«Κύριε Οδυσσέα Ελύτη κερδίσατε το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας!»
Πώς δέχτηκε ο ποιητής του Αιγαίου το ιστορικό τηλεφώνημα από την Σουηδική ακαδημία
Του Τάσου Κ. Κοντογιαννίδη
Ο Οδυσσέας Ελύτης, ο ποιητής του Αιγαίου, έφυγε από τη ζωή στις 18 Μαρτίου 1996 σε ηλικία 84 ετών. Και έζησε τη μεγαλύτερη χαρά της ζωής του, από ένα απροσδόκητο τηλεφώνημα στις 18-10-1979 όταν λίγο πριν απο το μεσημέρι, τον κάλεσαν στο τηλέφωνο από τη Στοκχόλμη και του ανήγγειλαν, ότι επελέγη για να τιμηθεί με το βραβείο Νόμπελ της Λογοτεχνίας! Δεν πίστευε σ’ αυτό που άκουγε!
Λίγο αργότερα, τα πρακτορεία μεταδίδουν την είδηση ότι μετά τον Σεφέρη, έφερνε Νόμπελ στην Ελλάδα και ο Οδυσσέας Ελύτης, ο «πατέρας» του «Άξιον εστί», ο υμνητής του ήλιου και της θάλασσας του Αιγαίου. Ιδού η επίσημη ανακοίνωση της Σουηδικής Ακαδημίας :
«Το εφετινό βραβείο Νόμπελ της Λογοτεχνίας απονέμεται στον Έλληνα ποιητή Οδυσσέα Ελύτη για την ποίηση του, η οποία με φόντο την ελληνική παράδοση προβάλλει με αισθησιακή δύναμη και υψηλή πνευματική διορατικότητα του αγώνα του συγχρόνου ανθρώπου για την ελευθερία και τη δημιουργία».
Και αμέσως μετά συγχαρητήρια και δηλώσεις του προέδρου της Δημοκρατίας Κων. Τσάτσου (υπήρξε ο Ελύτης φοιτητής του), του πρωθυπουργού και φίλου του Κων. Καραμανλή κ.α.
Βρέθηκα με τον φωτογράφο της εφημερίδας «Ακρόπολις» στην είσοδο του σπιτιού του στην οδό Σκουφά 23 στο Κολωνάκι, να δούμε και να συγχαρούμε το νέο νομπελίστα ποιητή.
Του ζήτησα να βγάλουμε φωτογραφία να μιλάει στο τηλέφωνο, να δείξουμε την στιγμή της ανακοίνωσης που του κάνει η Ακαδημία και μου είπε «δεν τα πάω καλά με τις φωτογραφίες». Μου έκανε την χάρη και μετά του είπα: Σας έχω συνηθίσει στις φωτογραφίες με το ναυτικό καπέλο… «Α, λες γι αυτό;» και πήρε από το γραφείο της βιβλιοθήκης το καπέλο και μου λέει: «Μια δυό φορές το φόρεσα, στο κάνω δώρο…»
Τον ρώτησα, αν περίμενε αυτή την μεγάλη τιμή. Απάντησε λακωνικά: «Ομολογώ πως όχι, δεν την περίμενα… Και είμαι συγκινημένος για την τιμή που έγινε σε μένα και την πατρίδα μας».
Ήρθαν μετά συνεργεία τηλεοράσεως, με τον Ελύτη χαρούμενο αλλά και συγκινημένο να κάνει την ιστορική δήλωση:
«Θέλω να πιστεύω, ότι η απόφαση της Σουηδικής Ακαδημίας να τιμήσει στο πρόσωπό μου την ελληνική ποίηση στο σύνολό της και να επιστήσει την προσοχή της παγκόσμιας κοινής γνώμης σε μια παράδοση που από την εποχή του Ομήρου μέχρι σήμερα συνεχίζεται αδιάπτωτη μέσα στους κόλπους του Δυτικού Πολιτισμού. Την ευχαριστώ και σαν ποιητής και σαν Έλληνας».
Ο Ελύτης γεννήθηκε στις 2-11-1911 στο Ηράκλειο της Κρήτης, έκτο παιδί του Παναγιώτη Αλεπουδέλλη και της Μαρίας Βρανά. Ο πατέρας του καταγόταν από τη Μυτιλήνη και εγκαταστάθηκε στο Ηράκλειο όπου ίδρυσε το 1895 εργοστάσιο σαπωνοποιίας. Φοίτησε στην Αθήνα κι εκεί ξεδίπλωσε το πολύπλευρο ταλέντο του στην ποίηση. Το 1940, εκδίδεται το πρώτο έργο του, «Προσανατολισμοί» με το επίγραμμα:
«Πρίν από τα μάτια μου ήσουν φως, πριν από τον έρωτα έρωτας κι όταν σε πήρε το φιλί, γυναίκα». Μόλις εκδόθηκε η συλλογή, σήμαναν και οι σειρήνες του πολέμου και ο Ελύτης, που είχε κάνει τη θητεία του στην Κέρκυρα ως ανθυπολοχαγός, επιστρατεύεταιστο Α' Σύνταγμα Πεζικού και προωθείται στην πρώτη γραμμή του Μετώπου, όπου ο θάνατος βαδίζει δίπλα του…
Αρρωσταίνει βαριά από τύφο και μεταφέρεται διαδοχικά στα Γιάννινα στο Αγρίνιο και έπειτα στην Αθήνα για νοσηλεία… Στην κατοχή θα ζήσει όπως όλος ο λαός το δράμα της πείνας και της στέρησης, γράφει με το βλέμμα στραμμένο πίσω στο μοιρολόγι του θανάτου και το έπος της ελευθερίας: «Άσμα ηρωϊκό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας» το «Ήλιος ο Πρώτος», το «Άξιον Εστί» (που του έφερε το κρατικό βραβείο ποίησης) και μετά άλλες επιτυχίες που μελοποίησε ο Μίκης Θεοδωράκης.
Τη Δευτέρα 10-12-1979, ο Ελύτης παίρνει από τα χέρια του βασιλιά της Σουηδίας Καρόλου -Γουσταύου το βραβείο Νόμπελ με τον διευθυντή της Ακαδημίας να λέει: «Είμαστε υπερήφανοι για την καταγωγή σας!» Εκείνος, φανερά συγκινημένος υποκλινόταν στον βασιλιά και το ακροατήριο να χειροκροτεί με ενθουσιασμό και οι σάλπιγγες να ηχούν θριαμβευτικά.. Και αποχωρώντας η φιλαρμονική παίζει το «Κλέφτικο» του Νίκου Σκαλκώτα… Την επομένη, σ’ όλη τη Σουηδία ακουγόταν το «Άξιον εστί» σε μουσική του Μίκη Θεοδωράκη με τον Ελύτη να εκφράζει με την ποίηση του την Ελλάδα και προς το αιώνιο πνεύμα της, που γι αυτόν ήταν «άξιον εστί».
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα