Αλέξανδρος Παναγούλης: 35 χρόνια από τη δολοφονία του
«Η πολιτική είναι ένα καθήκον, η ποίηση είναι μια ανάγκη. Είναι ένα ούρλιασμα, μια κραυγή που δεν μπορείς να πνίξεις. Το άγχος μιας στιγμής που δεν θέλεις να ξεχαστεί. Τότε ψάχνεις για χαρτί και μολύβι ζητώντας να ζωγραφίσεις με στίχους αυτή τη στιγμή».
Α.Παναγούλης
Η ΜΠΟΓΙΑ
Ζωντάνεψα τους τοίχους
πιο φιλική να γίνουν συντροφιά
Κι οι δεσμοφύλακες ζητούσαν
να μάθουνε που βρήκα τή μπογιά
το μυστικό το κράτησαν
κι οι μισθοφόροι ψάξανε παντού
Όμως μπογιά δε βρήκαν
Γιατί στιγμή δέ σκέφτηκαν
στις φλέβες μου να ψάξουν.
Τα δάκρυα που στα μάτια μας
θα δείτε ν' αναβρύζουν
απελπισιάς σημάδια.
Υπόσχεση είναι μοναχά
γι' Αγώνα υπόσχεση
(Στρατιωτικές Φυλακές Μπογιατίου, Φεβρουάριος 1972)
Vi scrivo da un carcere in Grecia, 1974
Ένα σπιρτόξυλο για πέννα
το ξεχασμένο περιτύλιγμα της γάζας για χαρτί
Μα τι να γράψω;
Τη Διεύθυνσή μου μονάχα ίσως προφτάσω
Παράξενο και πήζει το μελάνι
Μέσʼ από φυλακή σας γράφω
στην Ελλάδα
(Στρατιωτικές Φυλακές Μπογιατίου, 5 Ιουνίου 1971 – Μετά ξυλοδαρμό)
Vi scrivo da un carcere in Grecia, 1974.
Ο Αλέξανδρος Παναγούλης γεννήθηκε στην Γλυφάδα. Δευτερότοκος γιος της Αθηνάς και του Βασιλείου Παναγούλη, αξιωματικού του στρατού ξηράς. Αδερφός του Γεωργίου Παναγούλη, θύματος του καθεστώτος των Συνταγματαρχών, και του Ευσταθίου Παναγούλη, μετέπειτα πολιτικού άνδρα. Από την πλευρά του πατέρα του κατάγεται από την Δίβρη (Λάμπεια) Ηλείας και από την πλευρά της μητέρας του από την Λευκάδα. Εξαιτίας της κατοχής από τις δυνάμεις του Άξονα, ο Α. Παναγούλης πέρασε μέρος της παιδικής του ηλικίας στη Λευκάδα. Σπούδασε στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο στην Σχολή Μηχανολόγων-Ηλεκτρολόγων.
Πολιτική
Πνεύμα ελεύθερο και δημοκρατικό, ο Αλέξανδρος Παναγούλης εντάχθηκε από νεαρή ηλικία στις κεντρώες πολιτικές δυνάμεις του τόπου: στην Ένωση Κέντρου (Ε.Κ.) του Γεωργίου Παπανδρέου. Συγκεκριμένα ο Α. Παναγούλης εντάχθηκε στην οργάνωση της νεολαίας του κόμματος – Οργάνωση Νέων της Ένωσης Κέντρου (Ο.Ν.Ε.Κ.) που μετονομάζεται στη συνέχεια σε Ελληνική Δημοκρατική Νεολαία (Ε.ΔΗ.Ν.) – για να αναλάβει μετά την μεταπολίτευση την προεδρία της στις 3 Σεπτεμβρίου του 1974.
Αντιδικτατορική δράση
Επανέρχεται στην Ελλάδα και μαζί με στενούς του συνεργάτες σχεδιάζει την απόπειρα δολοφονίας του δικτάτορα Παπαδόπουλου την 13η Αυγούστου 1968 κοντά στη Βάρκιζα. Αποτυγχάνει και συλλαμβάνεται. Όπως σημειώνει η Οριάνα Φαλάτσι στην συνέντευξη της με τον Αλέξανδρο Παναγούλη μετά την απελευθέρωση του, η πράξη του ήταν μια πολιτική πράξη εναντίον της δικτατορίας. Η Φαλάτσι αναφέρει τον Α. Παναγούλη ως εξής: Δεν επιδίωξα να σκοτώσω έναν άνθρωπο. Δεν είμαι ικανός να σκοτώσω έναν άνθρωπο. Επιδίωξα να σκοτώσω έναν τύραννο[1].
Μετά από μερόνυχτα συνεχούς βασανισμού, οδηγείται ημιθανής στο νοσοκομείο και κατόπιν δικάζεται από το Στρατοδικείο στις 3 Νοεμβρίου 1968 και καταδικάζεται δις εις θάνατον, μαζί με άλλα μέλη της Εθνικής Αντίστασης, στις 17 Νοεμβρίου 1968[2]. Μεταφέρεται στην Αίγινα για την εκτέλεση η οποία όμως ματαιώθηκε χάρη στις πιέσεις της διεθνούς κοινότητας και αφού προσπάθησαν να πείσουν τον Παναγούλη να υπογράψει για να του δοθεί χάρη.
Στις 25 Νοεμβρίου 1968 ο Παναγούλης μεταφέρθηκε από την Αίγινα στις Στρατιωτικές Φυλακές του Μπογιατίου, όπου και του επιβλήθηκε η "ποινή του εντοιχισμού" όπως λέει ο ίδιος. Δραπετεύει από τις Στρατιωτικές Φυλακές του Μπογιατίου (Σ.Φ.Μ.) όπου κρατείτο, στις 5 Ιουνίου 1969.
Συλλαμβάνεται εκ νέου και οδηγείται προσωρινά στο στρατόπεδο του Γουδίου για να μεταφερθεί μετά από ένα μήνα και πάλι στις φυλακές του Μπογιατίου. Εκεί τον περιμένει η απομόνωση σε κελί που το φτιάξαν ειδικά για τον Παναγούλη και ήταν σαν αντίγραφο τάφου. Επιχειρεί να δραπετεύσει αρκετές φορές ανεπιτυχώς. Γράφει ποιήματα ως διέξοδο. Συνεχίζει να γράφει ακόμα και όταν του κατάσχουν κάθε γραφική ύλη χρησιμοποιώντας για μελάνι το αίμα του και για χαρτί τους τοίχους του κελιού-τάφου του.
Ο Α. Παναγούλης σύμφωνα με ορισμένους αρνείται την πρόταση απονομής χάριτος που του προσέφερε η χούντα. Τον Αύγουστο του 1973 - μετά από τεσσεράμισι σχεδόν χρόνια φυλάκισης – απελευθερώθηκε βάση της γενικής αμνηστίας που απένειμε το καθεστώς των συνταγματαρχών στους πολιτικούς κρατούμενους, κατόπιν της αποτυχημένης προσπάθειας του Γ. Παπαδόπουλου να φιλελευθεροποιήσει το καθεστώς του. Αυτοεξορίζεται εκ νέου, αυτή τη φορά στην Φλωρεντία της Ιταλίας, για να επαναδραστηριοποιηθεί στην αντίσταση, ουσιαστικά όμως συνεχίζει την αντίσταση στην Ελλάδα ερχόμενος κρυφά όπου και οργανώνει ομάδες αντίστασης.
Μεταπολίτευση
Επιδιώκει την απομόνωση των πολιτικών που συνεργάστηκαν με το δικτατορικό καθεστώς της Χούντας και εξαπολύει σωρεία καταγγελιών. Λίγο μετά την εκλογή του έρχεται σε ρήξη με την ηγεσία του κόμματος του γιατί είχε συγκεντρώσει στοιχεία για τη συνεργασία του Δημήτρη Τσάτσου με το χουντικό καθεστώς, με συνέπεια να αρνηθεί να συνυπάρξει με τον "προδότη" στο ίδιο κόμμα και παραιτείται.
Παρέμεινε όμως στη Βουλή των Ελλήνων ως ανεξάρτητος βουλευτής. Επιμένει στις καταγγελίες του και έρχεται σε ανοιχτή αντιπαράθεση με τον Υπουργό Εθνικής Αμύνης, Ευάγγελο Αβέρωφ και τον Δημήτρη Τσάτσο. Δέχθηκε πολιτικές πιέσεις αλλά και απειλές για τη ζωή του για να αποσύρει τις καταγγελίες του, όπως διαρήξεις στο πολιτικό του γραφείο, μυνήματα που του αφήναν άγνωστοι κλπ.
Σκοτώνεται την πρωτομαγιά του 1976 σε ηλικία 38 ετών κατόπιν τροχαίου ατυχήματος στην λεωφόρο Βουλιαγμένης (το αυτοκίνητό του πήγε και έπεσε σέ υπόγειο κατάστημα επι τής λεωφόρου κάθετα στην πορεία), λίγες μέρες πριν την αποκάλυψη των φακέλων σχετικά με τα όργανα ασφαλείας της Χούντας (Φάκελος ΕΣΑ).
Η αποκάλυψη των φακέλων, που δεν έλαβε χώρα ποτέ, λέγεται ότι περιείχε αδιαμφισβήτητες αποδείξεις εις βάρος ορισμένων πολιτικών που συνεργάστηκαν με την χούντα. Κατά πολλούς, το τροχαίο ατύχημα είχε στηθεί για να θέσει τον Αλέξανδρο Παναγούλη εκτός μάχης και να εξαφανίσει τις αποδείξεις που είχε υπό την κατοχή του. Δεν υπάρχει ωστόσο κανένα τεκμήριο για όλες αυτές τις εικασίες.
Ο Αλέξανδρος Παναγούλης στο Στρατοδικείο, Νοέμβριος 1968
Ποιητικό έργο
Κατά πολλούς, στις φυλακές του Μπογιατίου γράφει τα καλύτερα του ποιήματα στον τοίχο του κελιού του ή σε μικροσκοπικά παλιόχαρτα, με μελάνι συχνά το ίδιο του το αίμα. Πολλά από τα ποιήματα του δεν διασώθηκαν. Αρκετά όμως από αυτά είτε κατάφερε να τα βγάλει από την φυλακή με διάφορους τρόπους είτε να τα ξαναγράψει αργότερα χάρη στο ισχυρό μνημονικό του.
Το 1972, ενώ ήταν ακόμη στη φυλακή, εκδίδεται στο Παλέρμο η πρώτη ποιητική του συλλογή στα Ιταλικά Altri seguiranno: poesie e documenti dal carcere di Boyati (Άλλοι θα ακολουθήσουν: ποίηση και ντοκουμέντα από τις Φυλακές του Μπογιατίου) με εισαγωγικό σημείωμα από τον Ιταλό πολιτικό Φερούτσιο Πάρη και τον Ιταλό σκηνοθέτη και καλλιτέχνη Πιέρ Πάολο Παζολίνι.
Σύμβολο
Ο Αλέκος Παναγούλης δέχεται τιμές στο παλάτι των Medici στη Φλωρεντία, Ιταλία. (Istituto Storico della Resistenza, αρχείο Cesare Giorgetti)
Η ζωή και το έργο του Αλέξανδρου Παναγούλη τροφοδότησε τους καλλιτεχνικούς κύκλους. Συγκεκριμένα, ο διάσημος μουσικοσυνθέτης Μίκης Θεοδωράκης, κατατρεγμένος επίσης για τα πολιτικά του πιστεύω από την Χούντα των Συνταγματαρχών, μελοποίησε ποιήματα του. Ακόμη, η ποίηση και η ζωή του Α. Παναγούλη έγινε αντικείμενο μελέτης για πολλούς ερευνητές. Σε αυτή την ομάδα εντάσσετε και το έργο Un Uomo (Ένας Άντρας) που εκπονήθηκε από την Ιταλίδα δημοσιογράφο και σύντροφο του Οριάνα Φαλάτσι.
Κατά πολλούς, ο Αλέξανδρος Παναγούλης, ο παραλίγο «τυραννοκτόνος», με την ηρωική του πράξη (την απόπειρα δολοφονίας του δικτάτορα) έχει καθιερωθεί σαν σύμβολο της ελευθερίας, της δημοκρατίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ατομικών και πολιτικών ελευθεριών και χάρη στο πολιτικό του ήθος εμπνέει τις νέες γενιές στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς.
Η ελληνική πολιτεία, κατόπιν παρότρυνσης συναγωνιστών, φίλων και θαυμαστών του, για την αναγνώριση της προσφοράς του Αλέξανδρου Παναγούλη εξέδωσε σαν ελάχιστο φόρο τιμής γραμματόσημο (σειρά «Πρόσωπα» - 20 δρχ. του 1996), τηλεκάρτα (100 μονάδων του 1996) και έδωσε το όνομα του σε δημόσιους χώρους (π.χ. δρόμους, πλατείες), μεταξύ των οποίων και ο σταθμός «Άγιος Δημήτριος/Αλέξανδρος Παναγούλης» του μετρό της Αθήνας (2004).
Αλέκος Παναγούλης
του ΓΙΩΡΓΟΥ ΡΩΜΑΙΟΥ
Είναι Τρίτη και 13 Αυγούστου 1968. Ο δικτάτορας Γεώργιος Παπαδόπουλος επιβιβάζεται, στις 7.30 το πρωί, στο τεθωρακισμένο αυτοκίνητό του και αναχωρεί από την εξοχική του κατοικία στο Λαγονήσι για την Αθήνα. Μεγάλη η πομπή. Μοτοσικλετιστές και αυτοκίνητα με αστυνομικούς μπρος και πίσω.
Στις 7.40 η πομπή φθάνει στο 31ο χιλιόμετρο και οι πάντες αιφνιδιάζονται - τρομακτική έκρηξη προκαλεί, κατά το πόρισμα, δύο «μικρούς κρατήρες διαμέτρου 1.10-1.20 μ. και βάθους 0,60 μ.». Θύματα ουδέν. Ούτε οι προπομποί του δικτάτορα δεν είχαν φθάσει στο σημείο της έκρηξης…
Ο Παπαδόπουλος θα συνεχίσει τον δρόμο προς την Αθήνα. Στις 9 θα προεδρεύσει του Υπουργικού Συμβουλίου. Εμφανίζεται ψύχραιμος. Δεν αναφέρεται στην απόπειρα.
Το γεγονός θα ανακοινωθεί στις 3 το απόγευμα από τη Διεύθυνση Τύπου και Πληροφοριών. Ο Βύρων Σταματόπουλος θα αναφέρει ότι δράστης της απόπειρας ήταν ο υπολοχαγός των Καταδρομών Γεώργιος Παναγούλης! Και θα προσθέσει, με σαφή την έκφραση της λύπης του: «Λυπούμαι, αλλά εκείνος ο οποίος εκινήθη διά να δολοφονήση τον Πρωθυπουργόν δεν ήτο κομμουνιστής. Ο Γ. Παναγούλης ήτο και είναι όργανον φασιστικών και αντιδραστικών κύκλων, το οποίον εκινήθη διά να δολοφονήση τον ηγέτην της Επαναστάσεως και Πρόεδρον της Κυβερνήσεως, δηλαδή τον επικεφαλής των νέων δυνάμεων, αι οποίαι θεμελιώνουν την δημοκρατίαν»!
«Επρεπε να σκοτώσω τον τύραννο»
Από τη μακρά αφήγηση του ίδιου του Αλέκου Παναγούλη - που έχει καταγραφεί από τον βιογράφο του Κώστα Μαρδά - ένα μικρό απόσπασμα:
«Θυμάμαι σαν να είχα μισοκοιμηθεί ανάμεσα στους βράχους. Από τις κινήσεις των αστυνομικών καταλαβαίνω ότι το αυτοκίνητο πρόκειται να περάσει. Νάτο. Φαίνεται στο βάθος του δρόμου. Μπροστά είναι οι μοτοσυκλετιστές, αμέσως κατόπιν ένα αυτοκίνητο της αστυνομίας, πίσω το αυτοκίνητο της Ασφάλειας. Στη μέση το αυτοκίνητο που με ενδιαφέρει. Ενα αυτοκίνητο μαύρο. Χάθηκαν πάλι σε μία στροφή. Σηκώνομαι λίγο για να δω πότε θα περάσει τη στροφή. Χαίρομαι που το χέρι μου, που κρατάει το καλώδιο, δεν τρέμει καθόλου…Τα μάτια μου πάντα καρφωμένα στο δρόμο.
Η συνοδεία ξαναφάνηκε. Πλησιάζει. Πλησιάζει πάντοτε πιο πολύ. Το μαύρο αυτοκίνητο μεγαλώνει. Το χέρι μου κάνει την επαφή. Πετιέται ένας μεγάλος σωρός από χώματα και πέτρες. Οι νάρκες έχουν εκραγεί. Εγώ το έκανα, εγώ που δεν μπορώ να σκοτώσω άνθρωπο. Εγώ που πρέπει, έπρεπε να σκοτώσω τον τύραννο… Αραγε πέτυχα; Με βασανίζει αυτό το ερώτημα».
Οχι μόνο δεν πέτυχε τον σκοπό του, αλλά και το σχέδιο της διαφυγής του απέτυχε. Ηταν με το μαγιό και μια βενζινάκατος θα τον περίμενε λίγο πιο πέρα από το σημείο της έκρηξης. Είχε όμως την εντολή αν καθυστερήσει, να φύγει… «Για να καλύψω τη διαφορά χρόνου» αφηγείται «βγαίνω από τη θάλασσα και τρέχω κατά μήκος της ακτής. Τρέχω σκυφτός, ξυπόλυτος πάνω στα κοφτερά βράχια. Πλησιάζω στο μικρό κόλπο όπου με περίμενε η βενζινάκατος. Πλησιάζω ακόμα πιο πολύ, μα είναι ήδη αργά. Βλέπω τη βενζινάκατο να ανοίγεται στο πέλαγος. Δεν μου δημιουργεί ούτε πανικό, ούτε θυμό αυτό το γεγονός».
Ούτε πανικό θα δείξει όταν έπειτα από λίγα λεπτά θα βρεθεί με τις χειροπέδες στο αυτοκίνητο της Αστυνομίας. Ούτε όταν θα αρχίσει η ανάκρισή του από τον γνωστό βασανιστή Θεοφιλογιαννάκο, ούτε θα ανοίξει το στόμα του όταν θα υποστεί ανείπωτα βασανιστήρια.
Λεπτομέρειες της απόπειρας δεν επρόκειτο να πληροφορηθεί ο κόσμος. Ολα τα ΜΜΕ ήταν «στο γύψο» και μόνο οι επίσημες ανακοινώσεις δημοσιεύονταν. «Tο Bήμα» κάτω από τη φωτογραφία του Παπαδόπουλου με τους δημοσιογράφους είχε και ένα θέμα με τον τίτλο «Πώς αυτοκτόνησε ο Χίτλερ»…
«Επί τη διασώσει»
To ίδιο απόγευμα ο Παπαδόπουλος θα εμφανισθεί ενώπιον των ελλήνων και ξένων δημοσιογράφων για να δηλώσει ότι «ο Θεός υπήρξε πάντοτε φιλέλλην και αποδεικνύεται - από την αποτυχία της απόπειρας - ότι εξακολουθεί να είναι φιλέλλην προς στενοχώριαν των εχθρών της Ελλάδος». Και θα ανακοινώσει, με το γνωστό υπερφίαλο ύφος, ότι το δημοψήφισμα για το νέο Σύνταγμα θα διεξαχθεί κανονικά στις 29 Σεπτεμβρίου.
Εμπλοκή με την Κύπρο
Εμπλοκή στο Κυπριακό θα προκληθεί με την ανάμειξη του τότε υπουργού Αμυνας και Εσωτερικών της Κύπρου Πολύκαρπου Γεωρκάτζη. Ο Θεοφιλογιαννάκος, διοικητής της ΕΣΑ που διενεργούσε τις ανακρίσεις, είχε «προηγούμενα» με τον Γεωρκάτζη: το 1996, όταν υπηρετούσε στην Κύπρο με το επώνυμο Θεοφίλου, ο Γεωρκάτζης τον απέλασε διότι έβριζε χυδαία τον Μακάριο…
Στο πόρισμά του ο Θεοφιλογιαννάκος εμφανίζει τον Γεωρκάτζη ως αρχηγό της οργάνωσης «Ελληνική Αντίσταση» και ως προμηθευτή του Παναγούλη με όπλα και εκρηκτικά υλικά. Ηταν η εποχή κρίσιμων διαπραγματεύσεων με την τουρκική πλευρά για το ζήτημα της ασφαλείας των δύο κοινοτήτων. Η αποκάλυψη ότι ο υπουργός Αμυνας ήταν «τρομοκράτης» θα εξασθενούσε τη θέση των Ελληνοκυπρίων.
Ερχεται τότε στην Αθήνα ο διαπραγματευτής Γλαύκος Κληρίδης και προσπαθεί να πείσει τον Παπαδόπουλο να απαλειφθεί από το πόρισμα η εμπλοκή Γεωργάτζη. Ο Παπαδόπουλος συμφώνησε, με τον όρο να αποπεμφθεί ο κύπριος υπουργός. Ο Γεωρκάτζης αναγκάστηκε σε παραίτηση, αλλά ο δικτάτορας δεν τήρησε τον «λόγο» του!
Διεθνής Κινητοποίηση
Στις 21 Νοεμβρίου εκδίδεται η διαταγή εκτέλεσης «εις τον εν Αιγίνη συνήθη τόπον των εκτελέσεων», η χούντα όμως αναγκάζεται να τη ματαιώσει - έχουν παρέμβει πολλές προσωπικότητες: ο Πάπας, ο Γενικός Γραμματέα του ΟΗΕ, ο πρόεδρος της Ιταλίας, ακόμη και ο πρόεδρος των ΗΠΑ Λίντον Τζόνσον.
Ο Παναγούλης θα μεταφερθεί στις στρατιωτικές φυλακές Μπογιατίου, από όπου θα δραπετεύσει στις 6 Ιουνίου 1969 μαζί με τον «δεσμοφύλακά» του Γ. Μωράκη… Θα συλληφθεί μετά τρεις ημέρες προδομένος από έναν εξάδελφό του, ο οποίος εισέπραξε την αμοιβή της επικήρυξης ύψους 500.000 δρχ. (πολλά τα λεφτά, 2.000 δρχ. ο μέσος μηνιαίος μισθός, τότε) και θέση στην Ολυμπιακή!
Με την κατάργηση της Βασιλείας και την ανακήρυξη της «Προεδρικής Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας» η χούντα θα καταργήσει τον στρατιωτικό νόμο και θα αμνηστεύσει τα «πολιτικά εγκλήματα». Την Κυριακή, 21 Αυγούστου 1973, ο Αλέκος Παναγούλης βγαίνει ελεύθερος από τις φυλακές Μπογιατίου. Αργότερα θα αναχωρήσει για την Ιταλία, με τη γνωστή ιταλίδα δημοσιογράφο Οριάνα Φαλάτσι, όπου θα συνεχίσει την αντίσταση.
Το σεντόνι που σκέπαζε το φέρετρο ήταν κεντημένο από τα χέρια της ηρωίδας μάνας του. Και σε μια ταινία, όλη του η ιστορία: «Ο Αλέξανδρος Παναγούλης καταδικάσθηκε σε θάνατο γιατί έψαξε την ελευθερία. Το 1976 πέθανε γιατί έψαξε την αλήθεια και τη βρήκε».
Μικρό μνημείο στη νησίδα της λεωφόρου Βουλιαγμένης, πάνω από το σταθμό του Αγίου Δημητρίου, στο σημείο όπου ο Αλέκος Παναγούλης βρήκε το θάνατο.
Δείτε καρέ-καρέ τη σφαγή στο Κοντομαρί Χανίων από τους Γερμανούς - Η ιστορία του Franz Peter Weixler
- Δημοφιλέστερα