"Κουβαλώντας ευρώ στην Αθήνα"! - Μια άλλη άποψη από τη Γερμανία για την κρίση
“Η Ελλάδα χρειάζεται δάνεια με δίκαιους όρους, όχι αιματηρές οικονομίες. Και βέβαια μπορούν να τεθούν και προϋποθέσεις επάνω σε αυτά: Κυρίως θα πρέπει να αυξηθούν τα κρατικά έσοδα”.
Ποιος τα λέει, ή μάλλον τα γράφει όλα αυτά; Ένας Γερμανός καθηγητής, οποίος παρουσιάζει μία ενδιαφέρουσα ανάλυση για το πως θα μπορούσε η Ελλάδα να βγει από τη κρίση.
Του Marcus Dewanger
από το περιοδικό die tageszeitung 24 Μαίου 2011.
Απλά κανείς τους δεν έχει κάποιο πρόγραμμα. Ούτε το Βερολίνο, ούτε οι Βρυξέλλες, ούτε η Ουάσιγκτον. Και αυτό που είχε κάποτε, οδήγησε στην καταστροφή: Η Ελλάδα θα έπρεπε να κάνει δυσβάσταχτες οικονομίες ώστε ίσως να καταφέρει να καλμάρει τις οικονομικές αγορές. Ατυχία όμως που οι περισσότεροι αναλυτές όλο και κάποιο σεμινάριο οικονομικών είχαν παρακολουθήσει. Έτσι μπόρεσαν να υπολογίσουν, ότι με αυτό το συνδυασμό υψηλού χρέους και αδύναμης οικονομίας, μία πολιτική λιτότητας τύπου Brüning απλώς θα χειροτέρευε τα πράγματα.
Φυσικά δεν πρόκειται για κανένα εύκολο πρόβλημα . Θα πρέπει να επιτευχθούν τρεις στόχοι ταυτόχρονα.
Πρώτον δεν πρέπει να οδηγηθεί η κατάσταση σε ένα μεγάλο τραπεζικό κραχ ως επακόλουθο της κρίσης. Μία νέα γιγαντιαία κρίση στην Οικονομία έπειτα από την κατάρρευση της Lehman Brothers θα ήταν ίσως η σταγόνα που θα ξεχείλιζε το ποτήρι.
Δεύτερον , θα πρέπει να δοθεί στο υπερχρεωμένο κράτος η ευκαιρία να απαλλαγεί από ένα μέρος των δεσμεύσεών του, γιατί διαφορετικά δεν υπάρχει ελπίδα για μία λειτουργική οικονομική εξέλιξη.
Την ίδια στάση θα κρατούσε κανείς και απέναντι σε ιδιώτες και επιχειρηματίες και μάλιστα ανεξάρτητα από το λόγο που τους οδήγησε στο να υπερχρεωθούν.
Τρίτον , δεν μπορεί να δεχτεί κανείς, ότι οι φορολογούμενοι των χωρών που βοηθούν θα πρέπει να είναι αυτοί που θα πληρώσουν το μεγαλύτερο μέρος της προσαρμογής. Το γεγονός ότι οι οικονομικοί επενδυτές λαμβάνουν υψηλούς τόκους ενώ ταυτόχρονα απαιτούν να διασφαλίσουν τις επενδύσεις τους μέσω της ΕΕ και του ΔΝΤ είναι τόσο ανήθικο όσο και αντι-οικονομικό. Γιατί οι συνέπειες που προκύπτουν από τους τόκους καθρεφτίζουν στις αγορές τις συνέπειες που προκύπτουν από το ρίσκο και το ρίσκο δεν κάνει να το αντιμετωπίζει κανείς –όπως έδειξε και η Φουκουσίμα- ως ένα αφηρημένο στατιστικό μέγεθος, το οποίο στην πράξη μπορούμε ήσυχοι να αγνοήσουμε.
Εισπράξεις χωρίς ρίσκο
Όποιος δηλαδή έχει κερδίσει για περίπου δέκα χρόνια 3% περισσότερα κέρδη από τόκους παρά από άριστα αξιολογημένα αξιόγραφα δεν δικαιούται να διαμαρτύρεται αν η επένδυσή του χάσει το ένα τρίτο της αξίας της. Η απαίτηση όμως για μερική διαγραφή, ένα λεγόμενο haircut όσον αφορά το πρώτο σημείο, ότι θα μπορούσε δηλαδή, τηρουμένων όλων των προϋποθέσεων, να εμποδίσει την πλημμυρίδα των τραπεζικών κραχ, αναιρείται. Και πράγματι, η ΕΚΤ προειδοποιεί, ότι βλέπει αυτόν το κίνδυνο να έρχεται, δεδομένων των ελληνικών τραπεζικών ιδρυμάτων που είναι περισσότερο από ασταθή με υψηλά κρατικά δάνεια στο πορτοφόλιό τους.
Παρόλα αυτά υπάρχει μία λύση, η οποία να μπορεί να εκπληρώσει και τις τρεις προϋποθέσεις ταυτόχρονα. Στην περίπτωση αυτή θα έπρεπε καταρχήν η Ελλάδα να δηλώσει επισήμως ανικανότητα πληρωμών και να άρει τις πληρωμές τόκων και εξοφλήσεων. Αυτό λογικά θα έθετε σε λειτουργία έναν μηχανισμό, καθώς οι μεγάλοι οίκοι αξιολόγησης θα υποβάθμιζαν δραστικά το κράτος και τράπεζες και ασφάλειες θα διέγραφαν τα ελληνικά χρέη τους. Ταυτόχρονα όμως θα μπορούσε η ΕΕ ή τα κράτη της Ευρωζώνης, ή όποια Επιτροπή Ευθύνης συσταθεί, να κάνει μία πρόταση σε όσους κατέχουν τέτοια αξιόγραφα: Θα δήλωναν την πρόθεσή τους να ανταλλάξουν κάθε ελληνικό κρατικό δάνειο, που θα εγγυούνταν από κοινού –για την πλήρη αξία του και μέσα στην χρονική προθεσμία που υπολείπεται-, με δύο όμως προϋποθέσεις:
Προϋποθέσεις για τα δάνεια
Καταρχήν θα έπρεπε τα νέα δάνεια να εκδίδονται με το επιτόκιο που λαμβάνει η ευρωπαϊκή χώρα με την καλύτερη αξιολόγηση στην ΕΕ, ας πούμε η Γερμανία, για ανάλογο τύπου δανείου.
Αυτό ήδη θα μείωνε άμεσα και κατά πολύ τα έξοδα για την Ελλάδα. Δεύτερον, θα έπρεπε με την ανταλλαγή αυτή να αναλάβουν την υποχρέωση να προβούν σε δανεισμούς προς την Αθήνα μετά τη λήξη της προθεσμίας, και πάλι με τους ίδιους πολύ ευνοϊκούς όρους πάντα με τη μείωση ενός κάποιου εκπτωτικού παράγοντα.
Εάν αυτός ο παράγοντας καθαριστεί π.χ. στο 20% και λάβει μία –καθόλα ρεαλιστική- μέση χρονική προθεσμία των κρατικών δανείων της τάξης των 7 ετών περίπου, τότε η Αθήνα θα είχε το χρονικό περιθώριο έως το 2018 να μηδενίζει το ένα πέμπτο του κρατικού της χρέους, το 2025 ήδη θα μπορούσε να έχει μόνο το 64% εάν υπολογίσουμε το σημερινό όγκο του χρέους, το 2032 το 51% κλπ. Αυτό θα ήταν χρονικά ένα πολύ πιο άνετο πρόγραμμα για οικονομικές μεταρρυθμίσεις.
Μεταρρυθμίσεις πρέπει να γίνουν –όμως όχι με το να γίνουν και πάλι μαζικές περικοπές σε εισοδήματα και δημόσιες επενδύσεις. Και το νέο αγαπημένο σχέδιο της Μέρκελ για όλη την Ευρώπη, διαμέσω της Ελλάδας, για αύξηση των χρόνων εργασίας ως τη συνταξιοδότηση σίγουρα οφείλεται στην ασταθή κατάσταση της CDU παρά στην αναγνώρισή του ως οικονομική αναγκαιότητα. Το πρόβλημα είναι αλλού.
Η Ελλάδα έχει πολύ μικρό ποσοστό εσόδων. Τα κρατικά έσοδα που είναι οι φόροι και τα έσοδα από τις εισφορές κοινωνικής ασφάλειες αποτελούν συνολικά, σύμφωνα με στοιχεία του OECD μόλις το 29,4% του ακαθάριστου κρατικού προϊόντος. Στην κεντρική Ευρώπη το ποσοστό αυτό αγγίζει το 40%. Πού οφείλεται αυτή η διαφορά; Η απάντηση είναι απλή. Επειδή στην Ελλάδα η φορολόγηση που αφορά εισοδήματα κέρδη και περιουσία είναι πολύ χαμηλή. Αν η Ευρώπη προσφέρει τη βοήθειά της βάσει αυτών που επιγραμματικά απαριθμήθηκαν παραπάνω, τότε μπορεί να θέσει και τους όρους της. Λογικό θα ήταν να απαιτήσει μία γρήγορη προσαρμογή όσον αφορά τα έσοδα, έτσι ώστε να επιτευχθεί σε λίγα χρόνια τουλάχιστον ο ευρωπαϊκός μέσος όρος, όπου βαρύτητα θα πρέπει βέβαια να δοθεί στις εισφορές των οικονομικά ισχυρών.
Ιρλανδία και Πορτογαλία
Η κατάσταση σε Ιρλανδία και Πορτογαλία είναι παρόμοια και μπορεί αντίστοιχα να αντιμετωπιστεί. Και εδώ θα ήταν χρήσιμη μία επίσημη δήλωση πτώχευσης του κράτους με ανταλλακτικές εγγυήσεις προς τους δανειστές. Και εδώ οι εισφορές προς το κράτος είναι πολύ χαμηλές: 32,5% στην Πορτογαλία, 27,8% στην Ιρλανδία. Και στην Ισπανία που φαίνεται να βαδίζει κι αυτή με αβέβαια βήματα, το ποσοστό αυτό φτάνει το 30,7%. Επίσης θα ήταν αναμενόμενη και η ραγδαία πτώση της κερδοσκοπίας ενάντια σε τέτοιες χώρες. Γιατί η πρόταση ανταλλαγής με ιδιαίτερα χαμηλά επιτόκια και πολύ μεγάλες προθεσμίες αποπληρωμής στην ουσία δεν είναι τίποτε άλλο από ένα σιωπηρά συμφωνημένο haircut. Μόνο που θα μοιραστεί χρονικά και δεν θα ζητηθεί να αποπληρωθεί αμέσως, έτσι ώστε μεν να μειωθούν τα κέρδη των τραπεζών όχι όμως και να απειλήσουν τα αποθέματά τους.
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα