Η ζωή μας ανοχύρωτη πόλη - Της Έλενας Ακρίτα
Νιώθουμε σαν να βομβαρδιστήκαμε και σαν να βομβαρδίσαμε. Σαν να χτυπηθήκαμε και σαν να χτυπήσαμε. Δολοφονηθήκαμε και δολοφονήσαμε. Κακοποιηθήκαμε και κακοποιήσαμε.
Νιώθουμε θύτες και θύματα μαζί. Αλλόκοτο αυτό το υφέρπον κράμα. Υπόγειο, πολύπλοκο και δαιδάλωδες σαν το μετρό της πόλης που λαβώσανε.
Κράμα οργής κι ενοχής - μια καθημερινότητα που δεν σ’ αφήνει πια σε χλωρό κλαρί. Κάθεσαι να φας με την οικογένεια ή με φίλους. Λίγο πολύ όλοι αυτό κάνουμε (ακόμα). Κουβεντιάζουμε για όσα συμβαίνουν, διαφωνούμε στα πολιτικά, λέμε κάνα ανέκδοτο, καμιά μαλακία, εκνευρίζουμε εαυτούς και αλλήλους με το trivia του νοικοκυριού μας.
Τώρα πια στο τραπέζι της κουζίνας, ο υπέρλαμπρος ήλιος φωτίζει μόνο την σιωπή. Οι άνθρωποι δεν μιλάμε. Ακούς μόνο, ήχους από μαχαιροπήρουνα, τη λαδόκολλα που ξετυλίγει το γυρόπιτο, μια κόρνα από μακριά, ένα ντριν σε λάθος τηλεφώνημα.
Τι θα πεις; Τι να πεις;
«Ας φάμε μια φορά όπως παλιά, χωρίς να μαυρίζουμε την ψυχή μας»;
«Ας ξεχάσουμε για μισή ωρίτσα ό,τι συμβαίνει γύρω μας»;
«Ας μην ψυχοπλακωθούμε, έστω για λίγο»;
«Ας πάει μια – ΜΙΑ – μπουκιά κάτω, γαμώ το στανιό μου»;
Τι θα πεις; Τι να πεις;
Αυτό το κράμα οργής κι ενοχής σε ακολουθεί σαν του Καβάφη την Πόλη. Την ανοχύρωτη πόλη της δικής σου ζωής.
Όλα όσα θεωρούσες δεδομένα, έχουν πια γίνει δυσεύρετα. Σπανιότερα κι από ένα γραμματόσημο του 1871 με την κεφαλή του Ερμή.
Αλλιώς μας τα ‘πανε. Αλλιώς μας μάθανε. Αλλιώς μας μεγαλώσανε. Με τα δεδομένα μας αγκαζέ. Η γειτονιά μας ασφαλής, η πόρτα ξεκλείδωτη, απ’ το παράθυρο η μυρωδιά του γιασεμιού και του ψωμιού του φρέσκου. Σχολειό, σπουδές, πάρτι, μια δουλειά σίγουρη, ένας μισθός στο τέλος κάθε μήνα...
Ένας έρωτας άτυχος, ένα αβυσσαλέο πάθος, ένας γάμος καλός-κακός τρέχα γύρευε... Μια νέα γειτονιά – ίδια με την παλιά, μια παρέα που σκορπίζει, μια οικογένεια που δημιουργείται για να διαλυθεί κι αυτή με τα χρόνια... Φίλοι ήρθανε και φύγανε – μερικοί πιο νωρίς, πιο άδικα, πιο αιφνίδια... Συνοικίες και γειτονιές και προάστια με ορθάνοιχτες μπαλκονόπορτες ν’ ανακατεύουν αντίπαλους ήχους των σουξέ της εποχής και των θερινών σινεμά...
Ζωή οχυρωμένη.
Ζωή ανοχύρωτη: Γιατί πρώτα ανατινάζουν τις ζωές μας και μετά τα δεδομένα μας. Τα χάνεις και τρομάζεις. Τα διεκδικείς και ντρέπεσαι.
Προχτές, ας πούμε. Εγώ, ας πούμε. Έφτασα και ξεπέρασα το σημείο αντοχής κι ανοχής μου. Δεν μπορούσα πια να διαχειριστώ τίποτα. Τι-πο-τα. Θάνατοι, βασανιστήρια, κακοποιήσεις, εκποιήσεις, πρώτες κατοικίες, τελευταίες κατοικίες – τίποτα και με τίποτα.
Κατέβασα ρολά. Κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Έγειρα το παντζούρι. Έκλεισα κινητό, ειδήσεις, ειδοποιήσεις. Με μια ρόμπα και χώθηκα μέρα μεσημέρι στα σκεπάσματα. Έβαλα μια τηλεοπτική σειρά – απ’ αυτές που χτυπάς μαραθώνιους – πήρα μια πλάκα σοκολάτα γάλακτος και τη φουντωτή μου γάτα αγκαλιά. Κι έκλεισα τη ζωή έξω – αναζητώντας για λίγες ώρες την πλασματική γαλήνη των πάλαι ποτέ δεδομένων μου.
Από τις 4 το απόγευμα μέχρι τις 4 το πρωί, κλείδωσα ένοχες μου, αγωνίες μου, οργή, θυμό, τα πάντα μου. Ήξερα πως όλα αυτά παραμονεύουν απ’ έξω. Ήξερα πως το επόμενο πρωί, θα μπουκάρουν πάλι μέσα. Όμως για λίγες ώρες, μες το δωμάτιο, έστησα μια θεατρική παράσταση για κεκτημένα που χαθήκανε... Για δεδομένα που ακυρωθήκανε.
Έβαλα παρωπίδες; Ακόμα χειρότερα - έθαψα το κεφάλι μου στην άμμο; Μπορεί. Αυτό χρειαζόμουνα, αυτό μπορούσα, αυτό έκανα. Πήρα μια ανάσα πριν ξαναχωθώ στον ζόφο και στο έρεβος που ελλοχεύει σταθερά πίσω από το κλειστό παντζούρι.
Και στα ίδια ερωτήματα... Βομβαρδιστήκαμε ή βομβαρδίσαμε; Χτυπηθήκαμε ή χτυπήσαμε; Κακοποιηθήκαμε ή κακοποιήσαμε; Η συμμετοχή είναι ενεργή ή και παθητική;
Φταίμε ή όχι;
Ο χορός του Θανάτου γίνεται ‘για όλα αυτά’ ή ‘παρ’ όλα αυτά’; Όλο αυτό συμβαίνει ερήμην μας ή αποτελεί την sans voir απόρροια της παθητικότητάς μας; Η ζωή μας ανοχύρωτη πόλη. Κι αυτό σιγά σιγά σαν τη σταγόνα που διαβρώνει τον βράχο – το συνηθίζουμε...
Στην τελική, άμα στρέψεις το βλέμμα από την άλλη μεριά – όλα μοιάζουν πιο εύκολα... Με μια γάτα φουντωτή και σοκολάτα γάλακτος...
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ στις 21/11/15
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα