The Economist: Στροφή στο ρευστό
Και η νομισματική χαλάρωση έχει τα όριά της. Στις ΗΠΑ, για τις εταιρείες που είναι στον δείκτη S&P 500 τα κέρδη του τρίτου τριμήνου φαίνεται να είναι μειωμένα σε ετήσια βάση. Για πρώτη φορά από το 2009. Τα κέρδη για περίπου τις μισές από τις εταιρείες του δείκτη European Stoxx 600 είναι μικρότερα από τις προβλέψεις. Αν οι εταιρείες αναζητούν κάποιον ένοχο, μπορούν απλώς να κοιταχθούν στον καθρέφτη.
Οι εταιρείες περικόπτουν κάθε είδους δαπάνη τους για τέσσερις λόγους, εξηγεί ο σερ Μάρτιν Σόρελ της διαφημιστικής εταιρείας WPP: την κρίση της Ευρωζώνης, την αναταραχή στη Μέση Ανατολή, την πιθανή ύφεση της Κίνας και την κατάσταση της αμερικανικής οικονομίας και το λεγόμενο «δημοσιονομικό χάσμα», δηλαδή τον συνδυασμό περικοπής δαπανών και αύξησης της φορολογίας που είναι προγραμματισμένος για το 2013.
Κανένα από τα προβλήματα δεν είναι νέο. Οι επενδύσεις αυξάνονται σταθερά μετά το τέλος της ύφεσης, αν και όχι τόσο πολύ όσο τα κέρδη. Οι εταιρείες του S&P 500 διέθεταν περίπου 900 δισ. δολάρια στα τέλη Ιουνίου, σύμφωνα με το Thomson Reuters, μειωμένα λίγο σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα, αλλά αυξημένα κατά 40% σε σχέση με το 2008.
Επιχειρηματίες και συντηρητικοί επικριτές υποστηρίζουν ότι η συσσώρευση ρευστού οφείλεται στην υψηλή εταιρική φορολογία και στο κανονιστικό πλαίσιο. Ομως, το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται παγκοσμίως. Το ρευστό που διαθέτουν οι ιαπωνικές εταιρείες αυξήθηκε κατά 75% από το 2007, στα 2,8 τρισ. δολάρια. Ρευστό συσσωρεύουν οι εταιρείες και σε Βρετανία και Καναδά.
Ο Μαρκ Κάρνεϊ, κεντρικός τραπεζίτης του Καναδά, αποκάλεσε τα 300 δισ. δολάρια ρευστού που διαθέτουν αυτή τη στιγμή οι καναδικές εταιρείες «νεκρό χρήμα». Τις κάλεσε δε να επενδύσουν το ρευστό «και, αν δεν ξέρουν τι να το κάνουν, ας το επιστρέψουν στους μετόχους». Η υψηλή αποταμίευση των εταιρειών δεν εξηγείται μόνο από μία αιτία. Η Τράπεζα της Αγγλίας σημειώνει ότι το μεγαλύτερο μερίδιο ρευστού ανήκει σε εταιρείες που εκμεταλλεύονται φυσικούς πόρους. Τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού έχουν μειώσει το κόστος δανεισμού, προσθέτοντας περίπου 1% στο περιθώριο κέρδους των αμερικανικών εταιρειών.
Μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση οι εταιρείες θέλουν να βασίζονται λιγότερο στις τράπεζες και στις αγορές ομολόγων για χρηματοδότηση. Η τάση αυτή είναι απίθανο να αντιστραφεί γρήγορα, διότι η υψηλή αποταμίευση των εταιρειών δεν οφείλεται ούτε στην κρίση, ούτε στην έκρηξη των εμπορευμάτων, ούτε στον κύκλο των επιτοκίων δανεισμού.
Σε μια πρώτη μελέτη τους οι Λουκάς Καραμπαρμπούνης και Μπρεντ Νέιμαν του Πανεπιστημίου του Σικάγου διαπιστώνουν ότι οι αποταμιεύσεις των εταιρειών σε 51 χώρες, μεταξύ του 1975 και του 2007, αυξήθηκαν κατά μέσον όρο κατά 20%. Οι δύο ερευνητές συνδέουν τόσο την αύξηση της εταιρικής αποταμίευσης όσο και τον περιορισμό της εργασίας ως ποσοστό του ΑΕΠ στην πτώση των επενδύσεων που ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1980.
Αυτή η μείωση ίσως οφείλεται στη μείωση του κόστους για υπολογιστές ή στη στροφή της παραγωγής κεφαλαιακών αγαθών προς τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, ή και στους δύο λόγους.
Οποιος και αν είναι ο λόγος, σταδιακά οι εταιρείες στράφηκαν από τα προϊόντα της εργασίας στα προϊόντα του κεφαλαίου. Προκειμένου λοιπόν να χρηματοδοτήσουν αυτή την επένδυση, σταδιακά οι εταιρείες άρχισαν να ενισχύουν την αποταμίευση.
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα