Προσωρινή κράτηση - Μέτρα δικονομικού καταναγκασμού
ΝΙΚΟΣ Π. ΧΑΛΚΙΑΣ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ
Ιουλιανού 39 & Γ΄ Σεπτεμβρίου
Τηλ.: 210 8224.969 – Fax: 210 8221.397
Κιν.: 6932 259.555
e-mail: chalkias.nik@gmail.com
Α) Όπως είναι γνωστό, η προσωρινή κράτηση είναι ένα δυσμενές, δυσβάσταχτο, απάνθρωπο και γι΄ αυτό έσχατο μέτρο δικονομικού καταναγκασμού, το οποίο πρέπει να λαμβάνεται μόνο σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις και με βάση συγκεκριμένες εγγυήσεις. Η ανάγκη διασφάλισης αυτού του εξαιρετικού χαρακτήρα και των εγγυήσεων, απορρέει από το ίδιο το Ελληνικό Σύνταγμα (άρθρο 6 παρ. 1 και 4), από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των δικαιωμάτων του ανθρώπου της Ρώμης (άρθρο 5 παρ. 2 και 3), και εναρμονίζεται με το τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου, κατοχυρωμένο τόσο στην Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ο.Η.Ε. (άρθρο 11), όσο και με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση της Ρώμης (άρθρο 6 παρ. 2).
Τον εξαιρετικό αυτό χαρακτήρα επιχείρησε να εξασφαλίσει αρχικά με τις ρυθμίσεις του ν. 1128/1981 «Περί προσωρινής κρατήσεως και άλλων τινών διατάξεων», εισάγοντας σημαντικές καινοτομίες στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (άρθρα 282 έως 288, 291, 296 έως 299 και 302 έως 304). Η γενική φιλοσοφία και επιδίωξη του νομοθετήματος αυτού, που εκφράστηκε άλλωστε και με την αλλαγή του όρου «προφυλάκιση» με τον αντίστοιχο όρο «προσωρινή κράτηση», συνίστατο στο να περιορίσει τις κρατήσεις, στο απολύτως αναγκαίο μέτρο και αποτελούσε κατ΄ αρχάς επιτυχημένη νομοθετική επιλογή. Παρά το δυνητικό χαρακτήρα της επιβολής της κράτησης, ο ανακριτής την επέβαλε σχεδόν πάντοτε όταν η κατηγορία αφορούσε βαρύ έγκλημα και γενικά επέδειξε αυστηρό πνεύμα, που αποτελούσε κατάλοιπο των παλαιών διατάξεων της Ποινικής Δικονομίας.
Η νομολογιακή αυτή εφαρμογή αντιμετωπίστηκε με κριτική, σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις οξεία, από τον χώρο της θεωρίας (Α. ΚΑΡΡΑΣ «Απαράδεκτη Δικονομική Πρακτική» Ποιν. Χρον. ΛΓ' 428, Ν. ΚΟΥΡΑΚΗΣ «Προσωρινή Κράτηση, οι δυσλειτουργίες ενός θεσμού», Ποιν. Χρον. ΛΣΤ' 625, Γ. ΚΑΛΦΕΛΗ «Μέτρα δικονομικού καταναγκασμού και κατηγορούμενος 1990», Ε. ΣΥΜΕΩΝΙΔΟΥ - ΚΑΣΤΑΝΙΔΟΥ «Προσωρινή κράτηση, νομικός κανόνας και πράξη» Υπεράσπιση 1991 σελ. 102 επ.).
Είχε εξ άλλου ως αρνητική συνέπεια και τη συγκέντρωση ενός υπερβολικά μεγάλου αριθμού υποδίκων στις φυλακές, γεγονός που συνέτεινε στη δημιουργία ενός φαινομένου συμφόρησης. Η παγίωση αυτής της προβληματικής, και ενίοτε καταχρηστικά αυστηρής, ερμηνείας και εφαρμογής του νόμου κατέστησε αναγκαίες τις νομοθετικές παρεμβάσεις, ώστε να γίνουν σαφέστερες ορισμένες ελαστικές διατυπώσεις του νόμου, να εξασφαλιστεί η ειδική αιτιολόγηση που έτεινε, δυστυχώς, να καταστεί τυπική και μηχανική και να θεσπιστούν πρόσθετες εγγυήσεις ελέγχου της διάρκειας της προσωρινής κράτησης (Αιτ. έκθεση ν. 2207/1994).
Β) Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 282 Κ. Ποιν. Δ., όπως ισχύει σήμερα μετά τις τροποποιήσεις και συμπληρώσεις που υπέστη με τα άρθρα 2 του ν. 2207/1994 (ΦΕΚ Α' 65) και 2 παρ. 11 εδ. α' του ν. 2408/1996 (ΦΕΚ Α' 104), για να εκδοθεί ένταλμα προσωρινής κράτησης, πρέπει να συντρέχουν στο πρόσωπο του κατηγορουμένου οι προϋποθέσεις της παρ. 1 του άρθρου αυτού και εφ' όσον :
α. Ο κατηγορούμενος διώκεται για κακούργημα και δεν έχει γνωστή διαμονή στη χώρα ή
β. Έχει κάνει προπαρασκευαστικές ενέργειες για να διευκολύνει τη φυγή του ή
γ. Υπήρξε φυγόποινος κατά το παρελθόν ή
δ. Υπήρξε φυγόδικος ή
ε. Κρίθηκε ένοχος για απόδραση κρατουμένου ή
στ. Κρίνεται αιτιολογημένα ότι αν αφεθεί ελεύθερος είναι πολύ πιθανό, όπως προκύπτει από ειδικά μνημονευόμενα περιστατικά της προηγούμενης ζωής του ή από τα συγκεκριμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της πράξης για την οποία κατηγορείται, να διαπράξει και άλλα εγκλήματα. Μόνο η κατά νόμο βαρύτητα της πράξης δεν αρκεί για την επιβολή προσωρινής κράτησης (βλ. Φιλ. ΑΝΔΡΕΟΥ, παρατηρήσεις στο Συμ. Εφετ. Λάρ. 311/1994 Υπεράσπιση 1995, σελ. 526).
Γ) Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 211 Α' Κ.Ποιν.Δ. που θεσπίστηκε με το άρθρο 2 παρ. 8 του ν. 2408/1996, «Μόνο η μαρτυρική κατάθεση ή απολογία προσώπου συγκατηγορουμένου για την ίδια πράξη δεν είναι αρκετή για την καταδίκη του κατηγορουμένου».
Δ) Από όλες τις παραπάνω διατάξεις συνάγεται ότι για να διαταχθεί προσωρινή κράτηση του κατηγορουμένου, πρέπει ο κατηγορούμενος, αφ' ενός μεν να διώκεται σε βαθμό κακουργήματος, αφ' ετέρου δε να συντρέχει και μία από τις παρακάτω προϋποθέσεις :
1) Ο κατηγορούμενος να μην έχει γνωστή διαμονή στη χώρα. Δηλαδή δεν αρκεί το ότι διώκεται για κακούργημα, αλλά, πρέπει συγχρόνως να μην έχει γνωστή διαμονή στην Ελλάδα. Από την παραπάνω διάταξη φαίνεται ότι, όντως η προσωρινή κράτηση είναι μέτρο δικονομικού καταναγκασμού που σκοπό έχει να εξασφαλίσει την παρουσία του κατηγορουμένου στη δίκη και τη διάθεση του εαυτού του στην περαιτέρω εκτέλεση της τυχόν, δια της επιβληθησομένης αποφάσεως, ποινής.
2) Να μην έχει κάνει προπαρασκευαστικές ενέργειες για να διευκολύνει τη φυγή του, είτε πριν ακόμη γίνει αντιληπτή η πράξη του είτε αφού τον αντελήφθησαν για να αποφύγει την σύλληψη του. Με την εν λόγω συμπεριφορά του ο κατηγορούμενος δείχνει τη σαφή πρόθεση του ότι θέλει να αποφύγει τη δίκη, γεγονός που επιβεβαιώνει την ενοχή του.
3) Να υπήρξε φυγόποινος κατά το παρελθόν, γεγονός που μαρτυρεί, πρώτον, ο κατηγορούμενος δεν έχει λευκό ποινικό μητρώο και δεύτερον, αποφεύγει να θέσει εαυτόν σε εκτέλεση μιας καταδικαστικής αποφάσεως.
4) Να υπήρξε φυγόδικος ή
5) Να μην κρίθηκε ένοχος για απόδραση κατηγορουμένου ή
6) Να μην κρίθηκε ένοχος για παραβίαση περιορισμών διαμονής, (από τα παραπάνω φαίνεται, η αντικοινωνική προσωπικότητα του κατηγορουμένου, ο οποίος ούτε τους νόμους σέβεται, αλλά, ούτε και τις δικαστικές αποφάσεις, πράγμα που θα κάνει μετά βεβαιότατος και στο μέλλον για τη δίκη που σε βάρος του εκκρεμεί) ή
7) Κρίνεται αιτιολογημένα ότι, αν αφεθεί ελεύθερος, είναι πολύ πιθανό, όπως προκύπτει από ειδικά μνημονευόμενα περιστατικά της προηγούμενης ζωής του ή από τα συγκεκριμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της πράξης για την οποία κατηγορείται, να διαπράξει και άλλα εγκλήματα. Μόνο η κατά το νόμο βαρύτητα της πράξης δεν αρκεί για την επιβολή προσωρινής κράτησης. Εν προκειμένω, ο νομοθέτης, αφ' ενός μεν αναλύει λεπτομερώς τους λόγους που πρέπει να συντρέξουν, για να είναι δυνατή η έκδοση εντάλματος προσωρινής κράτησης, αφ' ετέρου δε, στο τέλος της ίδιας παραγράφου με ιδιαίτερη έμφαση τονίζει, μόνο η κατά το νόμο βαρύτητα της πράξης δεν αρκεί για την επιβολή προσωρινής κράτησης.
Ε) Έτσι, σύμφωνα με τη σαφή θέληση του νομοθέτη, το ένταλμα περί προσωρινής κρατήσεως θα εκδίδεται σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις και εφ' όσον κανένας από τους περιοριστικούς όρους της παρ. 2 του άρθρου 282 Κ.Ποιν.Δ. δεν κρίνεται αποδεδειγμένα ικανός να αποτρέψει τον κατηγορούμενο από την τέλεση νέων κακουργημάτων ή να παρεμποδίσει εξαιρετικά πιθανή φυγή του κατηγορουμένου. Επειδή μάλιστα υπήρχε κίνδυνος να παρερμηνευθεί η συγκεκριμένη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 282 Κ.Ποιν.Δ., εκτός του ότι χρησιμοποιεί τις λέξεις εξαιρετικά πιθανή τη φυγή, θέλοντας έτσι να δώσει ιδιαίτερη έμφαση στην παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου, αναλύει τις συγκεκριμένες περιπτώσεις από τις οποίες προκύπτει η εξαιρετικά πιθανή φυγή του κατηγορουμένου. Δεν έχει δικαίωμα ο Ανακριτής να διαταράξει την τάξη των επιλογών του που του θέτει ο νόμος (άρθρα 288 παρ. 1 και 283 παρ. 1 Κ.Ποιν.Δ.), καταφεύγοντας απ' ευθείας στο έσχατο «από τα όπλα που διαθέτει το οπλοστάσιό του» και παρακάμπτοντας εν τω μεταξύ, τις προηγούμενες επιλογές.
Αλλά και πάλι δεν περιορίζεται μόνο σ' αυτό, αξιώνει νομοθετικά (άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος, 139 και 283 παρ. 1 Κ.Ποιν.Δ.), την υποχρέωση του Ανακριτή να αναπτύξει και αναλύσει τις σκέψεις που τον οδήγησαν στην έκδοση του εντάλματος, οι οποίες πρέπει να βρίσκονται μέσα στο πνεύμα του νόμου, που διέπεται όντως από σεβασμό στο υπέρτατο αγαθό της ανθρώπινης ελευθερίας. Υποχρεώνει λοιπόν ρητώς τον Ανακριτή σε ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, που σημαίνει αναλυτική παράθεση εκείνων των πραγματικών περιστατικών από τα οποία, με νομική υπαγωγή αιτιολογημένη, συνάγεται ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις σύλληψης ή προσωρινής κράτησης του κατηγορουμένου (Α.Π. 1727/1989 Ποιν. Χρ. Μ΄ 836, Α.Π. 1563/1988 Ποιν. Χρον. ΛΘ΄ 386, Α.Π. 1595/1988 Ποιν. Χρον. ΛΘ΄ 462, Α.Π. 636/1987 Ποιν. Χρον. ΛΖ΄ 548, Α.Π. 887/1987 Ποιν. Χρον. ΛΖ΄ 768).
ΣΤ) Επειδή ένας αριθμός κατηγορουμένων, έστω και ελαχίστων, καταδικάζονταν με μόνη τη μαρτυρική κατάθεση ή απολογία συγκατηγορουμένου τους για την ίδια πράξη, μία κατάθεση αμφιβόλου ειλικρινείας, ύποπτης υποβολής και ενδεχόμενης συναλλαγής, ανάγκασε το νομοθέτη να προβεί με το άρθρο 2 παρ. 8 του ν. 2408/1996 στη θέσπιση του νέου άρθρου 211 Α΄ του Κ.Ποιν.Δ., όπως αυτό διατυπώνεται παραπάνω, ώστε να παύσει να υπάρχει ο κίνδυνος αυτός, ο οποίος πράγματι ήταν υπαρκτός. Η εν λόγω διάταξη αναφέρεται στο Δικαστήριο, το οποίο δεν μπορεί με μόνη τη μαρτυρία αυτή να καταδικάσει τον κατηγορούμενο, εφαρμόζεται όμως και στην προδικασία, διότι, αφού ισχύει για το Δικαστήριο που επιβάλλει ποινή, γιατί να μην ισχύει και για τον Ανακριτή, αλλά και για το Δικαστικό Συμβούλιο, που διατάσσουν την όποια στέρηση της προσωπικής ελευθερίας, όχι ως ποινή, αλλά ως μέτρο δικονομικού καταναγκασμού, διότι άλλωστε στο μείζον εμπεριέχεται και το έλασσον.
Εξ άλλου, το γνωστό σε όλους τεκμήριο αθωότητας («ουδείς ένοχος μέχρις αποδείξεως του εναντίου»), έχει μετατραπεί σε τεκμήριο ενοχής («κάθε δικαζόμενος ένοχος μέχρις αποδείξεως της αθωότητάς του»).
Μεγάλο μέρος ευθύνης σ΄ αυτό έχουν τα Μ.Μ.Ε., τα οποία, με κατευθυνόμενη ενημέρωση ενισχύουν αυτή τη μετατροπή, προκαταλαμβάνοντας, στην ουσία, την κοινωνία, προκαλώντας σύγχυση στο λαϊκό αίσθημα, μη αφήνοντας, τις περισσότερες φορές, περιθώρια «αποδείξεως του εναντίου».
Άδικες και παράλογες προσωρινές κρατήσεις (προφυλακίσεις) ή επιβολή υψηλών εγγυήσεων αποφυλάκισης σε βαθμό παραλογισμού, έχουν καταστήσει τον ατυχή εμπλεκόμενο με την Δικαιοσύνη πολίτη (γιατί σ΄ αυτόν αναφερόμαστε), έρμαιο των πιο αντιφατικών κρίσεων.
Ας μην αγνοήσουμε το γεγονός ότι αυθαίρετες αποφάσεις για μη παροχή αποζημίωσης στους αδίκως προφυλακισθέντες, πλήττουν κάθε έννοια απονομής Δικαίου.
Επειδή η Δικαστική εξουσία είναι η μόνη συντεταγμένη εξουσία, η οποία αποτελείται από μη αιρετούς λειτουργούς, φρονώ ότι το αρμόδιο Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων θα πρέπει να μελετήσει την ενδεχόμενη καθιέρωση αμιγών Ορκωτών Δικαστηρίων για όλες τις κακουργηματικές πράξεις, ώστε το λαϊκό περί δικαίου αίσθημα να μην έρχεται καθημερινά σε αντίθεση με Δικαστικές αποφάσεις.
Κατά την άποψή μου τη λύση στα παραπάνω θα μπορούσαν (ίσως) να δώσουν τα Δικαστήρια Ενόρκων σε κάθε βαθμό της ποινικής κακουργηματικής δίκης.
Όταν δεν μπορούμε να απαλλαγούμε από την κακή νοοτροπία περί ανεξέλεγκτου κράτους Δικαστών (ευτυχώς ελαχίστων), ας την απονευρώσουμε όσο είναι καιρός, προς όφελος της τήρησης των κανόνων της δίκαιης δίκης.
Αθήνα, 27 Ιουλίου 2010
ΝΙΚΟΣ Π. ΧΑΛΚΙΑΣ
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα