Θέατρο: Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, «Το Μυρολόγι* της Φώκιας – Το Καμίνι» - Κριτική Νίκου Μπατσικανή
Διδασκαλία ερμηνείας, Δραματουργία, Σκηνική Όψη, Σκηνοθεσία: Δήμος Αβδελιώδης.
Μουσική: Βαγγέλης Γιαννάκης. Γλυπτό έργο: Αριστείδης Πατσόγλου.
Βοηθός σκηνοθέτη: Γιάννης Κολόι. Διεύθυνση παραγωγής: Αθηνά Ζώτου.
Παραγωγή: «anagnorisis» αστική, μη κερδοσκοπική εταιρεία Θεάτρου - Κινηματογράφου
Με την υποστήριξη και τη συνεργασία του Θεάτρου της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών
Ερμηνεία: Αλεξία Φωτιάδου
Ο Δήμος Αβδελιώδης βούτηξε και πάλι στα βαθιά, επιχειρώντας, όπως οι αλιείς μαργαριταριών, να ανασύρει τα ωραιότερα δείγματα του βυθού της ελληνικής Γραμματείας. Αυτήν τη φορά έφτασε ως το νησί του «κοσμοκαλόγερου» της Λογοτεχνίας μας, κι έφερε στο φως δυο εξαίσια διηγήματά του. Πολλοί έχουν διαπιστώσει τη μαγεία που ασκεί ο Λόγος στα έργα του Σκιαθίτη δραματουργού, μα τα κείμενα του κυρ Αλέξη -κατά την ταπεινή μου γνώμη- έχουν κι άλλες αρετές. Εικόνες μοναδικής ομορφιάς, που μόνο εκείνος ξέρει να δίνει στους αναγνώστες του. Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης ακόμα και κάτι μικρό και σύνηθες -όπως ένα κύμα στην άκρη του γιαλού, για παράδειγμα- το κάνει μέγα, με την περιγραφή του, εξίσου και τα καθημερινά γεγονότα, που λαμβάνουν χώρα στον μικρόκοσμο της Σκιάθου. Επιπλέον αυτών, όμως, η γραφίδα του κορυφαίου μας διηγηματογράφου καταφέρνει να «ζωγραφίσει» με μοναδικές αποχρώσεις τους χαρακτήρες των ηρώων του, καθώς η πένα του γίνεται νυστέρι κι ανατόμος των ψυχών τους.
Στο «Μυρολόγι της Φώκιας» γίναμε θεατές και βιώσαμε μια τραγωδία, την ώρα του σούρουπου, στιγμή που ο ήλιος χάνεται, όπως η ζωή, και με τη συνοδεία του λυπητερού σκοπού από τη φλογέρα ενός βοσκόπουλου. Η μικρή Ακριβούλα, κατεβαίνοντας το κακοτράχαλο μονοπάτι που θα την οδηγούσε κοντά στη χαροκαμένη γιαγιά της, κατακρημνίζεται και πνίγεται στα βαθιά και παγωμένα νερά του πελάγους. Η γραία μάμη της είχε πάει να πλύνει τα σκουτιά της στο κύμα, αλμυρό όπως η ζωή και τα δάκρυά της για τα χαμένα παιδιά της, που είναι θαμμένα εκεί κοντά, στο κοιμητήρι του χωριού. Την ερημιά της νύχτας, που έρχεται ν’ απλώσει τα μαύρα πέπλα της, αλλά και του τοπίου δίπλα στο νεκροταφείο, συνοδεύει το κλάμα… ο θρήνος μιας φώκιας γύρω από το άψυχο κορμί του κοριτσιού, πριν αρχίσει το εσπερινό «δείπνο» της.
«Το Καμίνι» είναι το αντίδοτο στην παγωνιά και την ανατριχίλα που νιώσαμε παρακολουθώντας το πρώτο έργο, καθώς στο δεύτερο κυριαρχούν οι σκανταλιές και τα γέλια των μικρών παιδιών του νησιού που, χαρούμενα, απολαμβάνουν τη ζωή και παίζουν ανέμελα, στα πολύχρωμα -από τα αγριολούλουδα, με τα οποία η άνοιξη στολίζει- χαλιά των αγρών της ελληνικής υπαίθρου. Πιο κει, μια σπηλιά στην άκρη των κυμάτων -που κι αυτά παιχνιδίζουν μέσα της- με το φως να τη λούζει, μετατρέποντάς την σ’ ένα «καμίνι χαράς», όπου καταφεύγει μια νεαρή κοπέλα, για να κολυμπήσει και να ξεφύγει από τα «πρέπει», που της επιβάλουν να πάρει -με το ζόρι και κατ’ εντολή των γονιών της- έναν χήρο με δυο παιδιά, μόνο και μόνο επειδή είναι πλούσιος, ενώ η ίδια φτωχή. Ως από μηχανής θεός, στην απελπισία της, θα «φανεί» ένας νεαρός άντρας που την ποθεί και θέλει να την κάνει σύντροφό του. Ρίχνοντάς της μια ανεμόσκαλα, θα την ανασύρει από τον κακοτράχαλο βράχο και το «άντρο» του αδιεξόδου της και θα την οδηγήσει στις χαρές που προσφέρει ο έρωτας και η ελευθερία να επιλέγουμε σύντροφο της αρεσκείας μας.
Στην εποχή μας, που όλα, πλέον, γίνονται μέσω των ηλεκτρονικών υπολογιστών -να έχουν υποκαταστήσει τις ανθρώπινες σχέσεις και αξίες- κείμενα σκεπασμένα από τη λήθη του χρόνου μάς δίνουν οι επιλογές αναπαράστασης του σκηνοθέτη – δραματουργού Δήμου Αβδελιώδη, στη νέα θεατρική περίοδο, με έδρα του το Αμφιθέατρο της Α.Σ.Κ.Τ. Όπως ο ίδιος δήλωσε στο τέλος της παράστασης: «Τα θαμβωτικής ομορφιάς σπάνια κείμενα της Λογοτεχνίας μας, παρά την ιδιότυπη γλώσσα τους, γίνονται απόλυτα κατανοητά και κτήμα όλων των Νεοελλήνων», που άλλα ακούσματα και εικόνες έχουμε πια. Έτσι, το βράδυ εκείνο, στο υπόγειο της ΑΣΚΤ, οι θεατές, έχοντας καταβυθιστεί σ’ έναν άλλον κόσμο, μακριά από αυτόν που βουΐζει στην υπερκείμενη λεωφόρο, γευτήκαμε ποίηση, λυρισμό, χρώματα και μαγεία. Σε αυτό, πέραν της εμπνευσμένης σκηνοθεσίας, συνέτειναν οι φωτισμοί, ο σκηνικός χώρος, η Μουσική του Βαγγέλη Γιαννάκη, το Γλυπτό του Αριστείδη Πατσόγλου και η ερμηνεία της Αλεξίας Φωτιάδου, που απέδωσε με αισθαντικότητα κι ευαισθησία την ιδιαίτερη κι απολαυστική γλώσσα του Παπαδιαμάντη. Δικαίως όλοι οι συντελεστές καταχειροκροτήθηκαν από το κοινό, και φύγαμε συνεπαρμένοι, όπως το ίδιο παρακολουθήσαμε -λέξη λέξη- την παράσταση.
*Μυρολόγι: θρηνητικόν άσμα αδόμενον παρά τον νεκρόν, κατά την κηδείαν. (Επίτομο Λεξικό Δ. Β Δημητράκου) (σ.σ.: Προφανώς από τα μύρα με τα οποία άλειφαν το σώμα του).
Αμφιθέατρο Α.Σ.Κ.Τ. Πειραιώς 256,Ταύρος, 6947186910 Οκτώβριος 2016
Παραστάσεις: Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή, 21.00 (Έως: 13/11/16)
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (1851-1911): «Η κορυφή των κορυφών» κατά τον Κ. Π. Καβάφη, ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες λογοτέχνες, γνωστός και ως «ο άγιος των ελληνικών Γραμμάτων». Γεννήθηκε, μεγάλωσε κι έμαθε τα πρώτα γράμματα στη Σκιάθο. Γονείς του ήταν ο ιερέας Αδαμάντιος Εμμανουήλ και η Αγγελική Μωραΐτη. Μεταξύ άλλων, φοίτησε στο Βαρβάκειο Γυμνάσιο της Αθήνας και στη συνέχεια γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, μα δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές του. Από φοιτητής άρχισε να δημοσιογραφεί και να κάνει μεταφράσεις από τα Γαλλικά και Αγγλικά, γλώσσες που λίγοι γνώριζαν καλά στην εποχή του. Εργάστηκε στις εφημερίδες «Ακρόπολη» και «Το Άστυ». Του άρεσε να ζει απομονωμένος, ατημέλητος και φτωχικά. Συνήθιζε να ψάλλει στον Ι. Ναό του Αγίου Ελισσαίου, όπου έψελνε κι ο εξάδελφός του συγγραφέας Αλέξανδρος Μωραϊτίδης, ενώ εφημέριος ήταν ο (στις ημέρες μας Άγιος) παπα-Νικόλας Πλανάς. Στα 1908 επέστρεψε στο νησί του, όπου συνέχισε να γράφει και να μεταφράζει. Ο Παπαδιαμάντης απεβίωσε τον Ιανουάριο του 1911. Με την είδηση του θανάτου του, το πένθος έγινε πανελλήνιο. Τελέστηκαν επίσημα μνημόσυνα στην Αθήνα, την Πόλη, την Αλεξάνδρεια και αλλού. Ορισμένοι ποιητές συνέθεσαν εγκωμιαστικά έργα (Μαλακάσης, Πορφύρας κ.ά.) και τα φιλολογικά περιοδικά της εποχής εξέδωσαν τιμητικά τεύχη, αφιερωμένα στη μνήμη του. Το 1925 πραγματοποιήθηκαν τα αποκαλυπτήρια της προτομής του στη Σκιάθο. Διηγήματά του άρχισαν να εκδίδονται στα Γαλλικά και πολλοί Γάλλοι ελληνιστές ασχολήθηκαν με το έργο του, που είναι τεράστιο (180 διηγήματα, 3 νουβέλες, 3 μυθιστορήματα, 40 μελέτες – άρθρα κι αρκετά ποιήματα), μα όσο ζούσε δεν ευτύχησε να δει κανένα τυπωμένο σε βιβλίο. Μετά τον θάνατό του τυπώθηκαν από τις εκδόσεις Φέξη (1912-1913) έντεκα τόμοι με όσα διηγήματα βρέθηκαν τότε. Πέντε τόμους εξέδωσε ο Οίκος Ελευθερουδάκη στα 1925-1930 και έναν τόμο (Θαλασσινά διηγήματα) ο Οίκος Καραβία, το 1945. Το 1955, τα Άπαντά του εκδόθηκαν από τον Εκδοτικό Οίκο Δ. Δημητράκου. Το 1963, τα Άπαντα του Παπαδιαμάντη εκδόθηκαν σε τρεις τόμους από την Εταιρεία Ελληνικών Εκδόσεων, με προλόγους κι επιμέλεια Μιχάλη Περάνθη. Περισσότερο γνωστά έργα του: «Η σταχομαζώχτρα, Θέρος-έρος, Στο Χριστό στο Κάστρο, Ολόγυρα στη λίμνη, Νοσταλγός, Ναυάγια ναυαγίων, Οι ελαφροΐσκιωτοι, Της Κοκκώνας το σπίτι, Όνειρο στο κύμα, Φόνισσα, Η Γυφτοπούλα, Οι Έμποροι των Εθνών, Τα ρόδινα ακρογιάλια, Χρήστος Μηλιόνης, Το Καμίνι, Το Μυρολόγι της φώκης, Δέησις» κ.ά. Πολλά από αυτά έγιναν τηλεοπτικές σειρές, θεατρικές παραστάσεις και ραδιοφωνικές εκπομπές. Χαρακτηριστικό της μεγάλης αξίας του είναι το κέλευσμα του Οδυσσέα Ελύτη: «Όπου και να σας βρίσκει το κακό, αδελφοί, όπου και να θολώνει ο νους σας, μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό και μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη» («Το Άξιoν Εστί»).
Νίκος Μπατσικανής, συγγραφέας - ποιητής
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα