Δεν υπάρχει πια δικαιολογία - Του Μάνου Βουλαρίνου
Τώρα πια αποδείχτηκε ότι οι λίγοι μπορούν να περιοριστούν και ότι οι πολλοί μπορούν να προστατευθούν
Ο Μάνος Βουλαρίνος σχολιάζει τις εικόνες συνωστισμού στις πλατείες της Αθήνας εν μέσω της πανδημίας κορωνοϊού και τα μέτρα προστασίας από την αστυνομία
Τα ασυνείδητα ασπόνδυλα, αυτά που πάνω σε μια ζυγαριά βάζουν από τη μια τον θάνατο, την αρρώστια, τον πόνο και την οικονομική καταστροφή, κι από την άλλη τη διάθεσή τους να παρτάρουν και αποφασίζουν ότι η διάθεσή τους να παρτάρουν ζυγίζει περισσότερο, δεν είναι πολλά. Αν κρίνουμε από το πόσοι μαζεύονται στις πλατείες για να στριμωχτούν, να πιούν, να ουρήσουν ομαδικώς και να μετατρέψουν τις πλατείες σε χωματερές επειδή πιστεύουν ότι ο φυσικός χώρος των σκουπιδιών είναι στα πόδια τους, είναι μερικές χιλιάδες. Όχι πολλοί για μια πόλη σχεδόν τεσσάρων εκατομμυρίων.
Το πρόβλημα που δημιουργούν όμως είναι δυσανάλογα μεγάλο. Όχι μόνο επειδή διαλύουν τις ζωές των κατοίκων στις περιοχές που έχουν αποφασίσει να λερώσουν με την αντικοινωνική παρουσία τους, αλλά κυρίως επειδή η αδυναμία τους να υπάρξουν αποκλειστικά ως κακομαθημένα 5χρονα σκορπά αρρώστια και θάνατο.
Για καιρό η (όχι και τόσο) οργανωμένη πολιτεία τούς χάζευε άπραγη και τους επέτρεπε να επιτελούν το αυτοϊκανοποιητικό καταστροφικό τους έργο. Αντιμετωπίζοντάς τους με τον φόβο του γονιού που, κακομαθαίνοντας για χρόνια τα παιδιά του, τα έχει αφήσει ανεξέλεγκτα και πια φοβάται να τους βάλει τα απαραίτητα όρια, άφηνε αυτές τις λίγες χιλιάδες ορκ όχι απλώς να παραβιάζουν νόμους αλλά να βάζουν σε κίνδυνο (και εντέλει να αφαιρούν) ζωές.
«Και τι να κάνει το κράτος;» αναρωτιόντουσαν οι απολογητές της ασυδοσίας και αράδιαζαν χίλιες δυο απίθανες δικαιολογίες για να μην κάνει το κράτος τη δουλειά για την οποία υπάρχει. Μερικοί μάλιστα έφτασαν σε σημείο να ισχυρίζονται ότι, ασχέτως αν μπορεί ή όχι, το κράτος δεν πρέπει να κάνει τίποτα, ελπίζοντας οι φουκαράδες στη συμπάθεια των ορκ και την αφασία των υπολοίπων (και δικαιολογημένα αν κανείς σκεφτεί ότι εδώ και δεκαετίες η δημοφιλία κερδίζεται από αδίστακτους πονηρούς που επιχειρηματολογούν εναντίον των ορίων και της επιβολής των κανόνων, δηλαδή υπέρ της καταστροφής).
Μόνο που την Παρασκευή το βράδυ η (καμιά φορά) οργανωμένη πολιτεία έδειξε ότι μπορεί να επιβάλλει τους κανόνες και να προστατεύσει την κοινωνία περιορίζοντας τους λίγους αλλά εξαιρετικά φασαριόζους αντικοινωνικούς. Η πλατεία Βαρνάβα την Παρασκευή και το Σάββατο παραδόθηκε και πάλι στους κατοίκους της και δεν έγινε ξανά ένα σκηνικό ανοησίας και αρρώστιας με πρωταγωνιστές συμπολίτες που χλευάζοντας νεκρούς αναρωτιούνται αν οι καραντινάκηδες πονάμε.
Η ιδέα ήταν εξαιρετικά απλή: ενώ πραγματικά είναι δύσκολο να διώξεις από μια πλατεία 500-1.000 μεθυσμένα ορκ, όλα γίνονται πιο εύκολα αν δεν τα αφήσεις να πάνε εκεί. Το μόνο που χρειάζεται είναι έλεγχοι στους δρόμους που οδηγούν στην πλατεία και η νέα, άοπλη ομάδα της ΕΛΑΣ (αυτή με τα γαλάζια μπλουζάκια) να την περιφρουρεί.
Κι έτσι το Παρασκευοσάββατο οι κάτοικοι της πλατείας Βαρνάβα έζησαν και κοιμήθηκαν σαν άνθρωποι μετά από καιρό. Γιατί γίνεται. Γιατί η (καμιά φορά) οργανωμένη πολιτεία μπορεί να προστατέψει τους πάρα πολλούς από τους λίγους. Αρκεί να το θέλει.
Δυστυχώς οι αντικοινωνικοί επέβαλαν την παρουσία, τα ούρα και τα σκουπίδια τους στην πλατεία του Αγίου του Γεωργίου στην Κυψέλη, στου Ψυρρή, στο Κολωνάκι και σε μερικές ακόμα πλατείες, αλλά υποθέτω πως αυτό που έγινε στην πλατεία Βαρνάβα ήταν ένα πείραμα το οποίο, αφού πέτυχε, θα γίνει μια συνήθης πρακτική για κάθε σημείο ομαδικής υπαίθριας διασποράς του κορωνοϊού και ούρησης.
Τώρα πια η (ενίοτε) οργανωμένη πολιτεία μάς έδειξε ότι γίνεται και οι απολογητές της αντικοινωνικής συμπεριφοράς δεν έχουν κανένα επιχείρημα. Τώρα πια αποδείχτηκε ότι οι λίγοι μπορούν να περιοριστούν και ότι οι πολλοί μπορούν να προστατευθούν. Τώρα πια δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για την ανοχή σε καμία θανάσιμη ασυδοσία. Και μπράβο της.
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα