Μπέρτολτ Μπρεχτ (Berthold Brecht) (1898 - 1956): Ένα ανήσυχο πνεύμα που σφράγισε τον 20ο αιώνα (Η ζωή του,το έργο του + σπάνια videos)
Φωτογραφία: 30 Οκτωβρίου 1947: Ο Μπέρτολτ Μπρεχτ ενώπιον της Επιτροπής Αντιαμερικανικών Δραστηριοτήτων της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ
Ο Berthold Brecht γεννήθηκε το 1898 στο Άουγκσμπουργκ της Βαυαρίας και πέθανε το 1956 στο Βερολίνο. Η μητέρα του ήταν Προτεστάντισα και ο πατέρας του Καθολικός διευθυντής εταιρίας χάρτου. Σπούδασε Ιατρική στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, επιστρατεύεται σαν νοσοκόμος και υπηρετεί στον 1ο Παγκόσμιο πόλεμο αρχίζει να γράφει ποιήματα και θεατρικά.
Κατά την διάρκεια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, συνάντησε και δούλεψε με τον συνθέτη Χανς Έισλερ και ανέπτυξαν φιλία ζωής. Γνώρισε και την Ελεν Βέιγγελ, την δεύτερη γυναίκα του που τον συνόδεψε αργότερα στην εξορία μέχρι το τέλος της ζωής του. Η πρώτη του συλλογή ποιημάτων Hauspostille, κέρδισε βραβείο.
Το 1922 παντρεύτηκε την τραγουδίστρια της όπερας Μαριάν Ζόφ. Η κόρη τους Ανν Χιόμπ γεννήθηκε ένα χρόνο μετά. Το 1923 προσλήφθηκε βοηθός σκηνοθέτη στο Γερμανικό Θέατρο του Βερολίνου υπό τη διεύθυνση του Μαξ Ράινχαρτ. Άρχισε να φοιτά στη Μαρξιστική Εργατική Σχολή και μελέτησε διαλεκτικό υλισμό. Το 1930 παντρεύτηκε την Ελεν Βέιγγελ που του είχε χαρίσει ήδη ένα γιο. Στην συνέχεια απέκτησαν και μια κόρη.
Η προσαρμογή της Όπερας των ζητιάνων του Τζον Γκαίυ με το όνομα Η Όπερα της Πεντάρας (Die Dreigroschenoper) σε στίχους του Μπερτολτ Μπρεχτ και μουσική Κουρτ Βάιλ προκάλεσε ίσθηση στο Βερολίνο και ο αντίκτυπος του επηρέασε την παγκόσμια σκηνή Μιούζικαλ. Στην όπερα αυτή ο Μπρεχτ στυλίτευαι την καθως πρέπει Βερολινέζικη αστική τάξη που πρόσαπτε στο προλετάριάτο έλλειψη ηθικής.
Μετά την άνοδο του ναζισμού αυτοεξορίστηκε μέχρι το έτος 1948. Έζησε στην Ελβετία, τη Δανία, τη Σουηδία, τη Φινλανδία και τις ΗΠΑ. Στη Μόσχα εξέδωσε σε συνεργασία με άλλους Γερμανούς συγγραφείς το περιοδικό «Ντας Βορτ». Στην Αμερική, όπου έζησε το κύριο μέρος της ζωής του, δέχθηκε έντονες διώξεις από το Μακαρθικό καθεστώς.
Μετά το τέλος του πολέμου εγκαταστάθηκε στη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας και μαζί με την Ε. Βάιγκελ ίδρυσαν (1949) το Μπερλίνερ Ανσάμπλ. Το 1950 εκλέχτηκε μέλος της Ακαδημίας Τεχνών. Τιμήθηκε με το Εθνικό Βραβείο της ΛΓΔ το 1951 και με το Βραβείο Λένιν για την Ειρήνη το 1954.
[caption id="attachment_2173" align="aligncenter" width="500" caption="Η Όπερα της Πεντάρας - Γνήσια αφίσα - 1928"][/caption]
Έργο
Τα έργα του αρχικά χαρακτηρίζονται από πνεύμα καταδίκης του πολέμου και του μιλιταρισμού ενώ στη συνέχεια παρατηρείται μια αποφασιστική στροφή στη σκέψη και τη ζωή του, που εμπνέεται από τη μαρξιστική φιλοσοφία. Σημαντική ώθηση στη σχέση του με την εργατική τάξη και το κίνημά της έδωσε η μαζική εξαθλίωση που προκάλεσε η παγκόσμια οικονομική κρίση του 1920 και η νέα ορμητική ανάπτυξη του εργατικού κινήματος στη Γερμανία.
Η παγκοσμιότητα του έργου του αναγνωρίστηκε ευρέως μετά το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Τα έργα του κλείνουν μέσα τους μια διάρκεια καθώς αναδεικνύουν την ανθρώπινη υπόσταση. Έτσι, όχι μόνο δεν καταλύθηκαν από το χρόνο αλλά τώρα προβάλλονται και τιμούνται περισσότερο παρά ποτέ.
Σπουδαιότερα έργα του είναι ο Κύκλος με τη κιμωλία, Η όπερα της πεντάρας, Ο καλός άνθρωπος του Σε Τσουάν, Η άνοδος του Αρθούρου Ουί. Παράλληλα έγραψε εκατοντάδες ποιήματα που αντανακλούν τη σταδιακή μεταστροφή του προς τη μαρξιστική-λενινιστική φιλοσοφία. Τα πιο γνωστά από αυτά είναι: Άκουσα πως τίποτα δε θέλετε να μάθετε, Εγκώμιο στη μάθηση, Γερμανικό εγχειρίδιο πολέμου, Αυτό θέλω να τους πω, Να καταπολεμάτε το πρωτόγονο, Ποτέ δε σε είχα αγαπήσει τόσο πολύ, Απώλεια ενός πολύτιμου ανθρώπου, Εγκώμιο στον κομμουνισμό, Εγκώμιο στη Διαλεκτική.
(Πηγή: Βικιπαίδεια)
ΤΑ ΝΕΑ
ΕΙΔΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ 10.2.1898 - 110 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ
ΜΠΕΡΛΟΤ ΜΠΡΕΧΤ
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ
Γ. ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ | Κυριακή 6 Ιανουαρίου 2008
Ο ΔΡΑΜΑΤΟΥΡΓΟΣ ΠΟΥ ΧΛΕΥΑΣΕ ΤΗΝ ΜΠΟΥΡΖΟΥΑΖΙΑ
«Μεγάλωσα σαν γιος καλοστεκούμενων / ανθρώπων. Οι γονείς μου μού φορούσαν / γιακά, μ' έμαθαν τις συνήθειες εκείνων / που έχουν υπηρέτες και με δίδαξαν / πώς να διατάζω. Αλλά, όταν μεγάλωσα / και είδα γύρω μου, οι άνθρωποι της / τάξης μου δεν μ' άρεσαν, το να διατάζω / δεν ήταν του γούστου μου, ούτε και το / να με υπηρετούν. Γι' αυτό εγκατέλειψα / την τάξη μου και συντρόφεψα με τους / μικρούς, φτωχούς ανθρώπους».
Η αντίσταση του Μπέρτολτ Μπρεχτ ενάντια στους ανθρώπους της τάξης του ξεκίνησε αρκετά νωρίς, όπως μπορούμε να καταλάβουμε και από αυτό το νεανικό ποίημά του. Δεκαέξι χρόνων ήταν ήδη γνωστός μέσα από τις φιλολογικές σελίδες αριστερών εντύπων και τις Κυριακές καθόταν τεμπέλικα και κορόιδευε τους αστούς που βολτάριζαν με τις ευυπόληπτες οικογένειές τους στο αριστοκρατικό Αουγκσμπουργκ. Στο κατοπινό έργο του όμως, ιδίως σε αυτό των τελευταίων χρόνων της ζωής του, η γενέθλια πόλη ζωντανεύει με τα πιο παράδοξα χρώματα: μορφές περιθωριακές που σέρνονται σε σκοτεινά δρομάκια και υγρά καταγώγια, παζάρια γεμάτα χωριάτες από τη γύρω περιοχή που ήρθαν να πουλήσουν την πραμάτεια τους, δαιδαλώδη κανάλια και δεξαμενές που αναδίδουν τη μυρωδιά της σήψης. Στο σχολείο ο ατίθασος νεαρός χλευάζει ανοιχτά τους καθηγητές του, γεγονός που συχνά τού κοστίζει ακριβά. Ωστόσο βρίσκει τρόπο με την πονηριά του να ξεπερνάει τα εμπόδια. Καθώς αποτυχαίνει στο τελικό διαγώνισμα από το οποίο εξαρτάται η προαγωγή του, ο Μπρεχτ καταφέρνει να βάλει στο χέρι το γραπτό και υπογραμμίζει με κόκκινο μελάνι μερικά ακόμη σημεία, έτσι που ο καθηγητής στον οποίο απευθύνεται για εξηγήσεις αναγκάζεται να παραδεχθεί το «λάθος» του και του βάζει προβιβάσιμο βαθμό.
Το 1917 εγγράφεται στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Μονάχου, σε λίγους μήνες όμως επιστρατεύεται και αναλαμβάνει χρέη νοσοκόμου στο νοσοκομείο του Αουγκσμπουργκ. Εκεί θα βιώσει όλη την αγριότητα του πολέμου. Οι κραυγές απόγνωσης των τραυματισμένων, οι οιμωγές των ακρωτηριασμένων θα αφήσουν ανεξίτηλα σημάδια πάνω του και θα εδραιώσουν μέσα του μια αταλάντευτα ειρηνόφιλη συνείδηση. Πρώτος καρπός της η Μπαλάντα του νεκρού στρατιώτη, ένα σκοτεινό και αγριεμένο έργο που ο ίδιος συνήθιζε να τραγουδά σε ταβέρνες του Μονάχου μπροστά σε απομάχους, οι οποίοι παρεξηγώντας το μήνυμά του τον γιουχάιζαν και εκσφενδόνιζαν εναντίον του ποτήρια γεμάτα μπίρα!.. Ηταν η εποχή που πηγαινοερχόταν μεταξύ Αουγκσμπουργκ και Μονάχου, όπου έμενε σε μια σοφίτα. Εκεί έγραψε το πρώτο του έργο, Σπάρτακος. Ησυχο, χλωμό, αδύνατο, σπυριάρη, κακοξυρισμένο και κακοντυμένο τον περιγράφουν όσοι τον ήξεραν τότε. Στα 1920 πεθαίνει η μητέρα του και μετακομίζει στο Μόναχο, όπου νοικιάζει ένα δωμάτιο για τον ίδιο και τη σύντροφό του Μαριάνε Τσοφ, την οποία παντρεύεται το 1922. Το ανέβασμα του έργου του Ταμπούρλα μέσα στη νύχτα στο θεατρικό φεστιβάλ της πόλης τού ανοίγει τον δρόμο προς την επιτυχία. Πηγαίνει στο Βερολίνο για να συζητήσει με εκδότες και θεατρικούς παράγοντες, περνάει όμως πολύ μίζερα και διατρέφεται με μπιζελόσουπα και ψωμάκια που του χορηγεί ένας φίλος. Στο Μόναχο, όπου αναγκάζεται να επιστρέψει, είναι διαρκώς περιτριγυρισμένος από πλήθος οπαδών. Ενας συνεργάτης του θυμάται: «Ο Μπρεχτ έκοβε βόλτες μέσα στο δωμάτιο, καπνίζοντας ηδονικά το πούρο του, άκουγε τα επιχειρήματα του ενός και τα αντίθετα επιχειρήματα του άλλου, κορόιδευε, ανοιγόκλεινε γρήγορα τα μάτια του και έμενε αμετακίνητος στη γραμμή του.
Ο Μπρεχτ έτεινε προς τα αριστερά, όπως πολλοί διανοούμενοι της εποχής του, χωρίς ωστόσο να ακολουθεί σαφή γραμμή. Τώρα όμως άρχισε να παρακολουθεί νυχτερινά μαθήματα και να σπουδάζει συστηματικά και προσηλωμένα τον μαρξισμό. Αργότερα έλεγε ότι οι σπουδές εκείνες του στοίχισαν δέκα χρόνια από τη ζωή του και 40.000 μάρκα. Ο,τι έγραψε εκείνα τα χρόνια δείχνουν πως βρισκόταν σε μεταβατική περίοδο. Στην περίφημη Οπερα της πεντάρας, για παράδειγμα, που τον έκανε γνωστό σε ολόκληρο τον κόσμο, κατακρίνει την αστική κοινωνία αλλά απέχει πολύ από τον καθαρό μαρξισμό μεταγενέστερων έργων του. Ωστόσο, εμπεδώνοντας αυτή την τεθλασμένη πορεία, στο επόμενο έργο του Χάπι Εντ, το οποίο υπογράφει με το ψευδώνυμο Ντόροθι Λέιν, η κοινωνική εξέγερση εξαφανίζεται ολότελα αφήνοντας τη θέση της στην καθαρή διασκέδαση του καμπαρέ. Στο Μαχαγκόνι που ακολουθεί, ο Μπρεχτ βαθαίνει τη μαρξιστική κατεύθυνση της κριτικής του, εκφράζοντας σε παραβολική μορφή την αρνητική ουτοπία της καπιταλιστικής κοινωνίας. Στην ομώνυμη πόλη το μεγαλύτερο έγκλημα είναι να μην έχεις λεφτά: «Γι' αυτό καταδικάζεσαι σε θάνατο, Πάουλ Ακερμαν. / Γιατί σου λείπουν τα λεφτά. / Κι αυτό είναι το μεγαλύτερο έγκλημα / που μπορεί να γίνει πάνω στη γη».
Εχει παντρευτεί την ηθοποιό Ελένε Βάιγκελ και συνεχίζει να γράφει και να ανεβάζει έργα ακατάπαυστα: Μάνα, Αγία Ιωάννα των Σφαγείων, Απόφαση. Οι ναζιστές, οι οποίοι εν τω μεταξύ έχουν πάρει την εξουσία, καίνε τα βιβλία του στη Γερμανία, ενώ στο Παρίσι με τη σύμπραξη του Ζορζ Μπαλανσίν ανεβαίνουν τα Εφτά θανάσιμα αμαρτήματα με τη Λότε Λένια στον πρωταγωνιστικό ρόλο - ο ίδιος ο Μπρεχτ έχει κατορθώσει να διαφύγει με την οικογένειά του στην ήσυχη και ασφαλή Ζυρίχη. Στη γαλλική πρωτεύουσα ανεβαίνει και μία άλλη παράσταση-σταθμός: Τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ (1937). Ακολουθούν Ο καλός άνθρωπος του Σετσουάν, Η ζωή του Γαλιλαίου, Ο καυκασιανός κύκλος με την κιμωλία. Μετά τον πόλεμο γυρίζει στο Βερολίνο και εγκαθίσταται στον ανατολικό τομέα της πόλης. Εδώ θα εργαστεί και θα υπηρετήσει το θέατρο με όσα έχει θησαυρίσει σε όλα τα χρόνια της πλούσιας ζωής του. Συμπεριφερόταν σε όλους, είτε πρωταγωνιστές είτε νεοφώτιστους, με την ίδια προσεκτική ευγένεια, κρατώντας μια κάποια απόσταση. Τη γνώμη των άλλων, ακόμη και την πιο έντονη κριτική, την άκουγε σιωπηλός και προσεκτικός. Οταν η δουλειά πάνω σε ένα έργο τελείωνε, όταν όλες οι βελτιώσεις είχαν γίνει, έδειχνε απόλυτη αδιαφορία και έφευγε. Οπως διηγείται ένας φίλος του, τα τελευταία χρόνια της ζωής του ήταν γεμάτα από προαισθήσεις θανάτου. Στις 15 Μαΐου 1955 ο Μπρεχτ έστειλε το παρακάτω γράμμα στη Γερμανική Ακαδημία Τεχνών: «Σε περίπτωση θανάτου μου δεν επιθυμώ να εκτεθεί πουθενά η σορός μου. Κατά την ταφή δεν πρέπει να γίνουν ομιλίες. Θα ήθελα να ταφώ στο νεκροταφείο δίπλα στο σπίτι μου, στη Σοσεστράσε». Δεκαπέντε μήνες αργότερα θα σβήσει από έμφραγμα του μυοκαρδίου στο Μιλάνο. Στις 17 Αυγούστου 1956 κηδεύεται στο νεκροταφείο Ντοροτέεν, στο Βερολίνο. Στο μνήμα του δεσπόζει ένας απέριττος βράχος με σκαλισμένο πάνω του μονάχα το όνομά του: Bertolt Brecht.
"ΣΤΟΥΣ ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΟΥΣ" - BERTHOLD BRECHT - ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ! ΔΕΙΤΕ ΤΟ!
[youtube=http://www.youtube.com/watch?v=NTj7GX3mSqs&w=640&h=505]
"MACK THE KNIFE" - ΑΠΟ ΤΗΝ "ΟΠΕΡΑ ΤΗΣ ΠΕΝΤΑΡΑΣ" (1931)- ΜΟΥΣΙΚΗ KURT WEILL - ΤΡΑΓΟΥΔΑ Ο ΙΔΙΟΣ Ο ΜΠΡΕΧΤ!
[youtube=http://www.youtube.com/watch?v=_QXJ3OXWaOY&w=640&h=505]
Η LOTTE LENYA ΤΡΑΓΟΥΔΑ "MACKIE THE KNIFE" ΑΠΟ ΤΗΝ "ΟΠΕΡΑ ΤΗΣ ΠΕΝΤΑΡΑΣ"
(BBC 1962)
[youtube=http://www.youtube.com/watch?v=Swa8jEnp5e8&w=640&h=505]
Άλλα άρθρα από christiannaloupa
Σχολιάστε το άρθρο:
συνολικά:
| προβολή:
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
Β΄Παγκόσμιος Πόλεμος.
Η Μάχη της Κρήτης είναι γνωστή σε όλους.Μετά την κατάληψη του νησιού από τους ναζί ωστόσο, άρχισαν τα αντίποινα.
Στις 2 Ιουνίου 1941, στο χωριό Κοντομαρί Χανίων, οι Γερμανοί εκτέλεσαν 23 (;) άνδρες, ως αντίποινα για τις εκτελέσεις και τη σφαγή πολλών Γερμανών αλεξιπτωτιστών, που είχαν πέσει μέσα στους θάμνους. Πτώματα Γερμανών είχαν εντοπιστεί κοντά στο χωριό. Οι Γερμανοί όρμησαν ...
Διαβάστε το άρθρο
- Δημοφιλέστερα
Αξιολογήστε αυτο το άρθρο