2012: Έτος Νικηφόρου Βρεττάκου - Της Γιόλας Αργυροπούλου-Παπαδοπούλου*
[100 χρόνια από τη γέννηση του Ποιητή της Αγάπης και της Ειρήνης]
…Η σιωπηλή παρουσία σου μ’ έμαθε πως σιωπή δεν υπάρχει.
Άκουσα να θροΐζει η ψυχή σου όπως ένας πευκώνας το καλοκαίρι.
Τα δάχτυλά σου μ’ αγγίξαν σαν ένα σμήνος πουλιών.
Κι όταν χαμογελάς ακούω μιαν άρπα.
Κι όταν σκέφτεσαι ακούω που σκέφτεσαι.
Κι όταν αγαπάς τα παιδιά που ευλόγησεν ο Ιησούς, πάλι ακούω.
Κι ακούω το ρόδινο σύννεφο όταν ακουμπάει στο βουνό.
Κι ακούω το στάχυ όταν πίνει μια σταγόνα νερού.
Κι όταν τη νύχτα κοιτάζεις τον ουρανό
ακούω τ’ αστέρι που πλέει μες στο βλέμμα σου.
Κι είναι αυτό που ακούω πολύ δυνατότερο
απ’ αυτό που σου γράφω κι απ’ αυτό που μπορώ να σου ειπώ…
…Απόψε σε παντρεύω με την αιωνιότητα.
Περνώ το χρυσό δαχτυλίδι της ποίησής μου στο δάχτυλό σου.
Περνώ στα μαλλιά σου ένα στέφανο λεμονιάς
που στάζει χαραυγή και δροσιά, που στάζει αγάπη.
Το ’χω κομμένο από την παιδική αστροφεγγιά της καρδιάς μου.
Ο ουρανός μοναχά το ’χει αγγίξει. Στο πρόσφερα σήμερα…
(Αποσπάσματα από το ποίημα του Νικηφόρου Βρεττάκου «Ο χορός του κορυδαλλού» της Συλλογής «Ο Χρόνος και το Ποτάμι» [1957]).
Ο Ποιητής, Πεζογράφος και Κριτικός Νικηφόρος Βρεττάκος γεννήθηκε στο χωριό Κροκεές της Λακωνίας, την Πρωτοχρονιά του 1912. Ήταν το δεύτερο από τα έξι παιδιά του Κωνσταντίνου Βρεττάκου και της Ευγενίας Παντελεάκη. Τα νηπιακά του χρόνια τα πέρασε στο πατρικό κτήμα, στην Πλούμιτσα… Ο τόπος αυτός με το απερίγραπτης ομορφιάς φυσικό περιβάλλον επέδρασε καταλυτικά στην ψυχοσύνθεση του Νικηφόρου και στη διαμόρφωση της ποιητικής του ιδιοσυγκρασίας. Το 1917 η οικογένεια Βρεττάκου μετακόμισε στις Κροκεές, όπου ο Νικηφόρος φοίτησε στο Δημοτικό σχολείο. Έπειτα ενεγράφη στο Γυμνάσιο του Γυθείου, στο οποίο – την ίδια χρονική περίοδο – φοιτούσε και ο Γιάννης Ρίτσος.
Το 1929, έφυγε για την Αθήνα με σκοπό να σπουδάσει. Όμως, το όνειρό του δεν πραγματοποιήθηκε, κυρίως λόγω της οικονομικής ανέχειας και της ανάγκης για άμεση εύρεση εργασίας.
Από το 1930 ως το 1931 έκανε διάφορες περιστασιακές, χειρωνακτικές κυρίως, δουλειές, για να κερδίζει τα προς το ζην, ενώ παράλληλα στράφηκε προς τη μελέτη από καθαρά προσωπικό ενδιαφέρον. Το ’32, κατετάγη στον στρατό, στην Τρίπολη. Το ’34, σε ηλικία 22 ετών, εργάστηκε ως γραφέας στις Γενικές Αποθήκες Στρατού, στον Πειραιά, όπου γνωρίστηκε με την φοιτήτρια της Φιλολογίας Καλλιόπη Αποστολίδη, με την οποία και παντρεύτηκαν τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου. Απέκτησαν μια κόρη, την Τζένη, κι έναν γιο, τον Κώστα.
Στον Πόλεμο του ’40 ο Νικηφόρος Βρεττάκος πολέμησε στην πρώτη γραμμή, κινδύνευσε μάλιστα να σκοτωθεί στο ύψωμα της Κλεισούρας.
Τον Απρίλιο του ’41, ύστερ’ από τη διάλυση του Συντάγματος, στο οποίο υπηρετούσε, επέστρεψε στην Αθήνα με τα πόδια, οι δε ημερολογιακές σημειώσεις που κρατούσε – κατά την περίοδο αυτή – απετέλεσαν τη βάση του βιβλίου του «Το αγρίμι», ενός πεζού, αυτοβιογραφικού του έργου, που εκδόθηκε το ’45. Από το ’42 έως το ’44 έλαβε ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση, οργανώθηκε στο Ε.Α.Μ. κι έγινε μέλος του Κ.Κ.Ε. Το ’45, ανέλαβε την βιβλιοκριτική στο Περιοδικό «Ελεύθερα Γράμματα», του οποίου αργότερα διετέλεσε αρχισυντάκτης, εκδότης και διευθυντής.
Το 1948, γνωρίστηκε με τον Άγγελο Σικελιανό, ο οποίος υπήρξε στενός φίλος του μέχρι το τέλος της ζωής του. Το ’49, εξαιτίας της έκδοσης του έργου του «Δυο άνθρωποι μιλούν για την ειρήνη του κόσμου» διεγράφη από το Κ.Κ.Ε. και απομακρύνθηκε από τη διεύθυνση του Περιοδικού «Ελεύθερα Γράμματα».
Η τετραετής θητεία του (από το ’55 μέχρι το ’59) ως Δημοτικού Συμβούλου στον Δήμο του Πειραιά τού έδωσε την δυνατότητα να αναπτύξει μια σημαντική πολιτιστική δράση από τη θέση του Προέδρου της Καλλιτεχνικής Επιτροπής του Δήμου. Αξιοσημείωτη υπήρξε τότε η αναβάθμιση του Πειραιά, με την ίδρυση του Πειραϊκού Θεάτρου του Δημήτρη Ροντήρη, του Ιστορικού Αρχείου, της Φιλαρμονικής Ορχήστρας και της Δημοτικής Πινακοθήκης.
Το 1957, ταξίδεψε στη Σοβιετική Ένωση μαζί με τον Στρατή Μυριβήλη, τον Άγη Θέρο κ.ά., στα πλαίσια της Παγκόσμιας Συνάντησης Δημοκρατικής Νεολαίας, προσκεκλημένος από τους σπουδαστές της Μόσχας. Οι εντυπώσεις του από το ταξίδι αυτό περιγράφονται στο βιβλίο του «Ο ένας από τους δύο κόσμους».
Το 1962, η οικογένεια Βρεττάκου μετακόμισε από τον Πειραιά στην Αθήνα, αφού το σπίτι – στην οδό Καραΐσκου – κατεδαφίστηκε, ο ίδιος δε ο ποιητής έμεινε άνεργος. Την εποχή εκείνη, στη Μόσχα, κυκλοφορούσαν πολλά ποιήματά του μεταφρασμένα στα ρωσικά.
Μετά το πραξικόπημα του ’67, ο Νικηφόρος Βρεττάκος πήγε στη Ελβετία, φιλοξενούμενος επί τρία χρόνια στη Διεθνή Παιδούπολη Πεσταλότσι, στην πόλη Τρόγκεν. Επίσης, πραγματοποίησε ταξίδια στο Βουκουρέστι, στη Βενετία, στις Δαλματικές Ακτές, στο Ζάγκρεμπ, στη Ρώμη, στο Παρίσι, στο Λονδίνο, στο Παλέρμο και στο Μόναχο. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Ευρώπη, έλαβε μέρος σε ραδιοφωνικές εκπομπές και σε φεστιβάλ ποίησης, τιμήθηκε από διάφορα Πανεπιστήμια, που διοργάνωναν εκδηλώσεις αφιερωμένες στο έργο του, και επεξεργάσθηκε το αυτοβιογραφικό του μυθιστόρημα με τίτλο «Οδύνη», το οποίο εκδόθηκε, το ’69, στη Νέα Υόρκη. Μετά από πρόταση του Προέδρου του Σικελικού Ινστιτούτου Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών Bruno Lavagnini για τη σύνταξη Ελληνό – ιταλικού Λεξικού, ο Βρεττάκος εγκαταστάθηκε στο Παλέρμο της Σικελίας. Παράλληλα, μεταφράζονταν έργα του στα ιταλικά και τα γερμανικά.
Το 1974, προσβλήθηκε από βαριάς μορφής φυματίωση και νοσηλεύτηκε επί έξι μήνες σε νοσοκομείο του Παλέρμο. Έπειτα, με τη συνδρομή των σικελικών αρχών, εγκαταστάθηκε σε κάποιο χωριό των Γαλλικών Άλπεων, τον δε Αύγουστο του ίδιου χρόνου επέστρεψε στην Ελλάδα. Αργότερα επισκέφθηκε την Κύπρο και το 1978 εγκαταστάθηκε στην Πλούμιτσα.
Στα επόμενα χρόνια (1982 – 1985) σημαντικά γεγονότα στη ζωή του Μεγάλου Λάκωνα Ποιητή υπήρξαν η απονομή του Α΄ Κρατικού Βραβείου Ποίησης για το ορατόριο «Λειτουργία κάτω από την Ακρόπολη», η μετάφραση έργων του στα τουρκικά, η κυκλοφορία ποιημάτων του στην Ουγγαρία, η επίσκεψή του στο Άγιο Όρος, το ταξίδι του στον Καναδά, η απονομή τού Αριστείου Γραμμάτων από την Ακαδημία Αθηνών και η απόδοση τιμής από το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής.
Το 1987, εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.
Το 1991, ανακηρύχθηκε Επίτιμος Διδάκτωρ του Τμήματος Φιλολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, προτάθηκε για τέταρτη φορά από την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών για το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας και στις 20 Ιουλίου παρακολούθησε, στο καταφύγιο του Ταΰγετου, τη «Λειτουργία κάτω από την Ακρόπολη», της οποίας μάλιστα διάβασε ο ίδιος τον Επίλογο, με βαθύτατη συγκίνηση.
Ύστερ’ από λίγες ημέρες, το πρωί της Κυριακής 4 Αυγούστου του 1991, ο Μεγάλος μας Ποιητής, πλήρης ημερών πνευματικής δημιουργίας και προσφοράς προς τον Άνθρωπο, άφησε την τελευταία του πνοή στην Πλούμιτσα, μέσα στο αγαπημένο του σπίτι, που είχε κτίσει στις αρχές του ’80, εκεί όπου καθόταν – ώρες ατελείωτες – κι έγραφε, αγναντεύοντας τον λατρεμένο του Ταΰγετο…
Ο Νικηφόρος Βρεττάκος κατέχει αναμφισβήτητα μία από τις κορυφαίες θέσεις στη Νεοελληνική Ποίηση. Όπως χαρακτηριστικά γράφει ο ποιητής, πεζογράφος και κριτικός Μιχαήλ Περάνθης «Ο Νικηφόρος Βρεττάκος είναι ποιητής της ελεύθερης φαντασίας, αφήνεται σε λυρικές ονειροπολήσεις, άλλοτε στους κανόνες της μετρικής και, συχνότερα, σε ρυθμική διαδοχή στίχων. Ιδιοσυγκρασία ευαίσθητη, φύση συναισθηματική και γνησίως λυρική, τυλίγει τα γραφτά του με μια διάχυση τρυφερότητας δίνοντάς τους το άπλωμα, το γύρισμα και την ελαστικότητα της φαντασίας του».
Το πολυδιάστατο και τεράστιο – τόσο ποσοτικά όσο ποιοτικά – ποιητικό έργο του Νικηφόρου Βρεττάκου διαιρείται σε 4 περιόδους.
Η πρώτη περίοδος (1929 – 1938) κυριαρχείται από ένα κλίμα μελαγχολίας και απαισιοδοξίας εξαιτίας και των προσωπικών βιωμάτων του ποιητή, αλλά και του γενικότερου πεσιμιστικού κλίματος της νεοελληνικής συμβολικής ποίησης. Ο Βρεττάκος, συγκρουόμενος με τη φύση και την κοινωνία, αισθάνεται την περιθωριοποίησή του.
Ο Μέγιστος αυτός Ποιητής μας ύμνησε, ίσως περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον, το Φως, τον Ήλιο και την Αγάπη. Ακόμη και στα ποιήματα της πρώτης περιόδου της ποίησής του, η έννοια του Φωτός είναι παρούσα…
...δίχως ήλιο αν μας καλεί η ημέρα,
πού είναι ο κόσμος;
(Απόσπασμα από το ποίημα «Δίχως πανί» της Συλλογής «Κάτω από σκιές και φώτα» [1929]).
…Έβλεπα τον ήλιο που ανέβαινε
και δε μου ’λειπε η ελπίδα.
Μα όλο και μ’ έδιωχναν
απ’ το φως της ημέρας
οι άνθρωποι…
(Απόσπασμα από το ποίημα «Το λυπημένο τραγούδι της νιότης μου» της Συλλογής «Οι γκριμάτσες του ανθρώπου» [1935]).
Στη δεύτερη περίοδο (1939 – 1960), η οποία χαρακτηρίζεται από αισιοδοξία και αγωνιστικότητα, κυριαρχούν η συμφιλίωση με τον θάνατο, καθώς και οι έννοιες του φωτός και του ήλιου. Ο ποιητής εξυμνεί την αγωνιστικότητα των Ελλήνων για την κατάκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας τους, συγκινείται ιδιαίτερα από την αυτοθυσία των νέων αγωνιστών, και εκφράζει την πίστη του ότι ο αγωνιζόμενος άνθρωπος γίνεται ισότιμος με τον Θεό. Κατά την ίδια περίοδο ο ποιητής, απογοητευμένος από τη συντριβή των ιδεολογικών ιδανικών του, καταφεύγει στο παρελθόν, στα παιδικά χρόνια και στην πατρική γη. Ο Ταΰγετος και η Πλούμιτσα γίνονται ο παράδεισός του. Η πανέμορφη φύση της πατρικής γης τον πλημμυρίζει από αισιοδοξία, και ο Ταΰγετος, χώρος αγνότητας και καθαρότητας, είναι πια ο οδηγητής του.
…Μέσα μου μια σειρά κολώνες από αγάπη και ήλιο
γέρνουνε! Πρόλαβέ τες, αγαθέ μου γέροντα! Μη μ’ αφήσεις,
γιατ’ είμαι το άνθος σου! Είμαι το άνθος που φύτρωσε μέσα στη μοίρα σου!
Εμένα πάντοτε θα βρίσκουνε να κάθουμαι χάμω στα πόδια σου,
εγώ θα ’μαι το αιώνιό σου λιοντάρι που θα σε φυλάει!...
…Άνοιξα μια πηγή στα πόδια σου! Πολλοί θα περάσουν.
Στις πέτρινές σου φούχτες θα κάθουνται τα πουλιά,
θα ξεδιψάνε οι άνθρωποι κι όπως θα σε κοιτάζουν,
με των δασών σου τον ατέλειωτο ψίθυρο, θα τους εξηγάς:
«Αυτό το νερό το λένε αγάπη…»
«Αυτό το νερό το λένε αγάπη…»
(Αποσπάσματα από το ποίημα «Χτες τη νύχτα ξαναγύρισα στον Ταΰγετο» της Συλλογής «Ο Ταΰγετος και η σιωπή» [1949]).
Στα ποιήματα αυτής της περιόδου, τα μοτίβα του Φωτός, του Ήλιου και της Αγάπης διαδραματίζουν τον σημαντικότερο ρόλο.
Η Μαργαρίτα, πρόσωπο φανταστικό, είναι το σύμβολο της ομορφιάς, της αθωότητας και του ερωτισμού, και γίνεται φως, που εκπέμπει το κάλλος και την αγάπη σε ολόκληρο τον κόσμο…
Βρήκα μέσα στα μάτια σου τα βιβλία που δεν έγραψα.
Θάλασσες. Κόσμους. Πολιτείες. Ορίζοντες. Κανάλια.
Βρήκα τ’ αυτοκρατορικά όρη της γης κι απάνω τους
τις δύσες με τα κόκκινα σύννεφα. Τα μεγάλα
ταξίδια που δεν έκαμα βρήκα μέσα στα μάτια σου…
Βρήκα μέσα στα μάτια σου τον πόλεμο τελειωμένο.
Πουλάκια και ήλιος στα κλαδιά! Το παιδικό μου σύμπαν
με τις χρυσές του ζωγραφιές, βρήκα μέσα στα μάτια σου…
Βρήκα την αιωνιότητα του ήλιου ανανεωμένη.
Τη χλόη να φέγγει των αρνιών τα πόδια. Την αυγή
να φέγγει το άσπρο τους μαλλί. Στ’ άσπρα σαν την ειρήνη
ντυμένη τη μητέρα μου βρήκα μέσα στα μάτια σου…
(Αποσπάσματα από το ποίημα «Τα μάτια της Μαργαρίτας» της Συλλογής «Το βιβλίο της Μαργαρίτας» [1949]).
Και μόνο το ποίημα «Το μεσουράνημα της φωτιάς» (από την ομότιτλη Συλλογή [1940]) αποτελεί έναν θεσπέσιο και αθάνατο ύμνο για την Αγάπη…
…Η σκέψη μου είναι αγάπη κ’ η αγάπη μου σκέψη.
Μυστηριακή θεία δύναμη που αναθρώσκει
απ’ τα βάθη μου, αντανακλά και στολίζει
με την εξαίσιά της λάμψη το μηδέν και τη νύχτα.
Μη ρωτείστε πού πέφτουν τα ποτάμια της γης
τί στηρίζουν οι κορφές των βουνών
τί κρύβει από πάνω μας η μεγάλη φωτιά.
Δεν ρωτώ γι’ άλλο τίποτα.
Τραγουδώ σαν πουλί στ’ ακρινότερο δέντρο του κόσμου:
Α γ α π ώ, ά ρ α υ π ά ρ χ ω .
Και το Φως του Ήλιου και της Αγάπης, ζεστό, επίμονο, αβασίλευτο, προβάλλει με μιαν απίστευτη συχνότητα στους στίχους του Ποιητή και κατακλύζει την ψυχή μας από ελπίδα, θαλπωρή κι αισιοδοξία…
…Τώρα μόλις γυρίζω απ’ τους ανθρώπους.
Τους μίλησα πολύ για την αγάπη,
πληγώθηκα γι’ αυτούς. Ήμουν μαζί τους
κ’ ήμουνα μόνος, πάντα προσπαθώντας
να ’μαι μαζί τους…
(Απόσπασμα από το ποίημα «Πλούμιτσα» της ομότιτλης Συλλογής [1951], εμπνευσμένης απ’ αυτή την εξοχική περιοχή στη Λακεδαίμονα, όπου ο ποιητής πέρασε τα παιδικά του χρόνια και πέθανε).
Και μέσα στους ελάχιστους μόνο στίχους του ποιήματος «Ειρήνη» (της Συλλογής «Βασιλική Δρυς» [1958]) συνοψίζεται το σύμπαν της ποιητικής δημιουργίας του Μεγάλου Λάκωνα Ποιητή μας, οι έννοιες του Φωτός, της Ειρήνης και της Αγάπης, οι αστείρευτες πηγές έμπνευσής του για τη γραφή του μεγαλόπνοου κι αθάνατου Έργου του…
Είναι σαν κλώνος μυγδαλιάς σε ποτήρι
στην καρδιά μου η αγάπη. Πέφτει πάνω της ο ήλιος
και γιομίζει πουλιά.
Το καλύτερο αηδόνι λέει τ’ όνομά σου.
Στην τρίτη περίοδο (1961 – 1974), συναντάμε και πάλι τις έννοιες του φωτός, της φύσης, της αγάπης και της αγνότητας, οι οποίες μάλιστα αναδεικνύονται ακόμη περισσότερο, καθώς αντιπαρατίθενται στις αντίθετές τους έννοιες: φως – σκοτάδι, αγάπη – μίσος. Επίσης προστίθενται οι έννοιες της γνώσης, της επιστήμης και της ποίησης. Στην μεγαλύτερη σε έκταση Συλλογή όχι μόνον της τρίτης περιόδου αλλά ολόκληρης της ποιητικής δημιουργίας του Νικηφόρου Βρεττάκου, στο «Βάθος του κόσμου» (1961), οι αναφορές του ποιητή στις έννοιες του Φωτός και της Αγάπης είναι ιδιαίτερα συχνές και κυριολεκτικά συναρπαστικές…
Γράφοντας, προσπαθώ να μπάσω στις λέξεις μου
την ημέρα με την αγάπη της. Τον ήλιο, τ’ αστέρια,
τα πράγματα – όλα να στρέφονται, όπως
και μέσα στο σύμπαν, μέσα στην ποίηση…
(Απόσπασμα από το ποίημα «Ανασύνθεση»).
Κάθισα σήμερα να γράψω ένα γράμμα.
Όμως όλες μου οι λέξεις
έγραφαν «ήλιος». Μήπως θα πρέπει
ν’ αλλάξω γραφή;…
(Απόσπασμα από το ποίημα «Παραίτηση από το αλφάβητο»).
Κατά την τέταρτη και τελευταία περίοδο (1975 – 1990), η οποία χαρακτηρίζεται επίσης από αισιοδοξία, ο Βρεττάκος προβάλλει τον διαρκή αγώνα τού ανθρώπου για μια πορεία προς τον ήλιο, για μια ζωή πιο ανθρώπινη. Κατά την περίοδο αυτή κυκλοφορούν οι ποιητικές του Συλλογές: Το ποτάμι Μπυές και τα εφτά ελεγεία, Απογευματινό ηλιοτρόπιο, Ανάριθμα και το ορατόριο Λειτουργία κάτω από την Ακρόπολη.
…Ήλιε που δύεις
σαν ένα μεγάλο διάφανο ρόδο
(όμοια ως ν’ άνοιξεν
σαν ένα μπουμπούκι
η ίδια η κορφή)
δεν βρίσκω άλλον τρόπο,
αυτή τη στιγμή,
να εκφράσω το φως.
(Απόσπασμα από το ποίημα «Νέο ηλιοβασίλεμα πίσω από τον Ταΰγετο» της Συλλογής «Απογευματινό ηλιοτρόπιο» [1976]).
Τον Νικηφόρο Βρεττάκο, έναν από τους πιο σημαντικούς κι αγαπημένους εκπροσώπους της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, τιμά φέτος το Υπουργείο Πολιτισμού, ανακηρύσσοντας το 2012 ως «Έτος Νικηφόρου Βρεττάκου».
Ο Μεγάλος μας Ποιητής συνέδεσε τόσο τη ζωή του όσο και το έργο του με τις πνευματικές και τις κοινωνικές αναζητήσεις των Ελλήνων, κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα. Επικεντρωμένος στην Ανθρώπινη Ύπαρξη, στα Ιδανικά της Φυλής μας, στο απερίγραπτο κάλλος του φυσιολατρικού στοιχείου, στην ακατάβλητη δύναμη της Αγάπης – σε όλες τις μορφές της –, στους ολόφωτους κόσμους της Ειρήνης και της Ελπίδας, καθώς και στο υπέρτατο μεγαλείο της Ελληνικής Γλώσσας, δημιούργησε ένα Μεγαλόπνοο Έργο, το οποίο συγκίνησε, συγκινεί και θα συγκινεί, για πάντα, ολόκληρη την Ανθρωπότητα….
Η Ελληνική γλώσσα
Όταν κάποτε φύγω από τούτο το φως
θα ελιχθώ προς τα πάνω όπως ένα
ρυακάκι που μουρμουρίζει.
Κι αν τυχόν κάπου ανάμεσα
στους γαλάζιους διαδρόμους
συναντήσω αγγέλους, θα τους
μιλήσω ελληνικά, επειδή
δεν ξέρουνε γλώσσες. Μιλάνε
μεταξύ τους με μουσική.
Ο Νικηφόρος Βρεττάκος, ο πνευματικός αυτός «μεταλλωρύχος», κατάφερε με μια ποίηση μεστή νοημάτων, αλλά και έντονου συναισθηματισμού, δημιουργικής φαντασίας, επεξεργασμένης τέχνης και μουσικότητας, να ανασύρει μέσα από τη σκοτεινή στοά το φως και την αγάπη και να τα διαδώσει στον κόσμο. Ο ίδιος ο ποιητής είχε πει: «Ο ρόλος μου είναι ρόλος μεταλλωρύχου… Κι η εποχή μας έχει γίνει κάτι σαν είδος στοάς σκοτεινής, φορτωμένης, επικίνδυνης. Ευχαριστώ τη μοίρα που μου έδωσε αυτή την ψυχή, αυτή τη μικρή σκαπάνη, και υπάρχω χάρις σ’ αυτή». Το έργο του μεγάλου Λάκωνα ποιητή αποτελεί ένα ανεξάντλητο ορυχείο ευαισθησίας και ανθρωπιάς για όλους εκείνους που προσπαθούν να αντισταθούν στη φθορά της εποχής μας.
Ο Νικηφόρος Βρεττάκος, ο Ποιητής του Ήλιου, της Αγάπης και της Ειρήνης, δεν βρίσκεται πια ανάμεσά μας. Βρίσκεται, όμως, το έργο του χαραγμένο με γραφή ανεξίτηλη στο βιβλίο της σκέψης μας… Βρίσκονται οι στίχοι του, αστραφτεροί από τον Ήλιο και την Αγάπη που τους κατακλύζουν, ολοζώντανοι κι αναλλοίωτοι μέσα στην ψυχή μας… Για να μας φωτίζουν, για να μας καθοδηγούν, για να μας ταξιδεύουν… Εκεί, όπου ο ίδιος ταξίδευε ακατάπαυστα… Στο Φως της Αγάπης!
* Η κυρία Γιόλα Αργυροπούλου – Παπαδοπούλου είναι επ. καθηγήτρια της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα