Τάσου Λειβαδίτη «Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος» - Της Γιόλας Αργυροπούλου-Παπαδοπούλου*
Φωτο: Με τη γυναίκα του Μαρία και την κόρη τους Βάσω, στον Άη-Στράτη το 1951
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
δεν θα πάψεις ούτε στιγμή ν’ αγωνίζεσαι για την ειρήνη και για το δίκιο.
Θα βγεις στους δρόμους, θα φωνάξεις, τα χείλια σου θα ματώσουν απ’ τις φωνές
το πρόσωπό σου θα ματώσει από τις σφαίρες – μα ούτε βήμα πίσω.
Κάθε κραυγή σου μια πετριά στα τζάμια των πολεμοκάπηλων
κάθε χειρονομία σου σα να γκρεμίζεις την αδικία.
Και πρόσεξε: μη ξεχαστείς ούτε στιγμή.
Έτσι λίγο να θυμηθείς τα παιδικά σου χρόνια
αφίνεις χιλιάδες παιδιά να κομματιάζονται την ώρα που παίζουν ανύποπτα στις πολιτείες
μια στιγμή αν κοιτάξεις το ηλιοβασίλεμα
αύριο οι άνθρωποι θα χάνουνται στη νύχτα του πολέμου
έτσι και σταματήσεις μια στιγμή να ονειρευτείς
εκατομμύρια ανθρώπινα όνειρα θα γίνουν στάχτη κάτω απ’ τις οβίδες.
Δεν έχεις καιρό
δεν έχεις καιρό για τον εαυτό σου
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
μπορεί να χρειαστεί ν’ αφίσεις τη μάνα σου, την αγαπημένη
ή το παιδί σου.
Δε θα διστάσεις.
Θ’ απαρνηθείς τη λάμπα σου και το ψωμί σου
θ’ απαρνηθείς τη βραδινή ξεκούραση στο σπιτικό κατώφλι
για τον τραχύ δρόμο που πάει στο αύριο.
Μπροστά σε τίποτα δε θα δειλιάσεις κι ούτε θα φοβηθείς.
Το ξέρω, είναι όμορφο ν’ ακούς μια φυσαρμόνικα το βράδι,
να κοιτάς έν’ άστρο, να ονειρεύεσαι
είναι όμορφο σκυμένος πάνω απ’ το κόκκινο στόμα της αγάπης σου
να την ακούς να σου λέει τα όνειρά της για το μέλλον.
Μα εσύ πρέπει να τ’ αποχαιρετήσεις όλ’ αυτά και να ξεκινήσεις
γιατί εσύ είσαι υπεύθυνος για όλες τις φυσαρμόνικες του
κόσμου, για όλα τ’ άστρα, για όλες τις λάμπες και
για όλα τα όνειρα
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
μπορεί να χρειαστεί να σε κλείσουν φυλακή για είκοσι ή
και περισσότερα χρόνια
μα εσύ και μές στη φυλακή θα θυμάσαι πάντοτε την άνοιξη,
τη μάνα σου και τον κόσμο.
Εσύ και μές απ’ το τετραγωνικό μέτρο του κελλιού σου
θα συνεχίζεις τον δρόμο σου πάνω στη γη.
Κι όταν μές στην απέραντη σιωπή, τη νύχτα
θα χτυπάς τον τοίχο του κελλιού σου με το δάχτυλο
απ’ τ’ άλλο μέρος του τοίχου θα σου απαντάει η Ισπανία.
Εσύ, κι ας βλέπεις να περνάν τα χρόνια σου και ν’ ασπρίζουν τα μαλλιά σου
δε θα γερνάς.
Εσύ και μές στη φυλακή κάθε πρωί θα ξημερώνεσαι πιο νέος
αφού όλο και νέοι αγώνες θ’ αρχίζουνε στον κόσμο
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
θα πρέπει να μπορείς να πεθάνεις ένα οποιοδήποτε πρωινό.
Αποβραδίς στην απομόνωση θα γράψεις ένα μεγάλο τρυφερό
γράμμα στη μάνα σου
θα γράψεις στον τοίχο την ημερομηνία, τ’ αρχικά του ονόματός σου και μια λέξη: Ειρήνη
σα να ’γραφες όλη την ιστορία της ζωής σου.
Να μπορείς να πεθάνεις ένα οποιοδήποτε πρωινό
να μπορείς να σταθείς μπροστά στα έξη ντουφέκια
σα να στεκόσουνα μπροστά σ’ ολάκαιρο το μέλλον.
Να μπορείς, απάνω απ’ την ομοβροντία που σε σκοτώνει
εσύ ν’ ακούς τα εκατομμύρια των απλών ανθρώπων που
τραγουδώντας πολεμάνε για την ειρήνη.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.
Πρόκειται για ένα από τα πιο γνωστά ποιήματα του Τάσου Λειβαδίτη· για μια σύνθεση η οποία, πέρα και πάνω από την απαράμιλλη ποιητική δεινότητα, υπογραμμίζει το ηθικό ανάστημα και το ψυχικό μεγαλείο του κορυφαίου μας ποιητή.
Η φράση – τίτλος του ποιήματος – Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος επαναλαμβάνεται ως επωδός, και αποτελεί τον πρώτο και τον τελευταίο στίχο της κάθε στροφής, τη στερεή βάση πάνω στην οποία «χτίζεται» το εκπληκτικό νοηματικό «οικοδόμημα» της σύνθεσης.
Ήδη από την πρώτη στροφή, εμφανίζεται ο βασικός θεματικός πυρήνας του ποιήματος: ο αδιάκοπος αγώνας του ανθρώπου για την ειρήνη και για το δίκιο (Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος / δεν θα πάψεις ούτε στιγμή ν’ αγωνίζεσαι για την ειρήνη και / για το δίκιο…).
Ο ποιητής συνιστά συνεχή επαγρύπνηση (Και πρόσεξε: μη ξεχαστείς ούτε στιγμή), και στη συνέχεια υποστηρίζει πως η νοσταλγία των παιδικών χρόνων, ο ρεμβασμός του ηλιοβασιλέματος και οι ονειροπολήσεις δεν είναι μόνον περιττά αλλά και επιζήμια στοιχεία· γι’ αυτό και αποφαίνεται: Δεν έχεις καιρό / δεν έχεις καιρό για τον εαυτό σου / αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος. Αξιοσημείωτη, στο σημείο αυτό, είναι η επανάληψη της φράσης Δεν έχεις καιρό.
Αναμφισβήτητα, το νοηματικό βάρος του ποιήματος εντοπίζεται στην επόμενη στροφή, όπου ο Τάσος Λειβαδίτης εξαίρει το νόημα της θυσίας που απαιτείται, όταν μπορεί να χρειαστεί ν’ αφήσεις τη μάνα σου, την αγαπημένη / ή το παιδί σου. Και βέβαια ο ποιητής συνιστά στον αγωνιστή την αποφυγή δισταγμού, δειλίας και φόβου (Δε θα διστάσεις… Μπροστά σε τίποτα δε θα δειλιάσεις κι ούτε θα φοβηθείς).
Αμέσως μετά, ο Τάσος Λειβαδίτης, βαθιά συναισθηματικός και υπέρμετρα λυρικός, ομολογεί: Το ξέρω, είναι όμορφο ν’ ακούς μια φυσαρμόνικα το βράδι, / να κοιτάς έν’ άστρο, να ονειρεύεσαι / είναι όμορφο σκυμένος πάνω απ’ το κόκκινο στόμα της αγάπης σου / να την ακούς να σου λέει τα όνειρά της για το μέλλον. Η χρήση της φράσης Το ξέρω, είναι όμορφο δηλώνει αναμφίβολα πως και ο ίδιος ο ποιητής έχει βιώσει την ομορφιά που βιώνει κάποιος, ακούγοντας μια φυσαρμόνικα κάποιο βράδι, κοιτάζοντας ένα άστρο, κάνοντας όνειρα, σκύβοντας πάνω απ’ τα κόκκινα χείλη της αγαπημένης του, κι ακούγοντάς την να του μιλά για τα όνειρά της… Όμως, όπως κι ο ίδιος ο Λειβαδίτης, έτσι κι όλοι «όσοι θέλουν να λέγονται άνθρωποι» πρέπει να τα αποχαιρετήσουν όλα αυτά…
Ακολουθεί η εκπληκτική αναφορά του ποιητή στη φυλακή: Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος / μπορεί να χρειαστεί να σε κλείσουν φυλακή για είκοσι ή / και περισσότερα χρόνια. Για τον «ελεύθερο άνθρωπο», γι’ αυτόν που «αγωνίζεται για την ειρήνη και για το δίκιο», ο εγκλεισμός στη φυλακή δεν συνδέεται με τον πόνο, αλλά με τη χαρά· δεν σχετίζεται με το σκοτάδι του χειμώνα, αλλά με το φως της άνοιξης, με την αγάπη της μάνας, με την ομορφιά του κόσμου (μα εσύ και μές στη φυλακή θα θυμάσαι πάντοτε την άνοιξη, / τη μάνα σου και τον κόσμο). Ο έγκλειστος δεν περιορίζεται από τον περιορισμένο χώρο του κελλιού· αντίθετα, συνεχίζει μέσα σ’ αυτόν τον χώρο, που του μοιάζει απέραντος, την πορεία του στη γη (Εσύ και μές απ’ το τετραγωνικό μέτρο του κελλιού σου / θα συνεχίζεις τον δρόμο σου πάνω στη γη). Κι έξαφνα αυτό το τετραγωνικό μέτρο του κελλιού αποκτά εξωπραγματικές ιδιότητες, κι ο έγκλειστός του δυνάμεις υπερφυσικές, εξωανθρώπινες (Εσύ, κι ας βλέπεις να περνάν τα χρόνια σου και ν’ ασπρίζουν / τα μαλλιά σου / δε θα γερνάς. Εσύ και μές στη φυλακή κάθε πρωί θα ξημερώνεσαι πιο / νέος / αφού όλο και νέοι αγώνες θ’ αρχίζουνε στον κόσμο / αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος).
Στην τελευταία στροφή, όπου αναμφισβήτητα κορυφώνεται το κάλλος, τόσο από την αισθητική όσο κι από την νοηματική πλευρά του ποιήματος, κυριαρχεί το μοτίβο του θανάτου, ο οποίος «οποιοδήποτε πρωινό» μπορεί να βρει οποιονδήποτε αγωνίζεται για την ειρήνη και το δίκιο (Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος / θα πρέπει να μπορείς να πεθάνεις ένα οποιοδήποτε πρωινό. / Αποβραδίς στην απομόνωση θα γράψεις ένα μεγάλο τρυφερό / γράμμα στη μάνα σου / θα γράψεις στον τοίχο την ημερομηνία, τ’ αρχικά του / ονόματός σου και μια λέξη: Ειρήνη). Εδώ, ο Λειβαδίτης επανέρχεται στο μοτίβο της μάνας, αλλά κυρίως στο μοτίβο της Ειρήνης, την αναζήτηση της οποίας συνδέει με ολόκληρη τη ζωή (Ειρήνη / σα να ’γραφες όλη την ιστορία της ζωής σου). Και βέβαια ο λόγος κορυφώνεται με την έξαρση της χαράς, την ώρα του θανάτου, της χαράς που αισθάνεται ο αληθινός αγωνιστής, όταν κατά τη στιγμή του θανάτου του – αντί της ομοβροντίας των όπλων – ακούει τα τραγούδια των απλών ανθρώπων που πολεμάνε για την ειρήνη (Να μπορείς, απάνω απ’ την ομοβροντία που σε σκοτώνει / εσύ ν’ ακούς τα εκατομμύρια των απλών ανθρώπων που / τραγουδώντας πολεμάνε για την ειρήνη). Για μια τρίτη και τελευταία φορά αναφέρεται ο ποιητής στην ειρήνη, στο μέγιστο αυτό αγαθό για το οποίο ο καθένας, «αν θέλει να λέγεται άνθρωπος», οφείλει να αγωνίζεται…
Κατά τη γνώμη μου, το συγκεκριμένο ποίημα είναι ένα από τα πιο δυνατά και τα πιο αξιόλογα ποιήματα του Τάσου Λειβαδίτη. Με την σύνθεση αυτή, της οποίας τα βαθύτερα νοήματα ανακαλούν στη μνήμη μας ιδεώδη του ομηρικού ηρωικού έπους (και όχι μόνον), ο Τάσος Λειβαδίτης δεν καταξιώνεται μόνον ως μέγιστος ποιητής, αλλά κυρίως ως Άνθρωπος και ως Αγωνιστής για την Ειρήνη, τη Δικαιοσύνη και την Ελευθερία. Και βέβαια το ηθικό ανάστημα και το ψυχικό μεγαλείο του Τάσου Λειβαδίτη δεν καθρεφτίζονται μόνον στο ποιητικό του έργο· ολόκληρη η ζωή του αποτελεί υπόδειγμα Ανδρείας, Ανθρωπιάς και Αγωνιστικότητας!
*Η κυρία Γιόλα Αργυροπούλου-Παπαδοπούλου είναι επ. καθηγήτρια της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών και ποιήτρια
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα