Αγαπητοί φίλοι, Μπορείτε να στέλνετε τα κείμενά σας στο palmografos@gmail.com - Δωρεάν δημοσίευση Αγγελιών στο palmografos@gmail.com

Γιάννη Ρίτσου «Πρωινό άστρο» - Της Γιόλας Αργυροπούλου-Παπαδοπούλου*

Αρχική | Τέχνες - Επιστήμες | Ποίηση | Γιάννη Ρίτσου «Πρωινό άστρο» - Της Γιόλας Αργυροπούλου-Παπαδοπούλου*

Στην κόρη μου Έρη

 

ΚΟΡΙΤΣΑΚΙ μου, θέλω να σου φέρω

τα φαναράκια των κρίνων

να σου φέγγουν τον ύπνο σου.

 

 

Θέλω να σου φέρω

ένα περιβολάκι

ζωγραφισμένο με λουλουδόσκονη

πάνω στο φτερό μιας πεταλούδας

για να σεργιανάει το γαλανό όνειρό σου.

 

Θέλω να σου φέρω

ένα σταυρουλάκι αυγινό φως

δυο αχτίνες σταυρωτές απ’ τους στίχους μου

να σου ξορκίζουν το κακό

να σου φωτάνε

μη μου σκοντάψεις, κοριτσάκι,

έτσι γυμνόποδο και τρυφερό

στ’ αγκάθι κ’ ενός ίσκιου.

 

Κοιμήσου.

Να μεγαλώσεις γρήγορα.

Έχεις να κάνεις πολύ δρόμο, κοριτσάκι,

κ’ έχεις δυο πεδιλάκια μόνο από ουρανό.

Κοιμήσου.

 

Το πρόσωπο της μητερούλας φέγγει

πάνω απ’ τους ρόδινους λοφίσκους του ύπνου σου

εαρινό φεγγάρι

ανάμεσα απ’ τα στάχυα της έγνοιας της

και τα τριαντάφυλλα των τραγουδιών μου.

Κοιμήσου, κοριτσάκι.

Είναι μακρύς ο δρόμος.

Πρέπει να μεγαλώσεις.

Είναι μακρύς μακρύς μακρύς ο δρόμος…

 

 

Οι στίχοι αυτοί αποτελούν την πρώτη ενότητα της Συλλογής του Γιάννη Ρίτσου «Πρωινό άστρο», που γράφτηκε στην Αθήνα τον Σεπτέμβριο του 1955 και αφιερώθηκε στην κόρη του Έρη. Ο υπότιτλος «Μικρή εγκυκλοπαίδεια υποκοριστικών» μόνον τυχαίος δεν μπορεί να θεωρηθεί, αφού σε ολόκληρο το ποίημα απαντούν συνεχώς υποκοριστικά, τα οποία καθιστούν πραγματικά απέραντη αυτή τη θάλασσα της τρυφερότητας, που αποπνέει η σύνθεση… (Κοριτσάκι, φαναράκια, περιβολάκι, σταυρουλάκι, πεδιλάκια, μητερούλα, λοφίσκοι).

Το 1954, ο Γιάννης Ρίτσος παντρεύτηκε τη Φαλίτσα Γεωργιάδη, παιδίατρο από τη Σάμο, την οποία είχε γνωρίσει ως φοιτήτρια, κατά την περίοδο της Κατοχής.

Η αγαπημένη μου με χάιδεψε.

Έγινα ένα δάσος

ένα δάσος απέραντο.

Μέσα στο δάσος

τρέχει γυμνή η αγαπημένη μου

κόβοντας μαργαρίτες.

Οι μαργαρίτες φέγγουν τα στήθη της

φέγγουν την κοιλιά της

φέγγουν τα χέρια της, τα πόδια της,

το πρόσωπό της.

Η αγαπημένη μου γέμισε ανταύγειες.

Πάνω της

το δάσος τρέμει σκοτεινό

περιμένοντας

την καταιγίδα και τους ξυλοκόπους.

Πώς να το αντέξει πάνω της η αγαπημένη μου

ένα πελώριο δάσος σκοτεινό;

 

Κρύβομαι πίσω απ’ τους κορμούς των δέντρων.

 

Πρόκειται για το υπ’ αριθμ. ΧΙΙ ποίημα της Συλλογής του Ρίτσου «Στίχοι από σκισμένα ποιήματα» (1938 – 1952). Το συγκεκριμένο ποίημα, που γράφτηκε στην Αθήνα, τον Δεκέμβριο του 1952, πιθανολογείται να αποτελούσε τον «προάγγελο» της συζυγικής ευτυχίας του Ρίτσου, όπως και το ποίημα «Δοξολογία» ΙΙ, από την ίδια Συλλογή:

Αν δείτε δυο άστρα να φιλιούνται με τα ράμφη τους

είναι γιατί χαμογελά η αγαπημένη μου.

Το 1955, η ευτυχία του Γιάννη Ρίτσου και της γυναίκας του Φαλίτσας κορυφώθηκε με την γέννηση της κόρης τους Έρης, για την οποία έγραψε ο ποιητής το «Πρωινό άστρο» του, μια εκπληκτικού κάλλους εκτενή σύνθεση, αποτελούμενη από 19 ενότητες. «Το πατρικό φίλτρο μέλλει ν’ αποδειχθεί ισχυρότερο από τον συζυγικό έρωτα» παρατηρεί εύστοχα ο Παντελής Πρεβελάκης («Ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος», Εκδόσεις Κέδρος, 1981, σελ. 201). Και πράγματι, όλο αυτό το έργο φανερώνει την άφατη τρυφερότητα του Ρίτσου για το μοναχοπαίδι του· δηλώνει μιαν αγάπη που παρόμοιά της δεν φαίνεται να έχει νοιώσει ποτέ άλλοτε ο ποιητής· εκφράζει μια λατρεία που εξαιτίας της ο Ρίτσος αισθάνεται συμφιλιωμένος πια με τον καθένα και με το καθετί…


ΚΟΡΙΤΣΑΚΙ

πώς τα φίλιωσες όλα, πώς τα ’σμιξες –

καμιά φωνή δε λέει μου «όχι»,

έτσι καθώς με δένεις

μ’ εχτρούς και φίλους

με τα παλιά και τ’ αυριανά

όλα αυριανά

κι όλα για πάντα.

 

Πού ’ναι ο παλιός γκρεμνός; – δε βλέπω –

γκρεμνός δεν είναι –

γεφύρι εσύ

κι ούτε γεφύρι,

ζωή.

 

Ανάμεσα στη μάνα σου και μένα

εσύ

ανάμεσα στο χτες και τ’ αύριο

εσύ

ανάμεσα στο χώμα και το φως

εσύ –

η ζωή τραβάει, τραβάει

κ’ η σιωπή

άκου πώς μιλάει

πώς χαμογελάει.

 

Έτσι καθώς με φίλιωσες

μ’ εχτρούς και φίλους

οι φλέβες μου μες στα πουλιά

οι ρίζες μου στη θάλασσα

τα φύλλα μου στ’ αστέρια.

Έτσι να κάνω θα διαβώ

με μια μονάχα δρασκελιά

γη κι ουρανό…

 

Ολόκληρο το ποίημα, γραμμένο μ’ έναν άκρατο λυρισμό και με μιαν άμετρη ευαισθησία, απευθύνεται από την αρχή μέχρι το τέλος στο λατρεμένο, νεογέννητο μωρό… Έτσι, ο λόγος του ποιητή, σε όλη τη σύνθεση, είναι γραμμένος κυρίως στο β΄ πρόσωπο: Κοιμήσου, κοριτσάκι…, Να μεγαλώσεις γρήγορα…, Κράτησέ με, κοριτσάκι…, Ανοίγεις τα ματόφυλλα…, Έτσι παιδί που μ’ έκανες, παιδί μου…, Έλα να σου συστήσω ένα τριαντάφυλλο / να παίξετε μαζί στον κήπο…, Πώς άλλαξες τον κόσμο, κοριτσάκι… Και βέβαια σε όλο το έργο επαναλαμβάνεται συχνά, σαν ηχώ επίμονη κι ατελεύτητη ή σαν το ρεφρέν της πιο γλυκιάς μελωδίας, η προσφώνηση Κοριτσάκι ή Κοριτσάκι μου, με την οποία άλλωστε αρχίζει (Κοριτσάκι μου, θέλω να σου φέρω…) και τελειώνει (Περπάτα, κοριτσάκι) η σύνθεση. Βέβαια, κάποιες φορές, συναντάμε τη χρήση του α΄ προσώπου, καθώς ο ποιητής επιθυμεί να εξάρει αυτή την ιερή, την πρωτόγνωρη χαρά που του έχει προξενήσει η γέννηση του παιδιού του…


Κ’ εγώ τραγουδάω,

δεν ξέρω γιατί,

τραγουδάω.

 

Έχω ένα κοριτσάκι

έχω ένα κοριτσάκι.

Είμαι ένα δέντρο μες στη μέση τ’ ουρανού.

Πολλά αστρουλάκια

πολλά λουλούδια

πολλοί καρποί.

Τραγουδάω…

Το παιδί μου κοιμήθηκε

κ’ εγώ τραγουδάω…

 

…Θα βουρτσίσω το παντελόνι μου

απ’ τη σκόνη των άστρων

απ’ τα μικρά σμαράγδια της θάλασσας,

θα βγω στο δρόμο

να δω τετράγωνα τα πράγματα

να δω τους αριθμούς των σπιτιών

να ξεχωρίσω τα ονόματα

και τ’ όνομά μου…

 

Η παρουσία του φυσιολατρικού στοιχείου είναι ιδιαίτερα έντονη μέσα στη συλλογή. Ουρανός και θάλασσα, μικρά ζώα, πουλιά κι έντομα, δένδρα, καρποί και λουλούδια· κι όλα αυτά, μέσα στο άπλετο φως της ζωογόνου άνοιξης, δένονται άρρηκτα με τα υποκοριστικά, χρησιμοποιούνται για ξεχωριστές προσωποποιήσεις, παρομοιώσεις και μεταφορές, και συμβάλλουν – σε μέγιστο βαθμό – στην δημιουργία ενός εξαιρετικού, από κάθε άποψη, Ποιητικού Λόγου…


…Κοριτσάκι,

ένα λευκό π ε ρ ι σ τ ε ρ ά κ ι

με δυο φτερά ανοιχτά

την κούνια σου φωτά…

 

…Κοιμήσου, κοριτσάκι.

Ανάμεσα σε δυο αστραπές χαμόγελα

ένα γλαυκό – γλαυκό ε λ α φ ά κ ι σε κοιτάζει.

Ένα μικρό – μικρό ποτάμι α σ τ έ ρ ι α

και δυο κ ε ρ ά σ ι α

σου φέρνει το ε λ α φ ά κ ι…

 

…Κάτω απ’ τα τ ρ ι α ν τ α φ υ λ λ έ ν ι α πέλματά σου

δυο καρδιές –

η καρδιά της μητέρας

η καρδιά του πατέρα.

Πάτα γερά.

Δε θα πέσεις…

 

…Ένα α η δ ο ν ά κ ι

νοτισμένο από α σ τ έ ρ ι α πρωινά

πήρε τη θέση της καρδιάς μου…

 

…Με χίλια βελουδένια χέρια

χειροκροτάνε τα λ ο υ λ ο ύ δ ι α…

 

…Ένα π ε ρ ι σ τ ε ρ ά κ ι

κρατώντας μες στο ράμφος του

μια θαλασσιά κορδέλα θ ά λ α σ σ α

γράφει στον αέρα κύκλους – κύκλους

και μες στους κύκλους

περνοδιαβαίνουνε ψ α ρ ά κ ι α

χρυσά, γαλάζια, βιολετιά ψ α ρ ά κ ι α…

 

…Μια κ α ρ δ ε ρ ί ν α

άφησε μισόχτιστο το σπίτι της

κ’ ήρθε να σε δει…

 

...Τα σ τ α φ ύ λ ι α ανάβουν

κόκκινα και κίτρινα

βιολετιά, μενεξεδένια φαναράκια

και μου φέγγουν να σου γράφω

τα τραγούδια σου…

 

…Ο κ ο κ κ ι ν ο λ α ί μ η ς

πήδηξε στην κούνια σου

και με δυο χαντρίτσες ευτυχία

σε κοιτάει και γελάει.

Είδες πώς γελάνε τα π ο υ λ ά κ ι α;

Νάνι – νάνι, κοριτσάκι…

 

…Η ά ν ο ι ξ η σού αφήνει

κάτου απ’ το μαξιλάρι σου

όλα τα κλειδιά της

για τις πόρτες των π ο υ λ ι ώ ν

για των σ π ό ρ ω ν τα σεντούκια

και για τους φεγγίτες των η λ ι ο τ ρ ό π ι ω ν…

 

…Ξύπνησες, κοριτσάκι;

Ξύπνησε ο ή λ ι ο ς…

 

Η γέννηση της Έρης δεν αποτελεί μόνο πηγή έμπνευσης για τον Ρίτσο· είναι ένα «μαγικό» γεγονός που τον συναρπάζει, τον συγκλονίζει, τον εκστασιάζει, τον κάνει να παραληρεί· ο ποιητής πιστεύει πως ο ερχομός αυτού του παιδιού είναι η αρχή της δημιουργίας, η αφετηρία του κόσμου ολόκληρου…


…Κοριτσάκι,

προχτές γεννήθηκες εσύ,

χτες η μητέρα σου κ’ εγώ,

σήμερα ο κόσμος…

 

Διαβάζοντας το «Πρωινό άστρο» διαπιστώνει κανείς, μέσ’ από μερικούς στίχους, και το εξής: ότι στο έργο αυτό αφυπνίζεται η χριστιανική ατμόσφαιρα των παιδικών χρόνων του ποιητή. Ο «ουρανός» με τη θρησκευτική έννοια της λέξης, τα αγγελούδια, ο Παράδεισος και ο Θεός είναι παρόντες…


…Η μητέρα που λείπει

έχει βγει μια στιγμή στον ουρανό

να ποτίσει

τα λουλουδάκια των άστρων.

 

Δυο μικρά αγγελούδια

τη συνάντησαν

στο πιο δροσερό

μονοπάτι του Παράδεισου.

 

Τη ρωτήσανε για σένα, κοριτσάκι,

βγάλαν δυο φτερά από τα φτερά τους

και στα στέλνουν

να τα βρέξεις στην καρδιά μας

και να γράψεις στο θεό.

 

Γράψ’ του:

«Καλέ θεούλη

εμείς είμαστε καλά.

Κάνε, καλέ θεούλη,

να ’χουν όλα τα παιδάκια

ένα ποταμάκι γάλα

μπόλικα αστεράκια

μπόλικα τραγούδια.

Κάνε, καλέ θεούλη,

να ’ναι όλοι καλά

έτσι που και μεις να μη ντρεπόμαστε

για τη χαρά μας».

 

Ένα ακόμη στοιχείο, που μπορεί να επισημάνει κανείς μέσα σ’ αυτό το ποίημα, είναι το «ανθρωπιστικό πνεύμα» του Ρίτσου, ο οποίος πραγματεύεται σε κάποιους στίχους του την «τραγωδία» της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι.


Στη Χιροσίμα, κοριτσάκι,

είταν κάτι παιδάκια, κοριτσάκι,

είταν κάτι μανούλες, κοριτσάκι,

– όχι, δε θέλω να σου πω –

είταν κάτι παιδάκια, κοριτσάκι…

 

Πρέπει να ξέρεις.

Την ώρα που γεννήθης, κοριτσάκι,

ακούστηκε το πρώτο τζιτζικάκι

ύστερ’ από δέκα χρόνια,

σκέψου, κοριτσάκι,

ύστερ’ από δέκα χρόνια

στο Ναγκασάκι…

 

Ο συνθέτης Χρήστος Λεοντής, ο οποίος πρόσφατα μελοποίησε το «Πρωινό άστρο», έχει εύστοχα παρατηρήσει ότι «….το ποίημα ξεφεύγει από τη σχέση του πατέρα προς το νεογέννητό του και προχωρεί τα πράγματα πολύ πιο πέρα».

 

 

Πράγματι, μέσ’ απ’ αυτόν τον ξεχειλισμένο από τρυφερότητα πατρικό μονόλογο προς το νεογέννητο μοναχοπαίδι του, διαφαίνονται τα οράματα του Ποιητή Ρίτσου για έναν καινούργιο κόσμο, όπου δεν θα υπάρχουν τα δεινά που μέχρι τώρα μαστίζουν την ανθρωπότητα, όπως ο πόλεμος, ο πόνος, η πικρία και η πείνα…


Οι άνθρωποι είναι λυπημένοι –

δε συχωρνάνε τη χαρά μας.

Πρέπει να θυμηθούμε, κοριτσάκι –

οι άνθρωποι είναι κουρασμένοι.

 

Πρέπει να πάρουμε στα χέρια μας

τα πικρά τους χέρια

τα γονατισμένα χέρια τους…

 

…Κ’ εγώ ανασκουμπωμένος, κοριτσάκι μου,

ψωμάς του κόσμου, κοριτσάκι,

όλος πιτσιλισμένος απ’ τ’ αλεύρι των άστρων

κι απ’ το αίμα των ανθρώπων,

ζυμώνω την καρδιά μου μες στη σκάφη του ήλιου

και φτιάχνω τα φαρδιά ψωμιά του τραγουδιού μου

να μην πεινάσει φως ο κόσμος,

να μην πεινάσεις, κοριτσάκι.

 

Δος μου το χέρι σου κι αργήσαμε.

Μας περιμένουν απ’ ώρα, κοριτσάκι.

 

Περπάτα, κοριτσάκι.

 

Ο Παντελής Πρεβελάκης (σελ. 203) γράφει χαρακτηριστικά για τον Ρίτσο – Ποιητή του «Πρωινού άστρου»: «Ένας Ρίτσος αγνώριστος. Το Πρωινό άστρο είναι, θαρρείς, γραμμένο από το χέρι της Τιτάνιας, ή ζωγραφισμένο από το Νικόλαο Γύζη της “Ανοιξιάτικης συμφωνίας”».

56 χρόνια έχουν περάσει από τότε που ο Ρίτσος έγραψε το «Πρωινό άστρο» του. Η Έρη παντρεύτηκε κι απόκτησε κι εκείνη μια κόρη. Κι όμως, συλλογίζομαι με συγκίνηση πως κάποιες φορές η ώριμη πια αυτή γυναίκα δεν μπορεί παρά να νοιώθει κοριτσάκι, εκείνο το κοριτσάκι, στο οποίο ο Μεγάλος Ποιητής – Πατέρας αφιέρωσε μια ολόκληρη Συλλογή… Αρκεί να την κρατήσει στα χέρια της, αρκεί να την ξεφυλλίσει, αρκεί να διαβάσει ελάχιστους μόνον στίχους…


Άλλη χαρά

δεν είναι πιο μεγάλη

απ’ τη χαρά που δίνεις.

Να το θυμάσαι, κοριτσάκι.

 

*Η κυρία Γιόλα Αργυροπούλου – Παπαδοπούλου είναι επ. καθηγήτρια της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών και ποιήτρια

 





Πρόσθεσέτο στο Facebook Πρόσθεσέτο στο Twitter

Τάσος Λειβαδίτης: ο ποιητής που νήστεψε την αμαρτία

31 Οκτωβρίου 2023, 21:46
Γράφει ο Ελισσαίος Βγενόπουλος Σαν σήμερα 30 Οκτωβρίου πέθανε ο ποιητής που νήστεψε την αμαρτία   Ο ήλιος ...

Η γυναίκα ως πηγή έμπνευσης των Ελλήνων ποιητών - της Γιόλας Αργυροπούλου-Παπαδοπούλου

08 Μαρτίου 2023, 13:19
(από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα)     «Με την πρώτη σταγόνα της βροχής σκοτώθηκε το καλοκαίρι Μουσκέψανε τα ...

Γιάννη Ρίτσου, "Γράμματα από το Μέτωπο"

28 Οκτωβρίου 2022, 19:13
1. Μάνα, τὸν ἥλιο ἐδῶ σκεπάζουν ἴσκιοικι ἀναπαμὸ ποτὲ ἡ καρδιὰ δὲ βρίσκει ἕνα:οἱ αὐγὲς ...


Σχολιάστε το άρθρο:



συνολικά: | προβολή:

Newsletter
Email:
Λέξεις κλειδιά
Αξιολογήστε αυτο το άρθρο
4.00