Κώστας Μόντης: "Τα τρία Γράμματα στη Μητέρα"
"Ανασήκωσε την πλάτη κι απόσεισέ τους, Πενταδάκτυλε!"
39 χρόνια από την εισβολή του Αττίλα στο Νησί της Αφροδίτης...
Ο Κώστας Μόντης (18 Φεβρουαρίου 1914 - 1η Μαρτίου 2004) υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Ελληνοκύπριους ποιητές και συγγραφείς. Καταγόταν από την Κύπρο και συγκεκριμένα γεννήθηκε το 1914 στην κατεχόμενη σήμερα Αμμόχωστο και πέθανε το 2004 στη Λευκωσία, όπου διέμενε μετά την τουρκική εισβολή.
Ο Κώστας Μόντης ήταν μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και προτάθηκε για το βραβείο Νόμπελ. Ποιητής, μυθιστοριογράφος και συγγραφέας θεατρικών έργων, θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες συγγραφείς του 20ου αιώνα και συγκεκριμένα της μεταπολεμικής περιόδου. Πολλά από τα έργα του έχουν μεταφρασθεί στα Αγγλικά, Γαλλικά, Γερμανικά, Ιταλικά, Ολλανδικά, Σουηδικά, Ρωσικά και σε άλλες γλώσσες. Το 1980 τιμήθηκε με τον τίτλο του «δαφνοστεφούς ποιητή» (Poet Laureate) από την Παγκόσμια Ακαδημία Τεχνών και Πολιτισμού.
Συγγραφέας πολυγραφότατος, βαθιά προβληματιζόμενος για το παρόν και το μέλλον της ιδιαίτερής του πατρίδας, της Κύπρου. Πολλά από τα έργα του αναφέρονται στον αγώνα των Κυπρίων για απελευθέρωση από την Αγγλία και ένωση με την Ελλάδα, την πορεία της νήσου μετά την Ανεξαρτησία, με σημαντικό σταθμό την Τουρκική Εισβολή και την έκτοτε κατοχή του 1/3 της Κύπρου.
Μερικά από τα γνωστότερά του έργα είναι το Γράμμα στη Μητέρα, Στιγμές, μία νουβέλα για τον απελευθερωτικό αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α. (1955-59), ο αφέντης Μπατίστας, ένα ιστορικοαυτοβιογραφικό μυθιστόρημα το οποίο κέρδισε το πρώτο βραβείο μυθιστορήματος στην Εθνική Εταιρεία Ελλήνων Συγγραφέων της Κύπρου κ.ά.
Ο μουσικοσυνθέτης Μάριος Τόκας, προσωπικός φίλος του ποιητή και επίσης καταγόμενος από την Κύπρο, μελοποίησε μερικά από τα συγκλονιστικότερα έργα του Κώστα Μόντη αναφερόμενα στην τουρκική εισβολή του 1974.
(Πηγή: Βικιπαίδεια)
Ακολουθούν αποσπάσματα από "Τα Τρία Γράμματα στη Μητέρα":
Μητέρα, αν το βρεις βαρύ το γράμμα μου,
είναι που σκύβει απάνω του ο Πενταδάκτυλος φορτωμένος Τούρκο,
αν το βρεις ασήκωτο,
είναι που γονατίζει απάνω του ο Πενταδάκτυλος φορτωμένος Τούρκο.
Είναι ένα μεγάλο πρόβλημα ο Πενταδάκτυλος, μητέρα.
Στο κάτω-κάτω το Μόρφου δεν το βλέπουμε,
στο κάτω-κάτω την Κερύνεια δεν τη βλέπουμε,
την Αμμόχωστο δεν τη βλέπουμε,
όμως αυτός είν' εκεί απέναντί μας ,
όμως αυτός είναι διαρκώς εκεί απέναντί μας ,
και μας κοιτάζει , και μας κοιτάζει μ' ένα τρόπο ...
και κάθεται βραχνάς και μολύβι στο στήθος μας,
όμως αυτός είν' εκεί απέναντί μας ,
και δεν μπορεί να κρυβεί σαν το Μόρφου,
και δε μπορεί να κρυβεί σαν την Κερύνεια
και σαν την Αμμόχωστο.
Και λέει: "Λοιπόν";
και μας ρωτά: "Λοιπόν";
_________________________________________________________________
«Μητέρα θυμᾶσαι τὸν oὐρανὸ
Μᾶς τoν πῆραν oἱ ταχυδακτυλoυργoί, μητέρα
ἔτσι ὅπως πρὶν τὴν μπάλα μεσ' ἀπ' τὸ κoυτί.
(Αναφέρεται στη βοήθεια που περίμενε η Κύπρος από την Ελλάδα μετά την εισβολή και στην απογοήτευση που ακολούθησε την προσμονή...)
Την περιμέναμε μέσ’ απ’ τους καπνούς και τις φλόγες της κοιλάδας των Κέδρων,
Την περιμέναμε απ’ το ξάγναντο του Τρίπυλου,
την περιμέναμε βουτηγμένοι ως το λαιμό
στη θάλασσα της Κερύνειας,
συγκρατούσαμε το ξεψύχισμά μας να μας προφτάξει.
Φυλλομετρούσαμε την Ιστορία της.
Φυλλομετρούσαμε σαν ευαγγέλιο την Ιστορία της
-«να εδώ κ’ εδώ κ’ εδώ»-
και την περιμέναμε,
κι «όχι, δεν μπορεί να μην έρθει», λέγαμε
κι «όχι, δεν γίνεται να μην έρθει», λέγαμε
κι όπου να’ ναι άκου την με τους Σπαρτιάτες της
και τα «Υπό σκιάν» και τα «Μολών λαβέ» και τον «Αέρα»,
κι όπου να’ ναι άκου την!
Και πραγματικά μια νύχτα έφτασε το μήνυμα πως η Ελλάδα ήρθε.
Τι νύχτα ήταν εκείνη, μητέρα,
τι αντίλαλος ήταν εκείνος,
τι βουητό ήταν εκείνο που σάρωσε το νησί!
Αγκαλιαστήκαμε κλαίγοντας και πηδούσαμε
και φιλιόμαστε και νοιώθαμε ρίγη να μας περιλούουν
και τα στήθια μας φούσκωναν να διαρραγούν
κ’ η καρδιά μας χτυπούσε να της ανοίξουμε να βγει.
οι χαροκαμένοι ξέχασαν τα παιδιά τους
και τους αδελφούς και τους πατέρες
κ’ έκλαιγαν για την Ελλάδα πια,
κ’ έχασκαν μ’ ένα γελόκλαμα.
Κ’ έλεγαν οι δάσκαλοι «Είδατε;»
Και λέγαμε όλοι «Είδατε;»
Ώσπου την άλλη μέρα πέσαμε ως το βυθό
ώσπου την άλλη μέρα πέσαμε πέρα απ’ το βυθό,
ώσπου την άλλη μέρα βούλιαξε το Τρίπυλο, ώσπου την άλλη μέρα πισωπάτησε
σιωπηλό το Τρόοδος να βρει βράχο να καθίσει,
ώσπου την άλλη μέρα γούρλωσε τα μάτια η Αίπεια,
ώσπου την άλλη μέρα γούρλωσαν τα μάτια οι Σόλοι και το Κούριο
κ’ οι αγχόνες της Λευκωσίας
γιατί η Ελλάδα δεν ήρθε,
γιατί ήταν ψεύτικο το μήνυμα,
ψέμα η Ελληνική μεραρχία στην Πάφο,
γιατί μας είπαν ψέμα οι ουρανοί και ψέμα οι θάλασσες
και ψέμα τα χελιδόνια και ψέμα η καρδιά
και ψέμα οι Ιστορίες μας,
ψέμα, όλα ψέμα.
Είχε λέει, άλλη δουλειά η Ελλάδα,
κάτι πανηγυρισμούς,
κ ήμαστε και μακριά και δεν μπορούσε, λέει,
λυπόταν, δεν το περίμενε,
ειλικρινά λυπόταν,
ειλικρινά λυπόταν πάρα πολύ.
Κ’ οι δάσκαλοί μας έσκυψαν ντροπιασμένοι,
και τα «Εγχειρίδια» έσκυψαν ντροπιασμένα
κ’ οι δάσκαλοί μας τρέμουν τώρα πια,
και τα «Εγχειρίδια» τρέμουν τώρα πια
όσο πλησιάζουν τα περί Θερμοπυλών και τα περί Σαλαμίνος…
Δεν κάνω ποίηση, μητέρα,
έχω αντίγραφα.
Τρίτο Γράμμα στη μητέρα εν βία
Όταν σου έστελνα το τελευταίο μου γράμμα μητέρα,
ήμουνα σχεδόν βέβαιος πως δε θα σου ξαναέγραφα.
Κι όμως να που σου ξαναγράφω.
Και σου ξαναγράφω απροετοίμαστος
γιατί διαίσθάνομαι πως δε με παίρνει ο καιρός,
γιατί διαισθάνομαι πως δεν έχω πίστωση χρόνου για
αποκρυσταλλώσεις και διεργασίες.
Επιτέλους πες το απλώς, "προσχέδιο επιστολής"
επιτέλους πες το απλώς, "προσχέδιο στίχων".
Σου το σημειώνω άλλωστε:"Εν βία".
Εν βία και εν θλίψει και εν πληγή, μητέρα,
εν αμέτρω πληγή,
εν αφάτω πληγή.
Κι είναι κι από άλλης απόψεως μια εξαίρεση το γράμμα μου,
γιατί στη Λευκωσία δε γράφουμε πια γράμματα,
απλώς αφήνουμε μια στιγμή
τους άδειους φακέλους εκτεθειμένους στο κλάμα,
απλώς αφήνουμε μια στιγμή
τους άδειους φακέλους να γεμίσουν κλάμα
και τους ταχυδρομούμε,
απλώς αφήνουμε μια στιγμή
τους άδειους φακέλους να γεμίσουν κλάμα
και περνάν τις νύχτες από τα σπίτια μας
και τους μαζεύουν οι άνεμοι,
και περνάν τις νύχτες από τα σταυροδρόμια
και τους μαζεύουν οι άνεμοι
και περνάν απ΄τ΄αντίσκηνα και τα παραπήγματα:
"Τα γράμματά σας, τα γράμματά σας"!
Το παρακάτω τραγούδι είναι σε στίχους Κώστα Μόντη, μουσική Μάριου Τόκα και ερμηνεύει ο Γιώργος Νταλάρας:
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα