Αγαπητοί φίλοι, Μπορείτε να στέλνετε τα κείμενά σας στο palmografos@gmail.com - Δωρεάν δημοσίευση Αγγελιών στο palmografos@gmail.com

Εμείς και οι Έλληνες - Του Δημήτρη Δημητριάδη

Αρχική | Τέχνες - Επιστήμες | Πεζογραφία | Εμείς και οι Έλληνες - Του Δημήτρη Δημητριάδη

Ένα βαθιά φιλοσοφικό και φιλοσοφημένο κείμενο-διαμάντι του συγγραφέα και μεταφραστή Δημήτρη Δημητριάδη (γ. 1944), που αναμφίβολα αξίζει να διαβαστεί, μολονότι απαιτεί χρόνο για να μπορέσει κανείς να εμβαθύνει και να το κατανοήσει. Καθόλου εύπεπτο, δυσνόητο σε κάποια σημεία, θέτει αμείλικτα ερωτηματικά και επανατροφοδοτεί την καθεύδουσα σκέψη μας: Είμαστε τελικά Έλληνες;

Διαβάστηκε τον Ιανουάριο του 2000 στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών και πρωτοδημοσιεύθηκε στο ένθετο "Πρόσωπα" της εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ στις 20 Μαΐου 2000. Τυπώθηκε σε αυτοτελές φυλλάδιο για να συνοδεύσει ως ένθετο το βιβλίο του Δημήτρη Δημητριάδη "Το πέρασμα στην άλλη όχθη" (Εκδόσεις Άγρα, 2005).

 

Ιδού το αυτούσιο κείμενο:

Παραλλάσσοντας τον, δανείζομαι τὸν τίτλο ἀπὸ τὸ κείμενο τοῦ Ph. Lacoue-Labarthe «Ὁ Χέλντερλιν καὶ οἱ Ἕλληνες», ἕνα κείμενο πού, μὲ τὴ συγγενική του θεματογραφία, διατρέχει ὑπόγεια τὸ δικό μου, ὅπως τὸ διατρέχει καὶ τὸ κείμενο τοῦ Dominique Grandmont «Ἡ Ἑλλάδα τοῦ Καβάφη», τὸ ὁποῖο ὑπῆρξε καθοριστικῆς σημασίας γιὰ τὴν ὀργάνωση καὶ διατύπωση τῶν παρακάτω σκέψεών μου. Ἀπὸ τὸ κείμενο τοῦ Lacoue-Labarthe κρατῶ ἐπίσης τὴν προμετωπίδα τοῦ Heiner Muller στὴν ὁποία θὰ ἐπανέλθω ἀργότερα.
Ὁ κληρονόμος ἀναλογίζεται τὴν κληρονομιά του ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ἀπειλεῖται μὲ τὴν ἀπώλειά της. Ὁ κίνδυνος νὰ τὴ χάσει ἢ νὰ ἀποδειχθεῖ ὅτι δὲν τοῦ ἀνήκει κινητοποιεῖ τὸν μηχανισμὸ τῆς ἰδιοποίησης μέσα του.

Ὅ,τι θεωρεῖται δεδομένο καὶ ἐξασφαλισμένο ἀποκλείει τὴ στοχαστικὴ ἀναφορὰ σὲ αὐτό.
Ξεκινώντας ἀπὸ αὐτὴ τὴν παρακινδυνευμένη διαπίστωση, δίνεται ἡ εὐκαιρία νὰ προσφύγουμε ἀπὸ τὴν περιφέρεια στὸ κέντρο, ἀπὸ τὴν περίμετρο στὴν καρδιὰ τοῦ προβλήματος, ἀπὸ τὸν ἐφησυχασμὸ στὴν ἀνησυχία. Νὰ τολμήσουμε, ὄχι χωρὶς συνέπειες, τὴν ἀκρότητα. 

Τὴν θανάσιμη ἔξοδο.Ἔτσι λοιπόν, ἡ παραπάνω διαπίστωση μᾶς εἰσάγει κατευθείαν στὴ ζώνη τοῦ κινδύνου. Περνοῦμε, σχεδὸν συνειρμικά, στὴν ἑτερότητα.
Ἡ ἑτερότητα εἶναι, στὴν προκειμένη περίπτωση, ἡ Ἑλλάδα.
Ἡ Ἑλλάδα ἀποκλείει τὴν ταύτιση μαζί της.
Ἀποκλείει τὴν ταυτότητα.
Καὶ ὅλα τὰ παράγωγά της. Τὴν οἰκειότητα, τὴ συγγένεια, τὴν κατοχή, τὴν ἀσφάλεια.
Ἐμεῖς, κάτοικοι αὐτῆς τῆς γεωγραφικῆς περιοχῆς, μόνον ὡς ξένοι δικαιούμαστε νὰ ἀντιμετωπίζουμε τοὺς Ἕλληνες.
Νὰ τοὺς ἀντιμετωπίζουμε ὡς ξένους.
Ἐμεῖς ὡς μὴ Ἕλληνες.
Ὡς μὴ Ἕλληνες ἐμεῖς τί εἴμαστε;
Κάτοικοι μίας γεωγραφικῆς περιοχῆς ποὺ κατοικήθηκε ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ προσπάθησαν νὰ γίνουν κάτι. Ἡ προσπάθεια αὐτὴ καὶ οἱ καρποὶ της τοὺς ἔκαναν Ἕλληνες.
Ἐμεῖς δὲν καταβάλλουμε καμία παρόμοια προσπάθεια. Ἐπειδὴ πιστεύουμε ὅτι εἴμαστε Ἕλληνες.
Δὲν εἴμαστε Ἕλληνες.
Τὸ δεδομένο καὶ τὸ ἐξασφαλισμένο ἀποκλείουν τὴν προσπάθεια.
Ὁ ἀποκλεισμὸς τῆς προσπάθειας μᾶς ἀποκλείει ἀπὸ τὸ νὰ γίνουμε Ἕλληνες. Ὅσοι δὲν προσπαθοῦμε νὰ γίνουμε Ἕλληνες, οὔτε εἴμαστε οὔτε θὰ γίνουμε ποτὲ Ἕλληνες.
Νὰ ἕνας πολὺ σοβαρὸς λόγος γιὰ νὰ μὴν ἐπιστραφοῦν ποτὲ τὰ μάρμαρα τοῦ Παρθενώνα. Ἡ μὴ ἐπιστροφή τους θὰ πρέπει νὰ συνιστᾶ ἐθνικὸ στόχο διότι ἔτσι ἐπιτυγχάνεται ἡ εὐεργετικὴ ρήξη στὴ συνέχεια, ἡ θραύση τοῦ κεκτημένου. Ὁ κληρονόμος διαπιστώνει ὅτι ὀφείλει νὰ ἀγωνιστεῖ προκειμένου νὰ τοῦ ἀναγνωριστεῖ τὸ δικαίωμα κυριότητας πάνω στὴ θεωρούμενη ὡς δεδομένη καὶ ἐξασφαλισμένη κληρονομιά του. Διαπίστωση τραγικοῦ μεγέθους.
Ἡ Ἑλλάδα δὲν ἀνήκει στοὺς Ἕλληνες.
Αὐτὸ εἶναι τὸ τραγικὸ μέγεθος.
Οἱ Ἕλληνες εἶναι Ἕλληνες ἐπειδὴ καὶ ὅταν ἡ Ἑλλάδα δὲν τοὺς ἀνήκει.
Τὸ ἀνάποδο σλόγκαν, δημαγωγικὸ καὶ παραπλανητικό, στὴν πραγματικότητα ἀντιλαϊκὸ καὶ στὴν οὐσία ἀνθελληνικό, ληξιαρχικὴ πράξη γεννήσεως τοῦ σημερινοῦ μηδενός, κολάκευε τὸ ἀτταβιστικὸ αἴσθημα κυριότητας ἐπιστεγάζοντας, μὲ τὴν ἀγοραία μαυλιστικότητά του, τὴ βολεμένη καὶ ἀνέξοδη βεβαιότητα τοῦ αὐτοβαυκαλιζόμενου κατέχοντος.
Διότι, πίσω ἀπὸ τὴν ὕπουλη φτήνια αὐτοῦ του σλόγκαν, κρυβόταν ὁ ἀπεριχώρητος τρόμος τῆς ἀπώλειας.
Μίας ἀπώλειας συντελεσμένης.
Οἱ Ἕλληνες δὲν ἀνήκουν στὴν Ἑλλάδα.
Οἱ Ἕλληνες δὲν εἶναι Ἕλληνες.
Τί εἶναι, λοιπόν;
Τὸ τίποτε.
Ἰδοὺ τὸ χαρμόσυνο ἄγγελμα.
Τὸ τίποτε.
Μὲ αὐτὸ παρέχεται ἡ κοσμογονικὴ δυνατότητα νὰ ἀρχίσει ἐπιτέλους κάτι.
Ἐλλοχεύει ὅμως καὶ ὁ κίνδυνος νὰ παραμείνουν ὅλα ἐκεῖ ποὺ εἶναι.Στὸν ἀνέξοδο βαυκαλισμὸ τοῦ κατέχοντος.
Τὰ πάντα γύρω μας κραυγάζουν πὼς θὰ συμβεῖ τὸ δεύτερο.
Ἡ καθησυχασμένη βεβαιότητα ὅτι ἡ κληρονομιὰ μᾶς ἀνήκει ἀδιαφιλονίκητα, καθιερώνει τὴν ἐθνικὴ στειρότητα ὡς κυρίαρχη συμπεριφορά, τὴν ἀγκίστρωση στὰ κεκτημένα ὡς ἄρχουσα νοοτροπία, τὸν μηρυκασμὸ τῶν στερεοτύπων ὡς ἀσφάλεια συνέχειας.
Προτάθηκαν ὅλα τὰ σχήματα ἑρμηνείας αὐτῆς τῆς συνέχειας, ἰδεολογικὰ καὶ γεωφυσικά.
Ὁλοκληρώθηκαν καὶ ἀπέτυχαν ὅλα. Κατέληξαν σὲ ἀδιέξοδα. Παρήγαγαν ψευδαισθήσεις. Διένειμαν ἀνυπόστατους ρόλους. Ἀπέδωσαν ψευδεῖς τίτλους. Μὲ τὸν ἕναν ἢ τὸν ἄλλον τρόπο, ἐξαπάτησαν καλλιεργώντας τὴν αὐτοτέλεια τοῦ προσωπείου πάνω στὴν ἀνυπαρξία προσώπου.
Δὲν παράγεται πολιτισμὸς μὲ τὴν ἀναπαραγωγὴ τοῦ δεδομένου.
Δὲν παράγεται πολιτισμὸς μὲ τὸν μηρυκασμὸ τοῦ ἐξασφαλισμένου. 

Θεμελιώδης ἐκπρόσωπος τῆς γενιᾶς πού πρότεινε κι αὐτὴ μία δική της Ἑλλάδα, ὡς ἐκδοχὴ ἰδιοποίησης τῆς Ἑλλάδας, ἀναρωτήθηκε: «Μήπως ὅλα αὐτὰ πού σκεφτήκαμε γιὰ τὴν Ἑλλάδα ἦσαν ψέματα, κατασκευάσματα τοῦ μυαλοῦ μας;».
Ἰδοὺ ἡ καρδιὰ τοῦ προβλήματος.
Παραμένει ἀκόμη ἀνέγγιχτη. Ἐπειδὴ τὸ ἄγγιγμά της εἶναι ἀφόρητο.
Δὲν εἴμαστε τίποτε.
Μόνον αὐτὴ ἡ βεβαιότητα παράγει ἐνέργεια, μόνον αὐτὴ κινητοποιεῖ, ὠθεῖ στὴν προσπάθεια νὰ προσπελαστεῖ ὁ στόχος.
Ποιὸς εἶναι αὐτός;
Νὰ γίνουμε Ἕλληνες.
Μὲ τί τρόπο;
Ἀναγνωρίζοντας σὲ ἐκείνους τὸν ξένο.
Ἂν μᾶς ἐνδιαφέρει.
Ὄντας ἴδιοι, δηλαδὴ ταυτόσημοι μὲ ἐκείνους, δὲν εἴμαστε κανείς. Κανεὶς δὲν εἶναι, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι, ἴδιος μὲ τοὺς Ἕλληνες. Κανεὶς δὲν εἶναι Ἕλληνας.
Γίνεται ἢ προσπαθεῖ νὰ γίνει.
Παραμένοντας ἀνελλιπῶς ξένος.
Μὲ τὴν ἰδιότητα τοῦ ξένου, συγκαταλεγόμαστε, ἂν τὸ θέλουμε, στὴ χορεία ἐκείνων ποὺ θέλουν νὰ τείνουν πρὸς τὴν Ἑλλάδα.
Τὸ ὅτι ζοῦμε στὰ ἴδια χώματα δὲν σημαίνει τίποτε. Στὴν πραγματικότητα φιλοξενούμαστε. Ἐκεῖνοι, οἱ Ἕλληνες, μᾶς φιλοξενοῦν.
Τὸ ὅτι στὰ θεμέλια του σπιτιοῦ μας ὑπάρχουν θαμμένα τὰ σπίτια ἀρχαίων τραγικῶν δὲν σημαίνει τίποτε. Δὲν ἀρκεῖ αὐτὸ γιὰ νὰ μᾶς κάνει τραγικούς, ἢ συγγενεῖς καὶ συνεχιστὲς τῶν τραγικῶν. Ἡ τραγικότητα εἶναι ὑπόθεση ἄλλων θεμελίων ποὺ δὲν τὰ ὑποψιάζονται ὅσοι ἔχουν τάξει τὴ ζωή τους καὶ τὸ ἔργο τους στὴ θλιβερὴ κολακεία ἑνὸς δῆθεν λαϊκοῦ αἰσθήματος τὸ ὁποῖο οἱ ἴδιοι καρπώνονται μὲ ἀνεξάντλητη ἀπληστία καὶ ἐγωπαθῆ μονομανία.
Τὸ ὅτι βλέπουμε ἀπὸ τὸ μπαλκόνι μας τὴν Ἀκρόπολη δὲν σημαίνει τίποτε. Ἡ θέα δὲν συνιστᾶ ἐγγύηση ταυτότητας. Τὸ τοπίο δὲν ἀποτελεῖ τεκμήριο συνέχειας. Δὲν μᾶς εἰσάγει στὸ πνεῦμα ποὺ γέννησε τὴ μυθοποίηση τοῦ τοπίου. Τὴ μεταποίηση τῆς γεωγραφίας ἀπὸ φύση σὲ ποίηση.
Τὸ ὅτι μιλοῦμε τὴν ἴδια γλῶσσα ἐπίσης δὲν σημαίνει τίποτε. Τὴ γλώσσα πρέπει νὰ τὴν σκέφτεται κανεὶς γιὰ νὰ τὴν μιλήσει. Πρῶτα σκέφτομαι τὴ γλώσσα καὶ μετὰ τὴν μιλῶ. Ποιὸς σκέφτεται τὴ γλώσσα ἐδῶ; Ποιὸς κάτοικος αὐτῆς τῆς γεωγραφικῆς περιοχῆς μιλᾶ τὴ γλώσσα ἐπειδὴ πρῶτα τὴν σκέφτεται; 
Μὲ τὴν κατάρρευση τῶν ἐπικαλυμμάτων ἀποκαλύπτεται τὸ σταθερὸ ζητούμενο, ἡ δημιουργία τρόπων μεταποίησής του μὴ ὑπάρχοντος σὲ ὑπάρχον. Διάπλαση μορφῶν.
Προσέγγιση ἀπροσέγγιστου στόχου.
Ξανὰ ἀπὸ τὴν ἀρχή.
Πάλι καὶ πάλι.
Ὡς ἐκ τοῦ μηδενός.
Σύλληψη τοῦ ἀνέφικτου.
Παραβίαση τοῦ ὁρίου ποὺ διαχωρίζει αὐτὸ ποὺ νομίζουμε ὅτι εἴμαστε ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ στὴν πραγματικότητα δὲν εἴμαστε.
Εἶναι μία ἀπόπειρα ἑλληνική.
Γιὰ νὰ εἶναι ἕνας λαὸς δημιουργικός, ὀφείλει νὰ ζήσει τὴν ἔλλειψη ἐκείνου ποὺ τὸν ἔκαναν νὰ πιστεύει πὼς εἶναι. Καὶ νὰ δημιουργήσει τοὺς τρόπους μὲ τοὺς ὁποίους θὰ καλύψει τὴν ἔλλειψη. Ἔτσι δημιουργοῦνται πολιτισμοί. Μὲ τὴν κάλυψη τοῦ κενοῦ. Ἀνέφικτη κάλυψη.
Ὅμως αὐτὸ τὸ ἀνέφικτο συνιστᾶ τὴν ἀληθινὴ προσπάθεια. Ἡ ἀνέφικτη κάλυψη τῆς ἔλλειψης καὶ τοῦ κενοῦ.
Τὰ πάντα γύρω μας κραυγάζουν ὅτι ἡ ἔλλειψη καὶ τὸ κενὸ ὄχι μόνον δὲν θὰ καλυφθοῦν, ἀλλὰ ὅτι θὰ ἐξακολουθοῦν νὰ μὴ βιώνονται ὡς ἔλλειψη καὶ ὡς κενό. ?ρὰ δὲν χρειάζεται νὰ γίνει καμία προσπάθεια.
Τὰ πάντα γύρω μας κραυγάζουν πὼς αὐτὸ ποὺ ἔχουμε τὸ ἔχουμε ἀναμφισβήτητα, πὼς αὐτὸ ποὺ εἴμαστε τὸ εἴμαστε ἀναμφισβήτητα.
Ὁ ὁρισμὸς τῆς γραφικότητας καὶ τῆς μικρόνοιας.
Τίποτε δὲν ἔχουμε καὶ τίποτε δὲν εἴμαστε.
Στὸ τίποτε αὐτὸ προσφέρεται ἡ πιὸ χαρμόσυνη ἀγγελία, ὁ μόνος ἀληθινὸς εὐαγγελισμός.
Τί λέει;
Λέει: Αὐτὴ εἶναι ἡ πραγματικὴ ἀφετηρία, ξεκινῆστε, μπορεῖτε τὰ πάντα, ἀποπαγιδευτεῖτε, σπάστε τὶς ἐμπλοκές, τολμῆστε τὴν ἀπεμπλοκὴ ἀπὸ τὰ ψεύδη καὶ τὰ προσωπεῖα, μὴ φοβάστε, ὑπάρχουν κι ἄλλα πρόσωπα καὶ ἄλλες ἀφηγήσεις, περάστε ἀπὸ τὰ στερεότυπα στὴν ἄπλαστη λάσπη, ἀπὸ τὸ παγωμένο βλέμμα στὸ κοίταγμα τῆς ἀβύσσου. Πλάστε τὴ φωτιά.
Τρομερὸ τὸ αἴτημα.
Ζητᾶ δημιουργικότητα.
Διακινδύνευση. Τόλμη.
Ζητᾶ ζωή.
Ζητᾶ παραδοχὴ μίας προσπάθειας κατὰ τὴν ὁποία θὰ πρέπει νὰ ἰδιοποιηθοῦμε τὸ ἑλληνικὸ ὡς ἕτερο. Τὸ ἕτερο ὡς ἑλληνικό.
Γιγαντομαχία.
Διότι τὸ ἑλληνικὸ δὲν εἶναι ἔμφυτο οὔτε ἐμφυτεύσιμο• δὲν εἶναι φυσικό• δὲν κληρονομεῖται, δὲν μεταβιβάζεται, δὲν κατοχυρώνεται, δὲν διασφαλίζεται, δὲν καταχωρεῖται.
Τὸ ἑλληνικὸ δὲν εἶναι εὐρήματα ἀνασκαφῶν καὶ διεκδικήσεις ἀρχαιοτήτων• δὲν εἶναι κομπορρημοσύνη μεταπρατῶν καὶ διαπραγματεύσεις κυβερνητικῶν παραγόντων• δὲν εἶναι ἐξαγγελίες ὑπουργείων καὶ τουριστικοὶ πομφόλυγες.
Τὸ ἑλληνικὸ εἶναι ἐπίκτητο.
Κατακτᾶται, ἐὰν εὐοδωθεῖ ἡ προσπάθεια τῆς κατάκτησής του.Μποροῦμε νὰ γίνουμε ἑλληνικοί;
Γίνεται κανεὶς ἑλληνικὸς ὅταν ἀρχίσει νὰ στέκεται ἀντίκρυ στοὺς Ἕλληνες.
Στέκομαι ἀντίκρυ, σημαίνει, ἀνάμεσα σ’ ἐμένα καὶ στὸ ἄλλο ὑπάρχει ἀπόσταση.
Κάτι περισσότερο: ρήξη, χάσμα.
Ρήξη μᾶς χωρίζει ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες.
Χάσμα χάσκει ἀνάμεσα σ’ ἐμᾶς καὶ τὴν Ἑλλάδα.
Ρήξη καὶ χάσμα, ὅμως, εἶναι προϋποθέσεις στοχασμοῦ.Γιατί δὲν ὑφίσταται στοχασμὸς σ’ αὐτὴν τὴν γεωγραφικὴ περιοχή; Ἡ ἕνωση, ἡ ταύτιση, ἡ ταυτότητα, ἀποκλείουν τὸν στοχασμό.
Τὸ ἴδιο, τὸ ταυτόσημο, εἶναι ἄστοχα.
Ὁ στοχασμὸς προϋποθέτει στόχο.
Ἡ ἕνωση, ἡ ταύτιση, ἡ ταυτότητα, ἀποκλείουν τὸν στοχασμὸ ἐφόσον θεωροῦν τὸν στόχο δεδομένον καὶ ἐξασφαλισμένον, κατακτημένον μία γιὰ πάντα.
Ὁ στοχασμὸς ὅμως ἐκκινεῖ ἀπὸ τὴν ἀπώλεια, τὴν ἀπουσία, τὴν ἔλλειψη. Ὁ στοχασμὸς ἐκκινεῖ ἀπὸ τὴ συνείδηση τοῦ τίποτε.
Εἶναι ὁμογάλαγκτος τοῦ μηδενός.
Εἶναι τὸ ἴδιον της ἑτερότητας.
Μόνον ὡς ξένοι δικαιούμαστε νὰ κατοικοῦμε σ’ αὐτὰ ἐδῶ τὰ μέρη.
Θάλασσες, νησιὰ καὶ βουνά, ἐξαντλήθηκαν στὶς γιγαντοαφίσες.
Μόνον ὡς ξένοι δικαιούμαστε νὰ μιλοῦμε αὐτὴν τὴ γλώσσα.
Ἀκοῦστε τὸ ἀφασικὸ παραμιλητὸ τῶν τηλεπολιτικῶν.
Μόνον ὡς ξένοι δικαιούμαστε νὰ ἀναφερόμαστε στοὺς Ἕλληνες. Κοιτάξτε γύρω σας τὸν πληθυσμιακὸ πολτό, μὲ ἐγχάρακτη στὰ πρόσωπά τους τὴν ὁλικὴ ἀποτυχία.
Τὸ πεδίον ὡστόσο ἀνοίγεται μπροστά μας, ἀπέραντο ἀλλὰ δύσβατο. Μόνον γυμνοὺς καὶ ἀτιτλοφόρητους μπορεῖ νὰ μᾶς δεχτεῖ.Ἐνδεδυμένους μόνον τὴν περιβολὴ τοῦ τίποτε.
Εἰδάλλως δὲν πρόκειται νὰ ὑπάρξει ἄλλη φορά πολιτισμὸς ἐδῶ. Ἂν μᾶς ἐνδιαφέρει αὐτό.Μποροῦμε νὰ συλλάβουμε τὸ μήνυμα;
Μποροῦμε νὰ συλλάβουμε τὸν ἀναγεννησιακό του χαρακτήρα;
Τὴ λυτρωτική του διάσταση; Τὴ ζωτική του ὤθηση;
Μποροῦμε νὰ καταλάβουμε ὅτι μόνον αὐτὸ μπορεῖ νὰ μᾶς βγάλει ἀπὸ τοὺς τάφους; Νὰ διακόψει τὴν ἀέναη μετακίνησή μας ἀπὸ φέρετρο σὲ φέρετρο;
Τὰ πάντα γύρω μας κραυγάζουν πὼς ὄχι, δὲν μποροῦμε.
Τί μένει, λοιπόν;
Ἄνθρωποι.
Ἄνθρωποι ποὺ γεννιοῦνται, ἀρρωσταίνουν, γηράσκουν καὶ πεθαίνουν, μέσα στὴν τριβὴ τῆς καθημερινῆς τύρβης, ἀλληλοαγαπώμενοι καὶ ἀλληλοσπαρασσόμενοι. Μαιευτήρια, κρεβατοκάμαρες, νοσοκομεῖα καὶ νεκροταφεῖα. Ὁ ἀμετάφραστος πόνος.
Τὸ ἄλλο ὅμως εἶναι ἄλλο.
Ἀπὸ τὴ μία ἡ τρέχουσα ἀνθρωπινότητα, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη τὸ ἄλλο.
Ἡ προμετωπίδα τοῦ Heiner Muller:
«Γιὰ νὰ συμβεῖ κάτι, χρειάζεται νὰ ξεκινήσει κάτι• τὸ πρῶτο σχῆμα τῆς ἐλπίδας εἶναι ὁ φόβος, ἡ πρώτη ἐμφάνιση τοῦ καινούργιου ὁ τρόμος».
Ὅπως βλέπετε, τὰ πράγματα εἶναι πολὺ δύσκολα.
Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν προσφέρονται.
Γιὰ νὰ προσφερθοῦν, πρέπει νὰ τοὺς προσφερθοῦμε ἐμεῖς προηγουμένως. Τίποτε δὲν μᾶς ἀνήκει.
Δικό μας εἶναι μόνον τὸ τίποτε.
Δηλαδὴ ἡ ἀπόσταση.
Ἄθροισμα ἀποστάσεων θεωροῦσε τὴ ζωὴ ὁ Πεντζίκης.
Ἡ ἀπόσταση.
Αὐτὴ ποὺ γέννησε τὴν ποίηση τοῦ Καβάφη.
Ὁ Καβάφης ἦταν ἑλληνικὸς ἐπειδὴ ἦταν μακριά, ἀλλοῦ. Δὲν ἦταν ἐδῶ, δὲν ἦταν μαζί, δὲν ἦταν δικός τους, δὲν τοὺς θεωροῦσε δικούς του. Ἤξερε ὅτι δὲν κατεῖχε.
Ἑλληνικός. Ἰδιότητα τιμιότερη ἀπ’ αὐτὴν δὲν θεωροῦσε ἄλλην.
Αὐτὸ θὰ πεῖ ἑλληνικός.
Νὰ προσπαθεῖς νὰ καλύψεις τὴν ἀπόσταση καὶ νὰ μὴν μπορεῖς.
«Ἡ Ἑλλάδα καταλήγει ὁ Lacoue-Labarthe θὰ πρέπει νὰ ἦταν τοῦτος ὁ ἴλιγγος καὶ τούτη ἡ ἀπειλή: ἕνας λαός, ἕνας πολιτισμὸς ποὺ ὑποδηλώνονται, ποὺ δὲν παύουν νὰ ὑποδηλώνονται ὡς ἀπρόσιτοι στὸν ἴδιον τὸν ἑαυτό τους. Τὸ κατ’ ἐξοχὴν τραγικό, ἂν ἀληθεύει ὅτι τὸ τραγικὸ ἀρχίζει μὲ τὴν κατάρρευση τοῦ μιμητοῦ καὶ τὴν ἐξαφάνιση τῶν προτύπων».
Μποροῦμε νὰ ἀποδεχθοῦμε καὶ νὰ ἀναλάβουμε αὐτὴν τὴν κατάρρευση καὶ αὐτὴν τὴν ἐξαφάνιση;
Ἂν μᾶς ἐνδιαφέρει.
Εἰδάλλως, ἂς πάψουμε νὰ σφετεριζόμαστε ἐκεῖνα ποὺ ἀνήκουν σὲ ἄλλους. Στοὺς Ἕλληνες.
Τελειώνω ἐπανερχόμενος στὸν τίτλο.
«Ἐμεῖς καὶ οἱ Ἕλληνες».
Τὸ «καί», ὅπως φαντάζομαι ὅτι κατανοήθηκε, δὲν εἶναι συζευκτικό• δὲν συνδέει• ἀποσυνδέει• διαζευγνύει.
Στὸ θέμα ποὺ μᾶς ἀπασχολεῖ, γιὰ νὰ συμβεῖ ἕνωση πρέπει νὰ τὴν ποδηγετεῖ ὁ χωρισμός• γιὰ νὰ λάβει χώρα γάμος, πρέπει νὰ ἰσχύει διαζύγιο. Μὲ ἄλλα λόγια, ὁ μηχανισμὸς τῆς τραγωδίας.
Ὄχι ἡ καπηλευτικὴ ἀναπαράστασή της στὴν πιὸ χυδαία καὶ πληθωριστικὴ ἐκδοχή της ποὺ εἶναι ὅ,τι πιὸ καθησυχαστικὸ ὑπάρχει, ἀλλὰ ἡ αἱματηρὴ παράσταση τῆς ἀνέκδοτης ἐκδοχῆς της σὲ ὅ,τι πιὸ ἀνησυχητικὸ ὑπάρχει.
Τὸ ἑλληνικὸ ὡς τρομακτικό.

Εἶναι καιρός, οἱ κάτοικοι αὐτῆς τῆς γεωγραφικῆς περιοχῆς ἐπιτέλους νὰ τρομάξουν γι’ αὐτὸ ποὺ εἶναι, γι’ αὐτὸ ποὺ δὲν εἶναι, καὶ γι’ αὐτὸ ποὺ δὲν θὰ καταφέρουν ποτὲ νὰ εἶναι.

 





Πρόσθεσέτο στο Facebook Πρόσθεσέτο στο Twitter

"Ο Πόλεμος": Μία αναφορά στο έργο του Γρηγορίου Ξενόπουλου - Του Πάνου Χατζηγεωργιάδη*

11 Οκτωβρίου 2019, 23:43
Έχοντας ακόμη καλά κλεισμένο στο δισάκι της μνήμης το νόημα και τις μορφές των ...

Λογοτεχνία: Γιώργου Θεοτοκά, "Ελεύθερο Πνεύμα"

01 Οκτωβρίου 2019, 22:47
Αποσπάσματα από ένα πολύτιμο βιβλίο που γράφτηκε 90 χρόνια πριν -ακόμα ψάχνουμε να βρούμε ...

Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας στον Νίκο Χρυσό

23 Μαϊου 2019, 23:18
Στον Νίκο Χρυσό και το μυθιστόρημά του «Καινούργια μέρα» (Καστανιώτης, 2018) απονεμήθηκε το Βραβείο ...


Σχολιάστε το άρθρο:



συνολικά: | προβολή:

Newsletter
Email:
Λέξεις κλειδιά
Αξιολογήστε αυτο το άρθρο
0