Μάνα, μητέρα, μαμά - Του Ηλία Κανέλλη
Το έργο του Γιώργου Διαλεγμένου, με αντικείμενο την οικογένεια στο αστικό τοπίο της μεταπολεμικής Ελλάδας, θα μπορούσε να είναι μια πρόφαση. Η εικόνα της μάνας που θυσιάζεται για τα παιδιά της, ωστόσο, δεν είναι αρκετή για να περιγράψει την πολυπλοκότητα της σχέσης εκείνης που μας γεννάει με εκείνους και εκείνες που γέννησε. Ας προσπαθήσουμε, εκμεταλλευόμενοι την Ημέρα της Μητέρας, να περιγράψουμε μερικούς τύπους μάνας (μητέρας ή μαμάς) που μπορεί να μην είναι η δική μας - αλλά θα μπορούσε να είναι η μητέρα όλων των υπολοίπων.
Η µάνα κουράγιο
Μπρεχτική επινόηση, μια θεατρική μορφή που επιμένει να διεκδικεί το δικαίωμα στη ζωή, ακόμα κι όταν στη δίνη του πολέμου χάνει όλα τα παιδιά της. Είτε την παίζει η Παξινού (στη φωτογραφία) είτε η Μελίνα Μερκούρη, η δραματικότητά της και το πάθος της ξεπερνούν τα πρόσωπα και τις συμβάσεις της δικής μας καθημερινότητας. Η συμβολική μάνα που μάχεται για τη ζωή, πάντως, μπορεί στο θέατρο να είναι δραματικό πρόσωπο, αλλά στην πραγματική ζωή, σήμερα, θα ήταν η καρικατούρα της. Ευτυχώς – και μακάρι αυτό να κρατήσει για πάντα.
Η µάνα ρέιβερ
Ηρωίδα μιας σειράς κόμικς του Σπύρου Δερβενιώτη της δεκαετίας του 1990, η μάνα ρέιβερ ενσάρκωσε τον ιδεότυπο της χειραφετη-μένης και ανεξάρτητης μεσήλικης – και βάλε (σήμερα θα τη λέγαμε MILF – αλλά ο μοναχογιός της δεν θα συμφωνούσε με τον χαρακτη-ρισμό). Εξωστρεφής, γλεντζού, κοινωνική, μιμείται τις συμπεριφορές του γιου (έχει προτεραιότητα σε σχέση με την κόρη) σε όλα: στα πάρτι, στο φλερτ, στην ψυχαγωγία, στην επικοινωνία, στο life style. Αχαλίνωτη και απαλλαγμένη από τον ζυγό των στερεοτύπων, φτιάχνει ένα νέο στερεότυπο για να βολευτεί – στο οποίο συνδυάζει κυτταρίτιδα και στρινγκ, κιλά και αδιοχέτευτη σεξουαλικότητα. Δεν τη σταματάει τίποτα, εκτός ίσως από τη βαθιά πίστη του υιού της ότι είναι η εξυπνότερη, η ομορφότερη, η μοναδικότερη και, ασφαλώς, η αγνότερη.
Η µάνα που κλαίει
«Μέρα Μαγιού μου μίσεψες / μέρα Μαγιού σε χάνω / άνοιξη γιε που αγάπαγες / κι ανέβαινες απάνω...».
Το ποίημα του Γιάννη Ρίτσου του το ενέπνευσε η εικόνα της μάνας του διαδηλωτή Τάσου Τούση που θρηνεί πάνω από το άψυχο σώμα του γιου της, ο οποίος σκοτώθηκε στη σύγκρουση των απεργών καπνεργατών της Θεσσαλονίκης με την Αστυνομία τον Μάιο του 1936. Η συμπύκνωση ενός δραματικού γεγονότος, πάντως, στο πέρασμα του χρόνου αλλάζει συμβολισμούς. Κι όποιος επικαλείται το νόημα της πολιτικής σύγκρουσης της δεκαετίας του 1930 για να εξηγήσει το σήμερα αγνοεί τη φύση των σημερινών συγκρούσεων. Τα σημερινά παιδιά ζητούν απ’ τις μανάδες τους να πάψουν να συμβολίζουν μια χώρα που εμφανίζεται ως «κοινότητα αίματος και θυσιών».
Η φροϊδική µητέρα
Ο πατέρας της ψυχανάλυσης Ζίγκμουντ Φρόιντ είχε στενή σχέση με τη μητέρα του. Οι παρατηρήσεις του τον οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι οι άνθρωποι που έχουν καλή σχέση με τη μητέρα τους ή που η μητέρα τους τούς έχει δείξει την εύνοιά της αποκτούν μια ιδιότυπη αυτάρκεια στη ζωή τους. Αν, πάντως, από τον Σοφοκλή μέχρι τον Στρίντμπεργκ, από τον Μπέργκμαν στον Γουντι Αλεν, από τον Απολινέρ στον Εμπειρίκο, υπολογίσει κανείς πόσων αφηγήσεων (θεατρικών, λογοτεχνικών, κινηματογραφικών...) οι ήρωες είναι διαταραγμένες προσωπικότητες εξαιτίας της σχέσης τους με τις μητέρες τους, θα κατανοήσει απολύτως το εύρος που έχει αποκτήσει στις κοινωνίες μας η ψυχανάλυση. Κατά τα άλλα, σύμφωνοι, κανένας απ’ όσους μας διαβάζουν δεν ονομάζεται Οιδίποδας.
Η ελληνίς µητέρα
Κάνει κότσο τα μαλλιά της, φορά μακρύ σεμνό φόρεμα και μόνο ο φραμπαλάς του μεσοφοριού μπορεί να εξάψει λιγάκι τη φαντασία. Είναι η θηλυκή κολόνα της αγίας οικογένειας της μεταπολεμικής Ελλάδας, της εσωστρεφούς, σεμνής, συντηρητικής χώρας μιας αδιατάρακτης επιφάνειας. Πτωχή πλην τιμία, με καταπιεσμένο ερωτισμό, τροφός και παιδαγωγός, σύζυγος και νοικοκυρά, η μητέρα, ο ιδεότυπος της οποίας απαθανατίστηκε στο αναγνωστικό της Α’ Δημοτικού από τον χαράκτη Γραμματόπουλο, ήταν το συντηρητικό πρότυπο μιας κοινωνίας που εξελισσόταν αργά. Οι εξελίξεις την ξεπέρασαν γρήγορα – κι έτσι δεν χρειάστηκε να απολογηθεί για τη στάση της στις φεμινίστριες που καθόλου δεν την ενέκριναν.
Η µαµά
Ζει για το παιδάκι της. Το αρσενικό. Του κάνει τις αγαπημένες του πατάτες τηγανητές. Το καλύπτει μπροστά στην οργή του πατέρα. Το χαρτζιλικώνει. Δεν θα ’θελε αυτή τη σχέση, δεν φτάνει το ανάστημά της. Φτιάχνει το ταπεράκι του χρυσού της, ακόμα κι αν σπουδάζει στην Αγγλία. Εριστική πεθερά για το καλό του. Αν έπαιζε στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο, θα ήταν η Σαπφώ Νοταρά που φωνάζει στον κοτζάμ μαντράχαλο Σωτήρη Μουστάκα «Λαλάκη, την κρεμούλα σου». Οταν το παιδί τρέχει στο Σύνταγμα να διαμαρτυρηθεί για Μνημόνια και, αν χρειαστεί, να παίξει ξύλο «με τους μπάτσους», εκείνη θα είναι εκεί, με ένα φουτεράκι. «Ντύσου, καλό μου, θα κρυώσεις».
Η µάνα γιατί µε γέννησες
Αν είσαι μάνα και πονείς... Μάνα γιατί με γέννησες. Μάνα κράζει το παιδάκι, μάνα ο γιος και μάνα ο γέρος. Τι σας φέρνουν στον νου όλες αυτές οι δραματικές επικλήσεις; Μια γυναίκα πάντα κλαμένη, πάντα βαλαντωμένη και πάντα πικραμένη, την Ελένη Ζαφειρίου δηλαδή στα πιο δακρύβρεκτα μελό του παλιού κινηματογράφου, σε ταινίες με τίτλους όπως «Πικρό ψωμί», «Μικρή πολιτεία», «Η λίμνη των πόθων» κ.λπ. Φροντίζει το κατατρεγμένο αγόρι της, το συγχωρεί για τα πάθη του, το παρηγορεί για τις ήττες του, το δικαιολογεί όταν το κλείνουν στη φυλακή. «Μάνα, γιατί με γέννησες;». Για να σε λατρεύω, γιε μου.
Σχέσεις στοργής
Με αφορμή την αυριανή Γιορτή της Μητέρας, μανάδες και κόρες μάς μιλούν για τις διαφορές που τις ενώνουν
Ισιδώρα Σιδέρη - τραγουδίστρια
Ελεωνόρα Ζουγανέλη - τραγουδίστρια
«Βρήκαμε τη χρυσή τομή στην επικοινωνία μας»
Είχαν φορτωθεί οι τελευταίες κούτες στο φορτηγό και η Ισιδώρα Σιδέρη μπήκε και πάλι μέσα στο σπίτι. Αρχισαν να τρέχουν δάκρυα από τα μάτια της όταν αντίκρισε τα κενά που είχε δημιουργήσει στους τοίχους και το πάτωμα η απουσία πινάκων και επίπλων. Περίεργο, αν σκεφτεί κανείς ότι γι’ αυτή τη στιγμή είχαν προετοιμαστεί μάνα και κόρη. Οταν όμως ήρθε αντιμέτωπη με την πραγματικότητα, η Ισιδώρα λύγισε και όπως παραδέχεται, «ήθελα πάντα να της δώσω τα εφόδια να γίνει ένας ελεύθερος και ανεξάρτητος άνθρωπος. Εγώ ήμουν αυτή που την πίεζε να φύγει από το σπίτι και να ζήσει μόνη της. Οταν έφτασε εκείνη η ώρα, συνειδητοποίησα ότι όσο καλά προετοιμασμένη και να είσαι ποτέ δεν είναι ανώδυνο, κυρίως για τον γονιό». Αυτή η περιγραφή σκιαγραφεί με τον πιο γλαφυρό τρόπο τη σχέση μάνας - κόρης. Δεν ήταν εύκολο να βρεθεί η ισορροπία ανάμεσά τους. Από τη στιγμή που γεννήθηκε και την κράτησε στην αγκαλιά της προσπάθησε να μην επαναλάβει τα μοτίβα που όριζαν τη σχέση με τη δική της μητέρα. «Ηθελα να πετάξω ό,τι πίστευα πως θα προκαλούσε συγκρούσεις ανάμεσά μας. Ηταν μια μεγάλη παγίδα γιατί αναγκάστηκα να περάσω στο άλλο άκρο. Της έδωσα απεριόριστη ελευθερία, χωρίς όρια, κάτι που σίγουρα κανένα παιδί δεν πρέπει να έχει». Αυτή η πράξη αγάπης προς την κόρη της η Ισιδώρα Σιδέρη ανακάλυψε ότι ήταν και η κύρια πηγή της ανασφάλειας, της μοναξιάς και τόσων άλλων αρνητικών συναισθημάτων που βαραίνουν τους εφήβους. Ηταν η κρίσιμη ηλικία για να ξεκινήσει η αναζήτηση της χρυσής τομής στον νοητό άξονα που τις συνέδεε. {ARX6}
Δεν άργησε να βρεθεί το σημείο όπου «συναντήθηκαν» τα θέλω και οι επιθυμίες τους και όπως τονίζει η Ελεωνόρα Ζουγανέλη, «η μαμά μου είναι τα πάντα. Είμαστε πάρα πολύ δεμένες γιατί έχουμε περάσει πολύ χρόνο μαζί. Νιώθω ασφάλεια και σιγουριά που ξέρω ότι μπορώ να της εμπιστευθώ τα πάντα». Το πιο σημαντικό όμως για την 30χρονη τραγουδίστρια είναι ότι η άποψη της μητέρας της δεν παίζει ποτέ σε πρώτο πλάνο, αφού όταν αναζητά τη συμβουλή της, εκείνη φροντίζει να το κάνει με τον ιδανικό τρόπο: «Μου δείχνει κάποιους άλλους δρόμους και φωτίζει πλευρές ενός θέματος που με απασχολεί τις οποίες εγώ δεν μπορούσα να φανταστώ. Αυτό για μένα είναι ένα σπουδαίο δώρο». Συγκινείται όταν λέει στις παραστάσεις της το τραγούδι «Και θα χαθώ», το οποίο έχει ερμηνεύσει η μητέρα της (ένα τραγούδι που δεν θα λείψει ούτε από τη φετινή της περιοδεία, με πρώτο σταθμό στις 5 Ιουνίου στην Πάτρα και στις 16 στο Θέατρο Δάσους της Θεσσαλονίκης). Ομως, όπως εξηγεί η Ελεωνόρα, οι τρυφερές και εύθραυστες στιγμές τους εξαφανίζονται όταν την ακούει να λέει: «Εντάξει, εγώ έτσι θέλω να το κάνω τώρα». Τότε καταλαβαίνει ότι και οι γονείς έχουν τις δικές τους ιδιοτροπίες: «Νευριάζω όταν πεισμώνει και δεν έχει διάθεση να ακούσει, αλλά είναι η μαμά μου και την αγαπώ!».
Νάτα Μελά - γλύπτρια
Αλεξάνδρα Τσουκαλά - σχεδιάστρια
«Μεταξύ άλλων είμαστε και φίλες»
«Καθώς τα χρόνια περνούν, θα έλεγα πως στην κλασική σχέση μαμάς - κόρης, που σαφώς υπήρξε στα νιάτα μας, προστέθηκε ασφαλώς και η φιλία» υποστηρίζει η Νάτα Μελά. «Ναι, η Αλεξάνδρα δεν είναι μόνο κόρη μου αλλά και φίλη μου. Τώρα πια, όταν διαφωνούμε, μουλαρώνουμε επί “ίσοις όροις”». Κάτι που συμβαίνει, όπως όλα δείχνουν, όταν εκείνη καπνίζει μανιωδώς, οδηγεί με σπασμένο δάχτυλο το τρίκυκλό της στις Σπέτσες και γενικά παραβλέπει τις συμβουλές της κόρης της. «Φουμάρει πουράκια το ένα μετά το άλλο και τους γιατρούς τούς γράφει εκεί που ξέρετε. Ε, δεν είναι ξεροκέφαλη;» λέει με νόημα η Αλεξάνδρα Τσουκαλά.
Αντιγόνη Αμανίτου - ηθοποιός
Δάφνη Οικονόμου - δημοσιογράφος
«Οι καβγάδες μας δεν κρατούν πάνω από δύο λεπτά»
«Κυρίως μαλώνουμε όταν ανακαλύπτει ότι της έχω δανειστεί για πάντα κάποιο ρούχο. Βέβαια αυτοί οι καβγάδες έχουν μέσο όρο ζωής γύρω στο ένα λεπτό και 40 δευτερόλεπτα, αφού συνήθως, καθώς με μαλώνει, συνειδητοποιώ ότι έχει κάνει ακριβώς το ίδιο. Με λερωμένες φωλιές και οι δυο μας, κάνουμε σαν να μη συνέβη ποτέ τίποτα» διευκρινίζει η Δάφνη. Η μητέρα της δεν της κρατά κακία. Της λείπει άλλωστε πολύ τα τελευταία χρόνια που ζει στην Αγγλία. «Μου λείπει, αλλά δεν με νοιάζει. Είμαι ευτυχισμένη που έχει πάρει τη ζωή στα χέρια της από μικρή ηλικία. Και είμαι χαρούμενη που αυτήν ειδικά την περίοδο μπορεί να ανθήσει σε ένα άλλο περιβάλλον, πέρα από το ελληνικό».
Πέγκυ και Δάφνη Ζουμπουλάκη - γκαλερίστες
«Εχουμε διαφορετική αίσθηση του χρόνου»
«Ενώ διαφωνούμε πολύ με τη Δάφνη, τελικά συμπίπτουμε. Οχι γιατί υποχωρεί κάποιος από τους δύο, αλλά γιατί έχουμε την ίδια αισθητική αντιμετώπιση των πραγμάτων. Οταν πηγαίνουμε σε μεγάλες εκθέσεις στο εξωτερικό, εγώ πηγαίνω αριστερά - δεξιά, ενώ η Δάφνη είναι πιο οργανωτική, τα βλέπει με τη σειρά. Στο τέλος καταλήγουμε να μας αρέσουν τα ίδια έργα» τονίζει η Πέγκυ. Για τη Δάφνη, από την άλλη, η μεγάλη τους διαφορά είναι ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουν τον χρόνο. «Θέλουμε και οι δύο να χωρέσουμε όσο περισσότερα πράγματα μπορούμε στον χρόνο που μας απομένει. Οταν εγώ ήμουν μικρότερη, ένιωθα τον χρόνο απέραντο μπροστά μου, ενώ η Πέγκυ ήθελε τα πράγματα να γίνουν… χθες. Από εκεί πηγάζουν οι μεγαλύτερες διαφορές. Με τον καιρό όμως καταλαβαίνω τις αγωνίες της».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
ΤΑ ΝΕΑ
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα