Ο ρόλος της διεθνούς κοινότητας στο δράμα της Συρίας - Του Θάνου Ντόκου*
Υπάρχουν πέντε δεδομένα και ένα κρίσιμο ερώτημα σχετικά με τον εμφύλιο πόλεμο στη Συρία και την πρόσφατη χρήση χημικών όπλων:
(1) Αν και η χρήση χημικών όπλων και ο θάνατος χιλίων περίπου ανθρώπων παραβίασε ένα ταμπού που δημιουργήθηκε από την εκτεταμένη χρήση χημικών ουσιών στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι ΗΠΑ έχουν βεβαρημένο μητρώο σε σχετικά θέματα, αφού το 2003 εξαπέλυσαν στρατιωτική επίθεση κατά του Ιράκ με δικαιολογία την παράνομη κατοχή όπλων μαζικής καταστροφής που, όπως αποδείχθηκε, δεν διέθετε ο Σαντάμ Χουσεΐν.
(2) Δεν είμαστε σίγουροι για τον ένοχο. Η Συρία διαθέτει περίπου 1.000 τόνους χημικών όπλων (μουστάρδας και νευροτοξικά) και οι ηθικοί φραγμοί του καθεστώτος Ασαντ για χρήση τους είναι μάλλον ανύπαρκτοι. Ωστόσο, τίθεται το ερώτημα γιατί να χρησιμοποιήσει χημικά όπλα σε μια χρονική στιγμή όπου είχε αποκτήσει το πάνω χέρι στις μάχες και μια τέτοια ενέργεια πιθανότατα θα προκαλούσε εξωτερική στρατιωτική επέμβαση. Βεβαίως ο ορθολογισμός δεν είναι πάντοτε το αποτελεσματικότερο εργαλείο για την κατανόηση των πολιτικών αποφάσεων, ιδιαίτερα στη Μέση Ανατολή. Υπάρχουν 3 πιθανές απαντήσεις: η χρήση χημικών έγινε από (α) το καθεστώς, (β) ομάδες της αντιπολίτευσης για να ενοχοποιήσουν το καθεστώς, (γ) στελέχη του καθεστώτος χωρίς έγκριση σε ανώτατο επίπεδο.
(3) Υπάρχει σημαντικό ποσοστό αλήθειας στον ισχυρισμό ότι οι ΗΠΑ και άλλες σημαντικές δυτικές χώρες παρεμβαίνουν στις περιφερειακές εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και άλλες περιοχές του πλανήτη με βασικό στόχο την προώθηση των εθνικών τους συμφερόντων και μόνο δευτερευόντως τη σταθερότητα, τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
(4) Το καθεστώς Ασαντ (πατέρα και υιού) ήταν πάντοτε αυταρχικό και βίαιο. Έχει αναμφισβήτητα διαπράξει πολλές αγριότητες και εγκλήματα πολέμου κατά τη διάρκεια της εμφύλιας σύρραξης. Ωστόσο, το σαλαφιστικό και τζιχαντιστικό τμήμα της συριακής αντιπολίτευσης έχει επίσης διαπράξει σημαντικές βαρβαρότητες.
(5) Μια περιορισμένη στρατιωτική επιχείρηση –ακόμη και με σύμφωνη γνώμη του ΝΑΤΟ και του Αραβικού Συνδέσμου αλλά χωρίς εξουσιοδότηση από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ– πιθανότατα θα είναι επιχειρησιακά επιτυχημένη αλλά δεν θα αλλάξει την πορεία του πολέμου. Αν και ελπίζεται ότι θα φέρει τον Ασαντ –αλλά και σημαντικό τμήμα της αντιπολίτευσης– στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, το πιθανότερο είναι ότι θα επιδεινώσει τις σχέσεις των ΗΠΑ με τη Ρωσία και θα δυσχεράνει ακόμη περισσότερο τις προσπάθειες διπλωματικής συνεννόησης με το Ιράν.
(6) Η ρωσική πρόταση περί διεθνούς ελέγχου επί του χημικού οπλοστασίου της Συρίας έχει μεν παρελκυστικά χαρακτηριστικά, δίδει όμως μια διέξοδο για παρασκηνιακή συνεννόηση με στόχο τη σύγκληση μιας διεθνούς διάσκεψης για την εύρεση πολιτικής λύσης. Απαραίτητη, βεβαίως, θα είναι η συνεργασία ΗΠΑ και Ρωσίας και έντονα επιθυμητή η συμμετοχή του Ιράν (κάτι το οποίο θα ανοίξει ενδεχομένως το δρόμο για ουσιαστική πρόοδο στις διαπραγματεύσεις για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης).
Η συριακή κρίση επηρεάζει άμεσα ή έμμεσα τα συμφέροντα πολλών περιφερειακών και παγκόσμιων δρώντων και η διαχείριση του προβλήματος αποδεικνύεται ιδιαίτερα δύσκολη υπόθεση. Πέραν αυτού, όμως, τίθεται ένα εξαιρετικά σημαντικό ερώτημα: Εκτός από τα θύματα των χημικών όπλων, άλλοι 100.000 άνθρωποι, στην πλειοψηφία τους άμαχοι, έχουν ήδη χάσει τη ζωή τους από σφαίρες και οβίδες και τουλάχιστον 2 εκατομμύρια έχουν υποχρεωθεί να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Ποιο είναι άραγε το ποσοτικό όριο της αιμορραγίας ενός λαού πριν η διεθνής κοινότητα, και ιδιαίτερα οι μεγάλες δυνάμεις, καταφέρει να συμφωνήσει σε ένα τρόπο (κατά σαφέστατη προτίμηση διπλωματικό) για να σταματήσει η σφαγή;
Προφανώς αυτό το ερώτημα έχει προκύψει σε αρκετές περιπτώσεις (Ρουάντα, Βοσνία, Κόσοβο, Ανατολικό Τιμόρ, Νταρφούρ, Λιβύη) και έχει αρχίσει να γίνεται αποδεκτή (τουλάχιστον στο δυτικό κόσμο) η έννοια της ανθρωπιστικής επέμβασης (Responsibility to Protect/R2P), σύμφωνα με την οποία η διεθνής κοινότητα έχει όχι μόνο το δικαίωμα αλλά και την υποχρέωση επέμβασης σε περιπτώσεις όπου η ασφάλεια μιας εθνοτικής ή θρησκευτικής ομάδας απειλείται από τις ενέργειες της κυβέρνησης της εν λόγω χώρας. Η θεωρία είναι προφανώς λιγότερο αμφιλεγόμενη από την πράξη: ποιος λαμβάνει την απόφαση επέμβασης; Η προφανής απάντηση είναι το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Αν, ωστόσο, το ΣΑ/ΟΗΕ μπλοκάρεται από το βέτο ενός μονίμου μέλους, όπως συμβαίνει στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, η διεθνής κοινότητα παρακολουθεί μια γενοκτονία χωρίς αντίδραση;
Μια εναλλακτική αλλά λιγότερο ικανοποιητική λύση, θα ήταν η εξουσιοδότηση από κάποιο περιφερειακό οργανισμό ασφαλείας όπως η Αφρικανική Ένωση ή η Ένωση Αμερικανικών Κρατών. Επιπλέον, με ποια κριτήρια λαμβάνεται μια απόφαση; Πως αποφεύγουμε τα δύο μέτρα και δύο σταθμά, ανάλογα με τις συμμαχίες και το ειδικό βάρος του κρινόμενου κράτους; Ερωτήματα προφανώς χωρίς εύκολες απαντήσεις, αλλά ο μεγάλος αριθμός εσωτερικών συγκρούσεων σε διάφορες περιοχές του πλανήτη υποχρεώνει τη διεθνή κοινότητα να αναζητήσει πειστικές απαντήσεις, βελτιώνοντας το σύστημα παγκόσμιας πολιτικής διακυβέρνησης. Η Καμπότζη των Ερυθρών Χμερ (1975-78), η Σρεμπρένιτσα και η Ρουάντα (για να αναφέρουμε ορισμένα μόνο παραδείγματα) αποτελούν μαύρες σελίδες στη σύγχρονη ιστορία της ανθρωπότητας και δεν επιτρέπεται να επαναληφθούν.
* O κ. Θάνος Π. Ντόκος είναι Γενικός Διευθυντής του ΕΛΙΑΜΕΠ
Πηγή:www.capital.gr
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα