Μια κακή αρχή για τη νέα τουρκική κυβέρνηση - Του Ιωάννη Ν. Γρηγοριάδη*
Λίγες μόνον ημέρες μετά την περιφανή νίκη του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) στις τουρκικές βουλευτικές εκλογές της 12ης Ιουνίου, η Τουρκία ενεπλάκη σε μια μάλλον απρόσμενη πολιτική κρίση. Οι βουλευτές του δευτέρου σε κοινοβουλευτική ισχύ Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) και οι ανεξάρτητοι εκλεγμένοι υπό την αιγίδα του φιλοκουρδικού Κόμματος Ειρήνης και Δημοκρατίας (BDP) απέσχον από την τελετή ορκωμοσίας του νέου τουρκικού Κοινοβουλίου. Το CHP εξέφρασε έτσι τη διαμαρτυρία του για τη συνέχιση της προφυλακίσεως των δύο υποδίκων της υποθέσεως Εργκένεκον, Μεχμέτ Χαμπεράλ και Μουσταφά Μπαλμπάι, οι οποίοι εξελέγησαν βουλευτές από τις τάξεις του. Το BDP από την πλευρά του κατήγγειλε τη συνέχιση της προφυλακίσεως πέντε εκλεγμένων βουλευτών του, κατηγορουμένων για «αποσχιστική προπαγάνδα» και «υποστήριξη προς το ΡΚΚ», καθώς και την ακύρωση της εκλογής του ηγετικού του στελέχους Χατίπ Ντίτζλε, λόγω της καταδίκης του σε παρεμφερή υπόθεση.
Η παρέμβαση των δικαστικών αρχών στα πολιτικά πράγματα της Τουρκίας δεν είναι καινοφανής. Στις περιπτώσεις Χαμπεράλ-Μπαλμπάι και των πέντε εκλεγμένων βουλευτών του BDP ήταν διάχυτη η εντύπωση ότι η εκλογή θα οδηγούσε τόσο σε διακοπή της προφυλακίσεως όσο και σε αναστολή της διώξεως, ενόσω διαρκούσε η βουλευτική ασυλία. Στην περίπτωση Ντίτζλε, νομικό παράδοξο αποτελεί η απόφαση των δικαστικών αρχών να θεωρήσουν νομότυπη την υποψηφιότητα, όχι όμως και τη συμμετοχή του στο τουρκικό Κοινοβούλιο. Ετσι οι 70.000 ψήφοι που ο Κούρδος πολιτικός συγκέντρωσε ως ανεξάρτητος υποψήφιος στο Ντιγιαρμπακίρ ερρίφθησαν στον κάλαθο των αχρήστων και η έδρα του διατέθηκε στο κυβερνών κόμμα. Οι Κούρδοι ψηφοφόροι οι οποίοι προτίμησαν να συμμετάσχουν στην εκλογική διαδικασία και επεδίωξαν να εκπροσωπηθούν στην τουρκική Βουλή έχουν κάθε λόγο να είναι αγανακτισμένοι.
Εάν όμως η δικαστική εξουσία στην Τουρκία σπανίως διακρίθηκε για τον σεβασμό της στη λαϊκή ετυμηγορία, ενδιαφέρον παρουσιάζει η στάση Ποντίου Πιλάτου την οποία προέκρινε η κυβέρνηση Ερντογάν. Καλυπτόμενη πίσω από την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας, η κυβέρνηση δείχνει να αδιαφορεί για τις διχαστικές επιπτώσεις των δύο δικαστικών ετυμηγοριών στην τουρκική κοινωνία. Αυτό δεν συνάδει με τη συναινετική και συμφιλιωτική εικόνα την οποία επεδίωξε να φιλοτεχνήσει για τη νέα κυβέρνηση ο πρωθυπουργός Ερντογάν την επαύριο των εκλογών. Θα περίμενε κανείς από τον πρωθυπουργό της Τουρκίας μεγαλύτερη ευαισθησία και λόγω των προσωπικών του δικαστικών περιπετειών κατά το παρελθόν. Αντίστοιχες δικαστικές αποφάσεις οι οποίες στερούσαν το δικαίωμα του εκλέγεσθαι στον Ερντογάν ανετράπησαν με αναθεώρηση του Συντάγματος και υπό το βάρος της διεθνούς κατακραυγής. Αν και παθών όμως ο πρωθυπουργός της Τουρκίας στο όχι και τόσο απώτερο παρελθόν, δεν δείχνει να συμπάσχει με τους δικαστικώς διωκόμενους βουλευτές.
Η σύμπλευση με τις δικαστικές αρχές, ιδίως στην υπόθεση Ντίτζλε, δείχνει ότι η κυβέρνηση Ερντογάν τείνει να αποκτήσει «καθεστωτικά» αντανακλαστικά. Αντίστοιχα συμπτώματα είχαν εμφανισθεί και προ μερικών μηνών κατά την κρίση των σχέσεων της Αγκυρας με τους Τουρκοκυπρίους. Αυτό αποτελεί κακό οιωνό τόσο για τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων στην Τουρκία όσο και για τη γεφύρωση του χάσματος μεταξύ συντηρητικών μουσουλμάνων και κεμαλιστών, Τούρκων και Κούρδων. Αρνούμενος να πάρει θαρραλέες αλλά καίριες πολιτικές αποφάσεις στην αυγή της τρίτης και τελευταίας του πρωθυπουργικής θητείας, ο πρωθυπουργός Ερντογάν διακινδυνεύει να απολέσει σημαντικό μέρος του θετικού πολιτικού κεφαλαίου που συσσώρευσε τα προηγούμενα εννέα έτη.
* κ. Ο Ιωάννης Ν. Γρηγοριάδης είναι επίκουρος καθηγητής του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Μπίλκεντ και επιστημονικός συνεργάτης του ΕΛΙΑΜΕΠ.
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα