Επάνοδος στο νόημα - Του Σαράντου Καργάκου
Κάποτε –ας μη λέμε χρονολογίες–, όταν μαθήτευσα στην «Ελευθερία» του Πάνου Κόκκα, ο μακαριστός Φώτιος Κόντογλου που αρθρογραφούσε σ’ αυτή, μου είχε πει, και νομίζω σοβαρά, πως όταν ο Πανάγαθος καταδέχεται να ρίξει ένα βλέμμα στη Γη, κοιτάζει πρώτα την Ελλάδα που του είναι πολύ αγαπητή. Ίσως διότι –προσέθετα εγώ– είναι η «χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας» και της φαιδράς πολιτικής.
Σήμερα δεν θα το έλεγα αυτό. Όλα δείχνουν ότι προμηνύεται καταιγίδα. Και είναι θλιβερό να βλέπουμε σαν κωμωδία την πιο μεγάλη τραγωδία της νεώτερης ελληνικής ιστορίας: το γενικό μαρασμό του Γένους, που έβγαζε ρίζες και κλαδιά σαν το περίφημο κυπαρίσσι του Μυστρά και στα πιο μαύρα χρόνια της τουρκικής σκλαβιάς.
Όσοι έχουμε εμπειρίες παλαιότερων δοκιμασιών, χάρη στο «ἐκ τῆς ἐμπειρίας ὄμμα», βλέπουμε την πολιτική μας ως μια περιπλανώμενη συμφορά. Οι βαθύτατα θρησκεύοντες παραπέμπουν και στη βαθύτερη πληγή του φαραώ. Ο Θεός απέστρεψε το βλέμμα αφ’ ημών. Ψάλλουμε κάθε Κυριακή: «Κύριε, Κύριε, ἐπίβλεψον καί ἴδε». Μα τι να δει; Τα χαλιά και τα χάλια μας;
Μου έλεγε πρόσφατα γέροντας μοναχός (όχι από αυτούς που γράφουν βιβλία μαγειρικής και προφητικά και τα μοσχοπουλάνε) ότι κουράσαμε πολύ το Θεό με την ακηδία, αφροντιστία και αμεριμνησία μας και σε μια στιγμή οργής έπλασε μια κατηγορία υπανθρώπων που στρέφονται εναντίον των άλλων ανθρώπων. Και με αυτό δεν εννοούσε –υποθέτω– τους πολιτικούς αλλά τους «κορυνηφόρους», δηλαδή τους ροπαλοφόρους, τους πετροβολιστές, τους μαρμαροθραύστες και τους πυρπολητές, που σαν να τό ’χουν τάμα μετέτρεψαν την Αθήνα σε τεράστιο τραύμα. Η άλλοτε «ζαφειρόπετρα στης γης το δαχτυλίδι», όπως την έλεγε ο Παλαμάς, μοιάζει στη μεγαλύτερη έκτασή της με ψόφιο ψάρι στην ακρογιαλιά.
Δεν ανήκω στην τάξη των ζηλωτών της ηθικής που δυσφημούν με τις ακραίες θέσεις τους την ηθική, αλλά με πιάνει το παράπονο, όταν περνώ από δρόμους άλλοτε αρχοντικούς και ρομαντικούς, από γειτονιές που θύμιζαν Λευκαρίτικο κέντημα και παρατηρώ ότι τώρα οι χώροι αυτοί και οι δρόμοι αυτοί έχουν μεταβληθεί σε άντρα εγκληματιών και σε υπαίθρια πορνεία. Τρέμεις να περάσεις μετά τις 8 το βράδυ από τους πέριξ της πλατείας Βικτωρίας δρόμους. Ακόμη κι από αυτή την πλατεία!
Ενώ οι δείκτες των αξιών πέφτουν κατακόρυφα χρόνο με το χρόνο, αντίθετα ανεβαίνουν στον τόπο μας αλματωδώς οι δείκτες της κακότητας και της εγκληματικότητας. Ένας άνεμος δολοφονικής ψυχαγωγίας σαν «χαμσίνι» σαρώνει απ’ άκρη εις άκρην την έρμη πατρίδα.
Επιρρίπτονται –κι όχι αβασίμως– ευθύνες στους πολιτικούς. Μερικοί μάλιστα θρησκομανείς αναρωτιούνται σοβαρά μήπως και είναι ενσάρκωση του Αντίχριστου, που δεν είχαν προβλέψει τα ιερά βιβλία; Ή, μήπως την είχαν προβλέψει; Κάποιος ζηλωτής στις ενστάσεις μου αντιπαρατήρησε: «Θυμίσου το 666 στα πεντοχίλιαρα»! Δεν θυμόμουν, γιατί είχα πολύ αραιές επαφές με τέτοια χαρτονομίσματα.
Λυπάμαι που ξανά δυσαρεστώ με τα γραπτά μου, αλλά είμαι υποχρεωμένος να πω πως όλη η πενταετία (2009-2014) ήταν ουσιαστικά μια προεκλογική περίοδος, εγκιβωτισμένη στο «τίς πταίει;». Ένα πολιτικό πιγκ-πογκ όπου το μπαλάκι πετούσε στο «Εσύ φταις» προς το αντίπαλο «Όχι, εσύ φταις». Και τούμπαλιν. Έτσι... τουμπάραμε. Τώρα είμαστε στο προεκλογικό «φίνις». Ο πολιτικός μας λόγος εξακολουθεί να θυμίζει Σκαριμπική γραφή, ιδίως από το μυθιστόρημα «Το Βατερλώ δύο γελοίων». Μια Σκαριμπική γραφή χωρίς την τσαχπινιά, τη λεκτική και μουσική μαγεία του Χαλκιδαίου συγγραφέα. Όλα όσα ακούσαμε και ακούμε είναι ένα ατελείωτο «Ουλαλούμ», για να επανέλθουμε στον Σκαρίμπα, που, ενώ ήταν από την Αγία Ευθυμία του Παρνασσού, πέρασε ως Χαλκιδαίος, όπως κάποιοι πέρασαν για πολιτικοί, ενώ ήταν φτιαγμένοι για ποντικοί και μάλιστα εξόχως... τρωκτικοί.
Κι εμείς; Ω, εμείς πάντα ελπίζαμε μετά από κάθε εκλογική αναμέτρηση σε κάποιες «καλύτερες μέρες». Και όσοι καβαφικά πίστευαν ότι θα επανέλθουμε στα «χθεσινά τά βαρετά ἐκεῖνα» που κάνουν «τό αὔριο πιά σάν αὔριο νά μή μοιάζει», χαρακτηρίζονταν σκεπτικιστές, μίζεροι, κινδυνολόγοι και άλλα ηχηρά κοσμητικά. Και ξαφνικά βρεθήκαμε σ’ ένα αδιέξοδο σκοτάδι. Αλλ’ ας το πούμε Σκαριμπικά:
«...Πώς νά θά μείνει ὁ κόσμος μέ τό “μπά”!
πού μ’ ἔλεγες τρελό, πώς εἶχε γίνει
καπνός καί (τάχα) σύγνεφα θαμπά
πρός τή σελήνη».
Ασαφές το τετράστιχο, θα μου πείτε. Αλλά μήπως τα λόγια των πολιτικών μας είναι σαφή; Και επειδή προβλέπω –παρά την πολυδιάσπασή τους– νίκη των «προοδευτικών» δυνάμεων, κλείνω με μια ωραία του Λένιν προτροπή:
–Σύντροφοι, ας δώσουμε στις λέξεις το πραγματικό νόημά τους!
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα