Άχρηστος ή εγκληματίας; - του Δημήτρη Καμπουράκη
Μόλις πριν δυο δεκαετίες, για να βάλεις τηλέφωνο στο σπίτι σου (κινητά δεν υπήρχαν) έπρεπε να κάνεις αίτηση στον ΟΤΕ και να περιμένεις έξι με δώδεκα μήνες ανάλογα με την περιοχή που ζούσες. Ήταν η εποχή που πριν σηκώσεις το ακουστικό έπρεπε ο ψιλικατζής να πατήσει το κουμπάκι του μετρητή, λέγοντας σου «να είστε σύντομος παρακαλώ» διότι περίμεναν άλλοι δυο τρεις στην ουρά. Τότε ανθούσε η αγοραπωλησία αριθμών μέσω μικρών αγγελιών καθώς ήταν γρηγορότερη η μεταφορά σύνδεσης (του ακριβο-αγορασμένου αριθμού) από την τοποθέτηση νέας. Τότε ήταν στην ημερήσια διάταξη τα δωράκια σε τοπικούς διευθυντές του ΟΤΕ για να βάλουν την αίτηση σου πιο μπροστά απ’ τις άλλες, τα παρακάλια στους γιατρούς να σού δώσουν χαρτί ότι έχεις στο σπίτι ετοιμοθάνατο άνθρωπο και χρειάζεσαι κατ’ εξαίρεση τοποθέτηση γραμμής, καθώς και το βουλευτικό ρουσφέτι για να πάρεις τηλέφωνο. Για ν’ ανοίξει μια μεγάλη εταιρεία και να πάρει είκοσι ή τριάντα συνδέσεις χρειαζόταν παρέμβαση υπουργού ή του πρωθυπουργικού γραφείου. Υπήρχαν μνημειώδεις φράσεις καθημερινής χρήσεως που σήμερα έχουν ξεχαστεί, όπως: «Δεν υπάρχουν γραμμές στην περιοχή, αλλά το καλοκαίρι περιμένουμε να μας φέρουν καμιά πενηνταριά» όταν ρωτούσες πότε θα σου έβαζαν τηλέφωνο ή «πάρε το μηδέν» όταν άρχιζαν τα παράσιτα την ώρα που μιλούσες ή «εσύ μπήκες στη γραμμή, κλείσε» όταν έβρεχε και μπερδευόντουσαν οι γραμμές. Εκείνες τις εποχές όλοι φωνάζαμε «Ζιμπάμπουε είμαστε» και το βασικό αίτημα της κοινωνίας ήταν να γίνουμε επιτέλους μια Δυτική χώρα στον τομέα των τηλεπικοινωνιών.
Όταν άρχισε το πρόγραμμα-μαμούθ ψηφιοποίησης του ΟΤΕ, κανένας δεν αναρωτήθηκε αν είχε γίνει με νόμιμες και έντιμες διαδικασίες, ούτε πόσο κόστιζε. Ούτε οι εφημερίδες, ούτε οι αντιπολιτεύσεις, ούτε οι απλοί πολίτες . Το κατεπείγον του εκσυγχρονισμού που θα βελτίωνε την ποιότητα των τηλεποικινωνιών και συνακόλουθα την ποιότητα ζωής μας, ήταν το μόνο που απασχολούσε την ελληνική κοινωνία. Τώρα που γέμισε ο κόσμος τηλέφωνα, θυμηθήκαμε ότι κάποιοι τ’ αρπάξανε χοντρά από κείνο το πρόγραμμα και τους αναζητούμε για να τους κλείσουμε φυλακή. Ορθώς πράττουμε και μακάρι να τους βρούμε, απλώς τα γράφω αυτά για να έχουμε επίγνωση ότι οι κοινωνικές ανάγκες κάθε περιόδου καθορίζουν τις προτεραιότητες της πολιτικής εξουσίας και ότι είναι εν’ πολλοίς ανώφελο να εγκαλούμε τους τότε ηγέτες διότι πριν είκοσι χρόνια δεν σκεφτόντουσαν όπως σκεφτόμαστε εμείς σήμερα.
Μη μου πείτε πάλι ότι προσπαθώ να δικαιολογήσω από την πίσω πόρτα τη ρεμούλα, διότι θα πλακωθούμε. Απλώς προσπαθώ να μην απομονώνω τις περιόδους σα να προήλθαν από ιστορική παρθενογένεση και να έχω μια αίσθηση συνέχειας μέσα της ελληνικής κοινωνίας, διαφορετικά δεν θα ξεφύγουμε ποτέ από τον φαύλο κύκλο που ορίζει ότι η σημερινή αδήριτη κοινωνική ανάγκη είναι υποχρεωτικά το σκάνδαλο του μέλλοντος. Κάποτε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής εφηύρε την αντιπαροχή για να δώσει δουλειές και να μην μεταναστεύσει όλος ο πληθυσμός. Τα παιδιά που γεννήθηκαν στην Ελλάδα κι όχι στη Γερμανία επειδή οι πατεράδες τους δούλεψαν στην οικοδομή, κατηγόρησαν τρεις δεκαετίες αργότερα τον Καραμανλή ότι κατέστρεψε τις πόλεις τους, άρα και την ποιότητα ζωής τους. Κάποτε το κοινωνικό αίτημα ήταν να φτιάξουμε δρόμους για να μην κάνουμε τρεις ώρες να περάσουμε την Κακιά Σκάλα, σήμερα που έγιναν οι δρόμοι το αίτημα είναι να μάθουμε αν η κατασκευή τους ήταν σκανδαλώδης και να μην πληρώνουμε γι’ αυτούς. Σήμερα η Μπιρμπίλη κινδυνεύει να καταγραφεί ως μια υστερική οικολόγος που με την πολιτική της γίνεται ανάχωμα κάθε αναπτυξιακής προσπάθειας, σε μια περίοδο που ο μισός πληθυσμός κινδυνεύει να πεινάσει. Αν η κοινωνία πιέσει σήμερα να κτιστεί το σύμπαν για να μην πεινάσουμε άλλο, οι μελλοντικές γενιές που θα έχουν ξεχάσει τα ζόρια που περνάμε εμείς σήμερα, θα εισπράξουν τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής και θα την κρίνουν με βάση τα τότε δεδομένα.
Θα πείτε, γιατί να μην να υπάρξει μια χρυσή τομή που τα ικανοποιεί όλα; Όχι μόνο σήμερα, αλλά διαχρονικά. Να γίνονται όλα και γρήγορα και νόμιμα και με φροντίδα για το παρόν και με πρόνοια για το μέλλον. Ωραίο ακούγεται, αλλά δυστυχώς στην πολιτική δεν υπάρχει χρυσή τομή. Πολιτική είναι η διαχείριση πολλαπλών αντικρουόμενων κοινωνικών και προσωπικών συμφερόντων και αιτημάτων. Πολιτική είναι η κατανομή συγκεκριμένων και περιορισμένων πόρων ανάμεσα στα συμφέροντα αυτά σήμερα, αλλά και ανάμεσα στις γενιές. Άντε βγάλε άκρη. Μπορεί να ακούγεται κυνικό, όμως το τελικό δίλλημα που έχουν όλες οι πολιτικές ηγεσίες είναι «άχρηστος και αποτυχημένος για τους σημερινούς ή εγκληματίας για τους μελλοντικούς;» Συνήθως επιλέγουν να ικανοποιήσουν τους σημερινούς από το να σκεφτούν τι θα πουν γι’ αυτούς οι επόμενες γενιές. Και καμιά φορά το κάνει ο διάολος και δεν προλαβαίνουν να πεθάνουν, οπότε οι μελλοντικές γενιές που έρχονται στα πράγματα, τους παίρνουν κυνήγι και τους δέρνουν στους δρόμους ή τους παραπέμπουν για να τους κλείσουν φυλακή...
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα