Προδημοσίευση από το μυθιστόρημα "Σάντρα" του Απόστολου Βεργή
Ο Αλέξης σκεφτόταν το πώς ρέει η ζωή και κρυφοχαμογελούσε, κοιτάζοντας τις σταγόνες της βροχής που φτιάχναν σχήματα που ήταν ακαθόριστα, έχοντας πέσει και κυλώντας πάνω στης καφετέριας τα τζάμια:
《Πέρασε ο καιρός. Θαύματα από μόνα τους πια δεν υπάρχουν. Καλούμαι να γίνω ο θαυματοποιός εγώ, να γίνω της ζωής ερευνητής, να γίνω ο επιλογέας. Πρέπει να μάθω να διαλέγω, το γούστο μου να κάνω πιο καλό, αν χρειαστεί, να μάθω και να δραπετεύω. Πρέπει να μάθω ν' αποφεύγω τους ανθρώπους οι οποίοι έχουνε μυαλό διεστραμμένο, και να παραχωρώ το Είναι μου μόνο εκεί που πρέπει.
》Εμπρός μου έχω ένα ολόλευκο πεδίο που επάνω του καλούμαι να χαράξω την καινούρια μου πορεία. Το ξέρω, δεν είμαι αναμάρτητος κι έτσι δεν πρόκειται εγώ να ρίξω πρώτος λίθο. Κάποτε είχα γνωρίσει ένα άνδρα, κάποτε είχα γνωρίσει ένα άνθρωπο. Οι άλλοι έλεγαν πως ήτανε κακός - μα ήταν ο καλύτερος, ήταν κάτι διαφορετικό από αυτό που βλέπαν οι απ' έξω. Ήτανε ότι έκρυβε επιμελώς, ότι προστάτευε απ' την κοινή τη θέα. Ήτανε ο καλύτερος γιατί είχε μπορέσει να ξεφύγει απ' το παρελθόν, απ' το παρόν, από του χρόνου το τεράστιο ποτάμι που στη ροή του ο καθείς αν αφεθεί, γίνεται μια ολότητα με σύμβολο ένα μηδενικό που είναι μία βάρκα όμοια με εκείνη του βαρκάρη του Αχέροντα που οδηγούσε κάποτε ψυχές στον άλλο κόσμο.
》Πέρασε ο καιρός. Ο χρόνος καταγράφεται διαφορετικά, Η λησμονιά κατοχυρώνεται κι οι μέρες προχωράνε. Πέρασε ο καιρός. Η ωριμότητα χτύπησε το κουδούνι. Στις επεκτατικές κινήσεις από κάποιους, απαντώ αναχωρητικά και με σιωπή που καταγράφει έργο. Και να, που ο καιρός απέκτησε την απαιτούμενη την υγρασία· και να, κάπου αλλού μια μισοβυθισμένη βάρκα αναμένει τον τελειωμό ενός ακόμα άχρωμου και άσκοπου εικοσιτετραώρου . Άσκοπου; Η εμπειρία αναβαθμίζει αξίες που 'χουν ξεχαστεί, όταν αυτό χρειάζεται, όταν αυτό είναι επιτρεπτό, όταν η τύχη το ζητά μα και το επιτρέπει.
》Είμαι μύστης; Είμαι ξεχωριστός; Αυτό θε να το μάθω σαν βρεθώ στους ουρανούς, σαν γίνω και εγώ ένα μικρό κυνηγημένο χελιδόνι. Είμαι μικρός, είμ' ένα τίποτα όμως, γνωρίζω με ποιους τρόπους με χειρίζεται ο χρόνος. Ίσως γιαυτό είμαι σοφός, ίσως γιαυτό πια γίνομ' αόρατος όταν εγώ το θέλω.
》Και η ζωή είν' ενα σύνολο τραγωδιών και η ζωή περνά μέσα απ' ένα χάος. Είμαι: ένα ρήμα μη σιγουριάς, ένα ρήμα το οποίο διαρκώς αλλάζει. Αυτό αν έχω στο μυαλό μου διαρκώς, μπορώ να προσεγγίζω την σοφία. Έτσι αν ζω, αξίζει...》είπε από μέσα του, ενώ η βροχή δυνάμωνε, δημιουργώντας μπόλικα ρυάκια στην πλατεία.
Η βροχή μετατράπηκε ταχύτατα σε καταιγίδα. Απλά, τόσο απλά... Όπως απλά αλλάζουν στη ζωή τα πάντα, όπως τελειώνουνε οι ιστορίες και αρχίζουν οι ελπίδες. Η ταχύτητα με την οποία κατέβαιναν εκείνες οι σταγόνες του τράβηξε την προσοχή, τόσο όσο χρειάζονταν, ακριβώς όσο ήταν επιτρεπτό ώστε να μην επηρεάζεται από συμβάντα άλλα.
Η ταχύτητα: Μια ένδειξη απλή του ότι ο χρόνος τέμνεται αλλά και τρέχει. Η ταχύτητα: Μια δικαιολογία για το κάθε τι. Η ταχύτητα: Μία ποινή για όσους βιάζονται και ένα ρίσκο για αυτούς που θέλουνε να είναι πρωτοπόροι.
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα