Το βούλευμα για τον Άκη
Με βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών παραπέμπονται σε δίκη ο πρώην υπουργός και ακόμη 18 άτομα στην υπόθεση με τις μίζες για τα εξοπλιστικά προγράμματα.
Το σκεπτικό του Συμβουλίου Εφετών είναι ότι όλοι οι κατηγορούμενοι νομιμοποίησαν έσοδα από εγκληματική δραστηριότητα. «Τέλεσαν ενεργώντας από κοινού η και μόνοι τους το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα η οποία συνίσταται στο αδίκημα της κατ' εξακολούθηση παθητικής δωροδοκίας του πρώην υπουργού στρεφόμενης κατά του ελληνικού δημοσίου» αναφέρει, μεταξύ άλλων, το βούλευμα.
Ειδικότερα με βάση το βούλευμα ο Άκης Τσοχατζόπουλος κατηγορείται ότι συμμετείχε από κοινού με άλλους σε οργάνωση με σκοπό τη διάπραξη νομιμοποίησης εσόδων που προήλθαν από τις μίζες για τα εξοπλιστικά.
«Από αρχές του έτους 1998 και έως τον Απρίλιο του έτους 2010 τουλάχιστον, από κοινού με άλλους , συμμετείχε σε οργάνωση που είχε σκοπό τη διάπραξη νομιμοποίησης εσόδων, προερχόμενων από το έγκλημα της κατ΄εξακολούθηση παθητικής δωροδοκίας, τελεσθείσας σε βάρος του Δημοσίου» υπογραμμίζει το Συμβούλιο Εφετών και συνεχίζει: «Στα πλαίσια αυτής της οργάνωσης και για την πραγμάτωση του σκοπού της από κοινού με τους άλλους κατηγορούμενους, συστήσανε τις εταιρίες μέσω των οποίων προβήκανε σε μια σειρά πράξεων νομιμοποίησης παράνομων εσόδων. Ο Άκης Τσοχατζόπουλος και ο εκ των συγκατηγορούμενών του Νικόλαος Ζήγρας διηύθυναν την οργάνωση και κατένειμαν τους ρόλους, ο Νικόλαος Ζήγρας ήταν ο δικαιούχος των άνω εταιριών, στις οποίες διοχετεύονταν τα χρήματα της δωροδοκίας και ο ίδιος (ο Ακης Τσοχατζόπουλος) πραγματικός ιδιοκτήτης».
Επιπλέον το βούλευμα σημειώνει ότι ενήργησε μαζί με τον πρώην γ.γ. Εξοπλισμών του υπουργείου Εθνικής Άμυνας, Ιωάννη Σμπώκο εξακολουθητικά, με πρόθεση απέκρυψε περιουσία, με σκοπό να συγκαλύψει την παράνομη προέλευσή της.
Συγκεκριμένα:
α) κατά το χρονικό διάστημα από περίπου αρχές του έτους 2000, έως 16-4-2010, του παρέδωσε το ποσό των 1.000.000 ευρώ, με σκοπό την απόκρυψη του ότι προέρχεται από το έγκλημα της παράνομης δωροδοκίας του ως πρώην υπουργού και
β) με τον ίδιο σκοπό, το χρονικό διάστημα από αρχές 1998 έως 16-4-2010, του ανέθεσε τη διαχείριση μέρους του ποσού της παράνομης περιουσίας εκ δωροδοκίας, ποσού τουλάχιστον 40.000.000 ευρώ, με εκτιμώμενη απόδοση εκ της διαχείρισης αυτής το έτος 2010 περί τα 80.000.000 ευρώ.
Για την κόρη του πρώην υπουργού, Αρετή Τσοχατζοπούλου το βούλευμα αναφέρει ότι «κατά τα έτη 2004-2006 μετέτρεψε περιουσία με σκοπό τη συγκάλυψη της παράνομης προέλευσης της γνωρίζοντας ότι προέρχεται από το έγκλημα της παθητικής δωροδοκίας του Άκη Τσοχατζόπουλου δια της τοποθετήσεως περιουσίας τουλάχιστον 150.000 ευρώ σε κατασκευαστικές εργασίες».
Αναφορικά με την σύζυγο του πρώην υπουργού, Βίκυ Σταμάτη, που βρίσκεται προφυλακισμένη στον Κορυδαλλό, το Συμβούλιο Εφετών τονίζει ότι: «Κατά το χρονικό διάστημα των ετών 2006,2007 και 2008 με πρόθεση και ενεργώντας από κοινού με τους συγκατηγορούμενούς της Παναγιώτη Σταμάτη και Α.Τσοχατζόπουλο, μετέτρεψε περιουσία με σκοπό την απόκρυψη και συγκάλυψη της παράνομης προέλευσή της, επίσης με πρόθεση απέκρυψε και συγκάλυψε την αλήθεια όσον αφορά την προέλευση περιουσίας και την κυριότητα επί περιουσίας, γνωρίζοντας ότι προέρχεται από το έγκλημα της παθητικής δωροδοκίας του συγκατηγορούμενού της Α.Τσοχατζόπουλου. Συγκεκριμένα ο Π. Σταμάτης, ενεργώντας μετά από συναπόφαση με εκείνη και τον Α.Τσοχατζόπουλο, προέβη σε εργασίες επισκευής και ανακαίνισης της οικίας στη Δ. Αρεοπαγίτου εμφανιζόμενος ως δήθεν εκπρόσωπος της εταιρίας NOBILIS με το ψευδές επώνυμο Παπαλιάκος. Προέβαινε δε σε συμφωνίες με διάφορους εργολάβους και υπεργολάβους πραγματοποιώντας εργασίες συνολικού ύψους περίπου 710.000 ευρώ». Επιπλέον κατηγορείται ότι στις 16/4/10 απέκτησε το ακίνητο με σκοπό την απόκρυψη της προέλευσης χρημάτων που προέρχονταν από την τέλεση του αδικήματος της παθητικής δωροδοκίας που διέπραξε ο σύζυγός της.
Το βούλευμα αναφέρει ότι όλοι οι κατηγορούμενοι στην υπόθεση κινήθηκαν με μέθοδο προκειμένου να νομιμοποιήσουν παράνομα έσοδα του Άκη Τσοχατζόπουλου. «Δραστηριοποιήθηκαν με μεθοδικό τρόπο επί σειρά ετών και πέτυχαν να πραγματοποιηθούν πλήθος συναλλαγών για τη νομιμοποίηση των παράνομων εσόδων του πρώην υπουργού και να διακινηθούν, σε μια δαιδαλώδη διαδρομή, τεράστια χρηματικά ποσά μέσω ενός πολύπλοκου δικτύου εταιριών, τραπεζικών λογαριασμών,παρένθετων προσώπων και εξωχώριων εταιριών, με σκοπό να συγκαλύψουν την αληθινή προέλευση της περιουσίας εν γνώσει τους ότι τα έσοδα αυτά προέρχονταν από εγκληματική δραστηριότητα, μεγάλο μέρος των οποίων τοποθετήθηκαν στην αγορά περιουσιακών στοιχείων, αλλά προδήλως αποβλέποντας και σε δικό τους οικονομικό όφελος» σημειώνει το βούλευμα.
Το Συμβούλιο Εφετών υποστηρίζει ότι το στοιχείο του άμεσου δόλου, με βάση όσα προέκυψαν, δύσκολα μπορεί να αποσυνδεθεί από τις μεθοδεύσεις, στις οποίες κατέφυγαν στις περισσότερες των περιπτώσεων, προκειμένου να συγκαλυφθεί η προέλευση της περιουσίας.
Έτσι για τον κάθε κατηγορούμενο ξεχωριστά το βούλευμα τους παραπέμπει σε δίκη με την εξής κατηγορία: «Τις ανωτέρω πράξεις διέπραξε ενεργώντας κατ' επάγγελμα διότι από την επανειλημμένη τέλεση της πράξης και την υποδομή που είχε διαμορφώσει προκύπτει σκοπός του για πορισμό εισοδήματος και σταθερή ροπή του προς τη διάπραξη του εγκλήματος της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα. Τέλεσε τις ως άνω πράξεις βάσει σχεδίου αλλά συμμετέχοντας σε οργάνωση δια της οποίας τοποθετήθηκαν και αποκρύβηκαν σημαντικότατου ύψους παράνομα έσοδα μέσω ενός καλοστημένου και πολύπλοκου δικτύου εγχώριων και εξωχώριων εταιριών και της χρησιμοποίησης πλήθους τραπεζικών λογαριασμών για την εξαφάνιση των ιχνών των χρημάτων μέσα από δαιδαλώδεις διαδρομές έχοντας διαμορφώσει οργανωμένη ετοιμότητα τέλεσης νομιμοποίησης εσόδων».
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα