Ο Βούλγαρος νεοελληνιστής Κύριλ Τοπάλοφ μιλάει για την προώθηση των ελληνοβουλγαρικών πολιτιστικών δεσμών
Φωτο: ο Κύριλ Τοπάλοφ (Δ) με τον Ιάκωβο Καμπανέλλη
Επιστήμονας εγνωσμένου κύρους, συγγραφέας πολλών επιστημονικών συγγραμμάτων, λογοτεχνικών βιβλίων και θεατρικών έργων, δημοσιεύσεων για θέματα βουλγαρικής, ελληνικής, αλλά και ευρύτερης βαλκανικής λογοτεχνίας, ο Βούλγαρος καθηγητής, Κύριλ Τοπάλοφ, είναι ένας από τους ανθρώπους, που έχουν τάξει εαυτόν στο να υπηρετούν τις σχέσεις καλής γειτονίας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και ειδικότερα τους ελληνοβουλγαρικούς δεσμούς.
Όπως, μάλιστα, ο ίδιος δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η ελληνική λογοτεχνία και οι νεοελληνικές σπουδές αποτελούν μια πολύ ουσιαστική πτυχή της ζωής του.
Η σχέση του με την Ελλάδα είναι ιδιαίτερα στενή, γι' αυτό και μόνο τυχαίο δεν μπορεί να θεωρηθεί το γεγονός ότι τού προτάθηκε ν' αναλάβει την προεδρία του νέου Συλλόγου "Φίλοι του Ελληνικού Πολιτισμού", αλλά και των "Φίλων του έργου του Νίκου Καζαντζάκη", στη Βουλγαρία.
Βασικό του επάγγελμα είναι η διδασκαλία της βουλγαρικής και βαλκανικής λογοτεχνίας και πολιτισμού κι' αυτό, όπως μας εξηγεί, προϋποθέτει τη γνώση ορισμένων βαλκανικών γλωσσών.
"Με τις σλαβικές γλώσσες, εμείς οι Βούλγαροι δεν συναντάμε πρόβλημα, καθώς στη βάση τους υπάρχει η παλαιά βουλγαρική γλώσσα του 9ου και του 10ου αιώνα, που τότε μετεξελίχθηκε σε κοινή, για σχεδόν όλους τους Σλάβους, όχι μόνο στα Βαλκάνια, ως λογοτεχνική και κρατική- διοικητική γλώσσα", εξηγεί ο κ. Τοπάλοφ.
Ενώ όταν τον ρωτάμε για το τι ήταν αυτό που τον οδήγησε στο να εντρυφήσει στην ελληνική γλώσσα, μας λέει πως ήταν ο καθηγητής του Πέταρ Ντινέκοφ, τα μαθήματα του οποίου "κληρονόμησε" και συνεχίζει να διδάσκει μέχρι σήμερα στο πανεπιστήμιο, που τον παρότρυνε να μάθει ελληνικά, καθώς η βουλγαρική Αναγέννηση και Διαφώτιση είναι στενότατα συνδεδεμένες με την ελληνική.
Έτσι, το 1978 βρέθηκε στην Αθήνα, για 10μηνη ειδίκευση στο Πανεπιστήμιο, υπό την εποπτεία του γνωστού καθηγητή, Βαγγέλη Σκουβαρά, έχοντας διδαχτεί ήδη για δυο χρόνια την ελληνική γλώσσα, στη Σόφια, με τη φημισμένη Φάνη Αγγελίεβα, που έχει διδάξει ολόκληρες γενιές ελληνιστών.
"Τότε, δεν φανταζόμουν ακόμη ότι η ελληνική λογοτεχνία, οι νεοελληνικές σπουδές, θα μετεξελιχθούν σ' ένα από τα μεγαλύτερα επαγγελματικά μου ενδιαφέροντα, αλλά και σε μια πολύ ουσιαστική πτυχή της ζωής μου", μας λέει χαρακτηριστικά.
Προώθηση των ελληνοβουλγαρικών πολιτιστικών σχέσεων
Έχοντας διανύσει μια μακρά, εποικοδομητική πορεία στον ακαδημαϊκό χώρο και ως ένας από τους επιφανείς νεοελληνιστές στη Βουλγαρία, ο καθηγητής Τοπάλοφ μιλάει με θέρμη για την ανάγκη περαιτέρω ενίσχυσης των πολιτιστικών δεσμών Ελλάδας-Βουλγαρίας.
"Σε αντίθεση με τις πολιτικές μας σχέσεις, οι πολιτιστικοί δεσμοί ήταν ανέκαθεν πολύ καλοί, ακόμη και σε εποχές έντονων εθνικών αντιπαραθέσεων", αναφέρει ο Βούλγαρος νεοελληνιστής.
Και παραθέτει ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: "Στα τέλη του 19ου αιώνα, καιροί δραματικών συγκρούσεων των βαλκανικών εθνικισμών, δύο επιφανείς καθηγητές πανεπιστημίου, οι Νικόλαος Πολίτης και Ιβάν Σισμάνοφ, μελετούν, σε στενή συνεργασία, τα φολκλορικά και λογοτεχνικά μοτίβα του 'Νεκρού Αδελφού', ανταλλάσουν τις εκδοχές του τραγουδιού, που έχουν ανακαλύψει και στηρίζουν μια κοινή επιστημονική θέση".
Ο καθηγητής Τοπάλοφ σημειώνει ακόμη πως τα αρχαία ελληνικά διδάσκονται στο Πανεπιστήμιο της Σόφιας ήδη από την ίδρυσή του, μετά την απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό και προσθέτει πως στα βουλγαρικά υπάρχουν πολλές μεταφράσεις αρχαιοελληνικής λογοτεχνίας και φιλοσοφίες, ενώ εκατοντάδες είναι οι εκδόσεις μεταφρασμένων έργων ελληνικής λογοτεχνίας των τελευταίων δύο αιώνων.
"Ελληνική λογοτεχνία μεταφραζόταν στη Βουλγαρία ακόμη από την εποχή του λεγόμενου 'σιδηρού παραπετάσματος', παρ' όλη την άγρια, πολιτική λογοκρισία", λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Βούλγαρος νεοελληνιστής.
"Έτσι- προσθέτει- ο Καβάφης μας 'εμφύσησε' τη σκέψη, όταν ακόμη ήμασταν μαθητές, ότι οι λαοί εκτός του δικού μας 'παραδείσου', δεν είναι βάρβαροι, αλλά μάλλον 'απόφαση' ενός βάρβαρου καθεστώτος, στο οποίο ήμασταν καταδικασμένοι να ζούμε. Σήμερα, δόξα τω Θεώ, κανείς δεν εμποδίζει την πολιτιστική συναναστροφή των λαών μας".
Ο καθηγητής Τοπάλοφ κάνει ιδιαίτερη μνεία στο έργο του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού (ΕΙΠ) στη Σόφια και του διευθυντή του, καθηγητή Δημήτρη Ρούμπου, για την προβολή του ελληνικού πολιτισμού στη Βουλγαρία.
"Αποτελεί (το ΕΙΠ), πραγματικά, μια 'εστία' πολιτιστικών ανταλλαγών μεταξύ των δύο κοινωνιών μας", λέει χαρακτηριστικά και αναφέρεται στην αγαστή συνεργασία του Ιδρύματος με τους "Φίλους του Ελληνικού Πολιτισμού" και τους "Φίλους του έργου του Νίκου Καζαντζάκη".
Ο Βούλγαρος νεοελληνιστής δεν κρύβει τον προβληματισμό του για το γεγονός ότι στην Ελλάδα δεν έχει αναπτυχθεί ο τομέας της Βαλκανολογίας, σε πανεπιστημιακό επίπεδο. "Σποραδικά, γίνονται προσπάθειες εκμάθησης βαλκανικών γλωσσών, ενώ η Βαλκανολογία και οι Σλαβικές Σπουδές, είναι παγκοσμίως ανεπτυγμένες", εξηγεί και προσθέτει:
"Όλοι εμείς από τα Βαλκάνια, όπως και όλος ο κόσμος, γνωρίζουμε τα πάντα για την Ελλάδα και τον πολιτισμό της. Η ίδια η Ελλάδα, όμως, δεν γνωρίζει σχεδόν τίποτα για τους γείτονές της. Το γεγονός αυτό εκπλήσσει όλους τους Βαλκάνιους επιστήμονες κι αναφέρομαι άνετα σ' αυτό, αφού την άποψη αυτή την έχω εκφράσει επανειλημμένα στην Ελλάδα, στα υψηλότερα επίπεδα. Οι πολιτικές και πολιτιστικές αρχές της χώρας σας, εκφράζουν πάντοτε κατανόηση γι' αυτό το αρκετά παράδοξο φαινόμενο, αλλά με μικρές εξαιρέσεις, τα πράγματα παραμένουν ως έχουν".
Η διαδικασία της αλληλογνωριμίας των λαών της Βαλκανικής ξεκινάει, όπως λέει, από το σχολείο, περνάει στο πανεπιστήμιο και συνεχίζεται στο πλαίσιο κοινών πολιτικών, οικονομικών, επιχειρηματικών και επιστημονικών σχεδίων, αλλά ακόμη και στις … γαμήλιες αίθουσες!
"Σήμερα, τουλάχιστον, δεν υπάρχει κανένα εμπόδιο για την καλύτερη δυνατή συναναστροφή μας. Ποτέ στο παρελθόν δεν υπήρχαν οι καταλληλότερες συνθήκες και θα κάνουμε ανεπανόρθωτο λάθος, αν δεν τις εκμεταλλευτούμε, ώστε να καταστούν οι επαφές των δύο χωρών 'μη αναστρέψιμο καλό'", υπογραμμίζει ο Βούλγαρος καθηγητής.
Τον ρωτήσαμε ποιες παρεμβάσεις εκτιμάει πως θα πρέπει να γίνουν προς αυτή την κατεύθυνση, ειδικότερα στο χώρο της λογοτεχνίας και, αφού επισήμανε ότι δεν υπάρχει άλλο προϊόν πολιτισμού που να ανταγωνίζεται τη λογοτεχνία σε ό,τι αφορά τη δύναμη της επίδρασης που ασκεί, μας είπε:
"Όταν ο Βούλγαρος διαβάζει τους επαναστατικούς στίχους του Ρήγα ή τα διηγήματα του Παπαδιαμάντη για τη ζωή κάτω από σκλαβιά, την ποίηση του Σολωμού ή του Παλαμά, του Καβάφη ή του Ελύτη, την πεζογραφία του Καζαντζάκη ή κάποιου από τους σύγχρονους, μεγάλους Έλληνες συγγραφείς, ανακαλύπτει έκπληκτος πόσο συγγενεύουν η μοίρα και η νοοτροπία των λαών μας. Ταυτόχρονα, συγκρίνει δικούς σας συγγραφείς με δικούς μας, βρίσκει ομοιότητες μεταξύ τους. Είμαι βέβαιος ότι το ίδιο θα αισθανθούν και οι Έλληνες, όταν γνωρίσουν Βούλγαρους κλασικούς συγγραφείς".
Στο σημείο αυτό, αναφέρει ότι ενώ στα βουλγαρικά έχουν μεταφραστεί σχεδόν όλοι οι μεγάλοι Έλληνες συγγραφείς, στην Ελλάδα μεταφράζεται ένα πολύ μικρό μέρος της βουλγαρικής λογοτεχνίας.
"Ενδεχομένως και το βουλγαρικό κράτος να φέρει την ευθύνη για το ότι δεν καταβάλλει αρκετές προσπάθειες για την προώθηση της λογοτεχνίας μας στην Ελλάδα και γενικά σε όλο τον κόσμο", σημειώνει, επισημαίνοντας, ωστόσο, πως "η διαδικασία που θα οδηγήσει στο ανάλογο ενδιαφέρον απαιτεί προσπάθειες και από τις δύο πλευρές".
Το μεταφραστικό του έργο
Λάτρης της ελληνικής λογοτεχνίας, ο καθηγητής Τοπάλοφ συγκινείται με τους Έλληνες συγγραφείς των 18ου-20ου αιώνα, αλλά και με τους σημαντικότερους σύγχρονους λογοτέχνες, κάποιους από τους οποίους είχε την ευτυχία, όπως λέει, να γνωρίσει από κοντά και να μεταφράσει έργα τους.
Μεταξύ αυτών ο αλησμόνητος Ιάκωβος Καμπανέλλης, καθώς και οι Βασίλης Βασιλικός, Τάσος Αθανασιάδης, Θανάσης Βαλτινός, Κώστας Βαλέτας, Ινώ Μπαλτά, Γιάννης Ρίτσος, Νικηφόρος Βρεττάκος, Ηλίας Σιμόπουλος, Ρίτα Μπούμη κ.ά.
Έχει, επίσης, μεταφράσει τις μεγάλες επιστημονικές μονογραφίες του Γιώργου Κοντογιώργη για το Ρήγα και του Βασίλη Μαραγκού, για το βουλγαρικό και βαλκανικό 18ο και 19ο αιώνα, ενώ εδώ και επτά χρόνια περιμένει απάντηση από το ελληνικό Υπουργείο Πολιτισμού για τη μετάφραση, έστω κι ενός τόμου, του καλού, παλιού του φίλου, Ιάκωβου Καμπανέλλη, ο οποίος έφυγε από τη ζωή μόλις τον περασμένο μήνα.
"Αν ευτυχήσω να πάρω σύντομα θετική απάντηση να μεταφράσω έργα του Ιάκωβου, θα είναι μεγάλη παρηγοριά για την απώλεια που νιώθω κι εγώ από το χαμό του. Αυτός ο μεγάλος συγγραφέας και τα πνευματικά 'σύμπαντα' της δημιουργίας του, πρέπει να γίνουν μέρος και της βουλγαρικής πνευματικής διάστασης, να αποτελέσουν μία ακόμη γέφυρα, απ' αυτές που πρέπει να οικοδομούμε μεταξύ των δύο πολιτισμών μας", τονίζει με συγκίνηση.
Βαλκανική Ακαδημία και "Φίλοι της Ελληνικής Λογοτεχνίας"
Ο καθηγητής Τοπάλοφ δημιούργησε τη μη κερδοσκοπική Ακαδημία του Βαλκανικού Πολιτισμού, με σκοπό να ισοσκελιστεί εν μέρει η ανεπάρκεια της κυβερνητικής μέριμνας για την πολιτιστική-πνευματική επικοινωνία μεταξύ των λαών, όπως τονίζει.
Εδώ και δέκα χρόνια η Ακαδημία ασχολείται με μετάφραση και έκδοση έργων ελληνικής λογοτεχνίας, συμμετέχει σε πολιτιστικά και ερευνητικά προγράμματα, που σχετίζονται με τον κοινό ελληνοβουλγαρικό, βαλκανικό και ευρωπαϊκό πολιτιστικό προβληματισμό.
Πρόσφατα, με τη φοιτητική παράσταση του έργου του, "Μαντίλα στον ήλιο", στο πλαίσιο ευρωπαϊκού προγράμματος, η Ακαδημία του Βαλκανικού Πολιτισμού έλαβε μέρος σε διεθνή φεστιβάλ στην Αθήνα, με θέμα τη μοίρα της σύγχρονης μουσουλμάνας γυναίκας. Η παράσταση είχε μεγάλη επιτυχία και στο βουλγαρικό νεανικό κοινό.
"Τα σχέδια της Ακαδημίας είναι πολλών κατευθύνσεων και σ' αυτά βρίσκουν χώρο και βαλκανικά επιστημονικά και επιμορφωτικά προγράμματα", τονίζει.
"Το όνειρό μου είναι ο κόσμος να αρχίσει να βλέπει τα πολύπαθα Βαλκάνια όχι ως 'πυριτιδαποθήκη', όπως ήταν μέχρι σήμερα, αλλά ως ένα μεγάλο φωτεινό αναγνωστήριο ή ως μία μαθητική τάξη που να ηχεί από χαρούμενες, πολυεθνικές φωνές", προσθέτει.
Αναμνήσεις από την Ελλάδα
Την περίοδο 1998-2002 διετέλεσε πρέσβης της Βουλγαρίας στην Αθήνα και στη διάρκεια της θητείας του τιμήθηκε με το Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Φοίνικος, το Αναμνηστικό Μετάλλιο της Πόλεως των Αθηνών κ.ά.
Από την εποχή της παραμονής του στην Αθήνα έχει κρατήσει προσωπική φιλία "με το μεγάλο Έλληνα πολιτικό, σήμερα πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, Κάρολο Παπούλια". Eίχε την τιμή κι ευχαρίστηση, όπως λέει, να συναναστραφεί με την ιδιότητα του πρέσβη με τον "εξαιρετικό τέως πρόεδρο, Κωστή Στεφανόπουλο, όπως και πολλούς άλλους εξέχοντες Έλληνες πολιτικούς, βουλευτές, δημοσιογράφους", ενώ έχει κάνει και πολλούς οικογενειακούς φίλους.
Ειδική αναφορά κάνει στην ποιήτρια Ελένη Φεγγουδάκη, μεταφράστρια βουλγαρικών, στην οποία οφείλει, όπως λέει, κατά ένα πολύ μεγάλο μέρος την αμεσότητά του με το πνεύμα του ελληνικού πολιτισμού, όπως και τη μετάφραση δικών του επιστημονικών άρθρων και λογοτεχνικών έργων, αλλά και στους Αντώνη, Ηλία και Γιώτα Λιβάνη, τους "ακούρασους συμπαραστάτες της βαλκανικής πολιτιστικής και πολιτικής προσέγγισης".
Σε προσωπικό επίπεδο, η Αθήνα, "χάρισε" σ' αυτόν και τη σύζυγό του Βέσκα, τις δυο κόρες τους, Άννυ και Νίνα "και αυτό από μόνο του θα ήταν αρκετό για ν' αγαπώ την πόλη αυτή και τη θαυμάσια χώρα σας για πάντα".
Σύντομο βιογραφικό σημείωμα
Το πλούσιο βιογραφικό του καθηγητή Κύριλ Τοπάλοφ αναδεικνύει το ανήσυχο πνεύμα του. Γεννημένος στη Σόφια, στις 21 Μαΐου του 1943, σήμερα- μεταξύ άλλων- είναι καθηγητής στο πανεπιστήμιο "St. Kliment Ohridski" της Σόφιας, στην Εθνική Θεατρική Ακαδημία "Kr. Sarafov", της Σόφιας και στο πανεπιστήμιο "Neofit Rilski", του Μπλαγκόεβγραντ. Είναι, επίσης, διευθυντής της Εθνικής βιβλιοθήκης της Βουλγαρίας "St. St. Kiril I Metodii", ενώ και στην Ελλάδα αποτελεί επίτιμο μέλος πολλών πολιτιστικών φορέων.
Δίδαξε στη Γαλλία, στο Πανεπιστήμιο της Αιξ-εν-Προβάνς (1992 - 1994), βουλγαρικά γράμματα, λογοτεχνία και πολιτισμό. Έλαβε μέρος σε πολλά επιστημονικά και λογοτεχνικά συνέδρια στην Ελλάδα και σ' όλο τον κόσμο, ενώ το επιστημονικό του έργο περιέχει 10 βιβλία, 3 ανθολογίες, πάνω από 600 άρθρα, περίπου 100 ανακοινώσεις σε βουλγαρικά και διεθνή συνέδρια.
Έχει συγγράψει 11 μυθιστορήματα και 21 θεατρικά έργα. Τα έργα του μεταφράστηκαν σε ξένες γλώσσες, ενώ ανέβηκαν στο εξωτερικό και πολλά από τα θεατρικά του. Στα ελληνικά έχουν κυκλοφορήσει, από τις εκδόσεις "Νέα Σύνορα", τρία από τα μυθιστορήματα του: "Ανύπαντρη μητέρα να είσαι ευλογημένη", "Μη φοβάσαι Ανθρωπάκι" και "Μιά ζωή χωρίς εσένα", ένα από τα πιο πετυχημένα θεατρικά του έργα, που ανέβασε, πριν από χρόνια, το ΔΗΠΕΘΕ Κομοτηνής.
Μιλάει ελληνικά, γαλλικά, ρωσικά, πολωνικά και αγγλικά.
Διαμαντένια Ριμπά
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα