Περίπατοι στο κέντρο της Αθήνας - Του Λευτέρη Τσίλογλου
Με θυμώνει πολύ ο εύκολος τρόπος με τον οποίο διάφοροι επιφανειακοί σχολιαστές θάβουν με δυσκόλως αποκρυπτόμενη αγαλλίαση -για να μην πω χαιρεκακία- την πόλη που διαβιούμε. Την Αθήνα μας. Λες και ενδόμυχα θέλουν τον οριστικό διασυρμό της. Αυτός ο θυμός μου δεν είναι μόνο εξαιτίας της εγωιστικής υποστήριξης του τόπου που καταναλώνουμε το χρόνο της ζωής μας. Αντικειμενικοί και συγκριτικοί όροι με υποχρεώνουν να τους προσάψω άγνοια του αντικειμένου.
Τα πράγματα δεν είναι καθόλου έτσι. Αυτή η ευκολία στην αρνητική κριτική είναι αποτέλεσμα της σύγχρονης τάσης μηδενισμού των πάντων που έχει, χωρίς λογική δικαιολογημένη βάση, καταλάβει μεγάλη μερίδα της κοινής γνώμης. Τα κίνητρα αυτής της επίθεσης είναι ποικίλα αλλά τις περισσότερες φορές έχουν αφετηρία την αδίψαστη αντιπολιτευτική διάθεση, την οποιαδήποτε αβελτηρία να την προσάπτουν στο εκάστοτε κόμμα που βρίσκεται στην εξουσία. Ο πρωθυπουργός είναι υπεύθυνος, που μπροστά στη πόρτα μου υπάρχουν σκουπίδια, ο πρωθυπουργός είναι ο υπαίτιος για τις καταστροφές στα δέντρα και τα λουλούδια του κοντινού αλσύλλιου ή δημοτικού πάρκου, ο δήμαρχος είναι ο αίτιος κάθε αναποδιάς της καθημερινότητάς μας. Η δική μας, ακόμα και προσωπική, ευθύνη και συμμετοχή παραμερίζεται εν ονόματι άλλων χρήσιμων σκοπιμοτήτων.
Η δική του προσφορά είναι μόνο η καταγγελία, μόνο η γκρίνια κι η δικαίωση του στιλ:
«Δεν τα έλεγα εγώ;»
Λησμονεί ο καταγγέλλων ευκόλως το αυτονόητο αίσθημα της συνευθύνης στη δημιουργία αυτών των προβλημάτων και το καθήκον του ενεργού πολίτη για συμμετοχή στη λύση τους. Κάθε κάτοικος της πόλης είναι υπεύθυνος για την όψη της, για το επίπεδο καθαριότητας, για την συμπεριφορά του στους συγκάτοικους αυτής της πόλης, αλλά και τους επισκέπτες της, εγχώριους ή ξένους. Εμείς είμαστε αυτοί που ρυπαίνουμε αστόχαστα τη πόλη, που ανεχόμαστε την εγκληματική καταστροφή της από ανθρώπους χωρίς κοινωνική συνείδηση και αυτή η φασίζουσα στάση αντιμετωπίζεται με μια «ιδεολογική κατανόηση» αντί να συναντά τη γενική και κάθετη αποστροφή.
Προσωπικά αγαπώ πολύ την πόλη που ζω, νοιάζομαι για την όψη της, για τις συνθήκες που ζουν οι κάτοικοι της. Με ένα λόγο θεωρώ και δικό μου πρόβλημα και καθήκον να εργαστώ με όποιο τρόπο βρω πρόσφορο ή μου υποδειχθεί από έναν αρμόδιο για τη βελτίωσή της.
Επειδή ο τρόπος που προσωπικά κυκλοφορώ είναι ο παλαιός παραδοσιακός, δηλαδή με τα πόδια, έχω βρει μέσα στο κέντρο της πόλης, που και εγώ κατοικώ υπέροχες ήσυχες γωνιές, άμεσα προσβάσιμες στον οποιοδήποτε που μπορούν να καλύψουν τις πιο απαιτητικές αισθητικές ανάγκες του μέσου ανθρώπου.
Στο λόφο του Λυκαβηττού βρίσκεις τα ωραιότερα μπαλκόνια να χαρείς την απλωσιά όλης της πόλης προς όλες τις διευθύνσεις της, να αναγνωρίσεις τις διάφορες γνωστές συνοικίες της, τα βασικά ιστορικά κτίρια που υπάρχουν και λίγο μακρύτερα τα γνωστά βουνά που περικλείουν την πόλη και προς την νότια κατεύθυνση την ανοιχτή θάλασσα του Σαρωνικού. Στον ίδιο χώρο υπάρχουν γωνιές απομόνωσης που με λίγη αφαιρετική διάθεση μπορείς να αισθανθείς ότι βρίσκεσαι βαθιά μέσα στη φύση μακριά από την πολυκοσμία, τους θορύβους και την εν γένει τύρβη μιας πυκνοκατοικημένης πόλης.
Μια άλλη ευλογημένη από τους θεούς γωνιά της πόλης είναι η περιοχή της Ακρόπολης. Διαλεγμένη από τα αρχαία χρόνια σαν ιερός τόπος, έχει μια ατμόσφαιρα από μόνη της κατανυκτική. Ιδιαίτερα όταν σκέφτεσαι ότι στους ίδιους αυτούς χώρους έζησαν και περπάτησαν τα μεγαθήρια της ανθρώπινης σκέψης, της διανόησης και της τέχνης.
Δίπλα στο βράχο της Ακρόπολης απλώνεται απλόχερα ο λόφος του Φιλοπάππου και ο λόφος των Νυμφών. Μέσα σ’ αυτόν το χώρο πέρα από τους εντέχνως πλακοστρωμένους δρόμους υπάρχουν κι άλλα μικρά ευκολοδιάβατα μονοπάτια που σε οδηγούν σε απομονωμένες θέσεις με υπέροχη θέα του Παρθενώνα και των γύρω μνημείων ενώ άλλα σημεία σε απομονώνουν από τη πόλη και σου δίνουν την αίσθηση της φύσης ακριβώς μέσα σ’ αυτήν.
Η πεζοδρόμηση των δυο κύριων δρόμων γύρω από το Βράχο- του Αποστόλου Παύλου και Διονυσίου Αρεοπαγίτου– δημιούργησαν έναν υπέροχο περίπατο γι’ αυτούς που δεν θέλουν να απομακρυνθούν από τις κύριες διαδρομές και σε συνδυασμό με τα πάσης φύσεως καφενεία που υπάρχουν, κυρίως προς το Θησείο, καθιστούν το χώρο ελκυστικό πόλο έλξης ανθρώπων κάθε ηλικίας και γούστου.
Άλλη εύκολη και προσβάσιμη όαση μέσα στην πόλη είναι ο Εθνικός Κήπος, που τον τελευταίο καιρό καθαρίζεται, αναβαθμίζονται τα δρομάκια του, κόβονται τα ξερά φυτά και φυτεύονται νέα, διαθέτουν άφθονα καθαρά παγκάκια για ξεκούραση και διαλογισμό Δυστυχώς το πεδίο του Άρεως βρίσκεται σε μια στάσιμη φάση αναμόρφωσης που στερεί εδώ και καιρό έναν πολύ καλό και απλωτό χώρο ασφαλούς περιπάτου. Ελπίζω το φαινόμενο να είναι περαστικό κι ο χώρος να παραδοθεί και πάλι πλήρως σε χρήση στους πολίτες αυτής της πόλης. *
Δοξάζω το θεό, που διατηρώ την απαραίτητη ικανότητα να στέκομαι όρθιος, να μπορώ να μετακινούμαι και να περπατάω καθημερινά. Μια συνήθεια που διατηρώ από τα μικράτα μου χρόνια και με τρόμο κυριολεκτικά φαντάζομαι την εποχή που το αδυσώπητο πέρασμα του χρόνου θα μου στερήσει αυτή τη μεγάλη χαρά κι απόλαυση.
Μ’ αρέσει ακόμα να περπατάω και στα στενά δρομάκια της αγοράς, να βλέπω τα κάθε λογής καταστήματα, όπου μπορείς να βρεις όλου του κόσμου τα καλά, τον ανώνυμο άνθρωπο που παρατηρεί στις βιτρίνες την μεγάλη ποικιλία των προσφερόμενων αγαθών, την αδιάκοπη κίνηση πεζών και πάσης φύσεως κινητών οχημάτων. Εκείνο που τελευταία με ενοχλεί είναι τα μηχανάκια, που κλείνουν τα πεζοδρόμια και σε αναγκάζουν να κινείσαι στο δρόμο. Ιδιαίτερα μ’ ενοχλούν αυτά που πηγαίνουν προκλητικά κι ατιμώρητα αντίθετα στην επιτρεπόμενη φορά κίνησης των οχημάτων ή ακόμα χειρότερα πάνω στο πεζοδρόμιο, θεωρώντας το γεγονός αυτονόητο. Σας το λέω εγκαίρως. Εγώ θα πάω άδοξα από μηχανάκι και μάλιστα με τα επικρατούντα σύγχρονα κριτήρια θα έχω κι άδικο.
Το ίδιο με συναρπάζει η εικόνα της Κεντρικής Αγοράς, το μέγα και ποικίλο πολυφυλετικό πλήθος που πάντα συνωστίζεται στους διαδρόμους, οι δυνατές φωνές των καταστηματαρχών και των υπαλλήλων που διαλαλούν το εμπόρευμά τους. Τα φρούτα, τα λαχανικά, τα κρέατα, τα ψάρια, οι ξηροί καρποί, οι σιγανές και «παράνομες» φωνές των ποντίων γυναικών που πουλάνε ατελώνιστα τσιγάρα, οι γιαγιάδες που έφεραν τα λίγα χόρτα που μάζεψαν το προηγούμενο απόγευμα ή έπλεξαν δυο ζευγάρια μάλλινες κάλτσες ή όπως παλιά τα λέγαμε: τα τερλίκια, και προσπαθούν να βγάλουν λίγα ευρώ, ποιος ξέρει κάτω από ποιες πιεστικές ανάγκες παρακινούμενες, τσιγγάνοι που πουλάνε ρούχα από δεύτερο χέρι και ό,τι άλλο μπορείς να φανταστείς.
Όλη η ατμόσφαιρα είναι συναρπαστική, ιδιαίτερα τον τελευταίο καιρό που στην Αγορά συνωστίζονται όλες τις φυλές του Ισραήλ και έχουν αρχίσει να εργάζονται στους χώρους της αναλαμβάνοντας κάθε μέρα όλο και περισσότερο τις βαριές εργασίες και τα εξοντωτικά ωράρια που απαιτούνται. Αξίζει στον κάθε Αθηναίο να ζήσει, ως επισκέπτης και παρατηρητής αυτήν την ατμόσφαιρα, τουλάχιστον μια φορά. Εκ των πραγμάτων, σε λίγα χρόνια θα γίνουν και οι πραγματικοί ιδιοκτήτες των καταστημάτων.
Αυτό θα είναι και το δίκαιο επιστέγασμα των προσπαθειών τους, αυτονόητο αποτέλεσμα του ιδρώτα τους και της επίμονης μάχης για επιβίωση κι ένταξη στη νέα τους πατρίδα. Δεν μπορεί να γίνει και διαφορετικά αφού η κυρίαρχη αντίληψη των εγχώριων νέων της εποχής μας είναι να χωθούν σε μια καλά αμειβόμενη δουλειά του επίσημου κράτους που δεν θα έχει συγχρόνως πολλές απαιτήσεις εργασίας και ελέγχου. Βρισκόμαστε σε μια περίοδο ύφεσης των φιλοδοξιών και της έμφυτης παρόρμησης για έντονη δημιουργική δραστηριότητα. Για δημιουργία μετά από πολύχρονη κι επίπονη διαδρομή της οικονομικής εκείνης βάσης που θα αποτελέσει τη σιρμαγιά για περαιτέρω οικονομική άνοδο. Η αντίληψη που κυριαρχεί είναι:
Θέλω, εδώ και τώρα, όλα τα αγαθά της τεχνολογικής μας εποχής. Ας ευχηθώ, διατηρώντας την αισιόδοξη πλευρά των πραγμάτων ότι η αντίληψη αυτή δεν θα οδηγήσει τη πατρίδα μας σε επικίνδυνες ατραπούς. * *
Ιδιαίτερη απόλαυση είναι το κυριακάτικο πρωινό στην πλατεία Αβησσυνίας, στο πέρας της οδού Ανδριανού και όλα τα ενδιάμεσα δρομάκια. Τελευταία το αναμορφωμένο πέρας της οδού Ερμού. Πάνω σε πρόχειρούς πάγκους ή σκέτα τραπεζομάντιλα να έχουν απλωθεί πάσης φύσεως παλαιά ή καινούρια αντικείμενα για τα οποία κάποιος θα θεωρεί αμφίβολο να θα υπάρξουν αγοραστές. Κι όμως, αν με υπομονή αναμένεις, θα δεις ότι για το οποιοδήποτε πράγμα υπάρχει τουλάχιστον ένας ενδιαφερόμενος.
Είναι όμορφο και διδακτικό να παρατηρείς συλλέκτες των πιο απίθανων αγαθών, να αφιερώνουν χρόνο, χρήμα και μεράκι για να πλουτίσουν τις πιο συλλογές τους. Μη τους υποτιμάτε! Επιτελούν αποστολή- χρήσιμη από πολλές πλευρές- κι αν έχουν σωθεί κάποια πράγματα από το παρελθόν, που σήμερα τα θαυμάζουμε ακόμα και στα μουσεία κατά ένα σοβαρό ποσοστό το οφείλουμε στη δουλειά του μυρμηγκιού σε προηγούμενα χρόνια τέτοιων ανθρώπων.
Η Αθήνα μας είναι η πόλη μας. Ο Παλαμάς την χαρακτήρισε «διαμαντόπετρα στης Γης το δακτυλίδι» Από τότε υπέστη πολλά αλλά, τουλάχιστον για μένα, παραμένει όμορφη και περήφανη. Χαραγμένη ανεξίτηλα στην καρδιά μου.
Μάιος 2009
* Ύστερη συμπλήρωση: Μετά την πολύμηνη αναμονή επιτέλους δόθηκε αναβαθμισμένο στους πολίτες της Αθήνας
* * Ύστερη συμπλήρωση: Το κείμενο γράφτηκε πριν το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης που έφερε στην καθημερινότητα μας νέα δεδομένα κι έκανε κοινό τόπο αυτά που για λίγους ευαίσθητους παρατηρητές ήταν από καιρό αναμενόμενα
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα