Φτιάχνοντας καπέλα από χαρτί: Ο Σαμ Νεχαμά αφηγείται την ιστορία του και νικά το θάνατο άλλη μια φορά - Πόλυ Χατζημανωλάκη
Η ζωή είναι ωραία, la vita e bella ήταν το όνομα της ταινίας με την ιστορία του Γκιοσουέ του μικρού εγκλείστου που ο πατέρας του ο Γκουίντο (τον υποδύονταν ο Ρομπέρτο Μπείνι) τον είχε πείσει ότι η ζωή στο στρατόπεδο συγκέντρωσης είναι παιχνίδι με τους κακούς δεσμοφύλακες να συμμετέχουν εξ ίσου και τους καλούς να κρύβονται για να αποφύγουν το μπάνιο.
Ήταν ο μόνος τρόπος, με το γλυκόπικρο χιούμορ και την εξωφρενική ιστορία του Εβραίου κρατούμενου στο στρατόπεδο συγκέντρωσης να προσπαθεί να κρύψει το μικρό του γιο, που σύμφωνα με τους σκληρούς κανόνες του στρατοπέδων συγκέντρωσης θα ήταν από τους πρώτους που θα έπαιρνε το δρόμο για το θάλαμο αερίων, να αντέξει κανείς να δει μια ιστορία με φόντο αυτή τη φρίκη που δημιούργησε ο άνθρωπος.
Υπήρχαν όντως παιδιά κρατούμενοι στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Ένα από αυτά ήταν και ο μικρός Σαμ Νεχαμά, ο δεκατριάχρονος, ο οποίος επέζησε από ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης, επέστρεψε και αφηγήθηκε σε άλλα παιδιά την ιστορία του.
Ήμουν εκεί να την ακούσω και να την καταγράψω.
Αυτά που είπε ο Σαμ στην αφήγησή του, ήταν ζωντανά, απλά, τα γεγονότα όπως τα είχε ζήσει χωρίς την ελαφράδα του χιούμορ για να τα απαλύνει, χωρίς να κρύψει από τα παιδιά την αλήθεια, χωρίς να αποφύγει να τα συμβουλεύσει τι θα έπρεπε να κάνουν για να επιζήσουν, αν ποτέ βρίσκονταν σε μια ανάλογη κατάσταση.
Με κοιτούσε που σημείωνα, και κάποτε καθυστερούσε την αφήγηση για να προλάβω να γράψω. Μου έδειξε μετά φωτογραφίες του γάμου του, χαρτιά του στρατοπέδου και φωτογράφιζα για να περιλάβω ότι μπορούσα στην ανάρτηση. Νικούσε το θάνατο άλλη μια φορά.
Το κείμενο αυτό, η ιστορία του Σαμ, με τον τρόπο που μπόρεσα κι εγώ να αντέξω να το γράψω, είναι εδώ:
Πόλυ Χατζημανωλάκη
Ο δεκατριάχρονος Σαμ μπήκε διστακτικά στη βιβλιοθήκη, προσέχοντας να μην τον καταλάβουν αυτοί που ήταν συγκεντρωμένοι εκεί. Κρύφτηκε πίσω από μια κολόνα περιμένοντάς τους να καθίσουν γύρω – γύρω στα τραπέζια για να ακούσουν τον καλεσμένο τους και μετά το βλέμμα του στράφηκε στο βάθος της αίθουσας. Είχε δει ένα μικρό παιδί.
Συγκρατήθηκε για να μην του φωνάξει:
«Αλτ! Τις ει;»
Και μετά.
«Από δω Νόρμαν! Κάλυψέ με. Πίσω από την κολόνα. Πάμε να κρυφτούμε στον Πύργο».
Παρά τα δεκατρία του χρόνια, εξακολουθούσε να παίζει κλέφτες και αστυνόμους με τον μικρό αδελφό του, το αγαπημένο τους παιχνίδι από τότε που κρύβονταν σε εκείνο το σπίτι στο Χαλάνδρι, όταν συνθηκολόγησε η Ιταλία το Σεπτέμβρη του 1943 και τα πράγματα είχαν δυσκολέψει.
Τότε ήταν που ο πατέρας είχε έρθει σπίτι με τις ψεύτικες ταυτότητες και του είπε ότι από δω και πέρα θα τον λένε Αριστοτέλη Καραβοκύρη.
«Αριστοτέλης», για να μην μπερδεύεσαι αν σε ρωτήσει κανείς πότε γιορτάζεις.
Αυτό κι αν είναι παιχνίδι: Καραβοκύρης, αυτός που οδηγεί το πλοίο του και ταξιδεύει ανοιχτά στη θάλασσα, να είναι κλεισμένος σε ένα σπίτι στο Χαλάνδρι και μετά για οχτώ μήνες σε ένα λασπόσπιτο χωρίς τουαλέτα στο Ρουφ.
Ο Σαμ ταξίδευε από πάντα με το κεφάλι του χωμένο σε μια τρύπα του καναπέ του σπιτιού του, με τη μύτη στο κρύο ελατήριο και άκουγε τις συζητήσεις των μεγάλων για τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης που κρύβονταν στην Αθήνα. Και εκείνοι λοιπόν, οι Εβραίοι της Αθήνας έπρεπε να κρυφτούν.
Ή να δηλωθούν στις Γερμανικές Αρχές;
Ούτε συζήτηση, να κρυφτούν.
Και η Άρτεμις; Το κορίτσι που είχαν δει μαζί την παράσταση του Καραγκιόζη; Τον είχε προβληματίσει αυτό το όνομα. Αρχαιοελληνικό σαν το δικό του. Πώς να την έλεγαν άραγε; Χάννα; Εσθήρ; Ραχήλ;
Και αυτός ο άνθρωπος κάτω που μιλάει, επιμένει να λέει ότι το γεγονός ότι ήταν κρατούμενος δεν τον κάνει καλύτερο άνθρωπο…Κρατούμενος; Μα πότε πρόλαβαν οι Αστυνόμοι; Και αυτόν;
Αυτό δεν ήταν παιχνίδι, όταν στις τέσσερις τα ξημερώματα ο προβολέας φώτισε τα πρόσωπά τους στην αυλή του σπιτιού στο Ρουφ και τους ξύπνησε. Έκανε ζέστη και είχαν ξαπλώσει για να κοιμηθούν έξω όταν συνέβη. Δεν ήταν παιχνίδι το κτίριο της οδού Μέρλιν που τους πήγαν. Και δεν ήταν παιχνίδι πριν από όλα το ότι του είπαν να κατεβάσει το παντελόνι του.
Για ποιο λόγο; Και μετά η σφαλιάρα. Ήταν διαφορετικός και αυτοί τώρα το κατάλαβαν. Το σημάδι της τελετής ενηλικίωσης, το ίχνος που είχε αφήσει στο σώμα του η περιτομή, ανεξίτηλος αρραβώνας με την φυλή του. Δεν θα μπορούσε ποτέ να την προδώσει αλλά και δεν σκόπευε ο Σαμ. Ήταν πια άνδρας. ΄Ετσι ένιωθε και σαν άντρας μίλησε στον αξιωματικό των SS που τους ανάκρινε μαζί με τη μητέρα του.
Που είναι ο πατέρας σου;
Δεν ξέρω.
Με ποιον σας στέλνει χρήματα;
Με άλλον κάθε φορά.
Πού κρύβεται ο αδελφός σου;
Δεν ξέρω.
Και μετά το μαστίγιο που κρατούσε ο αξιωματικός των SS να τυλίγεται στα πόδια του, και μικρός Νόρμαν να ρωτά:
Πόνεσες Σαμ;
Τι είχε απαντήσει;
Όχι;
Ναι;
Πονούν οι άντρες;
Ο μικρός Σαμ είχε γίνει άντρας όταν είπε στη μάνα του:
Μάνα μη μιλάς, εγώ θα απαντήσω.
Εγώ ήμουν ο άντρας του σπιτιού τότε, σκέφτηκε.
Είναι εντάξει τα ρούχα μου;
Ποιος είπε πως δεν φοριούνται πια φθαρμένα αμπέχωνα…
Και η ζώνη του;
Η ζώνη του ήταν μια παλιά δερμάτινη ζώνη. Του την είχε δώσει ένας κρατούμενος στο Άουσβιτς για ένα κομμάτι ψωμί. Είχε ανταλλάξει δηλαδή τη μερίδα του το φαγητό για μια ζώνη. Δεν μπορούσε να φορά παντελόνι πιασμένο με σπάγκο…
«Αυτό με κάνει να μην ξεχνώ την ανθρωπιά μου», επέμενε στον προστάτη του που του είπε:
Θα σου κόψω τα πόδια, αν ξανανταλλάξεις το φαγητό σου για ο, τι δήποτε!
Το είχε ξανακάνει. Είχε αλλάξει το ψωμί του για ένα κουτάλι!
Αυτός ο άντρας με την ζωντανή φωνή και το κουρασμένο σώμα, μιλούσε όπως ο προστάτης του.
«Για να σωθείς, πρέπει να σταματήσεις να ελπίζεις.
Πρέπει να ξεχάσεις το ψωμί, τα δέντρα, τα λουλούδια, τα χρώματα, τα σκυλιά και το γαύγισμά τους, τις γυναίκες…
Πρέπει να κλειστείς σε ένα κουκούλι που λέγεται στρατόπεδο συγκέντρωσης και να μην ελπίζεις. Μόνο να μάχεσαι… Να αγωνίζεσαι…
Ποιος είπε ότι η ελπίδα πεθαίνει τελευταία;
Η ελπίδα πρέπει να πεθάνει πρώτη!»
Αν θες να ζήσεις.
Γιατί να ζήσω;
Ο Σαμ δεν αναρωτιέται γιατί να ζήσει. Να ζήσει γιατί πρέπει να ζήσει, Να ζήσει για το μικρό Νόρμαν και τη μητέρα του που οδηγήθηκαν μόλις έφτασαν εκεί στους θαλάμους αερίων.
Δεν μπορεί να ξεχάσει με τίποτε αυτούς τους κρατούμενους με το αινιγματικό βλέμμα, τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης που τους υποδέχονταν μόλις έφτασαν στο Άουσβιτς.
Λένε πως στο τέλος του τούνελ, όταν φτάνεις στο φως, στον τόπο του θανάτου σε υποδέχονταν οι δικοί σου. Και εκεί η κοιλάδα του θανάτου δεν ήταν;
Και οι δικοί του χωρίς πολλά λόγια, κοίταζαν γρήγορα γρήγορα να χωρίσουν τις νέες μανάδες από τα παιδιά τους.
Υπάρχει καμιά θεία για να πάρει το παιδί;
Υπάρχει καμιά γιαγιά;
Οι μανάδες μουδιασμένες δεν καταλάβαιναν.
Αυτοί οι άνθρωποι δεν εξηγούσαν.
Κι όμως υπήρχε σύστημα, οργάνωση στο στρατόπεδο. Οι ευπαθείς ομάδες έπρεπε να θανατωθούν πρώτες. Γι αυτό προσπαθούσαν όπως όπως να σώσουν όποιες νέες γυναίκες μπορούσαν, χωρίζοντάς τες από τα παιδιά τους. Καταδίκαζαν με τον τρόπο αυτό στο θάνατο τις γεροντότερες στις οποίες ανέθεταν τη φύλαξή τους.
Ποιος να μιλήσει γι αυτό;
Πώς να μιλήσεις για τους νέους δήμιους – σωτήρες;
Για αυτούς τους νέους ρόλους που ο αμείλικτος μηχανισμός του στρατοπέδου είχε μοιράσει στα θύματά του;
Και πώς να μιλήσεις για αυτό έχοντας απομακρυνθεί τόσο ώστε να μην παίρνεις το ρόλο του θύματος…
Ο Primo Levi είχε πει ότι θέλω να επιζήσω, για να αφηγηθώ την ιστορία.
Μα αυτό ακριβώς κάνει ο άντρας με το κουρασμένο σώμα και τη νεανική φωνή.
Αφηγείται και κρατάει καθηλωμένους να ακούνε την ιστορία του τους δεκαεπτάχρονους έφηβους που έχουν μαζευτεί για να τον ακούσουν. Η αφήγηση… Ο τρόπος να νικήσεις το θάνατο… Όπως η Σεχραζάτ στα παραμύθια που νικά κάθε μέρα το θάνατο, όπως οι χασιντίμ Ραβίνοι με τις αφηγήσεις τους και τις παραβολές τους δίδασκαν στο λαό το νόημα της ζωής του και του έδιναν κουράγιο για να συνεχίσει…
Αν θα θυμάστε την ιστορία μου, τους λέει, τότε και εγώ θα είμαι ακόμα ζωντανός…
Ο Σαμ με το κουρασμένο σώμα, αφηγείται την ιστορία του…
Από την οδό Μέρλιν στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου και από εκεί με τα τραίνα του θανάτου στο Άουσβιτς.
Αφηγείται τα πάθη τα δικά του και των συγκρατούμενών του, χωρίς να τσακίζει η φωνή του. Μιλά για τις καινούργιες δομές που το σύστημα αυτό έστησε για να μπλέξει μέσα του τα θύματά του. Τους κρατούμενους – δεσμώτες, τους προστάτες, τους εκφυλισμένους που έχουν παραιτηθεί…
Το χειρότερο βασανιστήριο, η στέρηση της ανθρώπινης ιδιότητας…Του αυτοσεβασμού.. Η υστερία της καταλογογράφησης και τα τατουάζ… Οι αριθμοί στον καρπό του χεριού…
Οι παράλογοι κανόνες πειθαρχίας που σε μπερδεύουν και σε εξαντλούν. Το καθημερινό προσκλητήριο στο χιόνι… Και όμως ο Σαμ τους νικά γιατί «προσπαθώντας να τηρήσουμε αυτούς τους κανόνες, νικούσαμε το φόβο»…
«Ποιο είναι το νόημα της ζωής μου, εμένα που μου από τόσο μικρό μου αφαίρεσαν τη δυνατότητα να θέτω ερωτήματα για την ύπαρξή μου»;
«Έχω δει το θάνατο σε τέτοια ποσότητα και με τέτοιες μορφές που δεν το χωράει ο νους σας…»
«Και όμως τρία καλά πράγματα κρατώ…
Την οικογένεια, τη φιλία και τον έρωτα…»
Που είναι η κυρά του; Που είναι καλή του;
Με άφησε… Ένα πήδημα έκανε η ελαφίνα μου και έφυγε…
Ο έρωτας…
Ο μικρός Σαμ κατεβαίνει σιγά σιγά από τον πάγκο της βιβλιοθήκης. Νιώθει ότι κρατά τη μικρή Χάνα – Άρτεμη από το χέρι. Τι ωραία που είναι η αγάπη μου…
Τα παιδιά τριγυρίζουν τον άλλο Σαμ που κοιτά το οικογενειακό του δέντρο…
Στα αυτιά του ακούγονται οι χαρούμενες φωνές από τραγούδι της Γιορτής. Hava Nagila. Ώρα για χορό λέει, και θα χορέψω κι εγώ μαζί σας…
- Η Άρτεμις – Χάννα και η παράσταση του Καραγκιόζη στο Ρουφ αναφέρονται στο βιβλίο της Λιλής Ζωγράφου «Οι Εβραίοι κάποτε (Μίκαελ)» εκδόσεις Βιβλιοπωλείο της Εστίας. Το κείμενο του βιβλίου μπορεί να διαβάσει κανείς online, στη διεύθυνση: http://www.scribd.com/doc/14582253/-
- Νέοι στη δίνη της κατοχικής Ελλάδας, Ο διωγμός και το Ολοκαύτωμα των Εβραίων, 1943- 1944. Έκδοση του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου Ελλάδας με την υποστήριξη της Γενικής Γραμματείας Νέας Γενιάς
ΥΓ
Το κείμενο αυτό, γράφτηκε με αφορμή την ομιλία του κ. Σαμ Νεχανά στους μαθητές του Interational Baccalaureate των Εκπαιδευτηρίων Γείτονα. Θεωρώ τιμή μου που γνώρισα τον αιώνιο έφηβο κ. Σαμ Νεχαμά και που είχα την ευκαιρία να ακούσω την αφήγησή του μαζί με τους μαθητές και τους συναδέλφους του ΙΒ.
Ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου την αγαπημένη συνάδελφο, την Elisabeth Wahler - Αθανασιάδη, την Εκπαιδευτικό με όλη τη σημασία της λέξης, χάρη στην οποία, τόσα χρόνια, όλα αυτά γίνονται δυνατά.
Το κείμενο αυτό φυσικά, είναι αφιερωμένο στον Αριστοτέλη Καραβοκύρη των παιδικών του χρόνων
Πόλυ Χατζημανωλάκη
Οι φωτογραφίες που δεν είναι από την εκδήλωση είναι από το διαδίκτυο:
http://www.haidari.gr/Portals/1/files/Images/Synchronous%20Period/225.gif 3
http://img508.imageshack.us/img508/107/mikrosseferisp.jpg
http://panosz.files.wordpress.com/2009/10/34-35f2-3-thumb-large.jpghttp://2.bp.blogspot.com/_LoPTdkHrjjk/SqukN_C9xUI/AAAAAAAAE_U/l04hMxHP_iY/s400/nazi-propaganda-poster-ss-recruitment.jpg http://www.zougla.gr/uploads/archive/dimitra/567j856785678567.jpg
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα