ διαφορετικά, προσφέροντας αθανασία. Αθανασία  διαφορετική, στο απόγειό της, εκεί, πάντα εκεί. Κι όχι σαν κάδρο σκονισμένο, κρεμασμένο σ' ένα τοίχο υπογείου, κι όχι σαν μια βιογραφία σε σελίδα μιας εγκυκλοπαίδειας - ούτε καν σαν μαρμαρένια πινακίδα δρόμου. Πάντα εκεί, ως μπλε ονειρικό συναίσθημα, ως νέα γέννηση (ή αναγέννηση) , ως στύλος τής ΔΕΗ  που βλέπει κάθε τόσο διαφορετικά παιδιά να παίζουν στην αυλή απ' το σχολείο που πηγαίναμε κι εμείς. Να παίζουν, να μαλώνουν, να σβήνονται απ' τις οθόνες των στιγμών - όμως παρ' όλ' αυτά να συνεχίζουν να υπάρχουν, να έχουν γίνει στίχοι ποιητών: Λόγια πυκνά, αληθινά  και τρυφερά π' ακούγονται ευχάριστα κάθε που πάει να νυχτώσει.

》Κάθε που πάει να νυχτώσει  - καταχείμωνο. Με ροζ το σκηνικό τού ουρανού στο βάθος, στο κενό, στο χρόνο. Στο χρόνο μόνοι μας εσύ κι εγώ. Απέναντι τής αγοράς οι φωνακλάδες τραγουδούν, απέναντι έν' αυστηρότατο φεγγάρι ανατέλλει. Στο πλάι του λευκό το συννεφάκι απειλεί, ελίσσεται, θέτει την υποψηφιότητά του για να γίνει βαπτιστής, να μας βαπτίσει. Να μας βαπτίσει πάλι εραστές και να μας δώσει ονόματα πουλιών, όπως: Αετός, Κύκνος, Γλάρος, Πέρδικα, Περιστέρα, Καρδερίνα. Γιατί αγάπη μου η φύση βλέπει μακριά, πιο μακριά και απ' τον ίδιο το Θεό, αυτόν τον αδύναμο Θεό, που μας συμπαραστέκεται που μας παρακινεί με “μαύρο” να ξορκίζουμε κάθε πληγή, ν' ανάβουμε μ' ευλάβεια κεριά και να μη θέλουμε ωραίες ιστορίες να τελειώνουν.

》Όντως, με ροζ το σκηνικό τού ουρανού, ωσάν και τότε. Τότε που περπατούσαμε αμέριμνοι και μελαγχολικοί, μοναδικοί πάνω σ' αυτόν εδώ τον κόσμο. Μοναδικοί αργότερα και μες στα λάθη μας (εγώ αυτά που μου αναλογούν τα 'χω παραδεχθεί), αστέρια πρώτα σε αυτό το ροζ-ρομαντισμού, Αποσπερίτες δυο (ναι δυο), γιατί το μέλλον επεκτείνεται με ζευγαρώματα - η μοναξιά η δημιουργική είναι κάτι το θεϊκό  όμως, κι αυτή την ξεπερνά η φαντασία. Αποσπερίτες δυο, στάχυα που δεν θερίστηκαν κι αντέχουν, ελιές από τις αιωνόβιες που κι από μακριά κάνουν ότι καταλαβαίνουν, που κι όταν δεν χαμογελούν και πάλι κατά βάθος αγαπούν τον κόσμο - τις στιγμές του• τον κόσμο - τις βροχές του. Τις χθεσινές και τις επόμενες, την επί γης ειρήνη που απόλυτα ποτέ δεν θα υπάρξει》

Μόλις το τέλειωσα το κείμενο αυτό - κι είναι χειμώνας σαν και τότε, με αναμμένη την παλιά μου σόμπα, ίσως και με τη γατούλα τη Ντιντή να βρίσκεται κάπου εδώ κοντά. Να βρίσκεται κάπου εδώ κοντά, τώρα. Τώρα που αποφάσισα να θυμηθώ την πρώτη μου αγάπη. Που για εμένα είναι κάτι ιερό, έστω κι ως μνήμη. Τώρα που αναθεωρώ τα όσα βλέπω διαρκώς. Τώρα που δεν ετεροκαθορίζομαι μα, περιέχω πράγματα εντός μου. Πράγματα, γεγονότα και πληγές (που λένε: εμπειρίες). Πληγές προσωπικές. Πληγές γεμάτες γνήσιο Εγώ. Μόνο πληγές• αυτές κυριαρχούν και εξουδετερώνουν ότι προφανές, ότι το εύγευστο, ότι το εύκολο, το πλουμιστό, το έντονο, το ξένο. Γιατί ετούτες οι πληγές προσδίδουν γνησιότητα. Είναι “για μένα”, δεν είναι αποταμιεύσεις που θα χρησιμοποιηθούν αργότερα, που θα χρησιμοποιηθούν για αγορές, για αγορές τίτλων με μέλλον τους να αντικαταστήσουν το καθαρό Εγώ, το Είμαι, το Δημιουργώ, το Έχω από τη φύση μου, το Αγαπώ• ναι και το Αγαπώ, όπως και το κατανοώ και το δεν είμαι βλάκας. Και παρεκεί εξέλιξη, εξέλιξη με θετικό το πρόσημο, εξέλιξη που απελευθερώνει δημιουργικές δυνάμεις, τις ακτινοβολεί. Και είναι τότε που κάθε μέρα καταρρίπτονται σημαντικά ρεκόρ. Τα δικά μου και αυτά τού καθενός• γίνομαι και γινόμαστε ανώτεροι• αχ πόσο λίγοι το καταλαβαίνουν• και τι μεγάλο πλήθος είναι αυτοί που πρώτα ετεροκαθορίζονται και ύστερα γαντζώνονται για να σωθούν  από λουριά ξένων Αρχών και δημιουργημάτων, γίνονται πιόνια, γίνονται αστυνόμοι ξένων συνειδήσεων, γίνονται φύλακες σε ξένα θησαυροφυλάκια, γίνονται γλείφτες ή λακέδες - με μόνη αμοιβή κάποιες δεκάρες ή έστω λίγη δόξα άνοστη. Κι έρχονται και καιροί, και φανερώνεται ότι αυτά τα θησαυροφυλάκια που φύλαγαν ήτανε άδεια, και είναι τότε που αδειάζουν και αυτοί. Δεν αδειάζουν, ήτανε εξ αρχής κενοί, ανθρώπους κούφιους τους ονόμασε ο ποιητής T. S. Eliot• και ύστερα  ο κόσμος γίνεται κόσμος των θρησκειών, μεσσίες πάνε κι έρχονται, πιστοί κάνουν βουτιές στις μηχανές που φτιάχνουν τον κιμά, άνθρωποι γίνονται σκέτες  πρώτες ύλες.

*Συγγραφέας - Ποιητής





Πρόσθεσέτο στο Facebook Πρόσθεσέτο στο Twitter

Ο έρωτας στην ποίηση του Γιάννη Ρίτσου

14 Νοεμβρίου 2023, 19:59
Γράφει η Γιόλα Αργυροπούλου-Παπαδοπούλου* Το άρθρο αυτό το αφιερώνω με πολλή συγκίνηση στη ΜΝΗΜΗ του ...

Τάσος Λειβαδίτης: ο ποιητής που νήστεψε την αμαρτία

31 Οκτωβρίου 2023, 21:46
Γράφει ο Ελισσαίος Βγενόπουλος Σαν σήμερα 30 Οκτωβρίου πέθανε ο ποιητής που νήστεψε την αμαρτία   Ο ήλιος ...

Η γυναίκα ως πηγή έμπνευσης των Ελλήνων ποιητών - της Γιόλας Αργυροπούλου-Παπαδοπούλου

08 Μαρτίου 2023, 13:19
(από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα)     «Με την πρώτη σταγόνα της βροχής σκοτώθηκε το καλοκαίρι Μουσκέψανε τα ...


Σχολιάστε το άρθρο:



συνολικά: | προβολή:

Newsletter
Email:
Λέξεις κλειδιά
Αξιολογήστε αυτο το άρθρο
0