Αγαπητοί φίλοι, Μπορείτε να στέλνετε τα κείμενά σας στο palmografos@gmail.com - Δωρεάν δημοσίευση Αγγελιών στο palmografos@gmail.com

Αντί μνημοσύνου...

Αρχική | Απόψεις | Αντί μνημοσύνου...

Φωτο: "Μέχρις εσχάτων" - Πίνακας του Αλέξανδρου Αλεξανδράκη

 

 

 

 

Για ένα πράγμα μόνο επέτρεψα σήμερα στον εαυτό μου να κλάψει: Για εκείνους που πολέμησαν, ακρωτηριάστηκαν ή πέθαναν για ετούτον εδώ τον τόπο, που εμείς ασύστολα και ανερυθρίαστα εξανδραποδίσαμε. Όχι, δεν έκλαψα για τα μαρτύρια και τα δεινά που πέρασαν, γιατί εκείνοι είχαν βρει τον τρόπο - με τη δύναμη της πίστης για το υψιπετές, φαντάζομαι - και, όχι μόνο δεν βαρυγκωμούσαν, αλλά απεναντίας, χλεύαζαν κιόλας το θάνατο. Έκλαψα, γιατί σήμερα σκυλέψαμε τη μνήμη τους, ασελγήσαμε στα ιδανικά τους και τελικά, μέσα στη δίνη της ζοφερής ελληνικής πραγματικότητας που σαν κινούμενη άμμος μας καταπίνει, δεν τους μνημονεύσαμε.

Για το κατάντημα της χώρας μου, δεν πρόκειται ποτέ να επιτρέψω στον εαυτό μου να κλάψει. Μόνο οργή τον αφήνω να νοιώσει. Οργή και αγανάκτηση, όχι μόνο για τους πολιτικούς – το νόμισμα έχει δύο πλευρές – αλλά για όλους μας. Όλους εμάς που με την ενεργητική ή παθητική στάση μας, επιτρέψαμε να φτάσουμε ως εδώ, ο καθένας με το μικρό ή μεγάλο μερίδιο ευθύνης του, συντηρώντας ένα σαθρό και τελικά αυτοκαταστροφικό πελατειακό και διεφθαρμένο σύστημα.

Όμως, το αντικείμενο του άρθρου αυτού δεν είναι η παρούσα θλιβερή πολιτική κατάσταση. Είναι οι ήρωες εκείνοι που ξεχάστηκαν, που δεν τιμήθηκαν. Στα ραδιόφωνα δεν άκουσα αφιερώματα, πλην ελαχίστων, στα σχολειά οι γιορτές μισές και σακατεμένες, παρελάσεις για γέλια και για κλάματα, όπου πολιτικοί – καραγκιόζηδες έχουν το θράσος να στήνονται κουστουμαρισμένοι και στο τέλος να προπηλακίζονται. Και όλοι εμείς μαζί – τι θέαμα κι αυτό, Θεέ μου – να ξιφουλκούμε, μοιάζουμε, πάνω στους τάφους των νεκρών κι ο πλανήτης όλος να γελά μαζί μας.

Και οι ήρωές μας; Ποια τιμή αποδόθηκε στους ήρωές μας; Στους πατεράδες μας, τους παππούδες μας. Γιατί κάθε ελληνική οικογένεια σχεδόν είχε κι έναν ήρωα σ’ εκείνο τον πόλεμο, από απλό εργάτη κι αγρότη, μέχρι διανοούμενο κι επιστήμονα. Ή μήπως η λέξη «ήρωας» κινδυνεύει να καταντήσει πλέον άγνωστη; Όμως εγώ, τους θέλω πίσω του ήρωές μου. Τους θέλω εδώ. Τους ήρωες των παιδικών μου χρόνων, που ξεπηδούσαν μέσα από τις ιστορίες των γονιών μου, των θείων μου, της γιαγιάς μου. Τους ήρωες της Ζωρζ Σαρρή και της Μέλπως Αξιώτη. Τους ήρωες των σχολικών γιορτών, που ζωντάνευαν με τα τραγούδια του Θεοδωράκη. Τελικά, ποιος τίμησε σήμερα αυτούς τους νεκρούς;

Επιτρέψτε μου να μοιραστώ μαζί σας ένα απόσπασμα από το βιβλίο μου «Μετά την Καταστροφή, Σμύρνη – Κατοχή», (Εκδ. Ιωλκός), ως ελάχιστο φόρο τιμής σ’ εκείνους τους αγαπημένους νεκρούς, αντί μνημοσύνου. Για να ξαλαφρώσει η καρδιά μου. Δεν έχω άλλο τρόπο να τους τιμήσω, παρά μόνο αυτόν. Και το κεράκι που κρατώ αναμμένο πάντα στην πιο πολύτιμη γωνιά της καρδιάς μου, σε ένδειξη ευγνωμοσύνης. Ας αναπαύονται εν ειρήνη.

«…Πράγματι, στα μέσα του Νοέμβρη, οι πρώτοι τραυματίες αρχίζουν να καταφθάνουν στην Αθήνα. Οι πιο σοβαρές περιπτώσεις , όπου υπήρχε δυνατότητα, με στρατιωτικά αεροπλάνα. Οι υπόλοιποι με τρένα. Η υποδοχή που τους επιφύλασσε ο κόσμος ήταν πραγματικά συγκινητική. Ακόμα όμως πιο συγκινητική ήταν η εικόνα των φορείων που έβγαιναν ένα ένα από τα βαγόνια του τρένου, στο σταθμό Λαρίσης, πλαισιωμένα από τις νοσοκόμες του Ερυθρού Σταυρού, που έδιναν κι αυτές την μάχη τους στην πρώτη γραμμή.

Χριστέ μου! Πώς έφυγαν και πώς γύρισαν! Αυτοί ήταν που λίγες μέρες πριν έφευγαν για το Μέτωπο «με το χαμόγελο στα χείλη» και τώρα να ‘τοι… Τυλιγμένοι πάνω στα φορεία με στρατιωτικές κουβέρτες, κάτωχροι, ταλαιπωρημένοι, άρρωστοι, να καίνε από τον πυρετό. Οι στρατιώτες με τα πελιδνά πρόσωπα και τα θλιμμένα μάτια. Μπορούσαμε να καταλάβουμε πως, σε μερικά φορεία, ενώ τα πόδια θα έπρεπε να σχηματίζουν δύο βουναλάκια κάτω από την κουβέρτα, σχημάτιζαν μόνο ένα…

Ο Θεμιστοκλής κι εγώ ήμασταν ανάμεσα στο πλήθος που, κραδαίνοντας ελληνικές σημαίες και τραγουδώντας τον εθνικό ύμνο, αποθέωνε τους τραυματίες. Είχε διαδοθεί η πληροφορία της άφιξης του πρώτου τρένου από το Μέτωπο κι ο κόσμος έτρεξε αυθόρμητα, γεμάτος ενθουσιασμό. Άλλοι περίμεναν δικούς τους ανθρώπους, άλλοι όχι. Έτσι κι αλλιώς, όλοι οι στρατιώτες τότε ήταν «δικοί μας» άνθρωποι.

Από το σταθμό Λαρίσης οι τραυματίες μεταφέρονταν στον Ερυθρό Σταυρό ή στο Αρσάκειο του Ψυχικού, που είχε μετατραπεί σε νοσοκομείο. Πολλές σχολές, εξ άλλου, σχολεία και ξενοδοχεία όπως του Απέργη, το Παλλάς και το Σεσίλ στην Κηφισιά, είχαν μετατραπεί σε νοσοκομεία κρυοπαγημάτων. Πενήντα καινούρια νοσοκομεία δημιουργήθηκαν κατ’ αυτόν τον τρόπο, προκειμένου να καλύψουν τις ανάγκες των παγόπληκτων.

Σε όλο το μήκος της διαδρομής ήταν παραταγμένη η κοσμοπλημμύρα με τις σημαίες και τις ζητωκραυγές: Τιμή και δόξα στους ήρωες! Κανένα μάτι δεν έμεινε στεγνό με το θέαμα. Όσο κι αν προσπαθούσα να κάνω τη γενναία, ένας κόμπος μ’ έπνιγε συνέχεια στο λαιμό και τα μάτια μου δεν σταμάτησαν να τρέχουν. Ήμασταν στην αρχή της Σταδίου. Ανάμεσα στα αλαλάζοντα πλήθη, τα νοσοκομειακά αυτοκίνητα, το ένα πίσω από το άλλο, άνοιγαν δρόμο, σχηματίζοντας πομπή. Ο κόσμος είχε κολλήσει επάνω στα οχήματα, προσπαθούσε να δει μέσα, πέταγε λουλούδια, ήθελε να τους αγγίξει, να τους αγκαλιάσει. Κι όμως, εκεί μέσα εκείνοι αργοπεθαίνανε…

Παρ’ όλο τον ενθουσιασμό και τις ζητωκραυγές, που οπωσδήποτε ήταν ο ελάχιστος φόρος τιμής που μπορούσαμε να αποτίσουμε σ’ εκείνα τα παλικάρια, η πομπή έμοιαζε να ξεχειλίζει από θλίψη, σαν νεκρώσιμη ακολουθία. Ντρεπόμουν για τις σκέψεις μου, τη στιγμή που ο περίγυρός μου ξεχείλιζε από χαρά, μα λυπόμουν τόσο! Σπάραζε η καρδιά μου σαν φανταζόμουν πως θα μπορούσε εκεί μέσα να είναι το παιδί μου, ο αδερφός μου ή ο άντρας μου. Ένα μεγάλο ερωτηματικό βασάνιζε την ψυχή μου: Γιατί τόσο αίμα; ΓΙΑΤΙ; Τα υψηλά ιδεώδη και οι μεγάλες ιδέες, έτσι κι αλλιώς, παραμένουν ανενεργά χωρίς την ανθρώπινη ζωή.

Αργά προχωρούσε η πομπή, τα νοσοκομειακά αυτοκίνητα πανομοιότυπα. Εμείς αποθεώναμε κι εκεί μέσα υπήρχαν άνθρωποι σακατεμένοι, ακρωτηριασμένοι, ετοιμοθάνατοι, αναίσθητοι και πεθαμένοι, μέσα στη δυσοσμία της γάγγραινας και την πνιγηρή μυρωδιά του αίματος από τις ανοιχτές πληγές. Τόσο ήμουν συγκινημένη, που ούτε ένα «ζήτω» δεν μπόρεσα ν’ αρθρώσω, ούτε το «Κορόιδο Μουσσολίνι» να τραγουδήσω. Το μόνο που έκανα ήταν να σκουπίζω τα μάτια μου με το ένα χέρι και να κρατάω τη σημαία με το άλλο. Εγώ, που τόσα είχαν δει τα μάτια μου…»

Χριστιάννα Λούπα





Πρόσθεσέτο στο Facebook Πρόσθεσέτο στο Twitter

Παύλος Πολάκης: Γκαζόζα - Του Μιχάλη Τσιντσίνη

19 Ιουλίου 2024, 14:42
2' 4" χρόνος ανάγνωσης   Γελούσε λίγο με τον εαυτό του. Εκφέροντας εκείνη τη φράση, που ...

Οι κουκούλες και οι σακούλες - Της Ιωάννας Μάνδρου

17 Ιουλίου 2024, 15:04
1' 54" χρόνος ανάγνωσης   Φωτό: Βικιπαίδεια Πριν από λίγες ημέρες, επανήλθε μετ’ επιτάσεως το αίτημα πολλών ...

Παλεύοντας με τη Λερναία Υδρα - Του Τάκη Θεοδωρόπουλου

11 Ιουλίου 2024, 23:15
1' 54" χρόνος ανάγνωσης   Τον Μάιο, μας απασχόλησε η προϊσταμένη στην εφορία της Χαλκίδας. Hταν ...


Σχολιάστε το άρθρο:



συνολικά: | προβολή:

Newsletter
Email:
Λέξεις κλειδιά
Αξιολογήστε αυτο το άρθρο
0