Το σταυροκόπημα της προγιαγιάς μας - Του Χρήστου Γιανναρά
Ο πολίτης σήμερα αποδείχνεται «άπολις», που θα πει: αποκλεισμένος από τα της πόλεως και της πολιτικής, τα «κοινά». Δεν το αντιλαμβάνεται, επειδή του έχουν περάσει σαν αυτονόητο ότι μετοχή στα κοινά είναι η πληροφόρηση για τα κοινά, η ενημερότητα. Τον βομβαρδίζουν, ώρες ατέλειωτες κάθε μέρα, με «ειδήσεις» εξόφθαλμης αναξιοπιστίας και μικρονοϊκής προπαγάνδας. Χώρια τα «πάνελ» πολιτικής ανάλυσης, όπου, για να εκπροσωπούνται όλα τα κόμματα της συμπαιγνίας, βιάζεται η νοημοσύνη, η σοβαρότητα, συχνά και η αισθητική του τηλεθεατή.
«Εξαρτημένο» άτομο από την πρέζα της «πληροφόρησης» ο άπολις πολίτης. Ευτελισμένος και ισοπεδωμένος από την ευτέλεια τόσο της κυβερνητικής όσο και της αντιπολιτευτικής προπαγάνδας, εθισμένος στη χυδαιότητα της κομματικής μικρόνοιας και της συνεχώς επιθετικής κομπορρημοσύνης. Διολισθαίνει, χωρίς να το καταλαβαίνει, στην ψευδαίσθηση πως, αφού τον «πληροφορούν» για όλα, τον καθιστούν και μέτοχο (αυτόν τον αμέτοχο) σε όλα, ενεργό συντελεστή στα συμβαίνοντα. Οι επαγγελματίες πολιτικοί αποδείχνονται στις σημερινές «δημοκρατίες» περισσότερο επιτήδειοι στην εμπορική διάθεση παραισθησιογόνων από τους εμπόρους κοκαΐνης.
Η χειραγώγηση στην εξάρτηση μεθοδεύεται, ώστε να εξασφαλίζεται έμμεσα, από πλάγιους δρόμους: Πόσοι πολίτες έχουν ποτέ διερωτηθεί γιατί αυτό το τόσο πληθωρικό κρατικό ενδιαφέρον για το ποδόσφαιρο; Πόσοι σύγκριναν ποτέ τα σχολικά κτίρια που διαθέτει η χώρα με τα εντυπωσιακά ποδοσφαιρικά γήπεδα σε πόλεις και κωμοπόλεις; Γιατί, σε όλα τα κανάλια και με κάθε κυβέρνηση, το δελτίο πολιτικών ειδήσεων συνοδεύεται αυτονόητα από δελτίο αθλητικών ειδήσεων (κυρίως ποδοσφαιρικών) με κόστος καθόλου ευκαταφρόνητο;
Ξέρουν πολύ καλά οι επαγγελματίες εξουσιαστές ότι ο εθισμός της μάζας στην υποκατάσταση του πραγματικού από το φαντασιώδες, της πολιτικής μετοχής από την πολιτική «πληροφόρηση», αρχίζει «ανεπαισθήτως» με τον «φιλαθλητισμό». Ανέκαθεν ο θεατής από τις κερκίδες διολίσθαινε ευκολότατα στην ψευδαισθητική ταύτισή του με τον μονομάχο στην αρένα – ωρυόταν, παρότρυνε, απέτρεπε, υπόδειχνε, χειρονομούσε ξέφρενος. Σήμερα, υπάρχουν άνθρωποι (οι πιο αντιπροσωπευτικοί είναι ταξιτζήδες) που ολόκληρη τη μέρα (ή τη νύχτα) ζουν με το ραδιόφωνο αδιάκοπα ανοιχτό σε ποδοσφαιρικές αναμετρήσεις με υστερικούς σχολιαστές, και αξιολογήσεις ή αγοραπωλησίες παικτών – τυπικό σύνδρομο ο συνδυασμός της ψευδαίσθησης του αγωνίσματος με τη μέθη του τζόγου.
Με την απίστευτη πληθώρα των γηπέδων και τον καταιγισμό «αθλητικών» ειδήσεων ο άπολις-πολίτης-θεατής ντρεσάρεται για να διαμορφώσει ψυχισμό οπαδού. Γίνεται θεατής της ζωής του, των σχέσεων που συγκροτούν το γίγνεσθαι της ύπαρξής του. Δεν διεκδικεί τη μετοχή στη συλλογικότητα, τη χαρά της ευθύνης και δημιουργικής παρέμβασης στα κοινά, παραιτείται εν αγνοία του από το «φύσει κοινωνικόν» του ανθρώπου, εθίζεται στη νοο-τροπία του ανδράποδου. Είναι έτοιμος να αγοράσει σκυλάκι, να ταΐζει τα γατιά της γειτονιάς – να εκλαμβάνει ως σχέση κοινωνίας της ζωής τα αντανακλαστικά του Παβλώφ.
Η ποδοσφαιρολαγνεία και η κατ’ ευφημισμόν «ζωοφιλία» υποστηρίζονται μεθοδικά από το σύστημα εξουσίας. Ολες οι κυβερνήσεις υπηρετούν πειθήνια την οργανωμένη σε συλλόγους ψυχοπαθολογία της ζωοφιλίας – είμαστε η μόνη χώρα της Ευρώπης που ζει με τις εφιαλτικές αγέλες των «αδέσποτων» σκυλιών μέσα στις πόλεις. Δεν είμαστε όμως οι μόνοι που συντηρούμε, με τεράστιο οικονομικό κόστος, και τους χώρους (γήπεδα) όπου συντελείται ο μεταβολισμός του κοινωνού πολίτη σε ακοινώνητον οπαδό. Καθόλου τυχαία, οι οπαδοί στις κερκίδες των γηπέδων εκτονώνονται απροσχημάτιστα και χωρίς χαλινό, όπως στο ψυχαναλυτικό ντιβάνι: Συντονίζουν ρυθμικά κραυγές και αλαλαγμούς σε μια ξέφρενη υστερία επιθετικής βωμολοχίας, κυρίως σε προτροπές σεξουαλικής επιθετικότητας. Ευπρεπείς αστοί ή γόνοι αστών, που όταν τους βλέπεις, μετά τον «αγώνα», να αποχωρούν σιωπηλοί, νηφάλιοι, μοναχικοί, απορείς και εξίστασαι πως οι ίδιοι, πριν λίγα μόλις λεπτά, μαίνονταν.
Πού πηγαίνει τελικά η ελλαδική κοινωνία, με ποιους τρόπους, ποια μέσα μπορεί να αναχαιτιστεί η εφιαλτική κατρακύλα της παρακμής; Η ιστορική πείρα και η ανθρωπολογική σπουδή βεβαιώνουν ότι μια τέτοια αποσαθρωτική δυναμική αυταπαξίωσης και αυτοκαταστροφής δεν αναχαιτίζεται, το κοινωνικό σώμα δεν γεννάει αντιστάσεις – έχει καταστραφεί η γλώσσα, έχει εξουδετερωθεί η παιδεία υποταγμένη στη χρησιμότητα, έχει διαλυθεί η κοινότητα, ακόμα και μέσα στην Εκκλησία η ανθρώπινη ποιότητα είναι εν διωγμώ. Η ορθολογική πρόβλεψη είναι: ή ιστορικός αφανισμός σε μερικές δεκαετίες ή υποδούλωση χωρίς εξωραϊσμούς «επιτροπείας» ή κατάλυση του Συντάγματος από διαδοχικά πειράματα αυταρχισμού που επωάζονται συνήθως στην παρακμή.
Γιατί μια επιφυλλίδα να εκτίθεται τόσο παρακινδυνευμένα στην οργή που γεννάει ένας συναγερμός κινδύνου; Επειδή το θετικό του συναγερμού είναι ότι μας υποχρεώνει να κατασφαλίσουμε τα ουσιώδη. Οσο δεν ηχεί συναγερμός, έστω κι αν το τσουνάμι επέρχεται αδυσώπητο, μπορούμε να ξεχνιόμαστε εκλέγοντας τη Φώφη, για την αρχηγία του πολιτικού τίποτα ή συζητώντας τα κίνητρα του Κυριάκου, που έσπευσε να μας καθησυχάσει για τον αποκλεισμό των συγγενών του από την κυβέρνηση των ονείρων του, χωρίς να εξηγήσει γιατί η οικογένειά του είναι βαρίδι στην καριέρα του.
Στο μπογαλάκι για τη φυγή με το τελειωτικό τσουνάμι, θα περισώσουμε αυτά που αποκλείεται να βρούμε οπουδήποτε αλλού στη γη μάς ξεράσει το κύμα. Και τα μοναδικά και πολυτίμητα είναι η γλώσσα μας πίσω ώς τον Ομηρο, είναι το σχολειό ως αυταξία, όχι για την παραγωγή, είναι το σταυροκόπημα της ελπίδας: το «έχει ο Θεός» της προγιαγιάς μας.
Έντυπη
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα