Η Ελληνίδα μετανάστρια του “χτες” και του “σήμερα” - του Σπύρου Γκάρου (Νυρεμβέργη)
ΕΚΑΤΟ ΧΡΟΝΙΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ
Στις αρχές της δεκαετίας του ΄60 μαζί ένα φίλο, στην πόλη Έρλανγκεν, κοντά στη Νυρεμβέργη, γυρίζαμε από σπίτι σε σπίτι, εκεί που διέμεναν ελληνικές οικογένειες με στόχο να καταγράψουμε τα ελληνόπουλα της σχολικής ηλικίας. Υπήρχε η δυνατότητα να οργανώσουμε γι αυτά μαθήματα ελληνικής γλώσσας. Για να το πετύχουμε, έπρεπε να έχουμε έναν ορισμένο αριθμό παιδιών, ώστε τα έξοδα για την διδασκαλία και για το δάσκαλο, να τα αναλάβει η υπηρεσία σχολείων του Δήμου.
Με ενθουσιασμό, ότι θα κάναμε κάτι καλό για την παροικία, ξεκινήσαμε με ένα τετράδιο στο χέρι να επισκεπτόμαστε τους Έλληνες για να μας δηλώσουν τον αριθμό και την ηλικία των παιδιών τους.
Δυστυχώς, ο ενθουσιασμός άρχιζε να εξατμίζεται, όταν από ορισμένους γονείς συναντήσαμε αντιδράσεις. Έβρισκαν, βέβαια την πρωτοβουλία μας καλή, αλλά μας έδιναν τα στοιχεία μόνο από το αγόρι και όχι από το κορίτσι... Ο ισχυρισμός που πρόβαλαν ήταν ότι, “το κορίτσι δε χρειάζεται να μάθει γράμματα, τα γράμματα διαφθείρουν το χαρακτήρα των κοριτσιών”. Μας έλεγαν επιπλέον ότι το κορίτσι, θα μεγαλώσει θα παντρευτεί και θα φροντίζει τον άντρα της και τα παιδιά της, αυτός είναι ο προορισμός της. Ευτυχώς όμως που η εκπαίδευση στη Γερμανία είναι υποχρεωτική και για τα παιδιά των αλλοδαπών, αν κάποιος δεν ήθελε να στείλει το παιδί του στο σχολείο δεν του χορηγείτο περαιτέρω άδεια παραμονής. Έτσι δόθηκε η ευκαιρία στα ελληνόπουλα, ανεξαρτήτως φύλου, να μάθουν γράμματα και όσα βέβαια από αυτά μπορούσαν, να μάθουν και επάγγελμα ή να συνεχίσουν στην ανώτερη εκπαίδευση. Είναι γεγονός, ότι η Ελληνίδα της πρώτης και δεύτερης γενιάς των μεταναστών ήταν το θύμα, και η πιο αδικημένη γυναίκα. Ιδιαίτερα αυτές που την δεκαετία του '60 και '70 μετανάστευαν απ' ευθείας από την Ελλάδα στη Γερμανία. Ηταν οι γυναίκες, για τη γερμανική βιομηχανία, αλλά και για την ελληνική κοινωνία το φτηνό εργατικό δυναμικό. Αν σκεφτεί κάποιος ότι εκείνη την εποχή μία μετανάστρια Ελληνίδα είχε ελάχιστες γραμματικές γνώσεις ή καθόλου και μηδέν επαγγελματική εκπαίδευση, τότε θα καταλάβαινε την κατάστασή της. Γι' αυτήν δεν υπήρχαν ενδιαφέροντα στην ζωή, ζούσε μόνο για να εργάζεται σκληρά στο εργοστάσιο και ταυτόχρονα στο νοικοκυριό, να υπηρετεί τον άντρα της και να μεγαλώνει τα παιδιά. Ελεύθερος χρόνος δεν υπήρχε. Ήταν άγνωστος γι' αυτήν. Ήταν πολυτέλεια την οποία ελάχιστες συμπατριώτισσες την απολάμβαναν.
Όταν κάποτε διοργάνωνα διήμερα σεμινάρια για εργαζόμενους με θέματα το “εργατικό και κοινωνικό δίκαιο” υπήρχε μία συμμετοχή από πενήντα εώς ογδόντα άτομα, μεταξύ αυτών και οι γυναίκες τους, οι οποίες έβρισκαν την ευκαιρία να ξεφύγουν λίγο από την καθημερινότητα και να έρθουν, όχι για να μάθουν, αλλά για να ξεσκάσουν... Όταν περνούσε ο καιρός άρχιζαν να με ρωτούν: “πότε θα μας πας πάλι εκδρομή”; Με έφερναν σε δύσκολη θέση. Αυτά τα σεμινάρια ήταν διδακτικά και όχι για διασκέδαση. Έτσι διαπίστωνα την ανάγκη που είχε η Ελληνίδα εργαζόμενη να ζήσει χωρίς το καθημερινό άγχος του εργοστασίου και της οικογένειας, χωρίς τους φόβους της διπλής ευθύνης, αν θα τα καταφέρει ή δε θα τα καταφέρει, σ' αυτόν τον ξένο κόσμο που ζούσε. Σε έναν κόσμο που δεν τον καταλάβαινε αλλά ούτε και αυτός καταλάβαινε αυτή. Όσο για τον σύζυγο, αυτός αδιάφορος ζούσε και διασκέδαζε στο δικό του κόσμο... Στον κόσμο... του “είμαι άντρας και το κέφι μου θα κάνω... και θα πω και μια κουβέντα παραπάνω...”.
Η Έλληνιδα γυναίκα, σε σύγκριση με το άνδρα, ήταν το μεγάλο θύμα της γερμανικής και ελληνικής κοινωνίας. Ο άγνωστος στρατιώτης της ελληνικής οικογένειας. Ένας άνθρωπος που το μοναδικό δικαίωμα που είχε, ήταν το δικαίωμα της εργασίας, μάλιστα σε δύο βάρδιες και λιγότερο το δικαίωμα της ζωής. Με αυτόν το ρυθμό πολλές Ελληνίδες, προτού φτάσουν τα εξήντα βρίσκονταν ήδη από υγεία στο περιθώριο, ξεχασμένες. Οι νευρολογικές ασθένειες οι καταθλίψεις τα ορθοπεδικά. Όλα αυτά αποτελέσματα μιας πολύωρης καθημερινής και βαριάς εργασίας, ήταν οι συνήθεις αναπηρίες για να βγει μία γυναίκα πρόωρα στη σύνταξη.
Στις 8 Μαρτίου φέτος, όπως κάθε χρόνο διοργανώθηκαν από τα γερμανικά συνδικάτα και τις γυναικείες οργανώσεις, σε πολλές μεγάλες πόλεις, εκδηλώσεις με ομιλίες και σκετς που αναφέρονταν στην ιστορία των πρώτων εξεγέρσεων των γυναικών, για περισσότερα δικαιώματα στον χώρο της εργασίας και στην ανδροκρατούμενη κοινωνία που ζούσαν. Πολλά αναφέρθηκαν γυρω από την εξέγερση των εργαζομένων γυναικών στην κλωστοϋφαντουργία στην Ν. Υόρκη το έτος 1857, αλλά και στην πρώτη επαναστάτρια Clara Zetkin (Κλάρα Τσέτκιν),αυτή που σήκωσε τη σημαία για ισότητα και εκλογικό δικαίωμα το Μάρτιο 1911 στο Βερολίνο, δηλαδή πριν από εκατό χρόνια.
Δυστυχώς η συμμετοχή της Ελληνίδας σ' αυτές τις εκδηλώσεις υπήρξε και φέτος μηδαμινή. Ένα μεγάλο “γιατί”; Υπάρχει βέβαια ο λόγος ο οποίος κατά τη γνώμη μου είναι ότι, από τις μεγάλες ελληνικές κοινότητες στη Γερμανία λείπει η γυναικεία ομάδα αυτή που θα σήκωνε τη σημαία.
Στη μνήμη μου φέρνω ένα γνωστό τραγούδι που τραγουδάει ή Αλεξίου αλλά και η Φαραντούρη. Το ρεφρέν αυτού του τραγουδιού τα λέει όλα:
... Κι εσύ Ελένη και καθ' Ελένη,
της επαρχίας της Αθήνας κοιμωμένη,
η ζωή σου είναι επικηρυγμένη
να πεθαίνεις για την Ελλάδα είναι άλλο
κι άλλο εκείνη να σε πεθαίνει,
κι εσύ Ελένη και κάθε Ελένη...
Βέβαια η Ελένη της τρίτης γενιάς των μεταναστών, απέχει σήμερα αρκετά από την Ελένη της πρώτης και δεύτερης. Η Ελληνίδα κατόρθωσε με μεγάλους αγώνες να βρει τη θέση στο χώρο της εργασίας και στην κοινωνία που ζει και να εξελιχτεί. Αυτό το κατάφερε γιατί επαναστάτησε ενάντια στην κάποτε πατριαρχία... Μαθαίνει, μορφώνεται και διεκδικεί. Δεν παρασύρεται πλέον από τις ανδροκρατούμενες ελληνικές κοινωνικές και πολιτικές οργανώσεις, αυτές που την οδηγούσαν σε λανθασμένες κατευθύνσεις. Η απόκτηση της γνώσης έγινε και γι΄ αυτήν σήμερα δύναμη.
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα