Με αφορμή το βιβλίο: "Μιχάλης Κακογιάννης, Κινηματογράφος" - Εκδόσεις Μίλητος
Γράφει η Ίνα Ταράντου
22/1/2011
Ήταν ένα δροσερό, φθινοπωρινό βράδυ, πριν από λίγους μήνες όταν ο Μιχάλης Κακογιάννης με υποδέχθηκε εγκάρδια, στο γραφείο του σπιτιού του, σε ένα υπέροχο νεοκλασικό κτίριο, απέναντι από το λόφο του Φιλοπάππου. Ήθελα πολύ να τον γνωρίσω και όταν ο φίλος μου και εκδότης της Μιλήτου, Νίκος Χαϊδεμένος, μου είπε ότι ετοιμάζει ένα λεύκωμα με το έργο του σκηνοθέτη, άδραξα την ευκαιρία για μια επίσκεψη στο σπίτι του. Παρά τα 88 του χρόνια και τις περιπέτειες της υγείας του, που του προκαλούν κινητικές δυσκολίες, ο μεγάλος σκηνοθέτης, δέχθηκε με χαρά την παρέα μας.
Δεν ξέρω γιατί, αλλά μπροστά σε ανθρώπους που έχουν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, εξασφαλίσει την αθανασία σε αυτόν τον κόσμο, νιώθω κάτι μεταξύ τρακ και δέος.΄Ετσι χρειάστηκα λίγη ώρα για να συνέλθω και να συνειδητοποιήσω ότι έχω απέναντί μου έναν ζωντανό μύθο, μια μεγάλη ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου, έναν Έλληνα δημιουργό που υποχρέωσε το παγκόσμιο φιλότεχνο κοινό να στραφεί με εκτίμηση και θαυμασμό στο έργο του.
Ένα έργο που ξεκίνησε το 1953 με το «Κυριακάτικο ξύπνημα» και την Έλλη Λαμπέτη, για να συνεχιστεί, με τη «Στέλλα» και την Μελίνα Μερκούρη, «Το κορίτσι με τα μαύρα», τον «Αλέξη Ζορμπά» με τον Άντονι Κουήν, την τριλογία «Ηλέκτρα, Τρωάδες και Ιφιγένεια» και να κλείσει με το «Βυσσινόκηπο» του Τσέχοφ με την Σάρλοτ Ράμπλινγκ. Ανάμεσα τους και άλλες ταινίες, θεατρικές σκηνοθεσίες αλλά και μεταφράσεις.
Αυτές τις ημέρες έφθασε στα χέρια μου και το λεύκωμα για το οποίο συζητήσαμε εκείνο το βράδυ. «Μιχάλης Κακογιάννης, Κινηματογράφος». Οι φωτογραφίες είναι καταπληκτικές. Τα κείμενα όμως, με έκαναν να δω ότι η ιστορία σε αυτόν τον τόπο πάντα επαναλαμβάνεται, γιατί ο Μιχάλης Κακογιάννης, δεν έγινε αμέσως αποδεκτός στην πατρίδα του και τα σχόλια για ταινίες- σταθμούς δεν ήταν πάντα κολακευτικά, όταν στην παγκόσμια σκηνή είχαν δει «κάτι» σε αυτόν τον περίεργο Έλληνα.
Για παράδειγμα στο λεύκωμα γράφει, ότι η «Στέλλα» προβληματίζει αλλά και ταράζει τα λιμνάζοντα ύδατα της χρηστοήθειας του ελληνικού τύπου κυρίως της αριστεράς: «Λευτεριά λοιπόν στις γυναίκες να πηγαίνουν με τον πρώτο που θα τους αρέσει και πετύχαμε την ανεξαρτησία μας!» γράφει ο Αντώνης Μοσχοβάκης στην Επιθεώρηση Τέχνης και «… ξεδιάντροπο μελόδραμα προβάλλει ό,τι χαμηλότερο, ό,τι πιο λούμπεν, ότι πιο χυδαίο» αναφέρει ο κριτικός της Αυγής, Κώστας Σταματίου. Ευτυχώς που πάντα υπάρχουν και ανανεωτικά πνεύματα, και εκείνη την εποχή ο Μάριος Πλωρίτης υπερασπίστηκε τον σκηνοθέτη και χαρακτήρισε τη Στέλλα, ως τον πρώτο μεγάλο σταθμό στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου ενώ ο Μάνος Χατζιδάκης είπε ότι «κανένας σκηνοθέτης δεν έστρεψε με τόσο πάθος το φακό του στη Μελίνα Μερκούρη».
Αλλά και για «Το κορίτσι με τα μαύρα» με την καταπληκτική Έλλη Λαμπέτη, ο ελληνικός τύπος κάθε άλλο παρά θερμή υποδοχή της επιφύλαξε (η ταινία εκπροσώπησε με επιτυχία την Ελλάδα στο Φεστιβάλ των Κανών και τιμήθηκε με τη Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ταινίας, από την Ένωση Ξένων Ανταποκριτών του Χόλυγουντ). Ο Ταχυδρόμος έγραψε για τη Λαμπέτη: «Για την Ελλάδα: πανιασμένο πρόσωπο! Για την Ευρώπη: Νέα Γκρέτα Γκάρμπο!». Ευτυχώς που υπήρχε και ο μεγάλος κριτικός τέχνης Κώστας Γεωργουσόπουλος: «To βλέμμα της Λαμπέτη ετάζει νεφρούς και καρδίες. Όταν τ’ ακινητοποιήσει επάνω σου, αισθάνεσαι μια αφόρητη ενοχή και κοκκινίζεις. Δεν είναι βλέμμα ερωτικό, είναι βλέμμα ενός βίαιου παραπόνου, που στο βυθό του διακρίνεις μια παιδική απαρηγόρητη θλίψη.»
Η αποδοχή από το Ελληνικό κοινό ξεκίνησε με το «Τελευταίο ψέμα» και εδραιώθηκε στον «Αλέξη Ζορμπά». Εκεί πια όλος ο κόσμος «υποκλίθηκε» και οι αμερικανικές κριτικές εκθείασαν τη θριαμβευτική ερμηνεία του Ouinn, τη φωτογραφία και τη βακχική διάσταση της σκηνοθεσίας. Ο Ζορμπάς είναι σπάνια περίπτωση στην ιστορία του κινηματογράφου όπου το δράμα συνυπάρχει με μια γαργαντουική διάθεση ζωής.
Όλα αυτά όμως είναι ιστορία και ο Μιχάλης Κακογιάννης που γνώρισα εγώ, θυμάται μόνο τις καλές στιγμές, αυτές που έζησε με πάθος, τρυφερότητα και πνευματική περιέργεια. Το ίδιο πάθος έχει και τώρα όταν μιλάει για το Ίδρυμα Κακογιάννης που δημιούργησε, γιατί όπως μου είπε: « Η ζωή έχει ένα τέλος, το Ίδρυμα θα υπάρχει και μετά το θάνατο μου σαν προσφορά».
-Το τέλος το σκέφτεστε;
Δεν το σκέφτομαι τόσο πολύ, έχω την αίσθηση ότι θα κολυμπάω κάπου σε ένα άγνωστο μέρος.
-Αν ερχόσασταν ξανά και ξανά στη ζωή θα κάνατε τα ίδια πράγματα;
Όχι, ελπίζω.
-Γιατί; Δεν ζήσατε καλά;
Όσο καλά και να ζήσεις, θέλεις κι άλλα πολλά και διαφορετικά.
-Με τι αναθαρρεύει η καρδιά σας σήμερα;
Κάθε φορά που συναντάω αγόρια ή κορίτσια που κυριολεκτικά λάμπουν και που είναι και σεμνά και έξυπνα, τότε η καρδιά μου αναθαρρεύει. Η νέα γενιά θα ανοίξει δικούς της δρόμους. Ελπίζω…
Κι εμείς…
Υ.Σ. Η παρουσίαση για το λεύκωμα «Μιχάλης Κακογιάννης, Κινηματογράφος», εκδόσεις Μίλητος, θα γίνει στο Ιδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, τη Δευτέρα 24 Ιανουαρίου στις 19:00, στην οδό Πειραιώς 206, Ταύρος, και για εκείνον θα μιλήσουν οι: Μίκης Θεοδωράκης, Τάσος Μπουλμέτης, Γιώργος Νανούρης, Ευδοκία Ρουμελιώτη. Συντονίζει ο Χρήστος Σιάφκος.
*Η Ίνα Ταράντου είναι δημοσιογράφος.
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα