Ελλάδα-Τουρκία: “Ο Γόρδιος Δεσμός” ΙΙ - Του Θωμά Στεφ. Σάρα
Για τον ερευνητή της φιλοσοφίας της σύγχρονης διπλωματίας της Ελλάδος, είναι βέβαιο, ότι δημιουργούνται άπειροι προβληματισμοί και ερωτήματα γύρω από την ακολουθούμενη εξωτερική πολιτική των Αθηνών, έναντι της διεθνούς κοινότητας και κυρίως εκείνων που άπτονται τα εθνικά θέματα των Ελλήνων. Μιας κοινότητας η οποία στις μέρες αυτές αλλάζει καθημερινά, καθώς πασχίζει να ξεπεράσει τους κλειστούς ορίζοντες του εθνικισμού, τους οποίους συντηρούν οι κοντόφθαλμοι φράκτες των μικροπολιτικών συμφερόντων εκείνων που διεκδικούν την άσκηση της εξουσίας. Βασικό γνώρισμα της πολιτικής φιλοσοφίας των Αθηνών στις μεταπολεμικές κυβερνήσεις ήταν η αρχή ότι “για την Αθήνα δεν υπάρχει θέμα Κυπριακού, Μακεδονικού και Αιγαίου, ή και Βορείου Ηπείρου”. Μια πολιτική η οποία αποδείχθηκε πολυέξοδη και λανθασμένη, το δε κόστος της οποίας συνεχίζει να πληρώνει τόσο ακριβά ο Έλληνας φορολογούμενος. Αργότερα, στα χρόνια της μεταδικτατορικής μεταπολίτευσης, υπήρξε κοινή συμφωνία των Κωνσταντίνου Καραμανλή, Ανδρέα Παπανδρέου και Κωνσταντίνου Μητσοτάκη για την αλλαγή του δόγματος και την άσκηση “πολύπλευρης εθνικής πολιτικής”, ανάλογης με τις περιστάσεις και περιπτωσιακές διεθνείς συγκυρίες. Παρ’ όλα αυτά η πολιτική αυτή ουδέποτε εφαρμόστηκε στην ουσία, καθώς άλλοι παράγοντες, πολύ ποιο σοβαροί, παρεμβλήθηκαν στην διαδικασία της δημιουργίας και άσκησης εξωτερικής πολιτικής. Ένας από αυτούς ήταν η Βόρειο Ατλαντική συμμαχία, γνωστή ως ΝΑΤΟ, η οποία στην ουσία από απλή συμμαχία, με το πέρασμα των δεκαετιών διαμορφώθηκε σε μια υπερεξουσία μεταξύ των κρατών μελών. Εργαλεία της συμμαχίας για την επιτυχία αυτής της πολιτικής, υπήρξε μέρος της διπλωματικής υπηρεσίας των Αθηνών, αυτοί ήταν γνωστοί ως “Νατοϊκοί διπλωμάτες”, έναντι των υπολοίπων συναδέλφων τους οι οποίοι διακρίνονταν στους πατριαρχικούς και τέλος στους εθνικιστές. Στο Τορόντο, γνωρίσαμε σχεδόν εκπροσώπους και των τριών αυτών σχολών. Το 1974, ο τότε γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Λούντς, είναι γνωστόν ότι πίεσε την Αθήνα να παραιτηθεί των αντιρρήσεών της γύρω από την άσκηση εθνικιστικής πολιτικής και να κάνει ένα νέο άνοιγμα προς την Τουρκία, με την αποδοχή παραχώρησης δικαιωμάτων εκπροσώπευσης των τουρκόφωνων κοινοτήτων της Θράκης και την αποδοχή μεταβίβασης των κυριαρχικών της δικαιωμάτων των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου στην γείτονα της και “σύμμαχο”, μέλος της συμμαχίας του ΝΑΤΟ, Τουρκία. Στο νέο σχήμα της εξωτερικής πολιτικής συμφώνησαν από κοινού οι τότε ηγέτες του πολιτικού κατεστημένου των Αθηνών, Καραμανλής, Ανδρέας Παπανδρέου και Μητσοτάκης. Προκειμένου, μάλιστα, να ξεπεραστούν ορισμένοι προβληματισμοί των τριών πολιτικών αρχηγών, ο τότε πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ ζήτησε την διάθεση σημαντικών κονδυλίων προκειμένου να προετοιμαστεί η κοινή γνώμη της Ελλάδος, για τις επερχόμενες αλλαγές. Λέγεται λοιπόν ότι τόσο η συμμαχία, όσο και η Ουάσιγκτον διέθεσαν ένα τεράστιο ποσό, (υπολογίζεται ότι ξεπερνούσε τα δύο δισεκατομμύρια δολάρια), προκειμένου να επιτευχθεί η εφαρμογή αυτών των σχεδίων. Το ποσόν αυτό προβλεπόταν να διαμοιρασθεί μεταξύ των βασικών στελεχών των δύο μεγάλων κομμάτων εξουσίας αλλά και ορισμένων μικρότερων, προκειμένου να συμφωνήσουν όλοι στις προτεινόμενες αλλαγές των συνόρων.
Η Έλληνο-Τουρκική Φιλία και το ΝΑΤΟ
Μεταξύ άλλων, λοιπόν, η πολιτική εκείνη προέβλεπε την δημιουργία ιδρυμάτων τα οποία θα προέβαλαν τη σημασία της Έλληνο-Τουρκικής φιλίας και θα βοηθούσαν στην διαμόρφωση και αποδοχή των αλλαγών στη κοινή γνώμη των κατοίκων των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου. Έτσι λοιπόν δημιουργήθηκαν οι ενώσεις “δημοσιογράφοι των νησιών του Αιγαίου”, οι συντάκτες και εκδότες μελών της οποίας “ενισχύθηκαν” με εκατομμύρια δολάρια, προκειμένου να “διαφωτίσουν” το αναγνωστικό τους κοινό, που ήταν οι κάτοικοι των νησιών της περιοχής, για το πραγματικό τους συμφέρον να αποτελέσουν μέρος της οικονομικής ζώνης της Τουρκίας, που απείχε μόλις λίγα μίλια από τα λιμάνια τους, παρά με την αργοκίνητη Αθήνα. Ένας δεύτερος οργανισμός που δημιουργήθηκε μέσα στα πλαίσια αυτής της πολιτικής, ήταν το γνωστό βραβείο της Έλληνό-Τουρκικής φιλίας, γνωστό ως βραβείο “Ιππεκτσί”, το οποίο θα δινόταν σε ετήσια βάση σε σημαντικούς παράγοντες τις πολιτικής και των τεχνών των δύο χωρών, τα οποία θα εργαζόταν πάνω στην προώθηση των στόχων της φιλίας των δύο γειτόνων. Τέλος μεταξύ άλλων προβλεπόταν και η διοργάνωση των περίφημων “δημοσιογραφικών συνεδρίων της Σαμοθράκης”, όπου θα γινόταν η “πλύση εγκεφάλου” στους συμμετέχοντες, δωρεάν, δημοσιογράφους των Αθηνών και της υπόλοιπης Ελλάδας, για την ανάγκη της Ελληνο-Τουρκικής φιλίας. Από τους πρώτους, μάλιστα, που αποφασίστηκε να τιμηθούν με το “Βραβείο Ιππεκτσή”, ήταν από πλευράς Αθηνών, ο Γιώργος Παπανδρέου και ο Μητσοτάκης και από την Άγκυρα ο ΥΠ.ΕΞ. της Τουρκίας Τζεμ, και ο τότε πρωθυπουργός της, οι οποίοι και πήραν την υπόσχεση βοήθειας και συνδρομής για μελλοντική άσκηση της εξουσίας. Στο Γιώργος Παπανδρέου, μάλιστα, ύστερα από εισήγηση του πατέρα του, ανατέθηκε και η ευθύνη της επιτυχίας του σχεδίου.
Παράλληλα, ωστόσο, το ΝΑΤΟ ανέλαβε και την εκπαίδευση αριθμού διπλωματών της Ελλάδος, τους οποίους στην πραγματικότητα, διαμόρφωσε σε υπερκυβερνήτες, δεδομένου ότι όλοι τους βρέθηκαν σε θέσεις κλειδιά γραφείων άσκησης εξουσίας των Αθηνών. Έτσι λοιπόν γνωρίσαμε διπλωμάτες οι οποίοι ενώ δεν είχαν κανένα σπουδαίο επίτευγμα στην καριέρα τους, του είδαμε να διορίζονται ως διευθυντές του διπλωματικού γραφείου πρωθυπουργών της Ελλάδας. Όχι ενός, αλλά μάλλον, αριθμού διαδοχικών κατόχων της εξουσίας ανεξαρτήτου πολιτικής τοποθέτησης. Άλλοι, πάλι, και όταν ακόμα παροπλίσθηκαν από τις θέσεις τους στα γραφεία των πρωθυπουργών, απλά μετατέθηκαν στις Βρυξέλες για να συνεχίσουν το έργο που όφειλαν να επιτελέσουν. Για τη τάξη και μόνον αναφέρω ότι την βραδιά των Ιμίων, διευθυντής του διπλωματικού γραφείου του τότε πρωθυπουργού Σημίτη, ήταν κάποιος Σωτηρόπουλος, από τους πλέον έμπιστους διπλωμάτες του ΝΑΤΟ. Δεν θα ήθελα να σχολιάσω τις επιπτώσεις από την νύχτα εκείνη, πλην όμως, είμαι βέβαιος για τα μοιραία αποτελέσματα των παρασκηνιακών κινήσεων με το στρατηγείο της συμμαχίας. Στο σημείο αυτό, και άπαξ ο λόγος περί διπλωμάτου με προϋπηρεσία στο Τορόντο, ας μου επιτραπεί να αναφέρω ότι όταν τον επισκέφθηκα, στο γραφείο του, και του έδειξα τους χάρτες της Τουρκίας με αναφορά στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου με Τουρκικά ονόματα και μάλιστα μέσα στη συνοριακή γραμμή της Τουρκίας, ο τελευταίος αφού με άκουσε γύρισε και με ύφος υπεροπτικό μου δήλωσε: “ τη δουλειά σας κ. Σάρα, και αφήστε σε εμάς να κάνουμε τη δική μας, μην ανακατεύεστε στα πόδια μας”. “Μα αυτό ακριβώς κάνω”, του δήλωσα, την υποχρέωσή μου ως δημοσιογράφος. Αργότερα, και πριν μετατεθεί από το Τορόντο για την Αθήνα, πληροφορήθηκα από ομογενή της παροικίας του γειτονικού Χάμιλτον ότι τον είχε προσλάβει και του έδωσε μάλιστα και κάποια φωτογραφική μηχανή με εντολή να καλύψει φωτογραφικά διαδήλωση σλαβόφωνης ομάδας, έξω από το προξενικό κατάστημα και μάλιστα του είπε “δεν ξέρω τι θα κάνεις, αλλά θέλω να μου φέρεις μια φωτογραφία του Σάρα, ενώ θα συνομιλεί με τους Σλάβους, για να τον “γαμήσω”, για να μάθει να μην χώνεται στα πόδια μας”. Το γεγονός αυτό το πληροφορήθηκα αργότερα από τον ίδιο τον ομογενή ο οποίος με ενημέρωσε κατά την διάρκεια επίσκεψής του στο γραφείο μου, επειδή ο διπλωμάτης είχε μετατεθεί στην Αθήνα και τον άφησε απλήρωτο, η δε συνάδελφος του που ανέλαβε τη θέση του γενικού προξένου, δήλωνε άγνοια. Όταν λοιπόν δημοσίευσα αυτά τα γεγονότα στην επιθεώρηση, περιέργως βρέθηκαν τα απαραίτητα χρήματα, έλαβε την αμοιβή που του είχαν υποσχεθεί με τον όρο να ξαναέλθει στο γραφείο μου και να διαψεύσει το δημοσίευμα. Για κακή του τύχη βέβαια την στιχομυθία μας εκείνη και κυρίως τις αποκαλύψεις του είχα καταγράψει στα μηχανήματά μου. Όταν λοιπόν του δήλωσα ότι ήμουν διατεθειμένος, εάν επέμενε, να δώσω την κασέτα στις σχετικές υπηρεσίες του Καναδά, ο τελευταίος προτίμησε να με αποχαιρετίσει. Το 2013, και ενώ βρισκόμουν στην Ουάσιγκτον, τράβηξε την προσοχή μου Τουρκικός χάρτης, στον οποίο για άλλη μια φορά η συνοριακή γραμμή της Τουρκίας περιέκλειε τη Θράκη, τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και την μισή, κατεχόμενη, Κύπρο. Ζήτησα, σαν χάρη, από τον υπεύθυνο της υπηρεσίας που είχε το χάρτη να μου δώσει ένα αντίγραφο. Παρά τις αρχικές του επιφυλάξεις, τελικά εκείνος δέχτηκε και μου έδωσε μερικά αντίτυπα. Με την επιστροφή μου στο Τορόντο, στις 13 Μαρτίου του 2013, απέστειλα προσωπικά σε όλους τους αρχηγούς των πολιτικών κομμάτων της Ελλάδας επιστολή με την οποία τους γνωστοποιούσα την ύπαρξη και κυκλοφορία του χάρτη, αντίγραφο του οποίου και έστειλα σε όλους και στο καθένα χωριστά. Εσώκλειστα έστελνα και αντίτυπο της επιθεώρησης με την σχετική αρθρογραφία μου. Ομολογώ ότι παρόλο που έχουν παρέλθει, έκτοτε, τέσσερα χρόνια, περιμένουμε ακόμα και σήμερα να δούμε ή ακούσουμε τις αντιδράσεις τους.
Κύπρος: Διαπραγματεύσεις και πράσινα άλογα
Περιέργως, και ενώ στις Βρυξέλες, συνερχόταν η πολυδιαφημισμένη επιτυχία του άλλοτε προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας και νυν ηγέτη της Έλληνο-Κυπριακής κοινότητας, στους διαδρόμους του ΟΗΕ και τα πανεπιστημιακά ιδρύματα της Αμερικής και του Καναδά κυκλοφορούσαν νέοι χάρτες της Τουρκίας με το ίδιο περιεχόμενο. Όλα τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, αρχής γενομένης από τη Θράκη και με την συμπερίληψη όλων των νησιών μέχρι την γραμμή κατοχής της Κύπρου, εμφανίζονται ως μέρος της Τουρκικής επικράτειας, με πλήρη στοιχεία πολιτικού χάρτη και πληροφορίες γύρω από τις πόλεις και τους δρόμους που συνδέουν τα νησιά με την υπόλοιπη Τουρκία και μάλιστα όλες αυτές οι πληροφορίες είναι γραμμένες στα Τούρκικα. Ο χάρτης παρουσιάζει τα κατεχόμενα με την ονομασία “KYZEY KIBRIS TURK CUMHURIYETI”, ενώ το ελεύθερο μέρος του νησιού, χωρίς να εμφανίζεται στο χάρτη αναφέρεται ως “GUNEY KIBRIS RUM YONETIMI” που εννοεί ότι υπάρχει Τουρκική δημοκρατία της Κύπρου και Ελληνόφωνη κοινότητα του νησιού. Πέραν όμως αυτής της απεικόνισης της Κύπρου ο χάρτης παρουσιάζει, σαν μέρος της Τουρκικής επικράτειας ολόκληρη την Συρία, το Ιράκ και τον Λίβανο. Σύμφωνα μάλιστα με το Financial Press, η Τουρκία ανοιχτά πλέον προσπαθεί να επανέλθει στα εδάφη που κατείχε η Οθωμανική αυτοκρατορία.
Αυτά δε παρά της άναρθρές κραυγές των διπλωματικών θριάμβων της διοίκησης Αναστασιάδη, καθώς προσπαθεί να μας πείσει ότι τελικά κατόρθωσε να “στριμώξει την Άγκυρα” και να την υποχρεώσει να αποδεχθεί τις θέσεις του. Στην πραγματικότητα η όλη προσπάθεια γίνεται προκειμένου να πεισθούν οι Έλληνο-Κύπριοι για την ανάγκη συμβιβασμού. Ενός συμβιβασμού ατιμωτικού σε βάρος ενός κυρίαρχου και ανεξάρτητου κράτους και ενός περήφανου λαού, ο οποίος απέκτησε την ανεξαρτησία του με θυσίες και εκατόμβες αιμάτων. Σύμφωνα, μάλιστα, με τον πρώην Πρόεδρο και νυν ηγέτη των Έλληνο-Κυπρίων, ο οποίος στην παραζάλη που τον διακατέχει, βλέπει να “δημιουργούνται προϋποθέσεις αλλαγής των συνθηκών ασφαλείας” και να απομακρύνονται τα στρατεύματα κατοχής της Τουρκίας. Προς την κατεύθυνση αυτήν όμως εργάζονται και το ΝΑΤΟ με την Ευρώπη και τα Ηνωμένα Έθνη, παρ’ όλα αυτά τα Ηνωμένα Έθνη, έχοντας γνώση των πραγματικών προβλημάτων παραδέχονται ότι “δεν επιδιώκουμε μια γρήγορη λύση, αλλά μια βιώσιμη λύση και σταθερή για την Κυπριακή Δημοκρατία και τις κοινότητές της”. Οι εξελίξεις αυτές μου φέρνουν στο νου τα λόγια του τέως ηγέτη των Τούρκο-Κυπρίων Ντεκτάς, ο οποίος κατά την διάρκεια συνομιλίας μου είχε δηλώσει “παραδέχομαι ότι κάναμε σφάλματα στο παρελθόν. Θα έπρεπε να είχαμε καταλάβει ολόκληρο το νησί, ήταν μια μοναδική ευκαιρία και είχαμε όλους τους οιωνούς με το μέρος μας. Το είχα υποστηρίξει ο ίδιος στην Άγκυρα. Ελάτε να καταλάβουμε ολόκληρο το νησί, το είχα πει στην Άγκυρα τις παραμονές της επιχείρησης όταν εκκλήθηκα για να ενημερωθώ, και αμέσως μετά από θέση δυνατού να τους καλέσουμε σε συμφωνία με τους δικούς μας όρους. Να τους παραχωρήσουμε ότι θέλουμε εμείς, όχι ότι θέλουν εκείνοι. Δυστυχώς όμως η Άγκυρα δεν θέλησε να με ακούσει επειδή ίσως δεν ήθελε να παραβεί τις κοινές συμφωνίες που είχε με την Αθήνα, το Λονδίνο και την Ουάσιγκτον για το σημείο κατάληψης υπό των στρατευμάτων της. Συμφωνίες για τις οποίες όμως πασχίζουμε να βρούμε κάποια δίκαιη λύση για ολόκληρες δεκαετίες”. Είναι δε βέβαιο ότι η Τουρκία του Ερντογάν, είναι απόλυτος γνώστης της απόγνωσης την οποία αισθάνεται και βιώνει τόσο η διοίκηση Αναστασιάδη όσο και η Αθήνα, και ακριβώς στοχεύει πάνω σε αυτήν προκειμένου να επιτύχει τα μέγιστα. “Οι δυνάμεις ασφάλειας” (κατοχής), μου είχε πει ο Ντεκτάς, “δε πρόκειται να αποσυρθούν ποτέ από το νησί. Είτε το θέλουν οι Έλληνες είτε όχι. Το καλύτερο λοιπόν που έχουν να κάνουν είναι να το αντιληφθούν αυτό, να το αποδεχθούν και να προχωρήσουμε σε λύση το δυνατόν ταχύτερα, διαφορετικά σύντομα η Τουρκική Κύπρος θα αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της Τουρκικής δημοκρατίας όπου ανήκει και ανήκε επί αιώνες”. Είναι ίσως ένα από τα ποιο μεγάλα δράματα που βιώνει ο Ελληνισμός, καθώς παρακολουθεί ανήμπορος, λόγω των δικών του τρομαχτικών προβλημάτων της καθημερινότητας, να χάνεται άλλη μια μάχη, ένας αγώνας από τα μέτωπα της εθνικής αξιοπρέπειας, ενώ η Τουρκία συνεχίζει στην εφαρμογή μιας πολιτικής άρνησης και μικροπολιτικού φασισμού, έναντι των απελπισμένων και ταλαιπωρημένων κατοίκων του νησιού.
Επίλογος και οι Χάρτες
Στις έγχρωμες, μεσαίες σελίδες, της επιθεώρησης μπορεί να βρει ο αναγνώστης τους νέους χάρτες της Τουρκίας. Αποτελούν μέρος της προσπάθειας της παραπλάνησης της κοινής γνώμης της διεθνούς κοινότητας, ότι τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και τα κατεχόμενα της Κύπρου αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της δικής της επικράτειας. Είναι η ενδυνάμωση του μύθου που δημιούργησε με την προπαγανδιστική καμπάνια δεκαετιών των διπλωματών της, κάτω από το ασυγκίνητο βλέμμα και την μη αντίδραση εκείνων των Αθηνών, οι οποίοι σε τελευταία ανάλυση, φαίνεται ότι διορίζονται στον Καναδά μόνο για την υποστήριξη των συμφερόντων και των εκδηλώσεων του μητροπολίτη, από τον οποίο βέβαια σε αντάλλαγμα δέχονται πιστοποιητικά ικανότητας, με τα οποία και κρίνονται για μελλοντικές προαγωγές. Αυτή δυστυχώς είναι η σημερινή πραγματικότητα. Οι γενικοί πρόξενοι της Αθήνας, την μοναδική υπηρεσία που φαίνεται να προσφέρουν είναι να παρακάθονται και συμμετάσχουν, κυρίως, στα μητροπολιτικά συμβούλια, οι δε πρέσβεις να σπεύδουν στο Τορόντο να τιμήσουν με την παρουσία τους, τον κάθε απόφοιτο της ιερατικής σχολής του μητροπολίτη Σωτηρίου, ενώ κάτω από τη μύτη τους δοκιμάζονται και κακοποιούνται ανήλεα, τα εθνικά συμφέροντα του Έλληνα πολίτη, ο οποίος με προσωπικές του θυσίες και ενώ ο ίδιος ξαναζεί συνθήκες και μέρες κατοχικές, οι ίδιοι συνεχίζουν να απολαμβάνουν των προνομίων που τους είχαν παραχωρηθεί από το παπαδοκρατούμενο Βυζάντιο και τους ανίκανους πολιτικούς του, με το καλοπληρωμένο, εκτός έδρας, τουρισμό τους, στις μητροπόλεις και τα μοναστήρια. Δυστυχώς με αυτή τους την νοοτροπία, έτσι κατάντησαν την κατακαημένη Ελλάδα.
“Patrides” Review, January 2017 (Toronto)
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα