2012 - Του Μιχάλη Πυρουνάκη
Δυό χιλιάδες δώδεκα· ...κι’ έχουν ειπωθεί πολλά. Έεε... δυό λόγια κι’ από ’μάς.
Πέρασαν δυό χιλιάδες τόσα έτη, απ’ την έλευση του Λόγου Του Θεού, κατά τη’ θρησκευτική μας πίστη, ημών των χριστιανών· έχωμε ’μπεί -ήδη- στην τρίτη χιλιετία, κατά έντεκα συναπτά έτη... και καλωσορίσαμε, μόλις, το δωδέκατο, το τρίτο της -στη’ σειρά- δίσεκτο, βαδίζοντας στη’ συμπλήρωση της τρίτης -ομοίως- τετραετίας της. Αριθμολογικά, ’μοιάζει με «οργιώδη» πρόκληση.
Έχωμε ’πεί πως, ο χρόνος είναι σχετικός. Σ’ όλα ενυπάρχει σχετικότητα εξ άλλου, εκτός -ως θα ώφειλε- των αέναων πάγκοινων αρχών. Οι διάφορες μονάδες του χρόνου, καθορίστηκαν ως μέτρο των κινήσεων και των φάσεων των κοντινών μας εμφανών φυσικών σωμάτων τ’ ουρανού, απ’ αυτά, γι’ αυτά... και τα θέσαμε και στη’ ζωή μας.
Ό Λόγος -λοιπόν- Του Θεού, ο Υιός Του, εξομοιούμενος -εν μέρει- μ’ εμάς, ενανθρωπιζόμενος, ήρθε κοντά σ’ όλους τους τότε συγχρόνους συμπολίτες Του, σαν φυσική αισθητή παρουσία· η αύρα Του ευοδώθηκε σ’ ένα περιορισμένο -μόνο- μέρος των ψυχών, ορισμένων τους· ουδενός -ίσως- το πνεύμα αφυπνίστηκε, απ’ ό,τι γνωρίζωμε· ούτε ακόμη κι’ αυτών των ακολούθων Του μαθητών· ήσαν -βέβαια- απλοί, μη εγγράμματοι άνθρωποι εκείνης της εποχής. Έτσι... έλαβαν μετά την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος... κι’ εξ Αυτού, ελεήθηκαν -άνωθεν- Το’ Λόγο, Τον οποίο εν όσω είχαν, δεν «κοινώνησαν» ιδίαις δυνάμεις, παρά τις πρόσφορες -όσο ποτέ άλλοτε- συνθήκες.
Προαναφέρθηκε κάτι για τη’ σχετικότητα. Εκτός των αρχών, όπου -εξ ορισμού των- είναι απόλυτες, παρ’ όλο που αντιμετωπίζονται κι’ αυτές ως σχετικές- λόγω διαβολής της ορθής αντίληψής των, απόλυτα είναι και τα σύμβολα. Τα σύμβολα, είναι ευσύνοπτες παραπομπές στην ουσία των αρχών. Κι’ αυτά «πάσχουν» -επίσης- από εμβόλιμη σχετικότητα· εμείς δηλαδή, οι χρήστες, όχι- βέβαια- εκείνα.
Έχωμε πρόβλημα. Ευτυχώς δηλαδή, για όσα -ως τώρα- πιστεύωμε. Πρόβλημα, δεν έχουν οι πεθαμένοι. Η ζωή, είναι δοκιμασία. Ποιά και πόση και με ποιό ενδεχόμενο αποτέλεσμα, είν’ ένα ζητούμενο. Είναι; Εμμ δεν είναι για όλους. Είθε νά ’ταν. Είθε (;!)... Κι’ αυτό σχετικό είναι.
Τα σύμβολα δείχνουν και φωνασκούν, ες αεί. Είναι πανταχού παρόντα. Συχνά, πέραν απ’ τις αισθήσεις, διαπερνούν και στο ένστικτο. Γοητεύουν· έλκουν τους ζωντανούς.
Ερχόμαστε -λοιπόν- στο σημείο όπου, μπορούμε να πούμε ότι... δεν ζεί απαραίτητα εκείνος που ανασαίνει. Αυτό είναι στοιχειώδες. Ως τρισυπόστατοι που είμαστε, έτσι είναι και η ζωή μας. Φυσική, ψυχική και πνευματική. Όλοι σχεδόν είμαστε νεκροί πνευματικά... κι’ ας έχωμε την αντίθετη επίπλαστη πεποίθηση. Οι περισσότεροι, είμαστε νεκροί ψυχικά... κι’ ας νομίζωμε διαφορετικά. Άλλο είναι σαν κορμιά. Το τελευταίο, να το χαρούμε. Μα τί -άραγε- να χαρεί, ’μπρός σ’ αυτό που μπορεί η ψυχή... και προπάντων το πνεύμα μας;! Απ’ όλα μας τα ιδεώδη... κανένα δεν αφορά και δεν αναφέρεται στο κορμί. Να σημειώσωμε -βέβαια- πως... κι’ αυτό αποτελεί αναπόσπαστο «είναι» μας έστω και πεπερασμένο, σ’ αντίθεση με το πνεύμα, όπως και την ψυχή, που τα συνδέει. Το σώμα είναι σεβαστό κι’ ιερό, μια που είναι ο ναός του «κοιμωμένου» πνεύματός μας.
Μη μακρύνωμε -εδώ- παραπάνω.
Άγγελος είναι ο υπηρέτης μας στο’ λόγο (Λόγο)· ένας -ίσως- για καθένα μας... κι’ είναι ο ελευθερωτής μας.
Διάβολοι είναι’ εκείνοι που μας κατεργάζονται, αλλοιώνοντας το’ λόγο (Λόγο)· ένας -τουλάχιστον- για τον καθένα μας.
Ο λόγος, πηγάζει κι’ εμποτίζει και διαχέεται. Έχει, προορίζεται νά ’χει, αρχή και προορισμό. Διαδρομή. Ώφειλε νά ’μενε ως είχε στην ουσία του· να φτάνει χωρίς απώλειες· χωρίς φθορά. Εδώ, όμως, εμφανίζεται σαν λόγος ακόμη κι’ ο παράλογος κι’ ο ψευδής. Ο δε αληθής ορθός λόγος προσκρούει σ’ αλλεπάλληλα προσκόμματα, διαβολές, επεμβάσεις, παρεμβάσεις, συνήθως απρόσκλητες, μα και σκόπιμες απ’ άλλους. Έτσι, δεν φτάνει αυτούσιος, σχεδόν ποτέ... κι’ επίσης δεν φτάνει ακέραιος. Συνεπώς, είν’ ελλιπής και η αντίληψή του· ομοίως κι’ η ανταπόκριση σ’ αυτόν. Σ’ έναν διάλογο -δηλαδή- που αποσκοπεί στην κοινωνία των διαλεγομένων... αντί της κοινής θέσης, πηγαινοερχόμενος ο λόγος, καταλήγει συχνά σ’ αντίθεσή τους και στη’ ρήξη τους. Ακόμη κι’ αν αυτό δεν ήταν ο αρχικός σκοπός των διαλεγομένων... αλλά εκείνων των «τρίτων παραγόντων», που παρεισφρέουν, αμέσως ή εμμέσως.
Οι φυσικές δυνάμεις είναι -ιδιαίτερα- περιορισμένες· κοπιάζουν και φθίνουν εύκολα. Οι ψυχικές, είναι πολλαπλάσιες, μα βεβαίως όχι άτρωτες.
Τουναντίον, είναι κι’ αυτές ευπαθείς· ευάλωτες. Οι πνευματικές, είναι παντοδύναμες, ακατάλυτες· μα σχεδόν παντελώς ελλείπουσες.
Νά ’ρθωμε, παρακάμπτοντας ένα κομμάτι της -εδώ- διαδρομής, στο έργο. Το έργο, προόρισται αγαθό, μα προέκυψε και το πονηρό· το κάτεργο. Οι αγαθοί κοπιάζουν για τ’ αγαθά τους... κι’ οι πονηροί, τους κατεργάζονται, είτε για να τα υφαρπάξουν είτε για να τα στερήσουν απ’ τους καλώς έχοντες. Οι μεν αγαθοί, οι δε πονηροί. Όλα να τα περιμένεις.
Μη ν αραδιάσωμε αρετές κι’ ελαττώματα. Γνωρίζωμε όλοι.
Πόλεμος. Αέναος. Μεταξύ αρμονικών αναστημάτων κι’ αρνήσεών τους, απ’ τους μη διαθέτοντες τ’ ανάλογα.
Ουσία μας... είναι το ήθος, η ευαισθησία κι’ η διάθεση.
Το ποιόν, η δυναμική του και οι πρόσφορες ή μη συνθήκες, κατά χρονική στιγμή ή συγκυρία ή περίοδο, καθώς και κατά τόπο.
Απαιτείται πίστη, αφύπνιση, εγρήγορση, ετοιμότητα κι’ αποφασιστική θετική δράση, αδιάλειπτη. Θετική, είναι κι’ η αντίδραση στην άρνηση και στο κακό.
Περισσεύει βλαπτικά κάθε έλλειψη ενδιαφέροντος· έγνοιας αν θέλετε. Περισσεύει -ζημιογόνα- η αποκοίμιση, η αδράνεια, η παθητικότητα, η ανεκτικότητα κι’ όλα τα συναφή τους.
Ποτέ δεν κατανικάται τ’ αγαθό, απ’ το πονηρό· παρά μόνο φαινομενικά και προσωρινά· μόνο που τ’ αγαθά δεν συνασπίζονται κατά συνήθεια, παρά μόνο σ’ έσχατη ανάγκη. Δεν έχουν εκ παραδόσεως συστράτευση, συντονισμό και στρατηγική.
Το πονηρό δεν ησυχάζει και δεν εφησυχάζει, ώσπου να κατεργαστεί κάποιο έργο ή τ’ αγαθά του, για να καταπιαστεί μ’ ένα άλλο κ.ο.κ.· όταν δεν επιχειρεί ταυτόχρονα πολυμέτωπα, όπως στις ’μέρες μας.
Το αγαθό είναι ήπιο και το πονηρό οξύ. Το αγαθό έχει όραμα και το πονηρό είν’ ο κλέφτης του. Ωφείλωμε να πολεμήσωμε. Ωφείλωμε να κατέβωμε ένα επίπεδο πιο κάτω, για να του καταφέρωμε το χτύπημα που του αρμόζει. Δεν καταλαβαίνει από θεωρίες. Πέραν απ’ το γεγονός πως, τις έχει κι’ αυτές διαλύσει κι’ αποσαθρώσει... ώστε να μην είναι κοινές για τους αγαθούς· μ’ αποδεκτές απ’ όλο κι’ ολιγότερους.
Το δυό χιλιάδες δώδεκα (2012), όπως και κάθε έτος, κάθε μήνα, κάθε ’βδομάδα, κάθε μέρα, ώρα και στιγμή, θα εξελίσσονται «κάτεργα» προγραμματισμένα προ πολλού. Θα τ’ αφήσωμε στην τύχη τους;! Μ’ αυτή, δεν έχει για ’μάς
-:-
Υγ.: Δεν είχα σκοπό να σας κουράσω, πέραν από δυό λόγια, για το καλωσόρισμα του έτους ετούτου. Μού ’δωσε το έναυσμα μια νέα φίλη (N.K.), την οποία κι’ ευχαριστώ. Αν τελικά σας κούρασα, παρ’ ελπίδα -με τις χίλιες τόσες λέξεις- εμένα να κακολογήσετε.
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα