Αγαπητοί φίλοι, Μπορείτε να στέλνετε τα κείμενά σας στο palmografos@gmail.com - Δωρεάν δημοσίευση Αγγελιών στο palmografos@gmail.com

Τα «Ερώματα» της Λίλιαν Μπουράνη - Της Γιόλας Αργυροπούλου-Παπαδοπούλου*

Αρχική | Τέχνες - Επιστήμες | Ποίηση | Τα «Ερώματα» της Λίλιαν Μπουράνη - Της Γιόλας Αργυροπούλου-Παπαδοπούλου*

Τις φλέβες που ακουμπάς,

σαν τίποτα να μη συμβαίνει

παίζοντας με τα δάχτυλα

τον άναρχο σφυγμό τους,

χίλιες φορές τις έκοψαν

του έρωτα οι κοφτερές λεπίδες

κι άλλες τόσες τις έραψα μόνη

μόνη! ακούς;

με γρήγορες ραφές

να μην προλάβει ο πόνος

να χυθεί ζεστός στο πάτωμα

και χάσω τις «αισθήσεις».

Μα πάντα επιζώ

για την επόμενη σφαγή μου

από κάποιο χέρι αγαπημένο,

σαν τώρα το δικό σου

που αφήνω – τάχα – ανυποψίαστη

να με διατρέχει,

να με εξερευνά

και να με δοκιμάζει.

 

Σαν σε φωνάζω έρωτα

γυαλίζει το μαχαίρι.

Το εξαιρετικό αυτό ποίημα της Λίλιαν Μπουράνη, με τίτλο «Ερωτικό», το οποίο δεν συμπεριλαμβάνεται στα «Ερώματα», υπογράφεται με το μυθολογικό όνομα της πρώτης θνητής γυναίκας, το όνομα «Πανδώρα», που η ποιήτρια χρησιμοποιούσε ως ψευδώνυμο στο blog της «Μικρό καταφύγιο στην εξοχή», εκεί όπου πριν από κάμποσους μήνες τη γνώρισα και την ξεχώρισα και την αγάπησα, μέσ’ από τους υπέροχους στίχους της, από τη μουσική που επέλεγε για να συνοδεύει αυτούς τους στίχους, από την ευγένεια και την ευαισθησία της και από μία φράση της που άγγιξε βαθιά την ψυχή μου: «Το πιο όμορφο ποίημά μου είναι η κόρη μου»…

Η Λίλιαν Μπουράνη, γεννημένη στον Βόλο, ζει από τα 18 της χρόνια στην Αθήνα. Φοίτησε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, γρήγορα όμως εγκατέλειψε την ιδέα της δικηγορίας. Αν και έγραφε από μικρή, μόλις το 2008 έβγαλε από τα συρτάρια της τα ποιήματά της και αποφάσισε να τα δημοσιεύσει στο προσωπικό της ιστολόγιο «pandora’s bookmarks», όπου την ανακάλυψε ο ποιητής Τόλης Νικηφόρου, στην ενθάρρυνση και την παρότρυνση του οποίου οφείλεται η απόφασή της να εκδώσει τα «Ερώματα»…

Το πρώτο αυτό βιβλίο της Λίλιαν Μπουράνη, από τις Εκδόσεις «Μανδραγόρας», αρχίζει να κατακτά τον αναγνώστη ήδη από το εξώφυλλό του, με την εκπληκτική λεπτομέρεια ενός πίνακα του Toulouse Lautrec και κυρίως με τον ξεχωριστό τίτλο «Ερώματα», λέξη – δημιούργημα της ποιήτριας, με το αρχικό έψιλον γραμμένο με το κόκκινο χρώμα του ερωτικού πάθους. Μια λέξη που παραπέμπει άμεσα στον Έρωτα και στα αρώματα… Όλα εκείνα τα αρώματα που αποπνέει αυτός ο παντοδύναμος γιος της Αφροδίτης… Εμένα προσωπικά, ως αρχαιοελληνίστρια φιλόλογο, τα «Ερώματα» με παραπέμπουν και στον παθητικό παρακείμενο ἔρρωμαι του ρήματος ῥώννυμι που σημαίνει «ενισχύω, ενδυναμώνω κάποιον». Ενδυνάμωση, λοιπόν, αλλά και ανάταση ψυχής η ανάγνωση, η ενασχόληση και η απόπειρα μιας βαθύτερης ανάλυσης των «Ερωμάτων» της Λίλιαν Μπουράνη…

Η θεματική του ποιητικού αυτού έργου, αποτελούμενου από 35 συνολικά ποιήματα [Α΄ Μέρος – 20 ποιήματα, Β΄ Μέρος (με τίτλο «Τεθλάσματα») – 15 ποιήματα] είναι ποικίλη και παρουσιάζει πραγματικά ξεχωριστό ενδιαφέρον.

Η Αγάπη, ένα από τα κύρια μοτίβα της συλλογής, κυριαρχεί έντονα στο ποίημα «Γονυκλισία». Προσκυνώ την αγάπη είναι ο πρώτος στίχος του ποιήματος, στον οποίο συνοψίζεται όλο το νόημα της συγκεκριμένης σύνθεσης. Και μάλιστα αξιοσημείωτη είναι η επανάληψη (6 φορές) του ρήματος προσκυνώ από την ποιήτρια, στην οποία – όπως διαφαίνεται μέσα από το σύνολο του έργου της – οι επαναλήψεις δεν αποτελούν ιδιαίτερα προσφιλή τρόπο έκφρασής της… Το μοτίβο της Αγάπης κυριαρχεί και στο ποίημα «Μετασχηματισμοί», το οποίο όμως νοηματικά εμφανίζεται ως αντίποδας της «Γονυκλισίας»…

Καμιά φορά η αγάπη

αντί να αναληφθεί

στους ουρανούς

μικραίνει τόσο

που πέφτει στον υπόνομο.

Τα βράδια που ξυπνάς

να πιεις νερό

την βρίσκεις στην κουζίνα

να τρέχει στις ρωγμές

για να κρυφτεί

σαν μαύρη

τρομαγμένη κατσαρίδα

και παραμερίζεις.

Ούτε να την πατήσεις

δεν καταδέχεσαι.

Ακολουθεί το εξαιρετικό ποίημα με τίτλο «Οδύσσεια», στο οποίο η Λίλιαν Μπουράνη προτάσσει δύο θαυμάσιους στίχους (183 και 184) από την ραψωδία α της ομηρικής Ὀδυσσείας (πλέων ἐπὶ οἴνοπα πόντον ἐπ’ ἀλλοθρόους ἀνθρώπους, / ἐς Τεμέσην μετὰ χαλκόν, ἄγω δ’ αἴθωνα σίδηρον = ταξιδεύοντας στη σκοτεινή θάλασσα σ’ αλλόγλωσσους ανθρώπους, στην Τεμέση για να βρω χαλκό, και μεταφέρω αστραφτερό σίδηρο). Επίκεντρο της σύνθεσης, στην οποία εναρμονίζονται υπέροχα η προσφώνηση (Ω! μικρή, / σαρκοφάγα μου αγάπη), η ερώτηση (ως πότε / θα σε σώζει / η αυταπάτη / ότι διαπλέεις / τον οίνοπα πόντο;) και η διατύπωση μιας προφητικής σκέψης (Κάποτε / θα ξαναδιαβάσεις / τον α 183 / και θα πνιγείς / μέσα στο αίμα μου), είναι ο περίφημος ομηρικός λογότυπος οἴνοψ πόντος, η απέραντη σκοτεινή θάλασσα του Ομήρου, στο χρώμα του βαθυκόκκινου κρασιού αλλά και του αίματος…

Δεν είναι τυχαίο ότι η Λίλιαν Μπουράνη, λάτρης του αρχαιοελληνικού ποιητικού λόγου, προτάσσει και σ’ ένα άλλο ποίημά της, με τίτλο «Λευκή μελαγχολία – Τα τζάμια», το πασίγνωστο και αθάνατο χορικό από τη σοφόκλεια Ἀντιγόνη : Ἔρως ἀνίκατε μάχαν, /… ὁ δ’ ἔχων μέμηνεν (στ. 781 – 790).

Λευκή μελαγχολία

είναι της νύχτας

το μισοπαιγμένο βαλς

κι η πρόβα του χορού

στο τρίτο στάσιμο

σταματημένη

«ο δ’ έχων μέμηνεν!»(απόσπασμα).

Ο έρωτας, βασικό μοτίβο των «Ερωμάτων», απαντά μ’ έναν αριστουργηματικό τρόπο στο πρώτο ποίημα με τίτλο «Αντί – έρωτες». Η ηρωίδα απευθύνεται στον Αγαπημένο με μια κυριολεκτικά «αφοπλιστική», ικετευτική προτροπή…

Ρίξε με στην αγκαλιά σου

μόνο αν είναι να κινδυνεύσω…

Όσο με θες αρνήσου με

κι όταν μ’ αιχμαλωτίζεις

σκότωνέ με…

και μην με ταξιδέψεις

ποτέ

ως το τέλος!... (αποσπάσματα).

Ο έρωτας, στο ποίημα «Το ένα», συνδέεται άμεσα με το μοτίβο της μοναξιάς, της μοναδικής / και αδιαίρετης μοναξιάς που, όσο κι αν ο Έρωτας την εξαπατά, θα πεθαίνει / αλυσοδεμένη / με το ομόκλινο / ψέμα της. Εκπληκτική με τη λιτότητά της η διατύπωση της ιδιότητας του έρωτα να εξαπατά καθώς και της διαπίστωσης για την ανάγκη, που έχει η ανθρώπινη ψυχή γι’ αυτή την απάτη, γι’ αυτό το ψέμα… Δεν είναι δυνατόν παρά να υπογραμμίσει κανείς αυτή την πολυσύλλαβη μετοχή αλυσοδεμένη, με την οποία η ποιήτρια χαρακτηρίζει τη μοναξιά, καθώς και το αρχαΐζον επίθετο ομόκλινο, που προσδιορίζει το «ψέμα». Και είναι, στ’ αλήθεια, αυτές οι λεπτομέρειες που έχουν τόσο βαρύνουσα σημασία και που, τελικά, συνυπογραμμίζουν την ποιητική δεινότητα της Λίλιαν Μπουράνη…

Η νύχτα, και με την ουσιαστική και με τη μεταφορική σημασία της λέξης, εμφανίζεται διάσπαρτη μέσα στα «Ερώματα»…

Σε ψάχνει η νύχτα.

Όχι, μη βγαίνεις

δεν τέλειωσα με τα κοψίματα…

Όχι μη βγαίνεις

άναψε μόνο ένα καντήλι

για τη νυχτερινή μου

προσευχή… (αποσπάσματα από το ποίημα «Μη βγαίνεις»).

Σχήμα παλιό

που πια δεν σε χωρά

ετούτη η νύχτα.

Να λείπεις ο μισός

κι ο άλλος μισός να κρύβεσαι

στις σκιές των περαστικών… (απόσπασμα από το ποίημα «Apassionata»).

Σπαραγμός καρδιάς και θρήνος η σύνθεση «Ακτήμων λύπη», αφιερωμένη στον Νικόλα, λατρεμένο πρόσωπο της ποιήτριας που πρόσφατα έφυγε από κοντά της… Μια εξαιρετική έκφραση του μοτίβου του θανάτου, της οριστικής απώλειας…

Στάχυασε ο κάμπος

και θρηνώ

τα σφιχταγκαλιασμένα

όταν σφυρίζει από μακριά

το αδόκητο δρεπάνι.

Απ’ τη σπορά

ως τον θερισμό

τίποτα δεν μου ανήκει.

Οφείλω σαν κολίγας.

Το αίμα,

τον ιδρώτα μου

κι όσους πολύ αγαπάω.

Το προτελευταίο ποίημα της συλλογής φέρει τον τίτλο «Χαρακίρι». Πρόκειται για μία πραγματικά αριστουργηματική σύνθεση, της οποίας πηγή έμπνευσης είναι η ίδια η ποίηση. Η Λίλιαν Μπουράνη αποπειράται, εδώ, να δώσει τον δικό της, τον προσωπικό της ορισμό για τον ποιητικό λόγο…

Κάθε ποίημα είναι

ένα αποτυχημένο χαρακίρι.

Ξεκινάς με τη βεβαιότητα

ότι κρατάς την πιο αιχμηρή λέξη

και καταλήγεις ν’ αναρωτιέσαι

αν το επόμενο θα σε λυτρώσει

με κάποια

που κόβει καλύτερα.

Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του ποιητικού έργου της Λίλιαν Μπουράνη είναι η λιτότητα της γραφής. Συνθέσεις που διακρίνονται για τη συντομία τους, αποτελούμενες συχνά από στίχους μονολεκτικούς. Η λιτότητα, όμως, αυτή είναι αναμφίβολα αντίστροφα ανάλογη προς τον βαθύτατο στοχασμό της ποιήτριας. Στα ποιήματα της Λίλιαν Μπουράνη δεν συναντάμε πομπώδεις και υψηλών τόνων εκφράσεις. Λίγα, αλλά σοφά επιλεγμένα επίθετα (όπως: εύκρατες σιγουριές // οθόνες ιριδίζουσες // λευκή μελαγχολία // άκλαυτη πέτρα / αμίλητη // εκρηξιγενής / ερωτική φλέβα // ορίζοντας πετρόχτιστος), ακόμη πιο λίγες μετοχές (όπως: μισοπαιγμένο βαλς // πεινασμένη καληνύχτα // θρυμματισμένο μάτι // ηττημένος μονομάχος // τα σφιχταγκαλιασμένα // τηγμένο σίδερο) και ελάχιστα επιρρήματα (όπως: αριστερόστροφα / κυκλώνεις το βωμό // δρεπανωτά το σώμα σου / την ήττα όταν θερίζει // διασχίζω κατακόρυφα / του χρόνου την ρωγμή) εμπλουτίζουν τους στίχους με θεσπέσιες εικόνες, τους προσδίδουν μουσικότητα και, αναμφισβήτητα, συμπληρώνουν τις ιδέες της ποιήτριας….

Κάποιες φορές, το φυσιολατρικό στοιχείο διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην διατύπωση των σκέψεων αλλά και των αισθημάτων της ποιήτριας… (Αν είσαι άμμος κινούμενη / μάτι κυκλώνα στον τροπικό / ή στα όρη / άγνωστο ναρκοπέδιο // κι εκβάλλω απ’ τη θάλασσα // τα γέλια του κόσμου / κρεμασμένα στον πευκώνα // την είδαν που σκαρφάλωνε / - ως την κορφή της Nanga - / Την είδαν που το χέρι της / έφτανε στη Σελήνη // ν’ αδειάζεις τον πυρετό σου / - χιλιάδες χρώματα / ηφαιστειακά - // Κι είχα καιρό ν’ ανάψω / τόση Πανσέληνο, / τόση Πανσέληνο, / για να μ’ επιθυμήσεις // Καρδιά μου, ποτάμι. / Δέλτα του Νείλου / δίκλωνο / που χύνεσαι στη θάλασσα / από δυο πληγές ισόβαθες. / Καρδιά μου, επιθυμία. / Ορίζοντα πετρόχτιστε. / Του ανέμου πέρασμα / ανοιχτό / και βορεινό παράθυρο. // Είμαι ένα δέντρο γυμνό / που πληθαίνει στη ρίζα. / Δεν έχω ίσκιο. Τα φύλλα μου στη γη τα ρίχνω / για ν’ αφρατεύει το χώμα / κι απ’ τα λουλούδια μου / είναι οι στήμονες κομμένοι… / Ανήκω μόνο στη βροχή / στον άνεμο / και στην βουρκωμένη / ερημιά του τοπίου. // Στάχυασε ο κάμπος // Το βράδυ άκουσα να χιονίζει / στον διάδρομο… / Εδώ ακόμη, Σαχάρα).

Αξιοσημείωτες και κάποιες παρομοιώσεις και προσωποποιήσεις, οι οποίες αναμφισβήτητα υπογραμμίζουν μεταξύ άλλων την ποιητική δεξιοτεχνία της Λίλιαν Μπουράνη: Κι εκβάλλω απ’ τη θάλασσα / γυμνή, / σαν ανοιγμένο όστρακο / ακουμπώ / στην κοιλιά σου. / Μη σαλεύεις! / μισοκοιμάται η στιγμή…// Ζεστός / σαν Λίβας…// κι οι λέξεις πέφταν / γράμμα το γράμμα / σαν χαλασμένοι σοβάδες. // Καμιά φορά η αγάπη…/ σαν μαύρη τρομαγμένη κατσαρίδα // Σώμα μεταλλικό / σαν λέπι ψαριού.

Η εσωτερική φωνή της ποιήτριας, η φωνή της ψυχής της, μεταφέρεται άμεσα στη δική μας ψυχή, μ’ έναν τρόπο ξεχωριστό, με μια γραφή απέριττη και γλαφυρή, που σημαίνει πολλά κι αφήνει να εννοηθούν πολύ περισσότερα… Η Λίλιαν Μπουράνη γράφει άλλοτε στο α΄ πρόσωπο, εκφράζοντας το δικό της είναι, τα βιώματά της, τον κόσμο της σκέψης κα της ψυχής της (Προσκυνώ την αγάπη // Το πιο σπαρακτικό Επιτάφιο δάκρυ / το είδα να κυλά από έναν φαλλό… / Και τότε / πρόσταξα το σώμα μου ν’ ανθίσει…/ Μα ήμουν ολόκληρη Σταυρός. // Πρέπει να μάζεψα / τα πράγματά μου / σε κάποια στιγμή έκστασης. // Θρηνώ των λέξεων / την ασήμαντη θυσία) κι άλλοτε στο β΄ πρόσωπο – στο αντικείμενο αγάπης, έρωτα, θαυμασμού, μνήμης, νοσταλγίας οργής και θυμού (Ρίξε με στην αγκαλιά σου… / …μην με ταξιδέψεις / ποτέ / ως το τέλος! // Την ώρα που ενδύεσαι / το ιερό σου σχήμα… / σ’ αναγνωρίζω, άντρα! // Φύτεψέ με… / Δες με… / ψαλίδισέ μου… // Σε ψάχνει η νύχτα. / Όχι, μη βγαίνεις… // …θα αναδύεσαι / μέσ’ απ’ της μνήμης / τα λεπτά επιχρίσματα. // Να λείπεις ο μισός / κι ο άλλος μισός να κρύβεσαι / στις σκιές των περαστικών. // …θα πνιγείς / μέσα στο αίμα μου).

Ιδιαίτερα συναρπαστικός είναι και ο επιγραμματικός – αποφθεγματικός λόγος της ποιήτριας, ο οποίος τίθεται συνήθως ως κατακλείδα της σύνθεσης: ταξίδι που το χόρτασες / χίλιες φορές ματαιωμένο. // Όταν βραδιάζει / καθένας μας / καληνυχτίζει / τα δικά του τοπία. // Όλα αναβάλλονται / στο χρόνο. // …διαρκούμε περισσότερο / από τις ιστορίες μας.

Πιστεύω ανεπιφύλακτα ότι η Λίλιαν Μπουράνη από το πρώτο κιόλας ποιητικό της έργο καταξιώνεται ως Ποιήτρια. Ως ποιήτρια, της οποίας το έργο σφραγίζεται από μία εξαιρετικά υψηλή ποιητική δεξιοτεχνία. Τα «Ερώματα», με τις ιδιαίτερα προσεγμένες από κάθε άποψη συνθέσεις τους, με την εκπληκτική νοηματική δύναμη και τη μουσικότητα των στίχων τους, ξεχωρίζουν σαν ένα άστρο ολόφωτο μέσα στον απέραντο έναστρο ουρανό της Σύγχρονης Ελληνικής Ποίησης…

Τελειώνοντας, θα ήθελα να παραθέσω τον επίλογο ενός εξαιρετικού άρθρου με τίτλο «Ο Κόσμος Της Κυρίας Λίλιαν Μπουράνη», που έγραψε πρόσφατα ο Κώστας Μπίρμπας και το οποίο – ειλικρινά – εκφράζει απόλυτα και τις δικές μου σκέψεις και τα δικά μου συναισθήματα:

«…Ο κόσμος της Λίλιαν Μπουράνη είναι ένας κόσμος γλυκός. Όχι γλυκερός, ούτε τρυφηλός. Είναι ένας κόσμος γλυκός στην ουσία του. Έχει την γεύση των πιο αθώων φιλιών, του υποβρύχιου των παιδικών χρόνων, των παιδικών φόβων, των εφηβικών ματαιώσεων. Είναι ένας κόσμος αθώος! Είναι ένας κόσμος που αθωώνει πάντα τον κόσμο των άλλων. Είναι ένας κόσμος ευγενής. Είναι ένας κόσμος γλυκός. Η ποίηση της κυρίας Μπουράνη μπορεί να λυπάται και να θλίβεται αλλά είναι μια ποίηση που χαμογελά στους ανθρώπους. Όπως ακριβώς το πρόσωπό της. Είναι μια ποίηση ειλικρινής».

Γιόλα Αργυροπούλου – Παπαδοπούλου.

*Η κυρία Γιόλα Αργυροπούλου-Παπαδοπούλου είναι επ. καθηγήτρια της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

 

 





Πρόσθεσέτο στο Facebook Πρόσθεσέτο στο Twitter

Τάσος Λειβαδίτης: ο ποιητής που νήστεψε την αμαρτία

31 Οκτωβρίου 2023, 21:46
Γράφει ο Ελισσαίος Βγενόπουλος Σαν σήμερα 30 Οκτωβρίου πέθανε ο ποιητής που νήστεψε την αμαρτία   Ο ήλιος ...

Η γυναίκα ως πηγή έμπνευσης των Ελλήνων ποιητών - της Γιόλας Αργυροπούλου-Παπαδοπούλου

08 Μαρτίου 2023, 13:19
(από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα)     «Με την πρώτη σταγόνα της βροχής σκοτώθηκε το καλοκαίρι Μουσκέψανε τα ...

Γιάννη Ρίτσου, "Γράμματα από το Μέτωπο"

28 Οκτωβρίου 2022, 19:13
1. Μάνα, τὸν ἥλιο ἐδῶ σκεπάζουν ἴσκιοικι ἀναπαμὸ ποτὲ ἡ καρδιὰ δὲ βρίσκει ἕνα:οἱ αὐγὲς ...


Σχολιάστε το άρθρο:



συνολικά: | προβολή:

Newsletter
Email:
Λέξεις κλειδιά
Αξιολογήστε αυτο το άρθρο
0