Η αϋπνία - Του Λευτέρη Τσίλογλου
Με τον ύπνο δεν είχε ποτέ καλές σχέσεις. Οι σκέψεις του τριβέλιζαν αδιάκοπα το μυαλό και δεν τον άφηναν ήσυχο λεπτό. Για να υπερνικήσει αυτό το πρόβλημα χρη-σιμοποίησε όλες τις παραδοσιακές μεθόδους. Όπως, για παράδειγμα:
Ηρεμία, φίλε μου, αφήσου, άδειασε το μυαλό σου. Μέτρα προβατάκια, πιες πριν ένα ποτήρι ζεστό γάλα. Μαζί κι ό,τι άλλες συμβουλές άκουσε απ’ το περιβάλλον του ή διάβασε σε βιβλία. Όμως το αποτέλεσμα; Τζίφος! Συνεχές στριφογύρισμα πάνω στο κρεβάτι, αλλαγή θέσης μαξιλαριών. Ό ύπνος δεν ερχόταν με τίποτα.
Αναβάθμισε τις παρεμβάσεις του. Άρχισε από ελαφρά ηρεμιστικά φάρμακα. Μετά αύξησε τη δόση τους. Συνέχισε με καθαρά υπνωτικά, αλλά χωρίς και πάλι αποτέλε-σμα. Έχασε κάθε ελπίδα και το πήρε απόφαση.
«Είμαι καταραμένος! Καταδικασμένος να είμαι συνεχώς ξύπνιος!»
Ήταν πια ένα ερείπιο. Οι δυνάμεις του είχαν περιοριστεί, οι αντοχές ήταν κοντά στο λιποθυμικό όριο. Ο γιατρός – κολλητός του φίλος - είχε σηκώσει τα χέρια.
« Το πρόβλημα είναι στο μυαλό σου και είναι ψυχολογικό. Φίλε, να το ξέρεις! Πρέ-πει να το λύσεις μόνος σου!»
Μέσα στο αδιέξοδό του κάθισε να σκεφτεί το πρόβλημά. Από μηδενική βάση. Έθεσε, λοιπόν, τον εαυτό του τα ερωτήματα:
Τι έφταιγε μ’ αυτόν; Τι έκανε ή τι δεν έκανε σε σχέση με τις συνηθισμένες πράξεις των άλλων ανθρώπων; Σε τι ήταν υπερβολικός και σε τι υστερούσε; Πότε αυτό άρχι-σε να τον βασανίζει; Κι άλλα ίδια ή παρόμοια.
Η πρώτη διαπίστωση ήταν ότι παλαιότερα το πρόβλημα δεν ήταν τόσο έντονο. Αυ-ξήθηκε προϊόντος του χρόνου. Μήπως ήταν συνέπεια του γεγονότος ότι μεγάλωνε; Γιατί τότε το ίδιο φαινόμενο δεν εμφανιζόταν και στους άλλους συνομήλικους φίλους του;
Το συμπέρασμα ήταν να αναζητήσει τη λύση στο παρελθόν. Συνέβη ενδιάμεσα στο διάβα της ζωής του κάτι το έκτακτο, κάτι το ιδιαίτερο; Δεν εύρισκε κάποιο συμβάν. Τα συνήθη σ’ όλους τους ανθρώπους περιστατικά
. Αν ήταν θρησκευόμενος - που δεν ήταν - θα έβαζε το ερώτημα: Μήπως είναι θεϊ-κή τιμωρία για τα αμαρτήματά του; Που δε μπορούσε όμως να προσδιορίσει ποια εί-ναι, αλλά ο Θεός, που όλα τα βλέπει όλα και τα παρακολουθεί, σίγουρα θα ήξερε κα-λύτερα από αυτόν. Μήπως λοιπόν το κύμα των τύψεων άγνωστων ανομημάτων τον είχε περικυκλώσει από όλες τις μπάντες και τον τυραγνούσε, τσιμπώντας το σώμα του με χιλιάδες βελόνες χωρίς έλεος;
Στο τέλος κατέληξε ότι είναι μάλλον χαρακτηριστικό ιδίωμα της ιδιοσυγκρασίας του, κάτι που μεταφέρει από τους γεννήτορές του με το DNA του. Αλλά όμως πώς μπορεί να καταπολεμήσει το αίσθημα της πλήρους εξάντλησης, που τον έχει κατακυ-ριεύσει, ως συνέπεια της συνεχιζόμενης αγρύπνιας του; Τι πρέπει να κάνει για ν’ α-ποκτήσει φυσιολογική ζωή, να ζει τις μικρές χαρές της γλυκιάς καθημερινότητας;
Τώρα γλιστρούσε μέρα με τη μέρα στην απομόνωση. Έπρεπε ν’ αντιδράσει,. Ναι! Να πάει κόντρα στην κατηφόρα που είχε πάρει, ν’ αγνοήσει κατά το δυνατόν το αί-σθημα της αδυναμίας που τον κατέτρεχε. Αυτό αποπειράθηκε να κάνει με πείσμα, με υπομονή και επιμονή, προσπαθώντας συνεχώς να δώσει κουράγιο στον εαυτό του.
Όλα τα πράγματα όμως έχουν το όριό τους. Δεν είναι μόνο θέμα προθέσεων, είναι και θέμα αντικειμενικών νομοτελειών. Ειπώθηκε πως εκεί που υπάρχει ένα «θέλω», υπάρχει κι ένα «μπορώ». Ναι, αλλά όλα είναι σχετικά. Είναι γεγονός πως η θέληση μπορεί να κάνει θαύματα, αλλά μην είμαστε και υπερβολικοί. Στην περίπτωσή του χρειαζόταν κάτι περισσότερο από θαύμα. Έτσι στη πορεία σκόνταψε, γονάτισε και παραιτήθηκε της προσπάθειας. Έστω, μωρέ, ας καταντήσει φυτό. Ας γίνει απόβλητο της ζωής και της κοινωνίας.
Ξάπλωσε στο κρεβάτι και αφέθηκε πλήρως.
« Αϊ στο διάολο, ας πεθάνω! Ο θάνατος θα είναι λύτρωση για μένα»
Άπαξ και το αποφάσισε και δεν παίδευε πλέον το μυαλό του με το πρόβλημα, συ-νέβη το θαύμα. Κάποια στιγμή χάθηκε, έπεσε σ’ ένα βαθύ ανακουφιστικό και λυτρω-τικό ύπνο. Μια ολόκληρη μέρα κοιμόταν χωρίς διάλειμμα και αυτό θα συνεχιζόταν αν οι φυσικές ανάγκες δεν τον υποχρέωναν να ξυπνήσει. Η φούσκα του θα έσπαγε και μια ξεχασμένη, εδώ και καιρό, όρεξη για φαγητό τον υποχρέωσε να φάει ό,τι πρό-χειρο βρισκόταν μέσα στο ψυγείο του. Το μικρό διάλειμμα ανεφοδιασμού ήταν αρκε-τό. Αμέσως ξανάπεσε στο κρεβάτι λες σε λήθαργο για πολλές ακόμα ώρες. Όταν ξύ-πνησε για δεύτερη φορά, ένιωθε ανάλαφρος ξεκούραστος, αναγεννημένος.
« Ώρα να επιστρέψω στη ζωή», είπε. Και αυτό έκανε.
Ποιο είναι ηθικό δίδαγμα από αυτή την εμπειρία: Όσο πιλατεύεις ένα πρόβλημα τό-σο πιο πολύπλοκο καταντάει. Τόσο πιο περίπλοκο γίνεται. Άσε τη ζωή μόνη της και το χρόνο να δώσει τη λύση. Οι επιστήμονες λένε: Η φύση απεχθάνεται το κενό. Εγώ προσθέτω: Ο ανθρώπινος οργανισμός απεχθάνεται το περιπεπλεγμένο. το μυαλό του ανθρώπου αποφεύγει το μπέρδεμα και την ανακατωσούρα. Ανακουφίζεται όταν κάνει παρέα με το απλό, το ευθύγραμμο, το συνηθισμένο. Χωρίς φιοριτούρες και τερτίπια, χωρίς κόλπα και τεχνάσματα, που διάφοροι ισχυρίζονται πως είναι απαραίτητα.
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα