Αναμνήσεις από το τρίτο δημοτικό σχολείο Βόλου - Του Γιάννη Γκλάβατου
Το χειροκίνητο κουδούνι χτύπησε… Χτύπησε με αυτόν τον ιδιόρρυθμο ήχο, που ακόμη τον θυμάμαι, αν και πέρασαν τόσα χρόνια από τότε.
Ήταν η πρώτη ημέρα στο δημοτικό σχολείο!
Κάποιοι είχαν πάει σε νηπιαγωγείο την προηγούμενη χρονιά, κάποιοι όχι.
Νέα πράγματα, νέα πρόσωπα, άγνωστο περιβάλλον, η πρώτη «κοινωνικοποίηση» σε μια τρυφερή ηλικία. Λίγη ανασφάλεια με μικρές ποσότητες φόβου, αλλά και μεγάλη περιέργεια. Τα μάτια ορθάνοικτα έβλεπαν, παρατηρούσαν. Δεν προλάβαιναν να επεξεργαστούν τις άπειρες σχεδόν, νέες εικόνες. Ισόγειο το κτήριο στέγαζε δύο σχολεία τότε. Το «3ον Δημοτικόν σχολείον Βόλου» και το «6ον Δημοτικόν σχολείον Βόλου». Τα δύο σχολεία είχαν ξεχωριστά γραφεία. Μην φανταστείτε τα σημερινά άνετα γραφεία δασκάλων. Δύο μικροί χώροι ήταν.
Η οδός Όγλ, στο κέντρο της πόλης, χωματόδρομος!
Τα μαθήματα κάθε ημέρα και το Σάββατο φυσικά! Επειδή όμως, όπως προαναφέρθηκε, συστεγάζονταν δύο σχολεία οι αίθουσες ήταν κοινές. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα τρείς ημέρες τα μαθήματα να γίνονται πρωί και τις υπόλοιπες απόγευμα. Άλλα χρόνια τότε. Αλαργινά.
Και είχαμε και αυτό το «Τετάρτη απόγευμα, Πέμπτη πρωί»!
Το κυλικείο στην νοτιοδυτική άκρη. Το είχε η Αστέρω. Απλή γυναίκα και καλός άνθρωπος ήταν και η καθαρίστρια του σχολείου. Είδη στο κυλικείο: Ζαχαρωτά, καραμέλες, μικρά παστέλια. γλειφιτζούρια κουλούρια και το κυριότερο για τα αγόρια «μπίλιες» και «χαρτάκια»! Αν τα έβρισκες όλα και τα κολλούσες στο «άλμπουμ» της συλλογής περίμενες… Περίμενες και συνέχεια αγόραζες, μήπως και βρεις το «χαρτάκι» με την σφραγίδα, ώστε να πάρεις το δώρο που αναφερόταν στο «άλμπουμ». «Ματζίρης» αν θυμάμαι καλά, λεγόταν ο έμπορος που διέθετε τα δώρα. Ο,50 της δραχμής κόστιζε το κάθε «χαρτάκι». Οι γονείς μου, μου χορηγούσαν 2 δραχμές για να πάρω κολατσιό. Ποτέ δεν πήρα. Διέθετα το ποσό στα «χαρτάκια» και στις μπίλιες – γυαλίτσες. Πανέμορφες, χρωματιστές. Μονές, διπλές, τετραπλές, πενταπλές, σε διάφορα μεγέθη. Με αυτές παίζαμε «μπας» ή «τρίγωνο». Αν «μάτιαζες» καλά και είχες τύχη κέρδιζες «μπίλιες» από τους συμπαίχτες σου. Με τα «χαρτάκια», παίζαμε «τοιχάκι». Και εδώ ίσχυαν τα ίδια.
Τα κορίτσια είχαν τα δικά τους παιγνίδια: Σχοινάκι, λαστιχάκι, και κάποια άλλα που εμείς τα αγόρια ποτέ δεν καταλάβαμε. Κάποια κορίτσια την πρώτη ημέρα(και κάποια μετά), έρχονταν με την κούκλα τους στο χέρι. Αρκετά, αισθανόμενα μακριά από την οικεία και συνηθισμένη θαλπωρή του σπιτιού, έκλαιγαν την πρώτη ημέρα…
Έξω από την νότια πύλη του σχολείου ο «τυροπιτάς» με το τρίτροχο ποδήλατο με την γυάλινη τετράγωνη προθήκη και στέγαστρο(Πως ποδηλατούσε με τόσο βάρος, ποτέ δεν κατάλαβα!). Κάτω από την λαμαρίνα της προθήκης υπήρχαν κάρβουνα, ώστε να διατηρούνται οι τυρόπιτες ζεστές. Ο «τυροπιτάς» ήταν ηλικιωμένος με άσπρο χιτώνιο και κατάλευκο πηλίκιο. Επειδή η τυρόπιτα ήταν ακριβό για την εποχή είδος, με ένα μικρό σουγιαδάκι , αν υπήρχε ανάγκη, τεμάχιζε διαγώνια την τυρόπιτα και πουλούσε μισή τυρόπιτα σε μισή τιμή. Κάπου – κάπου υπήρχε και έτερη παρουσία: Δεύτερος ηλικιωμένος πωλητής που πωλούσε «μαλλί της γριάς». Αυτό όμως ήταν πιο εξελιγμένος τεχνικά: διέθετε τρίτροχο δίχρονο μηχανάκι 50 κυβικών εκατοστών!
Ακόμη «βλέπω» μπροστά μου την ημέρα εκείνη που από πλανόδιο πωλητή, αγοράσαμε οι περισσότεροι και περισσότερες μεταξοσκώληκες και φύλλα μουριάς για το φαγητό τους , έναντι ευτελούς ποσού. Προσωπικά μην γνωρίζοντας άφησα τον μεταξοσκώληκα όπως τον αγόρασα, δηλαδή σε ένα άδειο πακέτο( κασετίνα) τσιγάρων «Καρέλια».
Ο μεταξοσκώληκας δεν είχε χώρο και δεν έφτιαχνε αυγό. Με την παραίνεση των γονέων μου, τον τοποθέτησα σε ένα μεγαλύτερο και ευρύχωρο χάρτινο κουτί! Και τότε συντελέστηκε το θαύμα: Ο μεταξοσκώληκας δημιούργησε ένα όμορφο κίτρινο αυγό από μετάξι. Η κάμπια μπήκε μέσα και κατά την έξοδό της είχε μεταμορφωθεί σε πεταλούδα! Η μαγεία σε όλο της το μεγαλείο! Έβλεπα και δεν πίστευα…
Περιττό ίσως να πω, ότι στο σχολείο ήρθε και ο πρώτος πλατωνικός έρωτας. Ήταν η Κλαίρη! Ένα πανέμορφο κορίτσι με σγουρά μαλλιά σε δύο κοτσιδάκια φτιαγμένα. Φορούσε γυαλιά, που την έκαναν ακόμη πιο ωραία. Μια νεράιδα με μπλε ποδίτσα στο απέναντι θρανίο!
Στο δημοτικό άρχισα να γράφω ποιήματα με ομοιοκαταληξία. Ο δάσκαλος με παρότρυνε. Άλλωστε είχα και την βοήθεια της φιλολόγου θείας μου Ευανθίας Πέτρου. Μεγάλη η βοήθειά της, αλλά και εξαιρετικός ο τρόπος που μου μάθαινε τα της ποίησης. Ένας απαστράπτον κόσμος ανοίχτηκε μπροστά μου.
Μετά πήρα θάρρος και για άλλο εγχείρημα: Την έκδοση εφημερίδας! Το όνομα αυτής «Πληροφοριοδότης». Έγραφα λίγα δικά μου κείμενα χειρόγραφα και διάλεγα αποσπάσματα από λογοτεχνικά κείμενα. Τα έδωνα στην μητέρα μου, που εργαζόταν στην Νομαρχία Μαγνησίας, τα δακτυλογραφούσε και έκανε αντίτυπα στον πολύγραφο. Είχα παρακαλέσει την μητέρα μου να την φτιάχνει σε στήλες όπως έβλεπα στις εφημερίδες και να παραπέμπει στην πίσω σελίδα(δισέλιδος ήταν ο «Πληροφοριοδότης»). Η «εφημερίδα» εκδιδόταν για ένα σχολικό έτος κάθε Δευτέρα. Μετά όμως ο δάσκαλος μάλλον κάτι φοβήθηκε(δύσκολες εποχές τότε) και την απαγόρευσε. Η «εφημερίδα» στην τελευταία της έκδοση, με μεγάλη λύπη, ανακοίνωσε την αναστολή της έκδοσής της, με την υπόσχεση ότι σύντομα θα επανεκδοθεί χρωματιστή. Κάτι που δεν έγινε ποτέ.
Πολλές οι αναμνήσεις. Πάρα πολλές… Τα μικρά λαστιχένια μπαλάκια που αγοράζαμε από το περίπτερο για να παίξουμε μπάλα, τα «τυχερά», πάλι από το περίπτερο, που τα σπάζαμε για να βρούμε το δώρο, τα παράγγελμα «όλοι κάτω από το υπόστεγο», οι σχολικές εκδρομές στον Άναυρο και στα Πλατανίδια με μισθωμένο λεωφορείο του αστικού ΚΤΕΛ, οι γυμναστικές επιδείξεις, οι εθνικές γιορτές και τα «σκετς» που παρουσιάζαμε, ο φόβος του ελέγχου και του ενδεικτικού, οι ερωτήσεις του Σεπτεμβρίου για το πόσα παγωτά φάγαμε και πόσα μπάνια κάναμε, το άγχος όταν αρχίσαμε να διδασκόμαστε την λεγομένη πρακτική αριθμητική, τα τετράδια αντιγραφής και ορθογραφίας, την φυσική ιστορία με τετράδιο μισό «ριγωμένο» μισό κενό, τις όμορφες κασετίνες, την μυρουδιά της γομολάστιχας, τις αυτοκόλλητες ετικέτες, τις ωραίες «ζωγραφιές» στα αναγνωστικά και τόσα άλλα…
Δύο γεγονότα ακόμη που έμεινε στην μνήμη μου, είναι τα εξής: Πρώτον το πραξικόπημα του Ιωαννίδη: Το σχολείο σταμάτησε αρκετά πριν την ώρα λήξης του και οι δάσκαλοι και οι δασκάλες, με φόβο όπως κατάλαβα, μας «διέταξαν» σε αυστηρό τόνο να πάμε κατευθείαν στα σπίτια μας και να μην σταματήσουμε πουθενά στον δρόμο. Ειδοποίησαν όσους γονείς μπόρεσαν προς παραλαβή των παιδιών τους.
Και δεύτερον, τα γεγονότα στην Κύπρο και την γενική επιστράτευση. Δεν μπορούσα, με την παιδική μου ψυχή, να καταλάβω την αγωνία που έβλεπα στα πρόσωπα των μεγάλων. Θυμάμαι ότι έδιναν θάρρος ο ένας στον άλλον και ότι αγόραζαν και αποθήκευαν τρόφιμα συνέχεια…
Και κάτι άλλο που μου έμεινε: Οι δάσκαλοι και οι δασκάλες(οι «κύριοι» και οι «κυρίες», κατά την δική μας, τότε προσφώνηση), παρότι δεν ήταν του Πανεπιστημίου(οι σχολές τους τότε ήταν οι παιδαγωγικές ακαδημίες με διάρκεια φοίτησης δύο έτη), μοχθούσαν για μας!
Το είχαν βάλει σκοπό «να μας μάθουν γράμματα». Και μας έμαθαν!
Τους θυμόμαστε(όπως στην πρόσφατη τρίτη συνάντηση αποφοίτων του τρίτου δημοτικού σχολείου Βόλου αναφέρθηκε από όλους) με αγάπη και σεβασμό!
Να είναι πάντοτε καλά, όπου και αν βρίσκονται…
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα