Η διοικητική δικαιοσύνη ευλογεί μόνο τα γένια της - Του Φιλοκτήτη Διακομανώλη*
Στα παλαιότερα των υποδημάτων του γράφουν οι Διοικητικοί Δικαστές την αρχή του δεδικασμένου, «ne bis in idem» (βασική διάταξη -άρθρο 50- του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης) όταν, βέβαια, πρόκειται για τον απλό ανυπεράσπιστο πολίτη.
Όταν πρόκειται για τα γένια τους, κόπτονται οι κυρίες και κύριοι του Σ.τ.Ε και συντάσσονται με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), όπως για παράδειγμα στις περικοπές κατά 50% των αποδοχών τους.
Όταν όμως πρόκειται για τον απελπισμένο πολίτη, τότε η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) αποτελεί παρακατιανό ανάγνωσμα, άξιο για τα παλαιότερα των υποδημάτων τους. Κι ας κοστίζει ευρωπαϊκές καταδίκες για την Ελλάδα.
Το πρόβλημα αυτό, δυστυχώς, δεν είναι ούτε απλό, ούτε … περαστικό. Αφορά, συχνά, στην πορεία μιας ολόκληρης ζωής για τον δύσμοιρο πολίτη. Ένα καπρίτσιο, δηλαδή, του διοικητικού δικαστή μπορεί - και κατά κανόνα το κάνει- να ανατρέψει και να καταστρέψει μια ολόκληρη ζωή. Αυτή τη ζωή πώς μπορεί ο πολίτης να την πάρει πίσω;
Είναι σύνηθες το φαινόμενο μιας ποινικής δίκης με έμπειρους Δικαστές, με πολύπειρους Εισαγγελείς, με μάρτυρες υπεράσπισης και κατηγορίας, με πραγματογνώμονες και αποδεικτικά έγγραφα, με δικηγόρους πολιτικής αγωγής και υπεράσπισης, να πετιόνται στον κάλαθο των αχρήστων κάποιου διοικητικού Δικαστή, μέσα στους τέσσερις τοίχους του απομονωμένου από την πραγματικότητα γραφείου του.
Σωρεία υποθέσεων πολιτών που έχουν κριθεί αθώοι στα ποινικά δικαστήρια της χώρας, σέρνονται για… ατέλειωτα χρόνια στους χώρους των διοικητικών δικαστηρίων ως επαίσχυντοι φοροφυγάδες, λαθρέμποροι, ή παραβάτες της κεφαλαιαγοράς. Και μάλιστα, όταν η ποινική δικαιοσύνη έχει ήδη αποφανθεί εμπεριστατωμένα και αμετάκλητα για την αθωότητά τους.
Αναρωτιέται βέβαια ο κάθε σκεπτόμενος πολίτης:
Πώς είναι δυνατόν να παραμένουν θεατές όλα αυτά τα βαρύτατα θιγόμενα θύματα; Πώς αντέχουν και παρακολουθούν να συντελείται η καταστροφή της ζωής τους από ανώτατους σώφρονες, υποτίθεται, δικαστές; Δεν μπορεί να φαντασθεί κανείς ότι είναι δυνατόν ανώτατοι λειτουργοί να εμφορούνται από κόμπλεξ και αμοραλισμό που απλά επιβεβαιώνουν την «ένδον κακία του ανθρώπινου όντος».
Κοιμούνται, άραγε, τις νύχτες «ύπνο δικαίου», υπό τέτοιες συνθήκες αμοραλισμού, που μόνο σε διαταραγμένους ψυχικά εγκληματίες μπορεί να απαντηθεί; Άρα τέτοιο ύπνο δεν έχουν! Ή μήπως έχουν!
Πώς αντικρύζουν τα παιδιά και τα εγγόνια τους;
Πώς πηγαίνουν στην εκκλησία και σταυροκοπιούνται, λες και είναι αναίσχυντοι θεομπαίχτες!
Τι άλλο ελαφρύτερο θα μπορούσε να τους καταμαρτυρήσει κανείς από την «ένδον κακία του φύσει κακού ανθρώπινου όντος», όταν γνωρίζουν ότι όποιος προσφεύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δικαιώνεται και θα αναγκαστούν να στείλουν την υπόθεση για να επανακριθεί στο αρμόδιο Διοικητικό Εφετείο;
Τι άλλο κάνουν, δηλαδή, από το να πετούν την μπάλα στην εξέδρα, ροκανίζοντας, έτσι, τον πολύτιμο χρόνο της ζωής σωρείας πολιτών, οδηγώντας τους ενσυνείδητα στην απόγνωση;
Το κύριο ερώτημα, όμως, δεν είναι αυτό. Ο άνθρωπος, ούτως ή άλλως, είναι ένδον κακός, ειδικά όταν έχει στα χέρια του ανεξέλεγκτη εξουσία. Η πολιτεία όμως τι κάνει; Οι δεκάδες των υπουργών που έχουν παρελάσει από τα αρμόδια υπουργεία, τι έκαναν γι’ αυτή την πληγή της Δικαιοσύνης; Και καλά οι υπουργοί έρχονται και παρέρχονται, το κοινοβούλιο τι κάνει; Αυτοί που έχουν την ευθύνη να νομοθετούν, πού βρίσκονται όλα αυτά τα χρόνια που η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει επανειλημμένα καταδικάσει την Ελλάδα για τη δικαστική αυτή εκτροπή; Για το δικαστικό αυτό έγκλημα κατά αθώων πολιτών που η μοίρα τούς φύλαγε να παίζουν το ρόλο των βατράχων την ώρα που μαλώνουν τα βουβάλια.
Στην ουσία πρόκειται για συντεχνιακή διαμάχη των ανωτάτων δικαστηρίων όπου η ολομέλεια του Αρείου Πάγου με την απόφαση 1/2011 ενέκρινε τα όρια της αρχής “ne bis in idem”, θεωρώντας απαράδεκτη ποινική δίωξη λόγω δεδικασμένου, αλλά και επεκτατικό αποτέλεσμα αναιρέσεως. Με την παράγραφο 7 του άρθρου 14 του Διεθνούς Συμφώνου καθιερώνεται η αρχή ότι "κανείς δεν δικάζεται ούτε τιμωρείται για ένα αδίκημα για το οποίο έχει ήδη απαλλαγεί ή καταδικασθεί με οριστική απόφαση, που εκδόθηκε σύμφωνα με το δίκαιο στην ποινική δικονομία κάθε χώρας".
Η ολομέλεια του ΣτΕ για να βροντοφωνάξει ανεξαρτησία και ισοτιμία με τον Άρειο Πάγο, με την απόφασή της 1741/2015 προσβάλει όχι την νομική κρίση αλλά και την κοινή λογική. Το πρόστιμο λέει, δεν είναι ποινή. Μα, αφενός, η μη πληρωμή του προστίμου συνεπάγεται νέα ποινική δίωξη. Αφετέρου, ποιος νους χωράει ότι κρίνεται κάποιος αμετάκλητα αθώος για κάποια πράξη και η ίδια «διακριτή εξουσία», η δικαιοσύνη, με διαφορετική εκπροσώπηση καταργεί την αμετάκλητη αθωότητα του;
Φληναφήματα η επιχειρηματολογία των τηβεννοφόρων της καταστροφής. Εξικνείται σε μια συγκεκριμένη θεματική ενότητα και σε συγκεκριμένη ιεράρχηση της αθωωτικής απόφασης των ποινικών δικαστηρίων.
Επικαλούνται οι κυρίες και κύριοι του ΣτΕ υποθέσεις λαθρεμπορίας μεγάλου οικονομικού αντικειμένου από μεγάλες εταιρείες και μάλιστα όταν η αθωωτική απόφαση είναι «λόγω αμφιβολιών». Ξεχνούν προφανώς ότι η δικαιοσύνη δεν είναι φοροεισπρακτικός μηχανισμός του κράτους. Ωστόσο, δεν θα πούμε το αυτονόητο ότι ο Νόμος είναι Νόμος και οποιαδήποτε περίπτωση εμπίπτει στις διατάξεις του δεν είναι δυνατόν να κρίνεται ala cart. Απλά θα συμφωνήσουμε μαζί τους και θα προβάλλουμε προς τα βουβάλια την ένσταση του βατράχου:
Α. Τι γίνεται στις περιπτώσεις κατηγορηματικής απόφασης του ποινικού Δικαστηρίου όταν λέει: Απεδείχθη ότι ουδεμία απολύτως ευθύνη φέρει ο κατηγορούμενος (εάν πρόκειται δηλαδή για λάθος των διωκτικών αρχών;)
Β. Τι γίνεται σε περιπτώσεις άλλων υποθέσεων, πλην λαθρεμπορίας, όπως προστίμων της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ή της Φορολογικής Αρχής;
Γ. Τι γίνεται σε περιπτώσεις εξαθλιωμένων οικονομικά πολιτών, αθώων κατά την κρίση της ποινικής δικαιοσύνης; Αυτών που βρέθηκαν, από λάθος, ή ακόμα και εμπάθεια της διωκτικής αρχής, με ένα δυσβάσταχτο –για τα μέτρα τους- διοικητικό πρόστιμο στην πλάτη; Mε κατασχεμένους λογαριασμούς και σε πλήρη αδυναμία να ζήσουν τις οικογένειες και τα παιδιά τους; Μήπως θα πρέπει να επανακριθεί η ουσία της υπόθεσης από τον… διοικητικό δικαστή;
Ποια είναι η απάντηση των άκαμπτων τηβεννοφόρων και ποια είναι η απάντηση της πολιτείας;
Καλό είναι να τους θυμίσουμε, πάντως, ότι η τήβεννος δεν είναι ένδυμα εξουσίας αλλά ένδυμα ευθύνης και σεβασμού του κρατικού λειτουργού προς τον πολίτη.
*Συγγραφέας
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα