"Ο Βόλος και η εξέλιξις αυτού" - Του Γιάννη Γκλάβατου
Το παρακάτω κείμενο βασίστηκε σε δημοσίευση (Κυριακή 19 Ιουλίου 1925) της τότε καθημερινής εφημερίδας του παππού μου, Ιωάννη Γκλάβατου, «ΣΗΜΑΙΑ». Ο τίτλος του άρθρου ήταν ο ίδιος και για αυτό τον λόγο τον τοποθέτησα σε εισαγωγικά. Στην εφημερίδα εργάστηκε ο γνωστός και άξιος εκ της Ν. Ιωνίας Βόλου, αείμνηστος λογοτέχνης Παναγιώτης Κατσιρέλος. Εκεί γνώρισε ως εργαζόμενο και τον μεγάλο έτερο μάστορα του λόγου Μενέλαο Λουντέμη. Μετά την γνωριμία του με την πόλη του Βόλου, ο Λουντέμης έγραψε: «Όποιος δεν είδε το Βόλο να πάει να τον δει, κι αν τον είδε να πάει να τον ξαναδεί. Γιατί η πολιτεία τούτη είναι μια απ’ τις μεγάλες απλοχεριές της ζωής, που αν έρθεις στον κόσμο και ξεχάσεις να τις χαρείς, είναι σαν να ξέχασες γιατί ήρθες».
_____________________________________________________________________
*Η γλώσσα και η ορθογραφία του αρχικού κειμένου, όπου γίνεται παραπομπή, παρέμεινε στην αρχική της μορφή, αυτήν της δημοσίευσης.
_____________________________________________________________________
Ο συντάκτης του άρθρου στις πρώτες γραμμές μας παρέχει την πληροφορία περί του έτους που θεμελιώθηκε η πόλη. Το 1845 ήταν λοιπόν η ιστορική χρονιά.
Στην συνέχεια κατατάσσει την ιστορία της πανέμορφης πόλεως σε τρείς διαφορετικές χρονικές περιόδους. Η πρώτη όπως μας αναφέρει, από την έναρξη της κτίσεως το έτος 1845, μέχρι την στιγμή της απελευθέρωσης από τον τουρκικό ζυγό: «μέχρι της δευτέρας Νοεμβρίου 1881, δηλαδή της ημέρας καθ’ ήν ελευθερωθείσα ηνώθη μετά της μητρός Ελλάδος. Η δεύτερη χρονική περίοδος, πάντα κατά τον συντάκτη της τότε καθημερινής εφημερίδας «Σημαία», αρχίζει από την απελευθέρωση έως και το 1910. Τέλος η τρίτη περίοδος από το «1910 μέχρι σήμερον» (σ.σ. 1925).
Στην συνέχεια και περιγράφοντας τα της πρώτης περιόδου μας πληροφορεί: «Κατά την πρώτη περίοδο γεννήσεως αυτού παρά τας κολοσσιαίας προσπαθείας των αειμνήστων ημών πατέρων και το ηρωικόν αυτών θάρρος εναντίων των φοβερών πιέσεων και των ανυπέρβλητων κωλυμμάτων της Τουρκικής τυραννίας δεν ηδυνήθη να προαχθεί αναλόγως του ευγενούς και πατριωτικού πόθου των πρώτων αυτής οικιστών, δια τούτο και το εμπόριο και η βιομηχανία και η συγκοινωνία, όπως και όλης της Θεσσαλίας ευρίσκετο σε νηπιώδη κατάσταση και ο πληθυσμός αυτής κατά την απογραφήν την γενομένην κατά το 1881, άμα τη απελευθερώσει έφθανε τας τέσσαρας πεντακοσίας χιλιάδας κατοίκους».
Συνεχίζοντας ο συντάκτης χαρακτηρίζει «εκπληκτική» την δεύτερη περίοδο(1881 – 1910), σε όλους τους τομείς προόδου και πολιτισμού. Σημειώνει πως οι του Βόλου κάτοικοι με χαρακτήρα δραστήριο και φύση ενεργητική όσο και έντιμη απέδειξαν στον κόσμο τι μπορεί να καταφέρει, να πραγματοποιήσει ένας λαός, κάτω από την ευεργετική σκεπή της ελευθερίας. Τονίζει πως η ανάπτυξη στο εμπόριο και στην βιομηχανία ήταν εξόχως ταχύτατη, όσο σε καμία άλλη πόλη της Ελλάδας, δεδομένου δε και του γεγονότος των δυσχερέστατων συνθηκών, επί των τόσων χρόνων, Τουρκικής κατοχής.
Υπογραμμίζεται το γεγονός κατά το οποίο με μεγάλη προσοχή οι κάτοικοι ευτύχησαν να εκλέξουν Δημοτικούς άρχοντες σε σειρά ετών, «μεστών αρετών και ικανότητος» οι οποίοι παρά τα ισχνά τότε οικονομικά και έσοδα του Δήμου( δεν ήταν πάνω από 300.000 δραχμές, στατιστικά, ετησίως), κατόρθωσαν να υποβοηθήσουν κατά τα μέτρα τους, την ονομαζόμενη κοινωνική πρόοδο με όλα τα απαραίτητα δημοτικά και λιμενικά έργα. Ένα παράπονο διατυπώνει ο αρθογράφος στην τελευταία πρόταση της παραγράφου αυτής. Συγκεκριμένα αναφέρεται στα έργα της δημοτικής αρχής. Συγκρίνει το τότε με το τώρα(σ.σ. 1925) για να σχολιάσει: «(…) τα οποία (σ.σ. τα έργα) και σήμερον ακόμη έχομεν και εις τα οποία ουδέν το σοβαρόν προσετέθη από το 1910». Βλέπετε, δυστυχώς, στην πατρίδα μας κάποια άσχημα πράγματα συνέβαιναν και συμβαίνουν από πολύ παλιά…
Υπερθεματίζοντας αρχίζει την επόμενη παράγραφο με την φράση: «Η δευτέρα αύτη περίοδος της ιστορίας του Βόλου υπήρξε μέχρι της στιγμής ταύτης(σ.σ. 1925) η αρίστη».
Αναφερόμενος στην τρίτη περίοδο (1910 – έως το τότε παρόν του έτους 1925) μας ενημερώνει πως ενώ πρόοδος σε όλες τις εκφάνσεις της( κοινωνία, εμπόριο, βιομηχανία κτλ) είναι «εκπληκτική, η πόλη καθυστέρησε ή μάλλον οπισθοδρόμησε από απόψεως δημοτικής αρχής», για να συνεχίσει γράφοντας: «Ανάξιοι δημοτικοί άρχοντες των οποίων ο βίος παρετάθη και παρατείνεται δια τυραννικών ενέσεων καίτοι δαπανήσαντες κατά το διάστημα των 15 ετών υπέρ τα πεντήκοντα εκατομμύρια, δεν κατόρθωσαν να κάμωση τι άξιον μνείας. Τι απέγιναν τα πεντήκοντα ταύτα εκατομμύρια τα εκπροσωπούντα βαρυτάτην φορολογίαν των κατοίκων του Βόλου; Εξετμίσθησαν αποσβέσθησαν κατεσπαταλήθησαν χωρίς ουδείς να γνωρίζει πού και πώς και διατί; Και μόνον όταν πάλιν λειτουργήση αυστηρός και ακοίμητος ο λαϊκός έλεγχος και κληθή προς εφαρμογήν ο νόμος, ο αδυσώπητος, τότε μόνον θα καθαρισθή η κόπρος αυτή του Αυγείου, ήτις καλείται δημοτικός προϋπολογισμός».
Εν κατακλείδι ο τότε γράφων αναφέρεται συμπερασματικά - περιληπτικά στις τρείς ιστορικές περιόδους της πόλεως του Βόλου.
Μνημονεύει τις πηγές «ακμής και πολιτισμού», δηλαδή «το εύφορον και προοδευτικόν Πήλιον», την «ολοέν προαγομένη εριβόλακα Θεσσαλίαν» και τα «εν τη ξένη ευδοκιμούντα πολυάριθμα τέκνα τα επανακάμπτοντα μετά την επιτυχήν σταδιοδρομία των»…
Τονίζει πως η πόλη του Βόλου τόσο με την γεωγραφικά προνομιακή της θέση, αλλά και γιατί κατοικείται από χρηστούς και δραστήριους πολίτες έχει την δυνατότητα, ασφαλώς να ατενίζει προς ένα θαυμάσιο μέλλον. Υπό την προϋπόθεση βεβαίως οι δημοτικοί άρχοντες να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων και να υποστηρίξουν τους πολίτες. Προς τούτο εφιστά την προσοχή στους δημότες ώστε να μετάσχουν, στην διοίκηση του Δήμου, «οι κράτιστοι(σ.σ. οι καλύτεροι, οι πλέον εξαίρετοι) πάντων».
Θα τελειώσουμε με γραπτό απόσπασμα από τον διεθνώς αναγνωρισμένο ιστορικό Νίκου Σβαρώνο* με τίτλο: «Επισκόπηση της νεοελληνικής ιστορίας»: «(…) Τα επίπονα ερωτήματα που διατρέχουν το βιβλίο απ’ άκρη σ’ άκρη είναι τούτα: Γιατί ο σημερινός ελληνισμός έχει ακόμα αιτήματα, τα οποία θα έπρεπε να έχουν λυθεί στο οικονομικό και κοινωνικό στάδιο που βρίσκεται: προβλήματα εθνικά, πολιτικά και πολιτισμικά, προβλήματα ελευθερίας και ανεξαρτησίας. Ποιοί είναι οι ανώμαλοι λόγοι πορείας του έθνους: ξεκινήματα γεμάτα υποσχέσεις που δεν ολοκληρώνονται και πισωστρατήματα απότομα που καταλήγουν σε αλλεπάλληλα κοινωνικά αδιέξοδα(…)».
* Νίκου Σβαρώνου, ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, Historie de la Greece Moderne., Paris 1972. Απόσπασμα από την εισαγωγή, σελίδα δεκάτη.
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα