Οι τελευταίες ημέρες του Στρατηγού Ερνέστο Τσε Γκεβάρα – Αρχεία C.I.A.
Στις 9 Οκτωβρίου 1967, ο Ερνέστο Γκεβάρα ντε λα Σέρνα, γνωστός σε όλους ως Τσε, με εντολή του στρατιωτικού δικτάτορα της Βολιβίας, Ρενέ Μπεριέντος, και με την συγκατάθεση της CIA, δολοφονήθηκε από βολιβιανό στρατιώτη.
Από σήμερα, Κυριακή 9 Οκτωβρίου, είναι online το πρώτο ελληνικό site γιά τον Ερνέστο Τσε Γκεβάρα (www.guevaristas.net).
Αποτελεί ένα φιλόδοξο project με σκοπό την συγκέντρωση όσο το δυνατόν περισσότερου υλικού γιά τον Τσε, κυρίως βέβαια στην ελληνική γλώσσα. Ακόμη βρίσκεται σε αρχικό στάδιο και η συλλογή άρθρων, αναλύσεων και αρχειακού υλικού θα συνεχίζεται επί μακρόν με σκοπό τη διαρκή ανανέωση.
Από το site αυτό δανειζόμαστε το παρακάτω πολύ ενδιαφέρον κείμενο:
Οι τελευταίες ημέρες του Στρατηγού Ερνέστο Τσε Γκεβάρα – Αρχεία C.I.A.
Το παρακάτω κείμενο συντάχθηκε στις 28 Νοεμβρίου 1967 από το William Nicol, γιά λογαριασμό του Στρατού των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (C.I.A). Ανήκει στην συλλογή του Εθνικού Αρχείου Ασφαλείας (National Security Archive) των Η.Π.Α.. Αποχαρακτηρίστηκε και δόθηκε στη δημοσιότητα το 1997, τριάντα χρόνια έπειτα από τη δολοφονία του Τσε και αποτελεί την αμερικανική εκδοχή γιά τα γεγονότα των ημερών εκείνων. Το Guevaristas δημοσιεύει, γιά πρώτη φορά σε ελληνική μετάφραση, το κείμενο διατηρώντας όμως έντονες επιφυλάξεις σχετικά με το αληθές των όσων περιγράφονται παρακάτω.
7-9 Οκτωβρίου 1967.
Οι συνδιαζόμενες μονάδες της ομάδας Α και οι υποστηρικτικές μονάδες της ομάδας Β [μια ανάμεικτη/συνδιασμένη δύναμη 1.300 βολιβιανών ανδρών, εκπαιδευμένων από τις ειδικές δυνάμεις των Η.Π.Α. και υπό τη διεύθυνση της C.I.A. με συγκεκριμένο στόχο τη σύλληψη του Τσε Γκεβάρα. Η αντάρτικη ομάδα του Τσε είχε 17 άνδρες] κινήθηκαν στην περιοχή του Churro Ravine χρησιμοποιώντας δύο διμοιρίες της ομάδας Α ως αποτρεπτικής δύναμης λίγα χιλιόμετρα βορείως του μικρού Geino Ravine. Ο λοχαγός Πράδο έστησε την την ομάδα του ανατολικά του Churro Ravine, με την τρίτη διμοιρία της Ομάδας Β στο πλάι του για υποστήριξη, υπό τις διαταγές του λοχία Χουόκα. Το πρώτο platoon της Ομάδας Α, υπό τις διαταγές του λοχαγού Πέρες, εισήλθε στο Churro Ravine από το βορρά στην συμβολή δύο μικρών ρεμάτων. Ο λοχαγός Πέρες πρότεινε την κίνηση και ξεκίνησε να οδηγεί τους αντάρτες στα νότια, την στιγμή που οι δυνάμεις του λοχαγού Πράδο απέκλεισαν τη ρεματιά. Σε αυτό το σημείο επιστρατεύτηκε ένα πολυβόλο ώστε να καλύψει το ρέμα, να κρατήσει την αριστερή πλευρά του τμήματος όλμων του Πράδο και να υποστηρίξει τους στρατιώτες. Όπως η πρώτη διμοιρία της Ομάδας Α προωθήθηκε κάτω, ήρθε αντιμέτωπη με πυρά και έχασε 3 στρατιώτες. [...] Ο λοχίας Χουόκα αμέσως αντιλήφθηκε μιά ομάδα από 6 με 8 αντάρτες και άνοιξε πυρ. Σε αυτό το σημείο σκοτώθηκαν οι “Ανοτόντο” και “Ορτούρο”, δύο κουβανοί. Ο λοχίας Χουόκα έχασε έναν άνδρα ενώ ένας ακόμη τραυματίστηκε. Ο “Ραμόν” (Τσε) και ο “Γουίλι” προσπάθησαν να κινηθούν προς την πλευρά του τμήματος όλμων. Έγιναν αντιληπτοί από χειριστές του πυροβόλου οι οποίοι άνοιξαν πυρ εναντίον τους. O Γκεβάρα χτυπήθηκε στο κάτω μέρος της κνήμης και υποβοηθήθηκε από τον “Γουίλι” περνώντας κατά μήκος του ρυακιού Τουσκάλ όπου προφανώς κάθησαν να ξεκουραστούν γιά λίγα λεπτά. Έπειτα κινήθηκαν προς τα βόρεια, ακριβώς μπροστά απ’ τον λοχαγό Πράδο ο οποίος έδωσε εντολή να τους καταδιώξουν. Οι στρατιώτες Εντσίνος, Τσεκούες και Μπαλμπόα ήταν οι πρώτοι βολιβιανοί που ακινητοποίησαν το Γκεβάρα. Οι “Γουίλι” και “Ραμόν” μεταφέρθηκαν έπειτα πίσω στο Λα Ιγκέρα με το λοχαγό Πράδο και το προσωπικό των Ομάδων Α και Β. Οι βολιβιανοί (στρατιώτες) δεν έμειναν στην περιοχή τη νύχτα. Από τις 19:00 έως τις 4:00 πρωινή της 9ης Οκτωβρίου δεν υπήρχαν βολιβιανοί ένοπλοι στην περιοχή της μάχης. Αυτό έδωσε στις αντάρτικες δυνάμεις αρκετό χρόνο ώστε να εγκαταλείψουν την περιοχή.
Στις 30 Οκτωβρίου 1967, σε ένα μικρό αντίσκηνο στην Λα Εσπεράντζα, Βολιβία, ο αντισυνταγματάρχης Ραλ. Εσπινόζα Λορντ, της 2η Ομάδας καταδρομέων, δήλωσε τα ακόλουθα σχετικά με την σύλληψη του Ερνέστ «Τσε» Γκεβάρα: Ο Γκεβάρα και ο «Γουίλι» μεταφέρθηκαν πίσω στο Λα Ιγκέρα το απόγευμα της 8ης (Οκτωβρίου), έπειτα από τη μάχη στο φαράγγι Churro. Ο Γκεβάρα είχε ένα μικρό τραύμα στην κάτω κνήμη, το οποίο επουλώθηκε κατά την επιστροφή στο Λα Ιγκέρα. Ο υπολογοχαγός Εσπινόζα μίλησε επι μακρόν με το Γκεβάρα, αν και ο δεύτερος δεν αποκάλυψε καμία απόρρητη πληροφορία. Ο Εσπινόζα ένιωσε ιδιαίτερη εκτίμηση για το Γκεβάρα ως στρατιώτη και ως άνδρα, και ήταν περίεργος να μάθει περισσότερα για τη «θρυλική προσωπικότητα» του. Ο Γκεβάρα απάντησε σε όλες του τις ερωτήσεις χρησιμοποιώντας λέξεις όπως «ίσως» και «πιθανόν». Νωρίς το πρωί της 9ης του Οκτώβρη, η ομάδα έλαβε την εντολή να εκτελέσει το Γκεβάρα και τους άλλους συλληφθέντες. Προηγουμένως, ο αρχιστράτηγος Σαντάνα, αρχηγός της 8ης Μεραρχίας, είχε λάβει ξεκάθαρες εντολές να κρατήσει ζωντανούς τους κρατούμενους. Οι στρατιώτες που εμπλέκονταν στην υπόθεση δε γνώριζαν από πού έρχονταν οι εντολές, αλλά ένιωθαν ότι πήγαζαν από τις ύψιστες βαθμίδες.
[Α] Απόσπασμα απ’ το «Ο θάνατος του Τσε Γκεβάρα», εξηγώντας το ρόλο του Ροντρίγκεζ, πράκτορα της CIA υπεύθυνου για τις τακτικές κινήσεις των ομάδων Α και Β:
«Παρόλο που προφανώς ήταν υπό τις οδηγίες της CIA να «κάνει ότι είναι δυνατόν για να τον κρατήσει ζωντανό», ο Ροντρίγκεζ μετέφερε τη διαταγή να εκτελεστεί ο Γκεβάρα από το Βολιβιανό Ανώτατο Στρατηγείο στους στρατιώτες στο Λα Ιγκέρα – ο ίδιος τους συμβούλεψε να μην πυροβολήσουν το Γκεβάρα στο πρόσωπο ώστε τα τραύματα να φαίνονται ως τραύματα μάχης [ώστε να καλύψουν την παράνομη εκτέλεση χωρίς δίκη] – και ενημέρωσε προσωπικά τον Τσε ότι αναμένετο να πεθάνει. Έπειτα από την εκτέλεση, ο Ροντρίγκεζ πήρε το ρολόι Ρόλεξ του Τσε, συχνά επιδεικνύοντας το στους ρεπόρτερς τα επόμενα χρόνια».
Ο Λοχαγός Φράντο έδωσε την εντολή στον υπολοχαγό Πέρες να εκτελεστεί ο Γκεβάρα, κάτι που ο Πέρες δεν ήταν δυνατό να φέρει εις πέρας – έτσι η εντολή δόθηκε στο λοχία Τεράν, της Ομάδας Α. Σε αυτό το σημείο ο Πέρες ρώτησε τον Γκεβάρα εάν επιθυμεί κάτι πριν την εκτέλεση του. Ο Γκεβάρα απάντησε ότι το μόνο που ήθελε ήταν «να πεθάνει με γεμάτο στομάχι». Ο Πέρες στην συνέχεια τον ρώτησε εάν είναι «υλιστής» ζητώντας να έχει μόνο φαγητό. Ο Γκεβάρα επέστρεψε στην προγενέστερη συμπεριφορά του απαντώντας με ένα «ίσως». Τότε ο Πέρες τον αποκάλεσε «αξιολύπητο ανθρωπάκι» και έφυγε απ’ το δωμάτιο. Μέχρι τότε, ο λοχίας Τεράν είχε ενισχύσει τη διάθεση του με κάμποσες μπύρες και επέστρεψε στο δωμάτιο όπου ο Γκεβάρα στέκονταν όρθιος, με σταυρωμένα τα χέρια δηλώνοντας: «Ξέρω για ποιο λόγο ήρθες, είμαι έτοιμος». Ο Τεράν, αφού τον κοίταξε για λίγα λεπτά και έπειτα είπε: «όχι, κάνεις λάθος, κάθησε». Έπειτα ο ταγματάρχης έφυγε απ’ το δωμάτιο για μικρό διάστημα.
Ο «Γουίλι», ο κρατούμενος που είχε συλληφθεί μαζί με το Γκεβάρα, κρατούνταν σε ένα μικρό δωμάτιο, λίγα μέτρα μακριά. Την ώρα που ο Τεράν περίμενε έξω προσπαθώντας να συγκρατήσει τα νεύρα του, ο λοχίας Χουόκα εισήλθε και πυροβόλησε τον «Γουίλι». Ο Γουίλι ήταν κουβανός και σύμφωνα με πηγές ήταν ο υποκινητής των ταραχών των μεταλλορύχων στη Βολιβία. Ο Γκεβάρα άκουσε τον κρότο του πυροβολισμού και για πρώτη φορά φάνηκε να τρομάζει. Ο ταγματάρχης Τεράν επέστρεψε στο δωμάτιο που κρατούνταν ο Γκεβάρα και όταν εισήλθε, ο Τσε στάθηκε όρθιος κοιτώντας τον. Ο Τεράν του είπε να καθήσει αλλά αυτός αρνήθηκε δηλώνοντας: «Αυτό θα το υπομείνω όρθιος». Ο ταγματάρχης άρχισε να εκνευρίζεται και του επανέλαβε να καθήσει αλλά ο Γκεβάρα δεν απάντησε. Τελικώς, ο Γκεβάρα του είπε: «Να ξέρεις αυτό. Πρόκειται να σκοτώσεις μόνο έναν άνδρα». Ο Τεράν πυροβόλησε μια φορά με την Μ2 καραμπίνα του, χτυπώντας το Γκεβάρα ο οποίος έπεσε με δύναμη στον τοίχο του μικρού χτίσματος.
[Β] Ο πράκτορας της C.I.A. Φελίξ Ροντρίγκεζ, που διέταξε την εκτέλεση του Τσε, έχει δώσει μιά διαφορετική εκδοχή των γεγονότων:
1:30 μ.μ: Η τελευταία μάχη του Τσε λαμβάνει τέλος στο Κουεμπράδα δελ Γιούρο. Ο Σιμόν Κούβα (Γουίλι) Σαράμπια, ένας βολιβιανός μεταλλωρύχος, ηγείται της αντάρτικης ομάδας. Ο Τσε τον ακολουθεί και δέχεται πυροβολισμούς στο πόδι αρκετές φορές. Ο Σαράμπια βοηθά τον Τσε να σηκωθεί και προσπαθεί να τον κουβαλήσει μακρυά απ’ τα διασταυρούμενα πυρά. Τον αφήνει στο έδαφος και επιστρέφει στη μάχη. Περικυκλωμένος σε απόσταση λιγότερη από 10 μέτρα, δέχεται συνεχή πυρά από τους καταδρομείς. Ο Τσε επιχειρεί να ανταποδώσει τα πυρά, αλλά δε μπορεί να κρατήσει σταθερά το όπλο με το ένα χέρι. Δέχεται χτύπημα και πάλι στο δεξί πόδι, το όπλο πετάγεται απ’ το χέρι του και τρυπά ο δεξιός του βραχίονας. Την στιγμή που οι στρατιώτες πλησιάζουν τον Τσε, αυτός φωνάζει: “Μην πυροβολείτε! Είμαι ο Τσε Γκεβάρα και αξίζω γιά σας περισσότερο ζωντανός παρά νεκρός”. Η μάχη τελειώνει περίπου στις 3:30 μ.μ. Ο Τσε συλλαμβάνεται αιχμάλωτος…
Ο Ροντρίγκεζ εισέρχεται στην αίθουσα του σχολείου να ενημερώσει τον Τσε γιά τις εντολές της βολιβιανής στρατιωτικής ηγεσίας. Ο Τσε αντιλαμβάνεται και λέει, “είναι καλύτερα έτσι… Δεν θα έπρεπε ποτέ να συλληφθώ ζωντανός”. Ο Τσε παραδίδει στον Ροντρίγκεζ ένα μήνυμα γιά τη γυναίκα του και το Φιντέλ, αγκαλιάζονται και ο Ροντρίγκεζ εγκαταλείπει το δωμάτιο.
(Μετάφραση – Επιμέλεια: Νικόλαος Μόττας)
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα