Η εμμονή στην απαγόρευση των απολύσεων στο Δημόσιο αποτελεί πρόκληση για τη σιωπηλή πλειοψηφία των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα που επωμίζονται το κόστος της κρίσης. Για ιστορικούς και κοινωνικούς λόγους το Δημόσιο αποτέλεσε τη ραχοκοκαλιά της παραγωγικής διαδικασίας στην Ελλάδα, αλλά αυτή η διαστρέβλωση που, όπως αποδεικνύεται, κόστισε ακριβά στη χώρα, πρέπει να τελειώσει.
Υπό τον φόβο της απώλειας των ψήφων των δημοσίων υπαλλήλων και των συγγενών τους, τα κόμματα εδώ και δεκαετίες δεν τολμούν να μιλήσουν για απολύσεις στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, και τις περισσότερες φορές οι λίγοι που εμμέσως το τολμούν, σπεύδουν να διανθίσουν τις τοποθετήσεις τους με συμπληρωματικές επεξηγήσεις οι οποίες καταλήγουν σε αυτοδιαψεύσεις. Η στάση αυτή δεν αφορά φυσικά μόνο το «σοσιαλιστικό» ΠΑΣΟΚ, αλλά και τη «φιλελεύθερη» Νέα Δημοκρατία. Από την πλευρά της, η Αριστερά, υπεραμύνεται της κρατικοποίησης των πάντων. Το αξιοπερίεργο της υπόθεσης είναι ότι η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών απασχολείται στον ιδιωτικό τομέα, όπου οι απολύσεις αποτελούν συνήθη πρακτική, η οποία τελευταία «συμπληρώνεται» και από περικοπές μισθών. Ομως, οι πιέσεις στον ιδιωτικό τομέα και η δεινή θέση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα οφείλονται, κυρίως, στις αλόγιστες σπατάλες του Δημοσίου που εκτίναξαν τα ελλείμματα και το χρέος σε δυσθεώρητα ύψη.
Τα υπερβολικά προνόμια στον ευρύτερο δημόσιο τομέα συνιστούν στοιχείο κοινωνικής αδικίας. Είναι απορίας άξιον πώς οι πολιτικοί επιλέγουν να υποστηρίζουν την προστασία των κεκτημένων των εργαζομένων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όταν ο μέσος όρος των αποδοχών τους είναι διπλάσιος από αυτόν των απασχολουμένων στον ιδιωτικό.
Το επώδυνο δίδαγμα της μεταπολίτευσης είναι ότι το κράτος διαστρέβλωσε τα πάντα. Ο ελεύθερος ανταγωνισμός θα είχε πολύ καλύτερα αποτελέσματα, όχι μόνο για την παραγωγή, αλλά και για την πιο αξιοκρατική διανομή του εισοδήματος. Παράλληλα, η συρρίκνωση του κράτους θα περιόριζε τη δυνατότητα διασπάθισης δημόσιου χρήματος από υπουργούς και κομματικά διορισμένους κρατικούς παράγοντες.
Δεν θα έπρεπε να φθάσει η χώρα στο χείλος της χρεοκοπίας για να σταματήσουν οι αθρόες προσλήψεις και το βόλεμα στο Δημόσιο. Εκεί που δεν υπάρχει παραγωγικότητα και κάποιοι βολεμένοι ζουν εις βάρος του κοινωνικού συνόλου να γίνουν απολύσεις, ναι απολύσεις. Δεν χρειαζόταν να έρθει η τρόικα για να αναγκασθεί μια ελληνική κυβέρνηση να ανακοινώσει την κατάργηση ή συγχώνευση μεγάλων φορέων του Δημοσίου, οι οποίοι επιχορηγούνται με τεράστια ποσά από τον προϋπολογισμό.
Αλλά και στην περίπτωση της αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας, οι πολιτικοί μας φοβούνται να δηλώσουν ευθέως την αυτονόητη αναγκαιότητα, αλλά και χρησιμότητα της πώλησης, ναι της πώλησης, περιουσιακών στοιχείων. Η μεταβίβαση ενός προβλήτα λιμανιού σε Κινέζους, ενός αεροδρομίου σε Γερμανούς, μιας ξενοδοχειακής μονάδας ή ενός καζίνο σε Αμερικανούς, θα έχει δημοσιονομικό και αναπτυξιακό όφελος. Οι ιδιώτες που θα αγοράσουν δημόσια περιουσία θα την αξιοποιήσουν με επενδύσεις και θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας που δεν θα επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό.
Οι περισσότεροι πολιτικοί έχουν εθισθεί σε μια δυσεξήγητη υπεράσπιση του κρατισμού, ο οποίος αποδεδειγμένα έχει προκαλέσει τόσα δεινά. Είναι καιρός, τουλάχιστον τα δύο κόμματα εξουσίας, να μιλήσουν με ειλικρίνεια, αλλά και με όρους κοινωνικής ισονομίας, υπέρ της ανάγκης να μπει ένα τέλος στον κρατισμό που θα απελευθερώσει το παραγωγικό δυναμικό και θα δημιουργήσει υγιείς θέσεις εργασίας. Κι αν δεν το κάνουν οι πολιτικοί, πρέπει να το απαιτήσει η σιωπηρή πλειοψηφία του ιδιωτικού τομέα που καλείται σήμερα να πληρώσει τα σπασμένα για τις σπατάλες του Δημοσίου τις τελευταίες δεκαετίες.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
|