Πάνε τρία χρόνια που χώρισα, επιτυχώς - Της Σεμίνας Διγενή
Μία ωραία πρωία του Ιανουαρίου, του 2009 ζήτησα διαζύγιο, μετά από 26 χρόνια κοινής ζωής. Μου το έδωσε αμέσως, ίσως γιατί κατάλαβε πως δεν ήμουν πια, όπως παλιά, ερωτευμένη, δεν μ ενέπνεε εδώ και καιρό, δεν μπορούσαμε πια να ζούμε μαζί, δεν ταιριάζαμε, σχεδόν μ ενοχλούσε. Σήμερα με θυμώνει που βλέπω αυτόν τον μεγάλο έρωτα, μιας (σχεδόν) ολόκληρης ζωής, να καταρρέει, να γελοιοποιείται, να μεταμορφώνεται σ ένα πολυπλόκαμο ζόμπι που ζέχνει και παραπατάει.
Βλέπω φίλους μου ηθοποιούς, δημοσιογράφους, τεχνικούς, να χάνουν τη δουλειά τους, να πουλάνε τα σπίτια και τ αυτοκίνητά τους για να επιβιώσουν, να μη μπορούν να κατανοήσουν αυτή τη νέα θριλλερική πραγματικότητα, να διαλύονται. Βλέπω μεγάλους ανθρώπους -επί χρόνια σοβαρούς επαγγελματίες- να ξεπουλάνε την αξιοπρέπειά τους για μια παρωδία μισθού κι άλλους να τη βγάζουν ''καθαρή'', κάνοντας βρωμοδουλειές, να εκτελούν συμβόλαια εππαγελματικών θανάτων ή να κάνουν καριέρα ως ''παπαγαλάκια''. Απελπισμένοι και τρομαγμένοι άνθρωποι, που τρέμουν και τη σκιά τους.
Το μεταλλαγμένο πλέον συνάφι μου το αισθάνομαι ξένο, πολύ πιο ξένο εννοώ, γιατί ποτέ δεν κατάφερα ν αφομοιωθώ, δεν εντάχθηκα στις παρέες, δεν κατανόησα τα ''παιγχνίδια'' τους. Τα δελτία ειδήσεών (τους), λες και γράφονται και σκηνοθετούνται μόνο, απο τους ισχυρούς εργοδότες τους, των Επιχειρήσεων και της Πολιτικής, πάντως όχι από δημοσιογραφικό μυαλό και χέρι. Η δουλειά στην οποία αφοσιώθηκα από τα 17 μου χρόνια, οι εφημερίδες, το γύρισαν εδώ και χρόνια, στο ''εμπόριο'' και συχνότατα στους εκβιασμούς.. Μέσα σ αυτά τα 3 χρόνια που χώρισα, ο παλιός μεγάλος έρωτας, έβγαλε δόντια και νύχια και ξέσκισε ανθρώπους και όνειρα. Δεν μ αρέσει να τον βλέπω πια, αποφεύγω τις επαφές μαζί του, νομίζω ότι θα μολυνθώ..
Ομως δεν μπορώ να μη θυμάμα -όλο και πιο σπάνια- τις πρώτες αθώες ερωτοτροπίες, όταν τον πρωτογνώρισα..
*****************************
ΠΑΜΕ ΑΝΑΠΟΔΑ
Δεκέμβρης 2008. Περίεργη η τελευταία νύχτα στο Βερολίνο. Περπατάω επτά ώρες χαζεύοντας. Αγοράζω κολόνια στο Νικόλα, ένα “μικρό πρίγκηπα” στην Κίρκη και ένα μαντίλι σε εμένα. Το μαντίλι είναι χωρισμός; Χωρίζω από την δουλειά μου. Εικοσιέξι χρόνια σχέση, μια ζωή. Από τον καιρό που έκοβα φωτογραφίες από τα περιοδικά και τις κολλούσα σ΄ ένα τετράδιο, βάζοντας δικές μου λεζάντες, πέρασαν πολλά χρόνια. Ζούσαμε τότε ,σε ένα υπόγειο της πλατείας Αττικής. Η μαμά μου, η γιαγιά μου και εγώ.
- Τι θα γίνεις όταν μεγαλώσεις;
- Δημοσιογράφος όπως αυτοί που βγάζουν τα περιοδικά και τα Mίκυ Mάους.
Μετά, στην Ακαδημία Πλάτωνος, τα περιοδικά εκτοπίστηκαν από την τηλεόραση. Αγόρασαν συσκευή οι απέναντι, την πρώτη της γειτονιάς. Πήγαινα δευτέρα δημοτικού; Τ' απογεύματα συναγερμός. Κρεμόμουν στο παράθυρο της κολλητής και έβλεπα, μέχρι που μούδιαζαν τα πόδια μου. Στεκόμουν ώρες στις μύτες, μέχρι να πέσει η κάρτα “Μας συγχωρείτε διακοπή”.
-Εμείς πότε θα πάρουμε τηλεόραση;
-Εμείς δεν έχουμε να φάμε ραπανάκια για την όρεξη.
-Καλά πόσο κάνει μια τηλεόραση;
-Όσο δύο νοίκια μας, ξέχνα το.
Αμ δε που το ξέχναγα. Έπειθα τις φίλες μου να παίζουμε στο σαλόνι τους , που υπήρχε τηλεόραση. Υποχωρούσα σε ό,τι ήθελαν. Έπαιζα ό,τι τους άρεσε, αρκεί η τηλεόραση να είναι ανοιχτή. Έβλεπα με δέος ακόμη και τα δελτία ειδήσεων. Θεέ μου πόσο μου άρεσε ο Μπουγάς. Πιο πολύ και από τον Πασχάλη. Κάποτε στο Καβούρι , είδα τον Βενετσάνο από κοντά . Νόμιζα ότι είδα τον Θεό. Ήταν μαζί με τον Πισσάνο, την Καρολίνα και τον Τάσο Ζωγράφο. Δεν έβλεπα τίποτε, εκτός από αυτόν. Ζήλευα τόσο πολύ, που αυτός μπορούσε να είναι στην TV, να βλέπει από κοντά ηθοποιούς και τραγουδιστές, να του μιλάνε κιόλας. Μετά γνώρισα τον Μάνο Κατράκη, νόμιζα ότι είχα μπει σε ταινία.
Θέλω να γράψω πολλά στην επιστολή παραίτησης, αλλά περιορίζομαι στα τυπικά.
Έχει πολύ χιόνι στο Βερολίνο.Θα καθυστερήσουμε μία ώρα.
Πήραμε τηλεόραση όταν ήμουν ήδη γυμνασιοκόριτσο. Μονομιάς σταμάτησε το παιχνίδι, οι βόλτες, οι φιλίες πάγωσαν, οι κολλητές μούτρωσαν. Έβλεπα τα πάντα, με το Γερμανό έλιωνα. Τι ωραίο να ξέρει με το μικρό της την Αλίκη, την Τζένη, να κάνει αστεία με τον Κωνσταντάρα, το Σταυρίδη, το Ρίζο. Η συμμαθήτρια μου η Τζένη είχε λυσσάξει
- Πότε θα βρεθούμε, θέλω να σου μιλήσω
- Πάρε μετά, βλέπω “Πρόσκληση σε γεύμα”
- Πότε μετά; Μετά θα βλέπεις “Αλάτι και Πιπέρι”
- Πάρε με μόλις κλείσει. Το βράδυ.
- Είμαι ερωτευμένη με τον Τουρνά.
- Και εγώ με τον Λογαρίδη. Κλείνεις τώρα;
- Κλείνω και δε σε ξαναπαίρνω.
- Τζένη...
του του του του
Η Τζένη ήταν η πρώτη φίλη που έχασα εξαιτίας της τηλεόρασης. Στην συνέχεια, χάθηκαν εκατοντάδες. Φίλοι που παραμελήθηκαν, αγνοήθηκαν, ξεχάστηκαν, παρεξηγήθηκαν, ενοχλήθηκαν, εκνευρίστηκαν, στράβωσαν.
Κοιτάζω παλιές ατζέντες, με τηλέφωνα, μουντζούρες και σημειώσεις για το στούντιο.
Αυτό,γιατί το έγραψα;
Τι ένιωθα 12 Φεβρουαρίου, ημέρα Τρίτη ;
Πώς μου ήρθε, να χαρίσω έναν παπαγάλο, στο Μάκη Τριανταφυλλόπουλο, τότε πού κάηκε ο δικός του;
**************************************************************
Πρώτη, δευτέρα γυμνασίου, χωρίς τηλεόραση στο σπίτι, είναι εφιαλτικό. Ντρέπομαι να φορτώνομαι στις φίλες που έχουν συσκευές. Ξεδίνω στο πικάπ, Αλ Μπάνο, Ρόκυ Ρόμπερτς, Βίκυ, Πόλ, Ολύμπιανς, Ρίτα Παβόνε, Μίνα και τα συναφή.
Με καίει όμως η περιέργεια για το τι παίζει η τηλεόραση; Πώς έχει τα μαλλιά της η Ν. Αγάθου, τι φοράει η Σακάκου, ποιους έχει φέρει ο Γερμανός;
Όσοι την έχουν στο ισόγειο με ανοιχτά παράθυρα, με έχουν μόνιμο πελάτη τους. Περνάω και ξαναπερνάω, κοντοστέκομαι, λύνω και δένω τις ελβιέλες, κοιτάζω κάτι στα βιβλία μου...
Πόσο τυχεροί είναι και πόσο πλούσιοι, που έχουν ολόδικη τους μια τηλεόραση.
***
Σε μία αποστολή στη Φλώρινα, συναντώ στην κεντρική πλατεία, τη συμμαθήτρια μου τη Μάνια, από το 7ο γυμνάσιο στην Ακαδημία Πλάτωνος. Κάνουμε σαν τρελλές, που ξαναβρισκόμαστε μετά από τόσα χρόνια. Σφίγγουμε -παράξενα– δυνατά, η μία την άλλη και δίνουμε ραντεβού τη μεθεπομένη. Μου κλείνουν γύρισμα όμως και το μεταθέτω. Ημουν εκεί για τις εκδηλώσεις στις Πρέσπες και όχι για ραντεβού με παλιές συμμαθήτριες... Το πρωί φεύγω.
Λίγους μήνες μετά, μου τηλεφωνεί, η Λένα, κοινή μας φίλη, ότι η Μάνια πέθανε.
Έτσι ξαφνικά.
Υπήρξα ασυνεπής και με την Μάνια.
*********************************************************
ΚΑΛΗ ΣΑΣ ΝΥΧΤΑ ΜΑΚΡΥΝΟΙ ΜΟΥ ΣΥΓΓΕΝΕΙΣ...
Η ΤΝΤ, σου λέει, εκρήγνυται με ταχύτητα 6,5 χλμ το δευτερόλεπτο. Εδώ όμως στην περίπτωσή μας, όλα έγιναν αργά και βασανιστικά. Πάνω από δυόμισυ δεκαετίες, προετοιμάζεται η στιγμή της έκρηξης, που γίνεται 3 χρόνια πριν, σ έναν γερμανικό δρόμο, ενώ χιονίζει, χαμηλόφωνα και ψύχραιμα. Αποχωρώ από το παράλληλο σύμπαν που ζούσα, για να επιστρέψω στην αληθινή ζωή και ν αρχίσω τη βασική εκπαίδευση στους κώδικες και στους κανόνες της..
Παρ όλη την αποφασιστική ...στοχοπροσήλωση, ώρες ώρες τρελλαίνομαι. Κάτι με κυνηγάει.
Ο εφιάλτης δεν τελειώνει όμως, με κεντρικές εντολές, ούτε με το πάτημα κάποιου κουμπιού.
Φωνές, ακούω φωνές...
“Που είναι το ΑΙΓΙΟΝ πέλαγος”; “Ποια είναι η καλύτερη ΚΥΚΛΑΔΑ”;
“Που πάμε τώρα κυρία Ματαφιά μου”; ''Τι όμορφη που είσαι Ελεονώρα μου!!!''
Ο Γιώργος μασουλάει κι η Φαίη αυγοκόβει. Η Σταματίνα αναδεικνύει εξομολογήσεις ψυχής.
Ο Σπύρος μερακλώνει έναντι 160.000 μηνιαίως.. Η Κατερίνα και η Βίκυ κλαίνε με μαύρο δάκρυ. Ο Αντρέας χάθηκε. Η Λαμπίρη λέει Λαμπερό Δελτίο. Η Μπήλιω φλερτάρει, παρασύρεται και ξεχνάει το βιογραφικό των καλεσμένων της.
Ο Λάκης ''νουθετεί'' την Επανάσταση, με ορυμαγδό ανεκδότων.
Η Ναταλία ακκίζεται, λικνίζεται, χαριεντίζεται. Ο Αυτιάς απειλεί θεούς και δαίμονες, με γυναικεία φωνή. Η Έλλη ποζάρει, διαπλέκεται και προκαλεί. Η Όλγα αγχώνεται, ζοχαδιάζεται και σαρδαμάρει.
Ο Αιμίλιος απολύεται και τρελλαίνεται. Η Ελένη αγαπάει, απορεί και σπρώχνει. Ο Μάκης πουλάει γιλέκα. (η Μοιραράκη των γιλέκων)Ο Τράγκας έγινε Μινωτής, ερμηνεύει ακατάπαυστα και διακαναλικά.
Κάγκελα παντού!
Χαίρετε...
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα