Με συγκρατημένη οργή - Ετσι μίλησε ο Αγγελος Δεληβορριάς στην Κρήτη
Κυρίες και κύριοι, αγαπητοί φίλοι,
Θα μου επιτρέψετε να αρχίσω τα λίγα που έχω να πω ευχαριστώντας, μαζί με τον Ρούσσο Κυπριωτάκη και τον Γιώργο Γραμματικάκη, το Διοικητικό Συμβούλιο του Μουσείου Καζαντζάκη και τη Βαρβάρα Τσάκα, όλους όσοι μόχθησαν για να πραγματωθεί η σημερινή εκδήλωση. Χάρη στη δική τους ευγενική πρόσκληση συνειδητοποιώ άλλωστε για μια ακόμα φορά κάτι που μου συμβαίνει όποτε βρεθώ στην Κρήτη: ότι μου προσφέρεται γενναιόδωρα ως εξαιρετικό προνόμιο η ξεχωριστή απόλαυση μιας απέραντης χαράς. Αυτό γίνεται όχι μόνο γιατί ξανασυναντώ παλιούς και αγαπημένους φίλους ή γιατί ξαναγεύομαι τα θεσπέσια εδέσματα μιας ανυπέρβλητης μαγειρικής, ούτε μόνο γιατί ξαναπιάνω καυτές συζητήσεις αρχινισμένες από καιρό και ξανακουρδίζω τα απορυθμισμένα ρολόγια των ψυχικών μου διαθέσεων. Αλλά γιατί ξαναβρίσκω ζωντανές κάποιες αξίες δυσδιάκριτες πλέον μέσα στη θολή ατμόσφαιρα της αθηναϊκής καθημερινότητας.
Μια τέτοια αξία μάς βρίσκει σήμερα συνεορτάζοντες στη Μυρτιά, το ιστορικό χωριό Βαρβάροι. Θα σας παρακαλέσω, ωστόσο, να μη με παρεξηγήσετε αν υποστηρίξω ότι δεν αναφέρομαι στον ούτως ή άλλως διεθνώς καταξιωμένο συγγραφέα τού Αλέξη Ζορμπά και του Καπετάν Μιχάλη. Αλλά στο πώς τιμά η Κρήτη τη μνήμη κάποιων απ' αυτούς στους οποίους χρωστάμε ένα μεγάλο μέρος της αυτοσυνειδησίας μας. Η φιλόφρονη αυτή επισήμανση είναι όσο εγκάρδια και ειλικρινής. Ακριβώς επειδή ο τόπος μας, ένας τόπος πασίγνωστος για τα ανεξόφλητα χρέη του προς όσους του έχουν προσδώσει κάποιο ουσιαστικό κύρος, δεν έχει να επιδείξει πολλούς πολιτιστικούς οργανισμούς σαν το αναμορφωμένο, αναπλασμένο και εκσυγχρονισμένο Μουσείο του Νίκου Καζαντζάκη.
Κάπως έτσι μπορεί να εξηγηθεί ο τρομακτικά περιορισμένος αριθμός των δημόσιων, ιδιωτικών, δημοτικών ή κοινοτικών Ιδρυμάτων που προστατεύουν, μελετούν, προβάλλουν και αναδεικνύουν την προσφορά διακεκριμένων μορφών του πνεύματος και της τέχνης. Αντίθετα δηλαδή απ' ό,τι συμβαίνει στη Γαλλία λ.χ. και την Ιταλία, τη Γερμανία ή τη Ρωσία, στην Ελλάδα -λόγω αδιαφορίας, αν όχι απροκάλυπτα εχθρικής στάσεως- μετρά κανείς τα σχετικά παραδείγματα με τα δάχτυλα της μίας χειρός. Και, σαν τον ιερομόναχο του εθνικού ποιητή, κάνει τον σταυρό του, για να μη στρέψει την παλάμη του ανοιχτή προς την κρατούσα κατάσταση, προς το σύστημα των αξιών και τις κλίμακες των προτεραιοτήτων της.
Παραλλάσσοντας ό,τι έλεγα με ανάλογες αφορμές πριν από περίπου μία δεκαετία, θα επαναλάβω ότι από την ασφυκτική καθήλωση του πολιτιστικού γίγνεσθαι στην περιορισμένη έκταση του αθηναϊκού κέντρου, από την υποβάθμιση μ' άλλα λόγια όλων των άλλων περιοχών του ελληνικού κράτους, μόνον η Κρήτη φαίνεται πως κατόρθωσε να απαλλαγεί. Οχι βέβαια επειδή την ευλόγησε ο καλός θεός του πολιτισμού, ούτε επειδή η συγκεντρωτική δομή της νεοελληνικής πραγματικότητας θα ευνοούσε ένα τόσο φιλόδοξο αποκεντρωτικό εγχείρημα. Αλλά γιατί οι ίδιοι οι Κρήτες αποφάσισαν να αντιμετωπίσουν δυναμικά και υπεύθυνα τη μοίρα του ζωτικού τους χώρου. Στην περίπτωση μάλιστα του Νίκου Καζαντζάκη, τέτοιοι λόγοι πιστεύω πως συνέτειναν ώστε να συνεχιστεί και να ευοδωθεί ο αγώνας που είχε ξεκινήσει πριν από χρόνια ένας σπάνιος άνθρωπος, ο Γιώργος Ανεμογιάννης. Παρά τις αντιξοότητες των περιστάσεων και το γενικότερα αντιπνευματικό κλίμα της εποχής μας.
Χωρίς να έχω εξαντλήσει τις προσφερόμενες πηγές πληροφοριών, στις οποίες πάντως δεν συγκαταλέγεται η ιστοσελίδα του υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού, αισθάνομαι υποχρεωμένος να παρατηρήσω ότι, αντίθετα από τον Καζαντζάκη, εξακολουθούν να παραμένουν άστεγοι ο Παλαμάς και ο Βάρναλης, ο Σεφέρης και ο Ελύτης, ο Σκαλκώτας, ο Χατζιδάκις και άλλοι πολλοί. Η ανυπαρξία κάποιας, έστω και υποτυπώδους, έγνοιας για όσα περιουσιακά στοιχεία μάς κληροδότησαν οι άνθρωποι των γραμμάτων και της τέχνης, εκφράζει το επίπεδο των πνευματικών ενδιαφερόντων τής καθεστηκυίας νεοελληνικής τάξεως. Ταυτόχρονα όμως ερμηνεύει και τους λόγους για τους οποίους ο Θεοδωράκης επέλεξε ως κατοικία του το Μέγαρο της Μουσικής, ο Βρεττάκος τη Βιβλιοθήκη της Σπάρτης και ο Ρίτσος το Μουσείο Μπενάκη. Οπωσδήποτε, σε σχέση με την περιφέρεια, η Αθήνα κατέχει τα πρωτεία ενός αριθμού από ιδρύματα αφιερωμένα κυρίως σε καλλιτέχνες. Αρκεί να αναφέρω το άστεγο για την ώρα Ιδρυμα του Γιάννη και της Ζωής Σπυροπούλου ή τα στεγασμένα του Γιώργου Γουναρόπουλου στου Ζωγράφου, του Αλέκου Κοντόπουλου στην Αγία Παρασκευή, του Γιάννη Τσαρούχη στο Μαρούσι, του Γιάννη Παππά στου Ζωγράφου και της Αλεξ Μυλωνά στον Κεραμεικό. Θα σημειώσω ακόμα ότι η πεζογραφία μας δεν κρίθηκε αρκετά σημαντική για μια, έστω και χαμηλής τάσεως, εκπροσώπηση, ενώ την υπεράσπιση της ποίησης ανέλαβε το κηφισιώτικο Μουσείο του Δροσίνη, έως ότου το σώμα των πνευματικών μας οργανισμών εμπλουτιστεί με το εξαγγελθέν Μουσείο του Καβάφη στην Πλάκα.
Δεν θα επεκταθώ σε περιπτώσεις όπως του νομικά υφιστάμενου αλλά άνευ στέγης Μουσείου Τσιτσάνη στα Τρίκαλα. Ούτε για άλλα Μουσεία θα μιλήσω, όπως του Αγγελου και της Εύας Σικελιανού στους Δελφούς, του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη στη Σκιάθο ή του Σολωμού και των Επιφανών Ζακυνθίων, όπου συγκατοικούν παθητικά ο Κάλβος, ο Ξενόπουλος και ο Καρρέρ. Υποπτεύομαι εξάλλου πως δεν συνιστούν οργανισμούς που εκπληρώνουν δυναμικά την κοινωνική τους αποστολή, αλλά για χώρους περισυλλογής και φύλαξης απονεκρωμένων κειμηλίων. Το ίδιο, δυστυχώς, ισχύει για το Μουσείο του Θεόφιλου και την παρακαταθήκη του Teriade στη Λέσβο, ή της Κατράκη στο Μεσολόγγι. Πολύ φοβάμαι μάλιστα ότι το ίδιο θα συμβεί και με το Μουσείο του Καπράλου που οραματίζεται η Αίγινα.
Οσα παραδείγματα μνημόνευσα έως τώρα, είτε θετικά είτε αρνητικά, οφείλονται αποκλειστικά και μόνο σε προσπάθειες ατομικές. Σε κάποιους κυριολεκτικά δηλαδή τρελούς, οι οποίοι αγνοούν τους όρους των περιστάσεων, διαθέτουν όμως έναν αυξημένο βαθμό συναίσθησης και πλεονάζοντες τους δείκτες της ευθύνης. Σε τέτοιες κινητήριες δυνάμεις οφείλεται το γεγονός ότι ο Καζαντζάκης στάθηκε πολύ πιο τυχερός από άλλους ομοτέχνους του. Η Κρήτη, ωστόσο, διαθέτει περισσότερους απ' αυτούς που, όπως έχω ξαναπεί, μας επιτρέπουν να μην ντρεπόμαστε ως Νεοέλληνες. Οι οποίοι απαιτούν την εκδήλωση μιας ομόλογης φροντίδας.
Αγγελος Δεληβορριάς
Μυρτιά, Ηράκλειο Κρήτης, 3 Ιουλίου 2010
Αποστολή: Δημήτρης Κεφαλίδης (Γερμανία)
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα