Ἡ παράσταση τοῦ Χριστοῦ Ἀναπεσόντα - Του Δρος Θεολογίας Νικολάου Πάσσα
«Ἀναπεσὼν κεκοίμησαι ὡς Λέων, τὶς ἐγερεῖ σε Βασιλεῦ;»
(Ὄρθρος Μεγάλου Σαββάτου)
Γράφει ὁ Νικόλαος Δ, Πάσσας Δρ. Θ.
Ὁ δέκατος τέταρτος αἰώνας χαρακτηρίζεται, ἀναμφίβολα, ἀπό δημιουργικό καὶ ἀναγεννητικό πνεῦμα καὶ στὴν ἐκκλησιαστική τέχνη. Μεγάλη, σ’ αὐτή τὴν πρωτοβουλία τῶν ἁγιογράφων, ὑπῆρξε καὶ ἡ ἐμφάνιση τοῦ ἡσυχαστικοῦ κινήματος στὸ περιβόλι τῆς Παναγίας, στὸ Ἅγιον Ὄρος. Οἱ Ἡσυχαστές μοναχοί, λόγῳ τῆς σκληρῆς τους μεθόδου, μὲ τη στροφὴ τοῦ σωματικοῦ τους βλέμματος πρὸς τὴν καρδιά, γιὰ νὰ δοῦν τὸ Θαβώριο φῶς, τὸ ἄκτιστο φῶς τῆς Θεότητας, δημιούργησαν τὸ ὁμώνυμο πνευματικὸ κίνημα καὶ ἡ ἐξάπλωσή του κατέκτησε τὰ Βαλκάνια καὶ ἰδιαίτερα τὸν κόσμο τῶν μοναχῶν. Πολέμιοι τῶν Ἡσυχαστῶν ὑπῆρξαν δύο ἄλλοι Ἕλληνες μοναχοί, οἱ ὁποῖοι μόναζαν σὲ μοναστήρι τῆς Καλαβρίας∙ ἦταν οἱ Βαρλαάμ καὶ Ἀκίνδυνος. Σὲ τοπική Σύνοδο, ὁ Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἀδελφός τῆς Μονῆς Βατοπεδίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους, τοὺς ἀντιμετώπισε, καταρρίπτοντας τὶς ἀριστοτελικές τους ἀπόψεις. Πληροφοροῦμε ἐδῶ, ὅτι οἱ Δυτικοὶ εἶναι πρακτικοὶ στὶς σκέψεις τους, στηριζόμενοι στὴν ἀριστοτελικὴ φιλοσοφία, ἀριστοτελίζουν, ἐνῶ οἱ Ἀνατολικοὶ στηρίζονται στὶς ἰδέες τοῦ Πλά- τωνα καὶ ἔτσι πλατωνίζουν.Τὸ ἡσυχαστικό κί- νημα στάθηκε ἡ αἰτία δημιουρ- γίας πολλῶν νέ- ων εἰκονογρα- φικῶν παραστά- σεων, μεταξύ τῶν ὁποίων καὶ αὐτή τοῦ Χρι- στοῦ «Ἀναπεσό- ντα».
Ὁ Ναὸς τοῦ Πρωτάτου
Ἡ γεωγραφία τῆς παραστάσεως μᾶς εἶναι ἄγνωστη. Φαίνεται, ὅμως, ὅτι τὸ μνημεῖο, στὸ ὁποῖο γιὰ πρώτη φορά ἱστορήθηκε ὁ «Ἀναπεσών» εἶναι ὁ περίφημος Ναός τοῦ Πρωτάτου, στὸ Ἅγιον Ὄρος.Οἱ ἁγιογραφίες τοῦ μνημείου αὐτοῦ ἱστορήθηκαν ἀπὸ τὸν ἐξαίρετο ἁγιογράφο Μανουήλ Πανσέληνο, τὸν Θεσσαλονικέα, ὁ ὁποῖος μάλιστα θεωρεῖται καὶ ὡς ὁ κύριος ἐκπρόσωπος τῆς Μακεδονικῆς Σχολῆς.Ἡ παράσταση τοῦ «Ἀναπε- σόντα» Χριστοῦ στὸ Πρωτάτο καταλαμβάνει τὸ ὑπέρθυρο τῆς κεντρι- κῆς πύλης τοῦ Ναοῦ. Μὲ λύπη μάλιστα ἀναφέρω ὅτι ἡ παράσταση χρήζει προστασίας, ἐπειδή ἡ ὑγρασία καὶ ὁ χρόνος ἔχουν ἐπιφέρει τὰ σημά- δια τῆς φθορᾶς.
Ὁ «Ἀναπεσών» γνωρίζει, ἤδη ἀπό τῆς ἐμφανίσεώς του, καταπληκτική διάδοση τόσο στὰ ἁγιορείτικα μνημεῖα, ὅσο καὶ στὰ σερβικά, στὰ ὁποῖα μάλιστα τιτλοφορεῖται μὲ τὴν ἐπιγραφή «Ὁ Ἄγρυπνος Ὀφθαλμός».Ἡ διάταξη τοῦ «Ἀναπεσόντα» ἔχει ὡς ἑξῆς. Ὁ Χριστός, νέος ἀγένειος, εἶναι ξαπλωμένος σὲ στρωμνή, ἔχοντας τὸ δεξί του χέρι ὡς στήριγμα, γιὰ τὴν κεφαλή του. Ὑπνώττει μὲ τὰ μάτια ἀνοιχτά. Σὲ μεταγενέστερη ἐποχή ἐμφανίζεται καὶ ἡ Θεοτόκος, ἡ ὁποία ὡς Μάνα στοργική προσπαθεῖ νὰ τὸν σκεπάσει, ἐνῶ ἄγγελος προτείνει τὰ σύμβολα τοῦ Πάθους.
Ἡ τοπογραφία τοῦ Χριστοῦ «Ἀναπεσόντα».
Πρέπει a priori νὰ μνημονευθεῖ ὅτι ἡ τοπογραφία των παρα- στάσεων γενικά εἶναι ἀξιοκρατική, ἀπό τῆς πλευρᾶς τοῦ εἰκονο- γραφικοῦ προγράμματος (κύκλου). Ἡ παράσταση, λοιπόν, τοπο- θετεῖται ἄλλοτε στὸ ὑπέρθυρο τοῦ κυρίως Ναοῦ, ὅπως στὸ Πρωτάτο καὶ ἄλλοτε στὴν Πρόθεση τοῦ Ἱεροῦ Βήματος. Ἡ τοπογραφία τοῦ «Ἀναπεσόντα» ἔχει τὴν ἀνάλογη σημειολογία, ἀλλά καὶ τὴ συγκεκριμένη δογματική ἐννοιολογία. Ἄλλοτε ἐκφράζει τὴ Σάρκωση τοῦ Λόγου «καὶ ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο» καὶ ἄλλοτε τὴ θυσία τῆς Λυτρώσεως. Ἀναμφίβολα, οἱ δύο ἔννοιες ἀποτελοῦν σημαντικούς πόλους, γιὰ τοὺς ἁγιογράφους, ἀναφορικά μὲ τὸ λυτρωτικό ἔργο τοῦ Χριστοῦ. Σ’ αὐτούς ἐπαφίεται ἡ ἐπιλογή. Ὅμως,ἡ πλέον συνήθης θέση τοῦ «Ἀναπεσόντα» εἶναι ἐκείνη τοῦ δυτικοῦ τοίχου καὶ συγκεκριμένα τὸ ὑπέρθυρο τῆς εἰσόδου στὸν κυρίως Ναό. Στὴ θέση αὐτή ἐκφράζεται ἡ Σάρκωση τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἐπαγρύπνησή του ἐπί τοῦ κόσμου.
Ἡ ἔννοια αὐτή ἐνισχύεται ἀπό λεπτομέρεια, ἡ ὁποία συναντᾶται στὴν παράσταση τῆς Μονῆς Ρέσαβα, στὴ Σερβία. Πιὸ συγκε- κριμένα׃ στὸ πάνω μέρος τοῦ «Ἄγρυπνου Ὀφθαλμοῦ» εἰκονίζεται τὸ «χέρι τοῦ Θεοῦ» καὶ μέσα στὴν ἡμίκλειστη παλάμη ἱστορούνται οἱ ψυχές τῶν Δικαίων μὲ τὴ μορφή «σπαργανωμένων νηπίων». Εἶναι ἡ ἀνταπόκριση στὸ ἁγιογραφικό χωρίο «δικαίων ψυχαί ἐν χειρί Θεοῦ καὶ οὐ μὴ ἅψηται αὐτῶν βάσανος» (Σοφ. Σολ. γ, 1).Ἐπί πλέον ἡ σημασία τῆς Σαρκώσεως τοῦ Λόγου βασίζεται σὲ ἐδάφιο τῆς Γενέσεως: «σκύμνος λέοντος Ἰούδα, ἐκ βλαστοῦ υἱέ μου ἀνέβης, ἀναπεσών ἐκοιμήθης ως λέων καὶ ὡς σκύμνος. Τὶς ἐγερεῖ σε; (Γέν.49,9). Στὴ φράση αὐτὴ περικλείεται ἡ αἰτία, ἀλλὰ καὶ ἡ καταγωγὴ τῆς εἰκονογραφικῆς παραστάσεως τοῦ Ἀναπεσόντα. Παρὰ ταῦτα καθίσταται δύσκολη ἡ ἑρμηνεία τῆς συνθέσεως τοῦ Χριστοῦ ὑπὸ μορφή «Παιδίου». Οἱ ἁγιογράφοι, προφανῶς, ἀπὸ τὴ φράση «Υἱέ μου» ἐκφράζουν ἀκόμη τὴν ἐπίδρασή τους ἀπὸ τὸ ἐδάφιο τοῦ Ἰωάννου: «καὶ ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν»(Ἰωάν. 1, 14).Τὸ ἐδάφιο αὐτό διατυπώνει ἐπίσης τὸ μυστήριο τῆς θείας Ἀγάπης, ὑπογραμμίζοντας τὴν κάθοδο τοῦ Λόγου στὸ ἀνθρώπινο γένος. Προσέτι δηλοποιεῖ τὴν ταπεινοφροσύνη τῆς Ἀγάπης, ἡ ὁποία ἐφορμᾶ στὸ ἀσθενές, ὥστε νὰ γίνει ἀντιληπτή ἀπό τὸν ἄνθρωπο.
Ὁ Μονογενής Υἱός μὲ τὴ Σάρκωσή του «μᾶς ἐγνώρισε» τὸν Πατέρα Θεό. Τὸ σῶμα Του, γιὰ τοὺς χριστιανούς, εἶναι ἡ πηγή τῆς χάριτος καὶ τῆς ἀλήθειας. Εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ ὁποία ἀποκαλύπτεται ἀπό μία κάθοδο καὶ ἐπέρχεται ὄχι γιὰ νὰ ὑπηρετήσει, ὄχι γιὰ νὰ λάβει, ἀλλά γιὰ νὰ προσληφθεῖ. Γενόμενος Σάρκα ζητεῖ νὰ προ- σληφθεῖ μὲ τὴν πίστη. Γενόμενος Ἄρτος μᾶς ζητεῖ νὰ «μείνει ἐν ἡμῖν» (Ἰωάν.6,16).
Ἡ δεύτερη σημασία τῆς παραστάσεως τοῦ Χριστοῦ «Ἀναπε- σόντα» ἐκφράζει τὴ θυσία τῆς Λυτρώσεως, ὅταν ἱστορεῖται μέσα στὴν Πρόθεση τοῦ Ἱεροῦ Βήματος. Τοῦτο ἐπιμαρτυρεῖται ἀπό τὸν Νύσσης Γρηγόριο, ὁ ὁποῖος ὑπογραμμίζει «ὁ φανερωθείς Λόγος κατέμιξεν ἑαυτόν τῇ ἐπικήρῳ (αὐτός ποὺ ὐπόκειται στὸν θάνατο), τῶν ἀνθρώπων φύσει ἵνα τῇ τῆς θεότητος κοινωνίᾳ συναποθεωθεῖ τὸ ἀνθρώπινον∙ τούτου χάριν πᾶσι τοῖς πεπιστευκόσι τῇ οἰκονομίᾳ τῆς χάριτος ἑαυτὸν ἐνσπείρει διὰ τῆς σαρκός, οἷς ἡ σύστασις ἐξ οἴνου τε καὶ ἄρτου ἐστί, τοῖς σώμασι τῶν πεπιστευκότων κατακιρνάμενος, ὡς ἄν τῇ πρὸς τὸ ἀθάνατον ἑνώσει, καὶ ἄνθρωπος τῆς ἀφθαρσίας μέτοχος γένοιτο»» (P.G.45,97Β).-Ὁ Λόγος ποὺ φανερώθηκε ἀνάμειξε τὸν ἑαυτό του, κατὰ τὴν ἀνθρώπινη μορφή, μὲ τὸν φυσικὸ θάνατο τῶν ἀνθρώπων, ὥστε μὲ τὴν κοινωνία τῆς θεότητας, νὰ συναποθεωθεῖ ἡ ἀνθρώπινη φύση∙ ἐξαιτίας αὐτοῦ τοῦ γεγονότος σ’ ὅλους ποὺ πιστεύουν στὴν οἰκονομία τῆς χάριτος προσφέφρει τὸν ἑαυτό του μὲ τὴν σάρκα. Ἡ σύσταση τῶν στοιχείων αὐτῶν εἶναι ἀπὸ κρασὶ καὶ ψωμί, καὶ κατακιρνᾶ τὰ σώματα ὅσων πιστεύουν, ὥστε νὰ γίνει ἡ ἕνωση πρὸς τὸ ἀθάνατο καὶ ὁ ἄνθρωπος νὰ γίνει μέτοχος τῆς ἀφθαρσίας»-.
Ἐκτός τῶν ἁγιογραφικῶν κειμένων, τὰ ὁποῖα συνηγοροῦν στὴν αἰτία ἱστορήσεως τοῦ Χριστοῦ «Ἀναπεσόντα», ὑπάρχει καὶ ἡ ὑμνολογική ἐπίδραση. Ἔτσι, τὰ δύο αὐτά σημεῖα ἀποτελοῦν τοὺς δύο σημαντικούς πόλους ἐμπνεύσεως τῆς ἐν λόγῳ παραστάσεως. Παραθέτουμε, γιὰ τοῦ λόγου τὸ ἀληθές, τὸ Στιχηρό Ἰδιόμελο τῶν Αἴνων τοῦ Ὄρθρου τοῦ Μεγάλου Σαββάτου.
«Δεῦτε ἴδωμεν τὴν ζωήν ἡμῶν ἐν τάφῳ κειμένην,
ἵνα τοὺς ἐν τάφοις κειμένους ζωοποιήσει,
δεῦτε σήμερον τὸν ἐξ Ἰούδα ὑπνοῦντα θεώμενοι,
προφητικῶς αὐτῷ ἐκβοήσωμεν.
Ἀναπεσών κεκοίμησαι ὡς λέων.
Τὶς ἐγερεῖ σε, Βασιλεῦ;
ἀλλ’ ἀνάστηθι αὐτεξουσίως,
ὁ δοὺς ἑαυτόν ὑπέρ ἡμῶν ἑκουσίως,
Κύριε, δόξα σοι».
Ὁ «Ἀναπεσών» ὑπνώττει μὲ ἀνοικτούς ὀφθαλμούς.
Τόσο ἡ Γένεση, ὅσο ἡ Ὑμνολογία καὶ ἡ πατερική Φιλολογία προ σδίδουν στὸν Χριστό τὶς ἰδιό- τητες τοῦ κοιμώμενου λιοντα- ριοῦ. Τὸ λιοντάρι εἶναι ὁ βασι- λιάς τῶν ζώων. Ὁ συμβολισμός τοῦ Χριστοῦ «ὡς Λέων» δὲν εἶναι τυχαῖος. Ἑρμηνεύεται, μὲ τρόπο ἐντυπωσιακό, ἀπό τὸν Ἐπιφάνιο, ἐπίσκοπο Κωνστα- ντίας τῆς Κύπρου, ὁ ὁποῖος συνέγραψε τὸ ἔργο «Φυσιολόγος». Γιὰ τὶς ἰδιότητες τοῦ λιονταριοῦ, γράφει׃ «Ἡ λέαινα, ὅταν τέξηται τὸν ἑαυτῆς σκύμνον, ἄπνουν τε καὶ τυφλόν τυγχάνοντα ἐμβλέπουσα, προσκαθέζεται προσέχουσα αὐτῷ τριήμερον. Μετά δὲ τὸ συμπληρωθῆναι τὰς τρεῖς τῶν ἡμερῶν, προσπελάζων ὁ ἄρρην λέων καὶ ἐμφυσήσας αὐτῷ, καὶ εὐθύς βλέπει καὶ ζῇ. Ὅταν οὖν κοιμᾶται, γρηγοροῦσιν αὐτῷ οἱ ὀφθαλμοί καὶ ἀπό ἑπτά βημάτων τοῦ κυνηγοῦ προαισθάνεται καὶ διαδιδράσκει, τοῦ μὴ συνεμπεσεῖν αὐτῷ…». Ἡ ἐμφύσηση τοῦ λέοντα στὸν λεοντιδέα συμβολίζει τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι τὸ ἀποτέλεσμα τῆς ἐμφυσήσεως (δυνάμεως) τοῦ Πατέρα. Ἔτσι, οἱ ἀνοικτοί ὀφθαλμοί τοῦ Χριστοῦ ὑπενθυμίζουν ὅτι μὲ τὴ Σάρκωσή του ἐπαγρυπνεῖ ἐπί τοῦ κόσμου.
Τέλος, ἡ παρουσία τῆς Μητροπαρθένου μὲ τὴν ἔκδηλη τρυ- φερότητα ἐπιβεβαιώνει τὸ σταυρικό του τέλος καὶ ἐπιμαρτυρεῖται μὲ τὴν παρουσία τοῦ ἀγγέλου, προβάλλοντος τὰ σύμβολα τοῦ Πάθους. Ἡ Μάνα, ἐνῶ τὸν σκεπάζει στοργικά, ψάλλει τὸν ὕμνο τῆς χαρμολύπης «ὦ γλυκύ μου ἔαρ, γλυκύτατόν μου Τέκνον».
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα