Δεν υπάρχει καλός συντελεστής φορολογίας. Ο Βενιαμίν Φραγκλίνος έλεγε ότι οι φόροι είναι σαν τον θάνατο, οπότε το άριστο θα ήταν η αθανασία και οι μηδενικοί φορολογικοί συντελεστές. Στον πραγματικό κόσμο όμως αυτά είναι τα μόνα πράγματα που δεν μπορεί να αποφύγει κανένας άνθρωπος. Οπότε το θέμα είναι να βρεθεί εκείνη η φορολογική συνταγή που θα είναι αποδοτική και δίκαιη.
Μία από τις καραμέλες που κυκλοφορούν στην Ελλάδα (την αναπαρήγαγε και ο κ. Αντ. Σαμαράς με τη μαγική φόρμουλα που παρουσίασε για δημοσιονομικό πλεόνασμα σε δύο χρόνια!) είναι ότι η υψηλή φορολογία των επιχειρήσεων διώχνει τις επενδύσεις. Αυτό δεν προκύπτει από τα στοιχεία, ούτε καν από τις δηλώσεις των ξένων (και ουχί των εγχώριων) επιχειρηματιών. Στο Global Competitiveness Report 2010-2011, που εξέδωσε προχθές το World Economic Forum, μόνο το 3,7% των επενδυτών δηλώνει ότι οι φορολογικοί συντελεστές αποτελούν εμπόδιο στην επιχειρηματικότητα. Αντιθέτως το 27,2% εμποδίζεται από τη γραφειοκρατία, το 14% από τη διαφθορά, το 12,2% από τους περιορισμούς της εργατικής νομοθεσίας κ.λπ.
Οι απαντήσεις αυτές αντανακλούν την πραγματικότητα και όχι τις εντυπώσεις βάσει των οποίων γίνεται ο δημόσιος διάλογος στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τη Eurostat («Τάσεις φορολογίας στην Ε.Ε. 2010») η Ελλάδα το 2008 είχε χαμηλότερη φορολογία από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Στους έμμεσους φόρους οι Ελληνες έδιναν το 12,4% του ΑΕΠ, ενώ οι υπόλοιποι της Ευρωζώνης το 13,5%. Στους άμεσους φόρους οι Ελληνες έδιναν το 8% του ΑΕΠ και οι της Ευρωζώνης το 12,2%. Η φορολογία εισοδήματος επίσης ήταν χαμηλότερη (Ελλάδα: 4,7% του ΑΕΠ, Ευρωζώνη: 7,9%) το ίδιο και η φορολόγηση των επιχειρήσεων (Ελλάδα: 2,5%, Ευρωζώνη: 3,5%). Σήμερα η Ελλάδα έχει ανώτερο συντελεστή φορολογίας εισοδήματος στο 45%, ενώ ο μέσος όρος των ανώτατων συντελεστών της Ευρωζώνης είναι 42,5%. Τα κέρδη των επιχειρήσεων φορολογούνται με 24%, ενώ ο μέσος όρος της Ευρωζώνης είναι 25,7%.
Είναι περίεργος, λοιπόν, ο κλαυθμός που ξεκίνησε περί υψηλής φορολόγησης των επιχειρήσεων στην Ελλάδα και ειδικά από τους κήρυκες της αναγκαιότητας για τη δύσκολη οικονομική προσαρμογή. Τι ζητούν δηλαδή; Ταξική πολιτική, που θα δικαιώσει ολόκληρη την αντιμνημονιακή ρητορεία της Αριστεράς; ΄Η εκείνη τη θρυαλλίδα αδικίας που θα πυροδοτήσει τα ανακλαστικά ενός δύσθυμου, οργισμένου από τις περικοπές λαού;
Οι συντελεστές των μη διανεμόμενων κερδών πρέπει να είναι πιο χαμηλοί. Αυτά δεν πάνε στην τσέπη κάποιων φυσικών προσώπων, γίνονται πλούτος για την εθνική οικονομία. Μπορεί να αυξάνουν την αξία μιας επιχείρησης, αλλά μέχρι αυτή να ρευστοποιηθεί δεν αποτελεί προσωπικό εισόδημα.
Αντιθέτως, όμως, τα διανεμόμενα κέρδη είναι προσωπικά εισοδήματα και σε ένα κράτος δικαίου ισχύει ο κανόνας της ισότητας. Ολα τα ατομικά εισοδήματα, ανεξαρτήτως πηγής -ή ακόμη και αγαθών προθέσεων- φορολογούνται το ίδιο. Το επιχείρημα ότι τα διανεμόμενα κέρδη θα επανεπενδυθούν δεν ισχύει διότι: α) μπορούν να επανεπενδυθούν αδιανέμητα, και β) κανείς δεν ξέρει τι γίνεται στο ενδιάμεσο. Και το πλεονάζον εισόδημα ενός εργαζομένου μπορεί να επανεπενδυθεί σε, π. χ., βιβλία ή μπορεί να φαγωθεί στα μπουζούκια.
Το ευκταίο θα ήταν να είχαμε χαμηλότερη φορολογία παντού. Αυτό θα επιτευχθεί όταν περικοπούν πολλές δαπάνες και μειωθεί το κόστος λειτουργίας του κράτους. Τότε θα πρέπει να προχωρήσουμε σε καθολική και κοινωνικά δίκαιη μείωση των συντελεστών.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
|